Το πρώτο που πρέπει να αντιληφθούμε συζητώντας για ένα από τα πιο φιλόδοξα εγχειρήματα για το μέλλον της πόλης μας, είναι πως λέξη κλειδί στη φράση «Παράκτιο Μέτωπο της Θεσσαλονίκης», είναι το «μέτωπο».
Δηλαδή, μιλάμε για ένα γεωγραφικό σύνολο που προσεγγίζεται ενιαία ως προς τον στόχο της αναμόρφωσής του, στο πλαίσιο ενός project που θα αναδείξει μια ενιαία ταυτότητα, η οποία με τη σειρά της μπορεί να συντίθεται από διαφορετικά χαρακτηριστικά, τα οποία αλληλεπιδρούν, αλληλοσυμπληρώνονται, συνυπάρχουν και συμπορεύονται στον χρόνο.
Αυτή είναι η φιλοσοφία ενός τεράστιας σημασίας έργου, που μπορεί να αλλάξει το πρόσωπο της Θεσσαλονίκης, να αναβαθμίσει τη σχέση της πόλης με τη θάλασσα, να προσδώσει νέα ισχύ στο brand «Θεσσαλονίκη», τόσο από πλευράς περιβάλλοντος και ποιότητας ζωής, όσο και από πλευράς αναπτυξιακής προοπτικής.
Αυτή είναι και η φιλοσοφία που ένωσε τις δυνάμεις της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, του ΤΕΕ/ΤΚΜ και των παράκτιων Δήμων της Θεσσαλονίκης, στην προώθηση αυτού του στόχου μέσω ενός Ειδικού Χωρικού Σχεδίου, που αναμένει την ολοκλήρωση των σχετικών εγκρίσεων, για να περάσουμε στη διαδικασία των μελετών «ωρίμανσης».
Η ενοποίηση του Παράκτιου Μετώπου από το Αγγελοχώρι ως το Καλοχώρι, θα δημιουργήσει νέους ελεύθερους χώρους ιδιαίτερου κάλλους, προσβάσιμους στο κοινό, νέους χώρους πρασίνου, αναψυχής και αθλητισμού, αλλά και επικοινωνίας των ανθρώπων στον δημόσιο χώρο, ενώ παράλληλα θα περικλείει και ευκαιρίες ανάπτυξης νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, πέραν της οικονομικής υπεραξίας που εμπεριέχει η ίδια η διαδικασία υλοποίησης του project.
Το μέγεθος του έργου, επιβάλλει γοργό ρυθμό ενεργειών, ευελιξία λήψης αποφάσεων και άψογο συντονισμό μελετών και στόχων. Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει -κατά τη γνώμη μου- να είναι και ενοποιημένο διαχειριστικά. Δηλαδή, να συσταθεί ένας Ενιαίος Φορέας Διαχείρισης του Παράκτιου Μετώπου, που θα αναλάβει την προκήρυξη των μελετών και των αρχιτεκτονικών διαγωνισμών και την εποπτεία υλοποίησης, που μπορεί κάλλιστα να είναι σε πλήρη εξέλιξη περί τα τέλη της δεκαετίας.
Αυτή η πρόταση έχει ιδιαίτερη πρακτική σημασία. Η κατανομή της ευθύνης εξέλιξης του project επιμέρους σε κάθε δήμο για τα όρια ευθύνης του, εμπεριέχει το ρίσκο πολύ διαφορετικών ρυθμών εξέλιξης και ενδεχομένως κακής «επικοινωνίας» των διαφόρων τμημάτων του έργου μεταξύ τους με αποτέλεσμα αντί για ενοποίηση να έχουμε μια διαφορετικής μορφής κατάτμηση.
Αντίθετα ένας ενιαίος φορέας, θα μεριμνήσει έτσι ώστε τα έργα να αλληλοσυμπληρώνονται, να υπάρχει δηλαδή συνέχεια κατά μήκος του παράκτιου μετώπου, τόσο αισθητική, όσο και λειτουργική.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19-20 Ιουνίου 2021