Σε κατάσταση μόνιμης επιφυλακής βρίσκεται η αγορά το τελευταίο διάστημα, με τον… μπαμπούλα των ελλείψεων προϊόντων ενόψει των γιορτών να επικρέμαται πάνω από τα κεφάλια εμπόρων και καταναλωτών. Παράλληλα, οι μεγάλες αυξήσεις ενεργειακού και μεταφορικού κόστους, ελέω πανδημικών διαταραχών σε προσφορά και ζήτηση, συμπληρώνουν το περίπλοκο παζλ που καλούνται να λύσουν οι επαγγελματίες.
Μετά το τέλος των lockdown, παγκοσμίως παρατηρείται εκρηκτική αύξηση της ζήτησης για προϊόντα (με την προσφορά να μην μπορεί να ανταποκριθεί), το οποίο αν συνδυαστεί με το ότι οι τιμές σε πρώτες ύλες, καύσιμα, πετρέλαιο και ενέργεια έχουν πάρει την ανιούσα διεθνώς, συνιστούν μία βραδυφλεγή βόμβα έτοιμη να σκάσει ανά πάσα στιγμή. Οι ανατιμήσεις περνούν και θα περάσουν στις τσέπες των καταναλωτών διότι οι επιχειρήσεις έχουν εξαντλήσει τα περιθώρια απορρόφησής τους ενώ αν τις «σβήσουν» θα τεθούν σε κίνδυνο τα οικονομικά τους μεγέθη.
Σε πολλές χώρες ήδη παρατηρούνται ελλείψεις προϊόντων λόγω και της μείωσης της παραγωγής των εργοστασίων σε Κίνα ή η Βρετανία που έχουν μειωμένα ενεργειακά αποθέματα, με αποτέλεσμα να επιβραδύνουν και τον εξαγωγικό ρυθμό των προϊόντων τους. Πρόσφατες είναι οι εικόνες από τη Βρετανία με ατελείωτες ουρές για λίγη βενζίνη καθώς οι περιορισμοί που έφερε το Brexit «έδιωξαν» από τη χώρα τους οδηγούς φορτηγών και ως εκ τούτου στέρεψαν τα αποθέματα καυσίμων στα βενζινάδικα.
Οι τεράστιες καθυστερήσεις στις αποστολές εμπορευμάτων από την Ασία και η έλλειψη πρώτων υλών έχουν άμεση αρνητική επίπτωση στην ομαλή τροφοδοσία των καταστημάτων και στην Ελλάδα. Είναι ενδεικτικό πως οι τιμές των πρώτων υλών από την Κίνα είναι αυξημένες από 20% έως 40%.
Και μπορεί ακόμα στη χώρα μας να μην έχουμε δει ελλείψεις στην πλειονότητα των προϊόντων, όμως η ανησυχία είναι έντονη και ένα κλίμα προβληματισμού πλανάται πάνω από την ατμόσφαιρα για τους επόμενους μήνες, έως τα Χριστούγεννα. Οι τιμοκατάλογοι αλλάζουν συνεχώς με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να μην γνωρίζουν πότε θα παραλάβουν εμπόρευμα και ποια θα είναι η τελική τιμή, με τα νεύρα των επιχειρηματιών να δοκιμάζονται.
Χριστούγεννα… χωρίς λαμπάκια;
Το, για την ώρα, ανησυχητικό φαινόμενο, δεν αποκλείεται να μετατραπεί σε σοβαρότατο πρόβλημα και να γίνει κάτι παραπάνω από αισθητό και στην Ελλάδα ειδικά όσο πλησιάζει η Black Friday στις 26 Νοεμβρίου ή τα Χριστούγεννα, όταν και επικρατεί καταναλωτική φρενίτιδα. Για παράδειγμα δεν αποκλείεται να ψάχνουμε με το κυάλι εποχικά είδη όπως τα χριστουγεννιάτικα στολίδια που προέρχονται κυρίως από την Κίνα.
Αξίζει να σημειωθεί πως στη Μεγάλη Βρετανία το ενδεχόμενο να μην υπάρχουν… γαλοπούλες στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι «τρομάζει» τους πολίτες.
Προϊόντα, όπως τα ηλεκτρικά είδη, εργαλεία, είδη αυτοκινήτου, οικιακά σκεύη όπου οι τιμές επίσης έχουν αυξηθεί κατά 16% κατά μέσο όρο σε σύγκριση με πέρυσι, είναι λίαν πιθανό να μην βρίσκονται στα ράφια.
Ελλείψεις σε ανταλλακτικά, αλλά και σε ελαστικά αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών διαπιστώνουν ήδη έμποροι και καταναλωτές.
Τα υπέρμετρο μεταφορικό κόστος από το εξωτερικό και η αυξημένη ζήτηση μετά την περίοδο των αλλεπάλληλων lockdown, έχουν ως αποτέλεσμα, την απογείωση των τιμών έως και 10%.
Πατάνε φρένο οι παραδόσεις αυτοκινήτων
Η αυξημένη ζήτηση των καταναλωτών για αγορά καινούριων αυτοκινήτων προσκρούει στην έλλειψη ημιαγωγών, των επονομαζόμενων τσιπ, με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής στα εργοστάσια, άρα και το σπρώξιμο στο μέλλον του χρόνου παράδοσης νέων αυτοκινήτων.
Σήμερα πουλιούνται μόνο όσα αυτοκίνητα καταφέρνουν να βγουν από την γραμμή παραγωγής, με αποτέλεσμα η αναμονή στην Ελλάδα να είναι αρκετές εβδομάδες, όπως υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς. Πολλές ελληνικές αντιπροσωπείες διαμηνύουν στους πελάτες ότι η αναμονή είναι μεγάλη με τους πολίτες να πρέπει να οπλιστούν με υπομονή αν θέλουν να πατήσουν άμεσα γκάζι.
«Μπλόκο» στις προσδοκίες της βιομηχανίας και των καταναλωτών βάζουν οι ανατιμήσεις σε πρώτες ύλες και ενέργεια, με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) που διενεργεί την έρευνα οικονομικής συγκυρίας να εκτιμά πως ο αρνητικός αντίκτυπος των ανατιμήσεων στις προσδοκίες ειδικά των νοικοκυριών είναι πολύ πιθανό να ενταθεί το επόμενο διάστημα. Η σχετική στασιμότητα, εξάλλου, που παρατηρείται στο εμβολιαστικό πρόγραμμα, η έναρξη εφαρμογής περιοριστικών μέτρων για τους μη εμβολιασμένους όπως και η αβεβαιότητα, καθώς μπήκε το φθινόπωρο, για την πορεία της πανδημίας αποτελούν επίσης επιβαρυντικούς παράγοντες για το οικονομικό κλίμα. Δεδομένων των παραπάνω, οι επερχόμενες ανατιμήσεις ήρθαν… να δέσουν το γλυκό.
Έτσι, λοιπόν, ο δείκτης οικονομικού κλίματος, έπειτα από συνεχή άνοδο επτά μηνών, υποχώρησε τον Σεπτέμβριο και διαμορφώθηκε στις 109,7 μονάδες από τις 113 μονάδες τον Αύγουστο. Η «διόρθωση» αυτή οφείλεται σε σημαντική εξασθένηση των επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία, καθώς και από νέα υποχώρηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, σε συνέχεια της σχετικής αρνητικής τάσης από τον Ιούνιο.
Οι υπέρογκες ανατιμήσεις σε πρώτες ύλες, ενέργεια και μεταφορικό κόστος στερούν περιθώρια κέρδους αλλά και ανταγωνιστικότητα από τις ελληνικές επιχειρήσεις. Αν και οι όποιες απώλειες από τα παραπάνω θα μπορούσαν να ισοφαριστούν από τον αυξημένο όγκο παραγγελιών που δέχονται λόγω της επανεκκίνησης της οικονομίας μετά τις καραντίνες, αδυνατούν σε σημαντικό βαθμό να διεκπεραιώσουν εγκαίρως τις παραγγελίες λόγω έλλειψης πρώτων υλών και υλικών συσκευασίας.
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 24 Οκτωβρίου 2021