ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η πανδημία στιγμάτισε την αγορά εργασίας

Στέφανος Μαχτσίρας05 Ιουλίου 2021

Σε μία στοιχειώδη κανονικότητα προσπαθεί να επανέλθει η αγορά εργασίας μετά το κορονοσόκ την ώρα που η τηλεργασία και η δυνατότητα… ελαστικοποίησης του 8ωρου που προβλέπει ο νέος εργασιακός νόμος διαμορφώνουν μία νέα πραγματικότητα για επιχειρήσεις και εργαζομένους.

Η έκρηξη των ευέλικτων μορφών απασχόλησης και οι κουρεμένοι μισθοί ελέω πανδημίας εντείνουν τον προβληματισμό και την αγωνία των εργαζομένων για το μέλλον καθώς το κρατικό δίχτυ ασφαλείας των αναστολών συμβάσεων και της απαγόρευσης απολύσεων, μέτρα που κράτησαν όρθιους εργαζόμενους και επιχειρήσεις, έχει αποσυρθεί.

Η αγορά εργασίας βίωσε μία πρωτοφανή αναταραχή καθώς περίπου 1.000.000 εργαζόμενοι τέθηκαν σε καθεστώς αναστολής σύμβασης πανελλαδικά τουλάχιστον τρεις φορές, από την αρχή της κρίσης. Η επέλαση του κορονοϊού δοκίμασε επιχειρήσεις και υπαλλήλους με την ελεύθερη πτώση τζίρων, μισθών και την ελαστικοποίηση της απασχόλησης να προκαλούν ανασφάλεια για το τι θα φέρει η επόμενη μέρα.

Σε αυτό το σκηνικό, η καθιέρωση του ελαστικού 8ώρου με δέλεαρ την 4ήμερη απασχόληση και δικλείδες ασφαλείας για τον εργαζόμενο είναι αμφίβολο κατά πόσο «απαντάει» στις αγωνίες των εργαζομένων σήμερα. Το ελαστικό 8ωρο προβλέπει απασχόληση έως και 10 ώρες την ημέρα κατά μέγιστο χωρίς πρόσθετη αμοιβή ανάλογα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Οι επιπλέον ώρες θα αποθηκεύονται σε «τράπεζα χρόνου» και θα «επιστρέφονται» στους εργαζόμενους εντός έξι μηνών με τη μορφή μειωμένου ωραρίου ή ρεπό ή ημερών άδειας. Το ελαστικό 8ωρο θα εφαρμόζεται μόνο κατόπιν αιτήματος του ίδιου του εργαζόμενου έπειτα από έγγραφη συμφωνία και συμπληρωματικά προς την ισχύουσα νομοθεσία σε περίπτωση που δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση ή δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ συνδικάτου και εργοδότη. Σε κάθε περίπτωση απαγορεύεται η καταγγελία της σύμβασης.

Η αμφιλεγόμενη διάταξη, κινούμενη σε ξεκάθαρη νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση, αν και θεωρητικά εισάγει δικλίδες ασφαλείας, ανοίγει τον δρόμο για μία αγορά εργασίας πλήρως απορρυθμισμένη με τα δικαιώματα των εργαζομένων να τίθενται σε… διαπραγμάτευση, δεδομένης και της απαξίωσης και χαμηλής παρεμβατικότητας των συνδικάτων, καθιστώντας τους ευάλωτους σε εργοδοτικούς εκβιασμούς, χάριν της… παραγωγικότητας.

Ζητούμενο είναι να ρυθμιστεί με τέτοιο τρόπο το εργατικό δίκαιο ούτως ώστε να μην μείνουν απροστάτευτοι οι εργαζόμενοι στις νέες συνθήκες με ισχυρή διασφάλιση των δικαιωμάτων τους και αξιοπρεπείς αμοιβές.

Ο νέος εργασιακός νόμος πέρα από την διάταξη για το 8ωρο, που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, επιχειρεί να βάλει και κάποιους κανόνες για την πάταξη της εισφοροδιαφυγής και την τηλεργασία.

Ψηφιακή κάρτα

Στην πράξη, ο εργαζόμενος θα «χτυπά» την κάρτα του όταν ξεκινά και όταν τελειώνει την εργασία του. Η κάρτα θα συνδέεται απευθείας με online σύστημα του ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ και, με τον τρόπο αυτό, θα καταγράφεται αμέσως και σε πραγματικό χρόνο η απασχόληση του εργαζομένου, η υπέρβαση του νομίμου ωραρίου, οι υπερεργασίες και οι υπερωρίες του. Στην αρχή θα εφαρμόζεται στις τράπεζες και τις μεγάλες βιομηχανίες αρχικά και στη συνέχεια θα επεκταθεί και σε άλλους κλάδους. Το μέτρο εφόσον εφαρμοστεί χωρίς εκπτώσεις αναμφισβήτητα κινείται σε θετική κατεύθυνση για την πάταξη της αδήλωτης εργασίας.

Για την τηλεργασία, προβλέπεται πλήρες εργασιακό πλαίσιο με νέους όρους, κανόνες, δικαιώματα και υποχρεώσεις. Κατ’ εξαίρεση, επιβάλλεται μονομερώς από τον εργοδότη, για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και για όσο χρόνο διαρκεί η ανάγκη αυτή (όπως τώρα με την πανδημία) ή από τον εργαζόμενο, σε περίπτωση τεκμηριωμένου κινδύνου υγείας του, ο οποίος μπορεί να αποφευχθεί αν εργάζεται μέσω τηλεργασίας και όχι στις εγκαταστάσεις του εργοδότη. Οι υπουργοί Εργασίας και Υγείας καθορίζουν με κοινή τους απόφαση τις παθήσεις, τα νοσήματα ή τις αναπηρίες που μπορούν να τεκμηριώσουν κίνδυνο υγείας του εργαζόμενου.

Σε κάθε άλλη περίπτωση η τηλεργασία συμφωνείται εγγράφως μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου κατά την πρόσληψη ή με τροποποίηση της σύμβασης εργασίας.

Ο εργοδότης θα ελέγχει την απόδοση του εργαζομένου κατά τρόπο που σέβεται την προσωπική του ζωή και είναι σύμφωνος με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Θα απαγορευτεί η χρήση της κάμερας (web cam) για τον έλεγχο της απόδοσης του εργαζόμενου. Ο τηλεργαζόμενος θα εφαρμόζει τις ισχύουσες διατάξεις για την υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία και δεν θα υπερβαίνει το ωράριο εργασίας, θα διασφαλίζεται το δικαίωμα αποσύνδεσης (να απέχει πλήρως από την εργασία, να μην επικοινωνεί ψηφιακώς και να μην απαντά σε τηλεφωνήματα ηλεκτρονικά μηνύματα κ.λπ. εκτός ωραρίου εργασίας και κατά την διάρκεια των νόμιμων αδειών του) ενώ ο εργοδότης αναλαμβάνει το κόστος που προκαλείται στον εργαζόμενο.

500.000 άτομα σε «γκρίζα» ζώνη

Τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ για το ισοζύγιο απασχόλησης προσλήψεων - απολύσεων του Μαΐου 2021 δείχνουν ότι οι αναγγελίες πρόσληψης σημείωσαν σημαντική αύξηση συγκριτικά με πέρσι και ανήλθαν σε 255.987 έναντι 99.257 τον Μάιο του 2020, όταν μπήκε στην κατάψυξη η αγορά εργασίας λόγω καραντίνας.

Η φετινή εικόνα θυμίζει τις προσλήψεις τον Μάιο του 2017, όταν ο τουρισμός… απογειωνόταν και είχαν μετρηθεί 267.000 προσλήψεις. Η φετινή εικόνα απέχει, ωστόσο, από τα επίπεδα του 2019, όταν είχαν σημειωθεί ρεκόρ αφίξεων και εσόδων. Συγκεκριμένα οι προσλήψεις του Μαΐου του 2021 υπολείπονται κατά περίπου 80.000 από τις προσλήψεις τον Μάιο του 2019, όταν είχε σημειωθεί έκρηξη προσλήψεων την τουριστική περίοδο

Η εικόνα, όμως, της αγοράς εργασίας έχει δύο αναγνώσεις. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της μηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, το μέσο ποσοστό ανεργίας ενισχύθηκε σε τριμηνιαία και σε ετήσια βάση το 1ο τρίμηνο 2021. Συγκεκριμένα, διαμορφώθηκε στο 17,1% από 16,2% το 4ο τρίμηνο 2020 και το 1ο τρίμηνο 2020 αντίστοιχα. Αναμφίβολα, ένα πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας για χώρα της ΕΕ, το οποίο βέβαια προυπήρχε της πανδημίας και δεν επιδεινώθηκε.

Η αρνητική μεταβολή προήλθε από τη μείωση της απασχόλησης, κυρίως τον μήνα Ιανουάριο 2021, η οποία ωστόσο δεν αποτυπώθηκε σε αύξηση του αριθμού των ανέργων αλλά σε ενίσχυση του μη ενεργού πληθυσμού. Τα άτομα που δεν περιλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό, ή «άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού», δηλαδή τα άτομα που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία, ανήλθαν σε 4.700.344. Ειδικότερα, τα άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού κάτω των 75 ετών, ανήλθαν σε 3.507.973 άτομα. Το ποσοστό τους αυξήθηκε κατά 7,7% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 5,9% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.

Σε αυτή την κατηγορία και στην κατηγορία των απασχολούμενων μπαινοβγαίνουν εδώ και μήνες περίπου 500.000 εργαζόμενοι που βρίσκονταν στον «πάγο» και επιβίωναν με την ειδική αποζημίωση των 534 ευρώ μηνιαίως.

Η συγκράτηση, προς ώρας, του ποσοστού της ανεργίας αναμφισβήτητα είναι θετική, αλλά η αληθινή εικόνα θα αποκαλυφθεί όταν ανοίξει η αγορά. Ένα πιθανό ντόμινο λουκέτων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν τον στυλοβάτη της οικονομίας, θα απογειώσει την ανεργία, θέτοντας σε κίνδυνο την ιδιαίτερα εύθραυστη κοινωνική συνοχή και υπονομεύοντας την τιτάνια προσπάθεια που απαιτείται για να αναθερμανθεί η οικονομική δραστηριότητα. Ο «εγκλωβισμός» της οικονομίας σε έναν αέναο φαύλο κύκλο ύφεσης, ανόδου της ανεργίας, αύξησης του ελλείμματος και του χρέους θα έχει κατακλυσμιαίες συνέπειες για όλο τον παραγωγικό ιστό της χώρας.

Πανδημία… αναστολών

Τον αντίκτυπο της κορονοκρίσης στην αγορά εργασίας αποτυπώνει ανάγλυφα έκθεση της ΓΣΕΕ.

Όπως αναφέρεται, οι συνέπειες της πανδημικής κρίσης έχουν αναδείξει την ευθραυστότητα και τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα του αναπτυξιακού υποδείγματος της οικονομίας στη χώρα μας, κάτι που οφείλεται, όπως υποστηρίζεται στις λανθασμένες επιλογές οικονομικής πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών στις σφαίρες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα στην κατεύθυνση της παραγωγικής αναδόμησης και της ισχυροποίησης των κοινωνικών υπηρεσιών.

Στην Ελλάδα οι ώρες εργασίας μειώθηκαν κατά 12,6%. Εκτιμάται ότι το κόστος στην Ελλάδα ήταν το 2020 ίσο με 492,9 χιλ. θέσεις πλήρους απασχόλησης. Η απώλεια αυτή αντιστοιχεί στην απασχόληση περίπου του 10,7% του εργατικού δυναμικού, η οποία καλύφθηκε είτε μέσω της μείωσης του ωραρίου των μισθωτών είτε μέσω της εφαρμογής του μέτρου της αναστολής των συμβάσεων εργασίας, είτε μέσω της απόλυσής τους. Η Ελλάδα ήταν το κράτος-μέλος με το μεγαλύτερο ποσοστό μισθωτών σε καθεστώς αναστολής της εργασίας τους (περίπου 27% των μισθωτών).

Η επιλογή εφαρμογής του μέτρου της επιδότησης των εργαζομένων που βρίσκονται σε αναστολή απασχόλησης βρίσκεται σε απόλυτη συνάφεια με τη μείωση των ωρών εργασίας, αναφέρεται στην ανάλυση. Όσο εντονότερα αρνητική ήταν η επίδραση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης στις ώρες εργασίας, τόσο μεγαλύτερη ήταν η ανάγκη προστασίας της απασχόλησης μέσω της αναστολής της εργασίας.

Τον Δεκέμβριο του 2020 το επίσημο ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα ήταν το δεύτερο υψηλότερο στην Ευρωζώνη, μετά την Ισπανία, αντιστοιχώντας στο 15,8% του εργατικού δυναμικού, όταν τον ίδιο μήνα του 2019 ήταν ίσο με 16,4%.

Στην εκτίμηση του επίσημου ποσοστού ανεργίας δεν καταγράφονται οι εργαζόμενοι που βρίσκονται σε αναστολή για πάνω από τρεις μήνες ή που λαμβάνουν εισόδημα μικρότερο του 50% του μισθού τους, οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στους οικονομικά μη ενεργούς.

Στη διάρκεια του 2020, η απασχόληση μειώθηκε σημαντικά τον Μάιο (κατά 83 χιλ. άτομα σε σχέση με τον Απρίλιο), ενώ αυξήθηκε επίσης σημαντικά τον Αύγουστο (κατά 93 χιλ. άτομα σε σχέση με τον Ιούλιο). Η μεταβολή των οικονομικά μη ενεργών είχε την αντίθετη κατεύθυνση.

Συνεπώς, οι επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης στην απασχόληση δεν αποτυπώθηκαν σε αντίστοιχη μεταβολή του αριθμού των ανέργων αλλά σε μεταβολή του αριθμού των οικονομικά μη ενεργών.

Σημαντικό στοιχείο όσον αφορά τις προοπτικές της αγοράς εργασίας είναι ότι μετά τον Οκτώβριο του 2020, όταν η οικονομία βρέθηκε εκ νέου σε lockdown, παρατηρείται μια σταδιακή αύξηση των μη ενεργών με ταυτόχρονη μείωση των απασχολουμένων και των ανέργων.

Δεν είναι ξεκάθαρο αν η δυναμική που παρατηρείται στο τέλος του 2020 θα συνεχιστεί, αλλά σε αυτό το διάστημα είναι η πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης που η μεταβολή των οικονομικά μη ενεργών προέρχεται και από τη μείωση των ανέργων.

Υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο η κατάσταση στην αγορά εργασίας να έχει οδηγήσει μερίδα ατόμων ικανών να εργαστούν εκτός εργατικού δυναμικού, γεγονός το οποίο έχει ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της απασχόλησης και της οικονομίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, «η διατήρηση των μέτρων στήριξης των εργαζομένων σε καθεστώς αναστολής εργασίας μέχρι την ομαλή επανέναρξη της οικονομίας κρίνεται επιβεβλημένη, αφού σε διαφορετική περίπτωση θα καταρρεύσουν πλήρως τα χαμηλά εισοδήματα, θα εκτιναχθεί η ήδη υψηλή εισοδηματική ανισότητα και η ανεργία, επιφέροντας σημαντικό πλήγμα στην κοινωνική συνοχή», σημειώνει η ΓΣΕΕ.

Ποιοι κλάδοι πλήρωσαν το μάρμαρο

Ο κλάδος του εμπορίου, της εστίασης, της παροχής καταλύματος και των μεταφορών και αποθήκευσης παρουσιάζει το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας και μεταβλητότητας.

Με εξαίρεση το γ’ τρίμηνο του 2020, το ποσοστό ανεργίας αυξάνεται σημαντικά (από 34,4% το δ’ τρίμηνο του 2019 σε 39,4% το β’ τρίμηνο του 2020 και 37% το δ’ τρίμηνο του ίδιου έτους). Αντιθέτως, το ποσοστό ανεργίας στη μεταποίηση παρουσιάζει βελτίωση αν και οριακή (μείωση κατά 1,5% το δ’ τρίμηνο του 2020 σε σχέση με το ίδιο τρίμηνο του 2019). Ωστόσο, δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο κλάδος της μεταποίησης εξακολουθεί και παράγει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ανέργων, το οποίο κινείται σταθερά άνω του 10%, όταν στους άλλους κλάδους το ποσοστό δεν ξεπερνάει το 7%.

Οι ηλικιακές ομάδες που επηρεάστηκαν εντονότερα ήταν οι ηλικίες 15 έως 19 ετών και 25 έως 29 ετών. Ενώ στις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες το ποσοστό ανεργίας παραμένει σχετικά σταθερό, στις δύο αυτές ομάδες αυξάνεται σημαντικά. Δεν είναι τυχαίο ότι οι νέοι που δεν εργάζονται, δεν βρίσκονται στην εκπαίδευση ή σε κάποιας μορφής επιμόρφωση παρουσιάζουν μεγάλη αύξηση μετά το β’ τρίμηνο του 2020, χωρίς ιδιαίτερες προοπτικές βελτίωσης.

Άντεξαν οι μισθοί

Στην Ελλάδα ο μέσος ακαθάριστος μισθός μειώθηκε κατά 2,5% σε σχέση με το 2019 αποτελώντας τη δέκατη τέταρτη χειρότερη επίδοση στην Ευρωζώνη. Η εξέλιξη αυτή δεν επηρέασε την αγοραστική δύναμη του μέσου μισθού στην Ελλάδα, αφού το 2020 παρέμεινε σταθερή στην ίδια θέση με αυτή του 2019.

Η ΓΣΕΕ επισημαίνει πως «καθίστανται απολύτως αναγκαίες παρεμβάσεις που εγγυώνται την ασφάλεια του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων με επιλογές αύξησης του κατώτατου μισθού και του μέσου εισοδήματος και διασφάλισης και δημιουργίας θέσεων εργασίας. Πολύ σημαντική είναι επίσης η αύξηση της κοινωνικής προστασίας για όσους βρίσκονται στο κάτω μέρος της κατανομής του εισοδήματος. Αυτό θα ενίσχυε την κατανάλωση και τη δυναμική της ανάκαμψης».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 4 Ιουλίου 2021

This page might use cookies if your analytics vendor requires them.