Υπάρχουν τα πρώτα σημάδια στην επιχειρηματική κοινότητα που δείχνουν, ότι οι Έλληνες επιχειρηματίες αρχίζουν να αντιλαμβάνονται, ότι η σχέση με τις εταιρείες που έχουν δημιουργήσει, δεν θα πρέπει να έχουν τον χαρακτήρα της ασφυκτικής σύνδεσης που έχουμε, οι περισσότεροι Έλληνες γονείς, με τα παιδιά μας. Φαίνεται πως αρκετοί αρχίζουν να συνειδητοποιούν, πως το Χρηματιστήριο, πέρα από τα οικονομικά οφέλη που μπορεί να τους εξασφαλίσει με διάφορους τρόπους και, εφ’ όσον «πηγαίνει καλά το μαγαζί», λειτουργεί και ως προωθητήρας σε ένα σύγχρονο τρόπο μάνατζμεντ, που λαμβάνει υπόψη του τις επιταγές της εποχής μας.
Το «δικό Μου παιδί», η «δική Μου εταιρεία», το «μαγαζί Μου» και, όλα αυτά τα εμφατικά ‘Μου’, φανερώνουν τη σχέση του Έλληνα και της Ελληνίδας επιχειρηματία με την εταιρεία που δημιούργησε και κατάφερε να αναπτύξει. Αλλά αυτό το ‘Μου’, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, που φυσικά δεν αναφέρουμε, ήταν και ο λόγος ή, έστω, ο ένας από τους λόγους, που ως και μεγάλες εταιρείες καταβαραθρώθηκαν, επειδή οι μέτοχοι είχαν μία στενά ταυτοτική σχέση με τις επιχειρήσεις που δημιούργησαν ή κληρονόμησαν.
Τα ΄κατά', αλλά και τα πολλά 'υπέρ'
Ως και σήμερα, οι επιχειρήσεις της Βόρειας Ελλάδας, στη συντριπτική τους πλειονότητα, έχουν κρατηθεί μακριά από το Χρηματιστήριο. Επίσης, ορισμένες μεγάλες, που είχαν "κάνει πέρασμα" αρκετών ετών από το ΧΑΑ, προτίμησαν τελικά να πάρουν το δρόμο της εξόδου, γιατί ήθελαν λιγότερες υποχρεωτικές διαδικασίες και ελέγχους και, περισσότερη αυτοτέλεια και ευελιξία.
Βλέπουμε όμως, ότι ορισμένοι επιχειρηματίες, επικεφαλής οικογενειακού χαρακτήρα εταιρειών, δείχνουν να συνειδητοποιούν ότι η Αγορά, η Κεφαλαιαγορά, δεν είναι μόνο για τους «μεγάλους», δεν είναι μόνο για τις εταιρείες «συνασπισμένων» αρχικών μετόχων, αλλά για μεσαίες και ίσως μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες όμως θέλουν , ακριβώς επειδή λειτουργούν εντός ορισμένου κανονιστικού πλαισίου, να έχουν και να φαίνεται ότι έχουν, διαφάνεια στην λειτουργία τους, αυξημένη αξιοπιστία, αναγνωρισιμότητα και κύρος.
Βεβαίως, υπάρχει και το οικονομικό όφελος, η δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων μέσω της αγοράς, αλλά και η αποφυγή υψηλής φορολογίας, καθώς στην περίπτωση που σε εταιρεία μη εισηγμένη, οι μέτοχοι θέλουν να μεταβιβάσουν τις μετοχές τους, καταβάλουν φόρο 15% επί της υπεραξίας που έχει γράψει η μετοχή τους.
Μία εταιρεία που είναι εισηγμένη σε Κεφαλαιαγορά, ελέγχεται και ως ελεγχόμενη, ακόμη και αν παρουσιάζει κάποια προβλήματα, μπορεί πολύ ευκολότερα να προσελκύσει επενδυτές, που θα της δώσουν μία αναπτυξιακή ώθηση. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν και μάλιστα πρόσφατα.
Αλλά το σημαντικότερο όλων, δεν είναι η άντληση χρημάτων. Μια επιχείρηση που είναι υγιής, μπορεί να αντλήσει κεφάλαια από τις Τράπεζες. Το σημαντικότερο είναι, η προσαρμογή σε ένα διαφορετικό τρόπο λειτουργίας, κάτι που απαιτεί και στην πορεία επιβάλλει, την ανάπτυξη μίας διαφορετικής εταιρικής κουλτούρας σε όλη την επιχείρηση.
Ναι, η είσοδος και παραμονή στο Χρηματιστήριο, έχει κόστος, προϋποθέτει λογοδοσία στους μετόχους, περιορίζει την ευελιξία κινήσεων στο βασικό μέτοχο, αλλά δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά όταν μία επιχείρηση γίνεται δημόσια.
Στο «παιδί Μου», μπορεί να υπάρχει συν-επιμέλεια, όπως επίσης μπορεί η εισαγωγή στο Ελληνικό Χρηματιστήριο και, συγκεκριμένα, στην Εναλλακτική Αγορά (ΕΝ.Α.) να γίνει ακόμη φθηνότερη και ευκολότερη και πιο κοντά στις "ευαισθησίες" των οικογενειακών επιχειρήσεων όσον αφορά στο ποσοστό του free float, όπως ισχύει για τη ΝΕΑ ΑΓΟΡΑ του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου, στην οποία έχουν εισαχθεί πολλές ελληνικών συμφερόντων εταιρείες, σημαντικά περισσότερες από ότι στην ΕΝ.Α. του ΧΑΑ.
Η λειτουργία με κανόνες, είναι εξυγιαντική, είναι αναπτυξιακή, φέρνει την κάθε επιχείρηση ένα βήμα πιο κοντά στους στόχους ESG και καλλιεργεί τη διεπαφή και συνεργασία με διεθνείς εταιρείες. Οι επιχειρηματίες που αποφασίζουν να εισάγουν τις εταιρείες τους σε Χρηματιστήριο, δεν αποχωρίζονται τα παιδιά τους, αλλά τα βοηθάνε να ωριμάσουν σε ένα νέο περιβάλλον.