Εικόνες άγριας καταστολής από το «φλεγόμενο» Ιράν κάνουν το γύρο του διαδικτύου με το καθεστώς να «πνίγει» στο αίμα τις διαμαρτυρίες των Ιρανών πολιτών. Η φωτογραφίας της Μαχσά Αμινί, της νεκρής 22χρονης που κατέρρευσε στο κρατητήριο όταν συνελήφθη από την Αστυνομία Ηθών γιατί τα μαλλιά της δεν καλύπτονταν πλήρως από τη μαντίλα της, έχει γίνει το λάβαρο των εξεγέρσεων των γυναικών που σαρώνουν το Ιράν. Γυναίκες κάθε ηλικίας, ακόμα και μαθήτριες, συμμετέχουν στις διαμαρτυρίες υψώνοντας το ανάστημά τους ενάντια στους ασφυκτικούς περιορισμούς που επιβάλλει επί σειρά ετών η ιρανική κυβέρνηση.
Σε ένα κράτος που είναι δύσκολο να υπάρχεις αν είσαι γυναίκα το αίσθημα της καταπίεσης ωθεί σήμερα στους δρόμους τις εξεγερμένες και είναι ακριβώς το ίδιο με εκείνο που ένιωσε πριν 13 χρόνια η τότε φοιτήτρια Φαρνάζ Ν. η οποία διεκδίκησε ένα καλύτερο κόσμο για όλες.
Έχοντας ενταχθεί στο επιτελείο του τότε ηγέτη της αντιπολίτευσης στο Ιράν, Μιρ Χοσεΐν Μουσαβί η Φαρνάζ συνελήφθη τρεις φορές από την αστυνομία και κρατήθηκε στην «πιο σκληρή φυλακή του Ιράν», όπως τη χαρακτηρίζει, για να δραπετεύσει ντυμένη ως νοσοκόμα από το νοσοκομείο, όπου κατέληξε μετά από εκτεταμένη χρήση βίας, και να φύγει από τη χώρα της.
Σήμερα η ίδια περιγράφει την «Οδύσσειά» της από το Ιράν στα Διαβατά, τις κατηγορίες που αντιμετώπισε και τη λυτρωτική απόφαση που της χάρισε την ελευθερία της.
«Όταν ήμουν 19-20 χρονών ήταν περίοδος προεδρικών εκλογών. Μιλάμε για το 2008 και τις ταραχές μετά τις εκλογές του 2009. Οι υποψήφιοι πρόεδροι ήταν δύο, ο Μιρ Χοσεΐν Μουσαβί και ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, ο οποίος τελικά εξελέγη. Ο λαός προτιμούσε τον Μουσαβί γιατί ήταν προοδευτικός. Μιλούσε για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα δικαιώματα των γυναικών και την ανεξιθρησκία. Κατά την προεκλογική περίοδο ήμουν φοιτήτρια στο Art University of Rudehen και κάναμε κάποια πρότζεκτ με φίλους μου για να ενισχύσουμε την καμπάνια του Μουσαβί. Για παράδειγμα, βάψαμε έναν τοίχο, ζωγραφίσαμε το πρόσωπό του και γράψαμε κάποιες από τις μεταρρυθμίσεις που ήθελε να κάνει. Εκείνη ήταν η πρώτη φορά που με συνέλαβαν. Ένας υπέρμαχος του Αχμαντινετζάντ κάλεσε την αστυνομία, ήρθαν στο πανεπιστήμιο και μας συνέλαβαν μπροστά σε όλους τους συμφοιτητές μας», εξηγεί η Φαρνάζ.
Αιτία για τη δεύτερη σύλληψή της ήταν ένα… γεύμα. Η ίδια αναφέρει πως στο πανεπιστήμιό της οι άνδρες και οι γυναίκες έπρεπε να τρώνε σε ξεχωριστούς χώρους αλλά όταν μία μέρα η τραπεζαρία των γυναικών ήταν γεμάτη, η Φαρνάζ και η φίλη της αποφάσισαν να γευματίσουν στο μέρος των ανδρών.
«Μα είπαν ότι απαγορεύεται να καθόμαστε εκεί. Απάντησα ότι είμαστε φοιτήτριες και αν δουν κανένα ελεύθερο τραπέζι στο μέρος των γυναικών να μας το δείξουν και θα πάμε. Άρχισαν να μας φωνάζουν και φωνάξαμε κι εμείς. Θύμωσα. Είπα ότι θα κάτσω όπου θέλω, δεν κάνω κάτι κακό. Όλα τα πανεπιστήμια στο Ιράν έχουν αστυνομία. Δεν ξέρω γιατί αλλά έτσι είναι το καθεστώς. Ήρθαν οι αστυνομικοί και με συνέλαβαν».
«Δεν φοβόμαστε την εγκληματικότητα αλλά την αστυνομία»
Μετά τις εκλογές του 2009 και την ήττα του Μουσαβί το Ιράν αποτέλεσε για ακόμα μία φορά πεδίο ταραχών και εξεγέρσεων αφού μεγάλο μέρος του λαού έκανε λόγο για νοθεία στις εκλογές. «Το καθεστώς δεν σεβάστηκε την δημοκρατική διαδικασία. Ο κόσμος ήθελε να αλλάξουν τα πράγματα και γι’ αυτό ψήφισε τον Μουσαβί. Είδαμε όμως να επανεκλέγεται ο Αχμαντινετζάντ και σοκαριστήκαμε», εξηγεί η Φαρνάζ.
Τότε ήταν που έφτασε στα χέρια της ένα «επικίνδυνο έγγραφο» για τις δράσεις τις ιρανικής κυβέρνησης από άλλους υποστηρικτές του Μουσαβί. Όταν η 21χονη τότε φοιτήτρια προσπάθησε να μοιραστεί τις πληροφορίες που είχε μάθει ο κλοιός άρχισε να στενεύει και κλήθηκε να πάρει τη δυσκολότερη απόφαση της ζωής της. Αν ήθελε να μείνει ελεύθερη έπρεπε να φύγει αφήνοντας πίσω την μόλις ενός έτους κόρη της και όλη της την οικογένεια.
«Το έγγραφο αφορούσε όσα μας κρύβει η κυβέρνηση τόσα χρόνια και τα ψέματα που λέει και προήλθε από κόσμο που πίστευε ότι είχε γίνει νοθεία και ήθελε να μάθουν όλοι τι συμβαίνει. Προσπαθήσαμε να το γνωστοποιήσουμε. Πολλοί φίλοι μου συνελήφθησαν και δεν υπήρχε άλλη επιλογή από το να φύγω. Η κόρη μου τότε ήταν μόλις ενός έτους αλλά δεν γινόταν αλλιώς. Αγόρασα ένα αεροπορικό εισιτήριο για Φιλιππίνες όπου έμενε μία θεία μου αλλά με συνέλαβαν στο αεροδρόμιο. Με πήγαν στην φυλακή Εvin. Eίναι η πιο επικίνδυνη φυλακή στο Ιράν και είναι μόνο για πολιτικούς κρατούμενους. Δεν μου επέτρεψαν καν να τηλεφωνήσω στην οικογένεια μου. Δύο μήνες με έψαχναν.»
Μέσα στη φυλακή η Φαρνάζ έζησε στιγμές φρίκης όταν φύλακες την χτύπησαν τόσο πολύ που έχασε τις αισθήσεις της και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου έπεσε σε κώμα για τρεις μέρες. Όταν ξύπνησε ο γιατρός της είπε ότι έπεσε σε κώμα λόγω κάποιου φαρμάκου που πήρε ενώ η ίδια δεν θυμόταν τίποτα. Οι μελανιές στο σώμα της όμως έλεγαν την αλήθεια:
«Ζήτησα από μία νοσοκόμα να επικοινωνήσει με τους δικούς μου και να τους πει που είμαι. Ο πατέρας μου ήρθε και μου είπε ότι πρέπει να δραπετεύσω. Υπήρχε στρατιώτης έξω από το δωμάτιό μου αλλά κάθε οκτώ ώρες άλλαζε με άλλον. Τότε ήταν η ευκαιρία μου. Μία νοσοκόμα με βοήθησε να δραπετεύσω φέρνοντάς μου μία στολή της για να βγω έξω ως νοσοκόμα. Άλλαξα γρήγορα και μου είπε να βγω έξω και να τρέξω. Αυτό έκανα. Μου είχαν κλείσει αεροπορικό εισιτήριο και έφυγα για Φιλιππίνες».
Για οκτώ ολόκληρα χρόνια η Φαρνάζ δεν έβλεπε την κόρη της να μεγαλώνει ώσπου εκείνη και ο άνδρας της συναντήθηκαν στην Τουρκία και ήρθαν στην Ελλάδα:
«Όταν φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη θυμάμαι ότι είπα στον άνδρα μου ‘μην ανησυχείς, είμαστε στην Ευρώπη, βρήκαμε τη δημοκρατία που ψάχναμε, θα πάμε στην αστυνομία’. Όταν πήγαμε ο αστυνομικός βρήκε ότι έχω ποινικό μητρώο και έπρεπε να με κρατήσουν στο τμήμα ενώ η κόρη μου και ο άνδρας μου θα πήγαιναν σε δομή προσφύγων. Δύο εβδομάδες μετά με πήγαν στα Διαβατά. Τέσσερις μήνες έμεινα εκεί και μία συγκρατούμενη μου σύστησε τον δικηγόρο μου. Με βοήθησε να μιλήσω, να πω την αλήθεια και να εκδικαστεί η υπόθεσή μου γιατί υπήρχε διεθνές ένταλμα σύλληψης για κατοχή ναρκωτικών».
Την Ιρανή εκπροσώπησε ο ποινικολόγος Θοδωρής Καραγιάννης, ο οποίος υποστήριξε πως η δίωξη σε βάρος της ήταν προσχηματική. Τελικά, το δικαστικό συμβούλιο απέρριψε το αίτημα έκδοσης του Ιράν. Σήμερα η Φαρνάζ ζει ευτυχισμένη με το σύζυγο και το παιδί τους. Σχολιάζοντας όσα συμβαίνουν στην πατρίδα της η ίδια κάνει λόγο για μία επαναλαμβανόμενη κατάσταση με κοινό στοιχείο την καταστολή και την καταπίεση των γυναικών: «Η κατάσταση τώρα στο Ιράν δεν είναι καινούρια και πάντα η αστυνομία φερόταν όπως φέρθηκε στην Αμινί. Δεν είναι η πρώτη κοπέλα που πεθαίνει από την αστυνομία, από τα χέρια αυτών που έπρεπε να μας προστατεύουν. Δεν είναι η εγκληματικότητα αυτό που φοβόμαστε αλλά η αστυνομία», καταλήγει.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 09.10.2022