Η θύελλα με τις καταγγελίες κακοποίησης συνεχίζεται με τις καθηλωτικές μαρτυρίες, πλέον, και αγοριών, εναντίον όλων αυτών που περιέφεραν την κενή τους μεγαλοπρέπεια, δημιουργώντας για χρόνια αποκρουστικά καλλιτεχνικά πρότυπα. Ο πληθωρισμός της αναπαραγωγής τους από μέσα ενημέρωσης, πολλά από αυτά το ίδιο χαμερπή με όσους, υποτίθεται, ότι επιτιμούν, με τη σύγχυση υπαρκτών και ανύπαρκτων θεμάτων και την προσβολή της προσωπικότητας ανθρώπων στους οποίους δεν καταλογίζεται επίσημα κάτι, θολώνει το θέμα, καθιστώντας αμφίβολη την περαιτέρω διαχείρισή του.
Επαγγελματικοί σύλλογοι και Δικαιοσύνη είναι υπεύθυνοι να εκδώσουν σύντομα αποφάσεις καταλογισμού, για να μη χαθούν όλα στην χωματερή του επίκαιρου χρόνου. Πολλοί αναρωτιούνται «γιατί τώρα». Ορισμένοι δε, και με απολύτως καλή προαίρεση, αμφισβητούν και τα κίνητρα των θυμάτων. Άλλοι φοβούνται για μια σαρωτική απαξίωση του θεάτρου, του επαγγελματικού αθλητισμού και του ακαδημαϊκού χώρου. Πρώτα απ' όλα, κανείς δεν μπορεί να προφητεύσει τον χρόνο που μια πληγή ψυχής, αποφασίζει να δείξει δημόσια το μέγεθός της, είτε είναι ακόμα χαίνουσα είτε έχει κλείσει. Η έκθεση για ένα τόσο προσωπικό θέμα είναι μια υπόθεση αυστηρά ιδιωτική, και κανένας μας δεν πρέπει ελαφρά να την αξιολογεί από τη θέση του τηλεοπτικού θεατή. Ο βιασμός είναι βιασμός, η κατάχρηση εξουσίας οποτεδήποτε και εάν διαπράχθηκε έχει αναλλοίωτη ηθική απαξία. Καθώς δε, οι θύτες, συνεχίσουν να βρίσκονται στον αφρό της δημόσιας αποδοχής, οι καταγγελίες είναι και επίκαιρες. Οποτεδήποτε και εάν συνέβη αυτό που συνέβη. Αναζητώντας ωστόσο το «γιατί τώρα», πιστεύω ότι πρέπει να κοιτάξουμε και την μεγαλύτερη εικόνα. Αυτήν που αφορά στους αποδέκτες, δηλαδή την κοινωνία.
Οι καταγγελίες απέκτησαν βαρύτητα γιατί ακριβώς τη στιγμή που ξεκίνησαν, ο κόσμος βρισκόταν και βρίσκεται με κλειστές τις μηχανές της καθημερινότητας, σε συνθήκες ανασφάλειας αλλά και αναστοχασμού της κλίμακας αξιών που υιοθέτησε, ανέχτηκε ή έχτισε, τα προηγούμενα χρόνια. Δεν θέλω να αναφέρω ονόματα αλλά όσο περνούν οι μέρες και βλέπουν τη δημοσιότητα πολύ βαρείς υποθέσεις του παρελθόντος για κάποιον που, μόλις πριν έναν χρόνο, επιλέχθηκε για μια σημαντική δημόσια θέση, το ζήτημα παίρνει άλλες διαστάσεις. Δεν γνωρίζω εάν ήταν εις γνώσιν των υπευθύνων όσα σήμερα βγαίνουν στη δημοσιότητα στις λεπτομέρειες τους, αλλά, ο ψίθυρος στους χώρους τους ήταν μεγάλος. Δεν είναι στις προθέσεις μου να επιμερίσω ευθύνες, αλλά, η εναλλαγή των ίδιων προσώπων ή των ίδιων παρεών «στα πράγματα» στις θεατρικές σκηνές, στις αθλητικές ομοσπονδίες και σε πολλές άλλες δημόσιες υποθέσεις, είναι αδιαμφισβήτητη. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτοί που αποφασίζουν μοιράζονται κοινά μυστικά.
Απλά, χρόνια τώρα, εάν κάποιος προκρίνεται για οποιουσδήποτε λόγους να υπηρετήσει σε μία θέση, για την τελική απόφαση δεν προσμετρώνται οι πάσης φύσεως «ηθικές παρεκτροπές». Και δεν μιλώ μόνο για τις σεξουαλικές. Ο κορονοϊός μαζί με τα ερείπια, ίσως μπορεί να αφήσει και μερικά θετικά αποτυπώματα. Σε μια κοινωνία ενός απαίδευτου λούστρου, η αίσθηση της ματαιότητας για όσα θεωρούσαμε «φυσιολογική ζωή», μπορεί να είναι και λυτρωτική. Αυτά με τις σκοτεινές φυσιογνωμίες που υποκρίνονται ότι υπηρετούν το φως, τους φελλούς που επιπλέουν, τις κατσαρίδες που με όλες τις κυβερνήσεις επιβιώνουν και κάτι ύποπτους βλάκες που τους βρίσκεις πάντα μπροστά σου, αφορούν και στην πολιτική και στο θέατρο και στο πανεπιστήμιο και σε ολόκληρη την κοινωνία.
Αν αυτό το ελληνικό Μetoo, αποδειχθεί καταλύτης επαναξιολόγησης της δημόσιας και ιδιωτικής μας τοποθέτησης, θα είναι σπουδαίο. Δεν ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν σε θαύματα στην αλλαγή νοοτροπίας. Αλλά, έστω και προσωρινά, το «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του», κέρδος είναι. Τα μεγαλύτερα πρέπει να τα αναζητήσουμε στην Παιδεία και στους κώδικες ηθικής με τους οποίους πορεύονται οι επίδοξες ηγεσίες σε κάθε χώρο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Καλλιτέχνες από τη Θεσσαλονίκη καταθέτουν στη "ΜτΚ" την άποψή τους για το "τσουνάμι" καταγγελιών
Η ΠΑΛΗ ΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΗΣ
Προτρέπω σε όσους και όσες δεν παρακολούθησαν τον κ. Σωτήρη Τσαφούλια στην εκπομπή «Το Πρωινό» του ΑΝΤ1, να ανοίξουν το παράθυρο του υπολογιστή. Τον εκτιμούσα ως σκηνοθέτη και σεναριογράφο. Παρακολουθώ με ενδιαφέρον την εξέλιξη της δουλειάς του «Έτερος εγώ» στην πιθανότητα προβολής της, ως της πρώτης ελληνικής σειράς, στο Netflix. Η παρουσία του στην τηλεόραση ήταν ένα μάθημα Παιδείας. Λόγου, θεατρικής αγωγής, νοήματος της πράξης, ελληνικών, δημόσιας τοποθέτησης. Η καθαρότητα των θέσεών του, η ευθύτητα, το βάθος της ανάλυσής του τόσο κρυστάλλινης που γίνεται προσιτή σε όλους, ο σεβασμός στην ουσία της Τέχνης καθηλώνουν, συγκινούν, κονιορτοποιούν τις απροσδιοριστίες όσων μιλούν, φωτίζουν τις ύποπτες σιωπές όσων κρύβονται, καθαρίζουν από το περιττό και βρωμερό όλα αυτά που αντιποιούνται την Τέχνη. Δεν έχω λόγια. Μόνο σεβασμό. Πιστεύω ότι θα έπρεπε να προβληθεί σε όλη τη χώρα. Δανείζομαι όσα ανέφερε για την ουσία της υπόθεσης. Πρόκειται για την πάλη της Αξίας με την Αρχή. Γνωστή από την αρχαιότητα. Η Αντιγόνη και ο Κρέων. Όσο για το θέατρο που μετρά χιλιάδες χρόνια, δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από την κατακρήμνιση αυτών που κατά συρροή διέλυαν ψυχές και έχτιζαν τις μικρές αυτοκρατορίες του τίποτα. Κάθε υπόθεση που βγαίνει στο φως αφορά μια προσωπικότητα, έναν άνθρωπο και έχουμε όλοι χρέος να σταθούμε στη δική του πλευρά. Όχι με τον άρρωστο θύτη που εξουσίαζε με τον εθισμό του. Όχι στην μέση. Τα τέρατα τρέφονται από την ανοχή. Την ανοχή μιας νοοτροπίας ανέλιξης, βασισμένης στον ευτελισμό προσωπικοτήτων και Αξιών και την κυνική περιρρέουσα πεποίθηση ότι τίποτα δεν αλλάζει. Και στο Σύνταγμα και στις διεθνείς Συμβάσεις υπάρχει μία «υπεραρχή». Από αυτήν απορρέουν τα «δικαιώματα». Είναι η Αξία του ανθρώπου. Η έννοια της Αξιοπρέπειας.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 21.02.2021