Ο κ. Κατρούγκαλος. εκφράζει επίσης το φόβο για ένα επερχόμενο «πρωτόγνωρο οικονομικό και κοινωνικό τσουνάμι», ενώ σχολιάζοντας τα εσωτερικά του κόμματος διαπιστώνει «σε πρόσφατη αρθρογραφία μία υπερβολή στην έκφραση και στην πολεμική που δεν ωφελεί».
Η τουρκική προκλητικότητα με τις κινήσεις του «Oruc Reis» συνεχίζεται για αρκετές ημέρες. Σε τι πιστεύετε ότι αποσκοπεί αυτή η στρατηγική του Ερντογάν;
Η Τουρκία έχει μία σταθερή στρατηγική αναθεωρητισμού και μία αντίστοιχα συνεπή τακτική, που αποσκοπεί στο να αμφισβητεί κυριαρχικά μας δικαιώματα και να «γκριζάρει» περιοχές δικαιοδοσίας μας, διεκδικώντας τις ως δικές της. Ανάλογα έπραξε και επί του προκειμένου, όπως γλαφυρά περιέγραψε ο μέχρι πρότινος Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας στη συνέντευξη που οδήγησε στην αποπομπή του: «το τουρκικό σκάφος μαρκάρει την περιοχή του, όποιος έχει βγάλει βόλτα τον σκύλο του καταλαβαίνει τι εννοώ». Και όπως επίσης σωστά δήλωσε ο ίδιος, η πραγματοποίηση ερευνών, έστω και με «θόρυβο» συνιστά έμπρακτη αμφισβήτηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. «Ολίγον έγκυος» δεν νοείται. Και όμως, η κυβέρνηση, αντίθετα με τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού, δεν απέκρουσε την αμφισβήτηση αυτή των κυριαρχικών δικαιωμάτων στην υφαλοκρηπίδα μας, όπως πράξαμε εμείς κατά την διακυβέρνηση μας το 2018.
Ασκείτε κριτική στην κυβέρνηση για τους χειρισμούς στην εξωτερική πολιτική απέναντι στην Τουρκία. Πρακτικά, τι θα μπορούσε να έχει κάνει σε διεθνές επίπεδο και δεν το έπραξε;
Η κυβέρνηση αντιδρά αμυντικά, με παλινωδίες και αντιφάσεις στην επιθετικότητα της Τουρκίας. Τρέχει πίσω από τα γεγονότα, αντί να επιχειρεί να ανακτήσει την πρωτοβουλία, στο πλαίσιο μίας ενεργητικής διπλωματίας που θα καθιστά τις κόκκινες γραμμές μας ευρωτουρκικές κόκκινες γραμμές. Η Άγκυρα θα πρέπει να γνωρίζει ότι έχει να αντιμετωπίσει μία διττή πολιτική εκ μέρους της ΕΕ: αυστηρές και ουσιαστικές προληπτικές κυρώσεις, που θα καθιστούν απαγορευτικά δαπανηρή και επώδυνη κάθε μελλοντική επιθετική της συμπεριφορά, αλλά και μία θετική ατζέντα από την οποία θα έχει να κερδίσει αν επιστρέψει στο τραπέζι του διαλόγου, για παράδειγμα τη βελτίωση της τελωνειακής συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας ή την αναθεώρηση της συμφωνίας για το προσφυγικό. Αντί για αυτά, ο κ. Μητσοτάκης για οκτώ μήνες δεν είχε προετοιμάσει το έδαφος για κυρώσεις. Απείχε από τον ευρωτουρκικό διάλογο που έχει ξεκινήσει από τον Μάρτιο. Δεν έκανε καμία κίνηση για αξιοποίηση της Συνόδου Ευρωπαϊκών Χωρών του Νότου, η οποία συγκαλείται τις επόμενες ημέρες με πρωτοβουλία του προέδρου Μακρόν.
Διαχρονικά σχεδόν όλα τα πολιτικά κόμματα κάνουν λόγο για την ανάγκη κοινής διακομματικής εθνικής στρατηγικής. Μήπως είναι απλά μία ευχή; Θα μπορούσατε δηλαδή εσείς όταν ήσασταν κυβέρνηση να έχετε ενιαία θέση με την τότε αξιωματική αντιπολίτευση της ΝΔ, για παράδειγμα, στο ζήτημα της Βόρειας Μακεδονίας;
Μα, την εθνική θέση για σύνθετη ονομασία υπηρετήσαμε, τη θέση που ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε προσπαθήσει να προωθήσει την δεκαετία του 1990, υπονομευόμενος από τον κ. Σαμαρά. Την εθνική θέση αυτή ακολουθούσαν όλες οι κυβερνήσεις μετά το 2001. Το ότι δημαγώγησε ασύστολα η Νέα Δημοκρατία απέναντι στη συμφωνία των Πρεσπών, προκύπτει αβίαστα από τη στάση της απέναντι της και απέναντι στη Βόρεια Μακεδονία από τη στιγμή που κατέλαβε την κυβερνητική εξουσία. Και σας θυμίζω ότι και απέναντι στην Τουρκία επιχειρήσαμε να διαμορφώσουμε κοινή εθνική στρατηγική. Ο Αλέξης Τσίπρας πριν πάει στην Άγκυρα το Μάρτιο του 2016 συγκάλεσε Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών, με επίκεντρο το προσφυγικό. Γιατί αρνείται τη σύγκληση του σήμερα ο κύριος Μητσοτάκης;
Η πανδημία του κορονοϊού καλπάζει εντός και εκτός των τειχών. Πώς σχολιάζετε τη στάση της κυβέρνησης αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Είναι επαρκή τα μέτρα που έχουν ληφθεί;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αρχικά δεν πήρε επαρκείς πρωτοβουλίες για ευρωπαϊκή, κεντρική υγειονομική διαχείριση της κρίσης, αφήνοντας την πρωτοβουλία στις εθνικές κυβερνήσεις. Στη συνέχεια, ως προς την οικονομία, ελήφθησαν μέτρα προς τη θετική κατεύθυνση, ιδίως με τη θέσπιση του Ταμείου Ανάκαμψης. Η λειτουργία του τελευταίου παραμένει, όμως, ένα ανοικτό στοίχημα, εξαιτίας των αντιδράσεων των «φειδωλών» του Βορρά αλλά και των νεοφιλελεύθερων αγκυλώσεων. Για να έχουμε πάντως μέτρο σύγκρισης, το Βερολίνο θα ενισχύσει με εθνικά μέτρα την οικονομία του ισόποσα με το σύνολο των ευρωπαϊκών ενισχύσεων για όλες τις χώρες της ΕΕ.
Η κυβερνητική αντιμετώπιση της κρίσης, τώρα, μετά την άρση του lockdown αποτελεί μνημείο προχειρότητας, αντιφάσεων και σπασμωδικών κινήσεων. Είναι δυνατό στην αποκλιμάκωση της κρίσης, την άνοιξη, τα σχολεία να λειτουργούσαν εκ περιτροπής και με υποδιπλασιασμό των τάξεων και το Σεπτέμβρη να ανοίξουν χωρίς παρόμοια μέτρα; Είναι δυνατό σε συνθήκες αύξησης κρουσμάτων να αυξάνει και η πληρότητα των πλοίων, επειδή το ζήτησαν οι εφοπλιστές; Είναι δυνατό να γίνεται δεκτό το αίτημα των ξενοδόχων να μην ανακοινώνονται σε ποιους τουριστικούς προορισμούς υπάρχουν κρούσματα, «για να μην στοχοποιηθούν»;
Ο ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη στιγμή είχε ζητήσει το άνοιγμα του τουρισμού να γίνει με σοβαρότητα και όχι με αποσπασματικό τρόπο, με τεστ 72 ωρών πριν την άφιξη των τουριστών, με ενίσχυση του εσωτερικού τουρισμού. Και, γενικότερα, να ληφθούν εγκαίρως εμπροσθοβαρή μέτρα υπέρ των εργαζομένων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Ενόψει της ανεπάρκειας των κυβερνητικών μέτρων σε όλα αυτά τα επίπεδα, φοβάμαι πράγματι ότι έρχεται ένα πρωτόγνωρο οικονομικό και κοινωνικό τσουνάμι.
Υπάρχουν τελικά δύο ΣΥΡΙΖΑ μέσα στο ίδιο κόμμα; Μπορεί να υπάρξει ενιαία στρατηγική στο πλαίσιο της διεύρυνσης και της ανασυγκρότησης όταν το κλίμα δυναμιτίζεται πολύ εύκολα;
Θεωρώ ότι είναι υγιές να υπάρχει διαφοροποίηση απόψεων και σύγκρουση ιδεών σε ένα δημοκρατικό κόμμα της αριστεράς. Αλλά βλέπω πράγματι σε πρόσφατη αρθρογραφία μία υπερβολή στην έκφραση και στην πολεμική που δεν ωφελεί. «Χλαμύδες» δεν φορά κανείς στο ΣΥΡΙΖΑ. Οφείλουμε όλοι να χειριζόμαστε τη διαφωνία με συντροφικό τρόπο και με σεβασμό των συλλογικών μας αποφάσεων.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23 Αυγούστου 2020