Τις θεατρικές σκηνές τις Αθήνας επισκέφθηκαν για πεντε μέρες (από 29 Μαρτίου έως 2 Απριλίου) 30 άνθρωποι του θεάτρου από όλη την Ευρώπη στο πλαίσιο μιας προσπάθειας της προβολής του Εθνικού Θεάτρου στο εξωτερικό. Ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν και ο Μάικλ Μπίλινγκτον, ο κριτικός θεάτρου του Guardian, ο οποίος εντυπωσιασμένος από όσα είδε έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «Ένας θάνατος χωρίς λόγια, ένα εκθαμβωτικό νέο ταλέντο και μια κατάληψη 50 ημερών: είναι η Αθήνα η 'καυτή' εστία του ευρωπαϊκού θεάτρου;».
«Μας λείπει η προβολή στο εξωτερικό» δήλωσε στον συγγραφέα ο Γιάννης Μόσχος, καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου ο οποίος τόνισε πως το πρόγραμμα των επτά παραγωγών που ετοιμάζονταν για αυτό το σκοπό, έμεινε πίσω λόγω των πρόσφατων εξελίξεων με το Προεδρικό Διάταγμα 85/2022 και την κατάληψη των σκηνών του Εθνικού Θεάτρου. Αναπόφευκτα «κάποιες παραστάσεις έπρεπε να σταματήσουν, άλλες καθυστερούσαν και έπρεπε να κάνουμε πρόβες σε ενοικιαζόμενους χώρους» τόνισε ο καλλιτεχνικός διευθυντής υπογραμμίζοντας πως το Εθνικό Θέατρο στάθηκε στο πλευρό των καλλιτεχνών και υποστήριξε τον αγώνα τους.
Ο συγγραφέας δεν παραλείπει να μιλήσει για την θητεία του Γιάννη Μόσχου κάνοντας λόγο για τις «πρωτιές» του ως ο πρώτος καλλιτεχνικός διευθυντής που δεν επιλέχθηκε από την υπουργό πολιτισμού καθώς και τη διαφορετική πολιτική που ο ίδιος ασκεί ενώ αναφέρεται και στην ελλιπή χρηματοδότηση του Εθνικού Θεάτρου, η οποία εδώ και κάποια χρόνια δεν ξεπερνά τα 6 εκατομμύρια ευρώ.
Η παραγωγή πο προκάλεσε μεγαλύτερη εντύπωση στον Μπίλινγκτον ήταν το Goodbye Lindita του Μάριο Μπανούσι χαρακτηρίζοντας την παράσταση ως «ένα περίεργο μείγμα του εγκόσμιου και του σουρεαλιστικού». Ο συγγραφέας γράφει μαγεμένος για τον 24χρονο σκηνοθέτη κάνοντας λόγο για ένα «νέο συναρπαστικό ταλέντο».
Goodbye Lindita/ Σκηνοθεσία: Μάριο Μπανούσι
Ο Μάικλ Μπίλινγκτον είδε επίσης την παραγωγή Ένα Σπίτι Φωτεινό σαν Μέρα του Τόνι Κούσνερ σε απόδοση και σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου. Ο συγγραφέας συγκρίνει τη δουλειά του Μόσχου με το αυθεντικό έργο υπογρμμίζοντας πως «Αρχικά ο Κούσνερ συνέκρινε τη Γερμανία της δεκαετίας του 1930 με τον κόσμο του Ρόναλντ Ρίγκαν και του Τζορτζ Χ. Β. Μπους, τον τελευταίο καιρό το άλλαξε με τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο Μόσχος, ωστόσο, έχει περικόψει αυτές τις αναφορές, μας επέτρεψε να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας και το έργο είναι ακόμη πιο δυνατό για αυτό.»
Ο κριτικός είδε άλλες δύο παραγωγές του Εθνικού Θεάτρου, αν και, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, σε ημιτελή μορφή: Το Μια νύχτα στην Επίδαυρο, σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου στο οποίο συμμετέχουν η Χάρις Αλεξίου και η Έλλη Πασπαλά. «Ήταν μια τρελή υπόθεση για τον απόηχο μιας παράστασης στο κλασικό θέατρο της Ελλάδας. Παραδοσιακά στο έργο όλοι αποσύρονται σε μια θρυλική ταβέρνα και γινόμαστε μάρτυρες του οργίου των αυτοθαυμασμού και των αντεγκλήσεων που ξεσπούν μεταξύ των ηθοποιών.»
Μια νύχτα στην Επίδαυρο / Σκηνοθεσία: Νίκος Καραθάνος
Ο Μπίλιγκτον είχε επίσης την ευκαιρία να παρακολουθήσει δύο σκηνές από την επερχόμενη παραγωγή του Ρωμαίου και Ιουλιέτας σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά. «Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν η χρήση ταυτόχρονης δράσης.» τονίζει σημειώνοντας πως με την εμφανή ομοιότητα του Ρωμαίου με τον Άμλετ «το ζητούμενο είναι να αντιπαραβάλουμε τη νεανική αγωνία με τη διαφθορά και τη φθορά της γύρω κοινωνίας.»
Ένα άλλο έργο που είδε ήταν η διασκευή του Βασίλη Μπισμπίκη στο κλασικό έργο Έγκλημα και Τιμωρία η οποία όμως μάλλον τον απογοήτευσε. «Ενώ ο Μπισμπίκης χρησιμοποιεί κάθε διαθέσιμο πόρο για να δείξει την Αθήνα ως άντρο ανομίας, σπάνια όμως μας βάζει στο μυαλό του πρωταγωνιστή του» γράφει χαρακτηριστικά.
Έγκλημα και Τιμωρία/ Σκηνοθεσία: Βασίλης Μπισμπίκης
Ο Μπίλιγκτον έφυγε εντυπωσιασμένος από την Αθήνα, όχι μόνο για το πλήθος των παραστάσεων (284 θεατρικά έργα ήταν διαθέσιμα μονάχα τις ημέρες που επισκέφθηκε την πρωτεύουσα ο κριτικός) αλλά και από την καλλιτεχνική ποιότητα των ηθοποιών και των σκηνοθετών καθώς και από το ίδιο το Εθνικό Θέατρο, το οποίο, παρά τις πρόσφατες κρίσεις του, στάθηκε αντάξιο των περιστάσεων.
Ο Γιάννης Μόσχος συμφωνεί ότι έχει πολλή δουλειά ακόμα να γίνει στο Εθνικό, καθώς χρειάζεται επειγόντως περισσότερα χρήματα, περισσότερα νέα σενάρια και, κυρίως, περισσότερες γυναίκες σκηνοθέτες, ενώ σημειώνεται ότι μια από τις μεγαλύτερες παραγωγές του ΕΘνικού Θεάτρου, «Τα Φώτα της Πόλης» του Τσάρλι Τσάπλιν, ανέβηκε με μεγάλη επιτυχία την φετινή σεζόν, σε σκηνοθεσία Αμάλια Μπένετ.
Το Εθνικό Θέατρο, όπως παραδέχεται ο Μόσχος, είναι «παραδοσιακά συντηρητικό», αλλά ο ίδιος θέλει να το κάνει ένα σπίτι όχι μόνο για τους σπουδαίους κλασικούς αλλά για το σύγχρονο δράμα άγνωστο στο ελληνικό κοινό και τα ριζοσπαστικά πειράματα.
Ο Μπίλινγκτον καταλήγει πάντως στο ότι αν το Εθνικό Θέατρο ανεβάσει και άλλες παραστάσεις του επιπέδου του Goodbye Lindita του Μάριο Μπανούσι, έχει πολλές πιθανότητες επιτυχίας.