Θέση στην… ξαπλώστρα πιάνει η ακρίβεια με τις τιμές ειδών πρώτης ανάγκης να μη δείχνουν καμία απολύτως διάθεση για υποχωρήσεις, εκτοξεύοντας τον πληθωρισμό τροφίμων και δοκιμάζοντας την υπομονή των καταναλωτών. Μέχρι στιγμής το καλοκαίρι μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα θερμό, οι ανατιμήσεις όμως ανεβάζουν επικίνδυνα τη θερμοκρασία στα πορτοφόλια.
Η ακρίβεια, επιδεικνύοντας αναμφίβολα αξιοθαύμαστες αντοχές, ρίχνει βαριά τη σκιά της πάνω από επιχειρείν και καταναλωτές χωρίς κανένας να βάζει το χέρι του στη φωτιά για το πότε οι τιμές θα επανέλθουν σε μία στοιχειώδη ισορροπία.
Ένα από τα πλέον καυτά προβλήματα της νέας κυβέρνησης, που θα προκύψει από τις εκλογές της 25ης Ιουνίου, σίγουρα θα είναι και οι τιμές στα τρόφιμα. Εκτιμάται πως θα αναζητηθούν και νέα πιο ισχυρά αντίδοτα για την ανάσχεση της ακρίβειας, πέραν από την μάλλον δεδομένη επέκταση του market pass έως το τέλος του έτους (με τα τωρινά δεδομένα ισχύει μέχρι και τον Ιούλιο), ενδεχομένως ακόμα πιο στοχευμένο, με ψαλίδι στους δικαιούχους, σε όσους έχουν πραγματικά ανάγκη.
Ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν τις τιμές των τροφίμων είναι οι υψηλές τιμές της ενέργειας. Το αυξημένο κόστος παραγωγής που προκύπτει από τις υψηλές τιμές της ενέργειας έχει ενσωματωθεί στο σύνολο της αγοράς τροφίμων (και όχι μόνο), καθιστώντας τα τρόφιμα πιο ακριβά.
Όμως οι τιμές ενέργειας καταγράφουν μεγάλες υποχωρήσεις σε σχέση με την ενεργειακή κρίση του 2022, γιατί άραγε δεν αποτυπώνεται αυτό στο ράφι; Tα τρόφιμα που καταναλώνουμε σήμερα έχουν παραχθεί με κόστη ενέργειας που τιμολογήθηκαν στους γεωργούς και κτηνοτρόφους την προηγούμενη χρονιά στην πλειοψηφία τους, όταν και οι τιμές ήταν πολύ πιο υψηλές σε σχέση με την παρούσα κατάσταση. Τα αποθέματα προϊόντων που παρήχθησαν με αυξημένα κόστη καθιστούν σχεδόν «απαγορευτικό εγχείρημα» τη μείωση τιμών στους καταλόγους χονδρικής αυτή την περίοδο.
Οι τιμοκατάλογοι από τους προμηθευτές συνεχίζουν να φτάνουν στις επιχειρήσεις με ανατιμήσεις σε αρκετά προϊόντα, αν και μικρότερες σε ένταση συγκριτικά με τους προηγούμενους μήνες. Οπότε οι όποιες μειώσεις θα αργήσουν να γίνουν ορατές στο ράφι και την τσέπη.
Παράλληλα, οι πολυεθνικές εταιρείες αν και πιο συγκρατημένα, εκμεταλλευόμενες και την προβληματική λειτουργία της ελληνικής αγοράς, δεν παρεκκλίνουν από τη στρατηγική των ανατιμήσεων για να διαφυλάξουν την κερδοφορία τους.
Από την άλλη πλευρά και οι ελληνικές εταιρείες δε ρισκάρουν ακόμα μαζικές μειώσεις τιμών περιμένοντας να δουν που θα κάτσει η μπίλια για να αναπροσαρμόσουν τους σχεδιασμούς τους. Το γεγονός πως πολλά προϊόντα των οποίων οι τιμές καίνε είναι πρώτης ανάγκης, «βοηθάει» στη διατήρηση του τζίρου των ομίλων σε ένα επίπεδο καθώς όσο και αν μειωθεί η ζήτηση από τους πολίτες, οι αυξημένες τιμές «κρατούν» τα κέρδη. Ναι μεν ο καταναλωτής θα αγοράσει μικρότερη ποσότητα, ωστόσο η αυξημένη τιμή καλύπτει τη χασούρα για τις επιχειρήσεις.
Για τη βιομηχανία και σε δεύτερο επίπεδο για τη λιανική οι συνθήκες παραμένουν αβέβαιες και αντίξοες, παρά τη διαφαινόμενη αποσυμπίεση της ενεργειακής κρίσης. Οι πρώτες και δεύτερες ύλες αλλά και τα κόστη μεταφοράς εξακολουθούν να καταγράφουν διακυμάνσεις, κάτι που ωθεί τις εταιρείες σε αμυντικές κινήσεις θωράκισης των οικονομικών τους αποτελεσμάτων.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο δείκτης τιμών καταναλωτή (πληθωρισμός) προσγειώνεται για 9ο διαδοχικό μήνα αλλά οι καταναλωτές βλέπουν τους μισθούς να εξαντλούνται μετά από μερικές βόλτες στα σούπερ μάρκετ με την ακρίβεια να τους «συντροφεύει» και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Η επαναφορά της κανονικότητας, αναμφίβολα μίας πιο «δύσκολης» κανονικότητας, θα έρθει από τον Οκτώβριο και μετά, εφόσον οι συνθήκες στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα ομαλοποιηθούν και επανέλθει η νηνεμία στο ευμετάβλητο γεωπολιτικό περιβάλλον. Επί του πρακτέου, οι τιμές των προϊόντων θα συνεχίσουν να διαγράφουν υψηλές πτήσεις, με την ακρίβεια να μην σταματά να… ανάβει φωτιές στα πορτοφόλια.
Για τον εγχώριο καταναλωτή, οι τιμές σε βασικά είδη διατροφής είναι κατά 11,6% υψηλότερες σε σχέση με πέρυσι, όταν ήδη ο τιμάριθμος άγγιζε επιδόσεις-ρεκόρ και ο δείκτης τιμών στην ομάδα διατροφή κατέγραφε αύξηση 12,1%.
Ουσιαστικά, στις τιμές των τροφίμων είμαστε στα ίδια επίπεδα με πέρσι καθώς ναι μεν ο πληθωρισμός μειώνεται, κυρίως λόγω της αποκλιμάκωσης του ενεργειακού κόστους, ωστόσο τα τρόφιμα συνεχίζουν να «δαγκώνουν» τσέπες και πορτοφόλια.
Τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Μάιο αποτυπώνουν άνοδο σε ετήσια βάση της τάξεως του 11,6%στην κατηγορία των τροφίμων. Ωστόσο και σε μηνιαία βάση (μεταξύ Απριλίου 2023 και Μαΐου 2023) οι τιμές ανέβηκαν 1,8%.
Ανάμεσα σε εκείνα που βρέθηκαν στη μέγγενη νέων αυξήσεων μέσα σε έναν μήνα βρίσκονται και προϊόντα στα οποία ήδη τον προηγούμενο χρόνο και μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση, είχαν πάρει ήδη την ανιούσα οι τιμές. Όπως για παράδειγμα το αλεύρι και τα δημητριακά καθώς και το ελαιόλαδο.
Αναλυτικά μεταξύ Απριλίου 2023 και Μαΐου 2023, αύξηση 8% κατέγραψε το αλεύρι, και ακολούθησαν με 7,6% τα νωπά φρούτα. Κατά 5,4 % αυξήθηκε το ρύζι και κατά 5,3% τα παγωτά όπως επίσης και τα αναψυκτικά και κατά 5,1% οι σάλτσες και τα καρυκεύματα.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 18.06.2023