Λένε πως η μεγαλύτερη δύναμη του ανθρώπου είναι η θέληση και πως αυτή η δύναμη δεν έχει όρια. Σωστό ή λάθος δεν υπάρχει. Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που αποδεικνύεται ότι πράγματι ισχύει. Μία τέτοια περίπτωση είναι του Λεωνίδα Κάπρι, ο οποίος έχει να διηγηθεί μία πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία ζωής: Πώς κατάφερε κρυφά να έρθει στην Ελλάδα με τα πόδια σε ηλικία 15 ετών, να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που συνάντησε στο διάβα του τα δύο πρώτα χρόνια στην Κοζάνη και να επιστρέψει στην πατρίδα του πριν από λίγα χρόνια «θριαμβευτής».
«Σε ηλικία 15 ετών περίπου ξεκίνησα από την Κορυτσά μαζί με έναν ξάδερφό μου με τελικό μας προορισμό το Άργος Ορεστικό, όπου θα μας παραλάμβανε ένα αυτοκίνητο για να μας πάει στην Κοζάνη. Περπατούσαμε επί μιάμιση μέρα, νύχτα μέρα, καθώς δεν έπρεπε να μας δουν. Ο μόνος δρόμος ήταν να έρθουμε από τα βουνά. Μάλιστα, χρειάστηκε να περάσουμε το βράδυ ένα ποτάμι, εκεί όπου εγώ στραβοπάτησα και ευτυχώς με έσωσε ο ξάδερφός μου», θυμάται ο 41χρονος σήμερα Λεωνίδας και προσθέτει:
«Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που επιχείρησα να έρθω στην Ελλάδα. Το είχα ξανακάνει άλλους 3-4 μήνες νωρίτερα, χωρίς όμως επιτυχία. Τότε είχαμε ξεκινήσει από μία άλλη πόλη, αλλά όταν φτάσαμε στο βουνό, μας σταμάτησαν οι φαντάροι λόγω χιονιού. Ευτυχώς, η δεύτερη προσπάθεια έγινε τον Μάρτιο, οπότε είχαν λιώσει τα χιόνια».
Ποιοι ήταν, όμως, οι λόγοι που τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει την πατρίδα και την οικογένειά του και να έρθει σε μία άγνωστη για τον ίδιο χώρα; «Προέρχομαι από μία φτωχή οικογένεια και στη μικρή εκείνη ηλικία δεν μπορούσα να φανταστώ πώς θα ήταν καλύτερα σε μία άλλη χώρα. Είχα ακούσει από τα αδέρφια μου, γιατί ο ένας μου ο αδερφός είχε έρθει από το 1990 στην Κοζάνη, και περίμενα να το δω και εγώ στην πράξη», δήλωσε και στάθηκε στα κίνητρά του: «Είχα έρθει με έναν σκοπό: Να δουλέψω, να μαζέψω κάποια χρήματα, να ανοίξω μια επιχείρηση και να επιστρέψω κάποια στιγμή στη χώρα μου. Όπερ και εγένετο».
Τα πρώτα δύσκολα χρόνια και η διέξοδος στο τάε κβον ντο
Οι συνθήκες διαβίωσης στην Κοζάνη τα δύο πρώτα χρόνια δεν ήταν εύκολες για τον μικρό Λεωνίδα. «Ήμουν παράνομος τα δύο πρώτα χρόνια, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να βγω στην πόλη. Ο μόνος δρόμος που ήξερα ήταν να πηγαίνω στη δουλειά και στο γυμναστήριο. Φοβόμουν πολύ. Το γυμναστήριο το ξεκίνησα έξι μήνες μετά τον ερχομό μου για να περνάω τον χρόνο μου και για να γνωρίσω άλλους ανθρώπους, μερικοί από τους οποίους μού προσέφεραν δουλειές στην Ελλάδα».
Η ενασχόλησή του με τον αθλητισμό αποτελούσε μια διέξοδο τότε για τον ίδιο. Δεν άργησε, μάλιστα, να νιώσει έλξη για το τάε κβον ντο, το οποίο μέχρι σήμερα αποτελεί την μεγάλη του αγάπη. «Ξεκίνησα στην αρχή να κάνω καράτε με τον Χρήστο τον Αλμασίδη. Ασχολήθηκα με αυτό τρία χρόνια και μετά το γύρισα στο τάε κβον ντο, που με κέρδισε εν τέλει περισσότερο». Όπως αποδείχθηκε, η γνωριμία του με τον προπονητή του, Χρήστο Αλμασίδη αποδείχθηκε καθοριστική στη ζωή του. «Ο δάσκαλος μού έλεγε πάντα ‘κοίτα να ανοίξεις ένα γυμναστήριο στην Αλβανία, γιατί η δουλειά που κάνεις είναι βαριά για σένα’. Εγώ κατάγομαι από το Πόγραδετς, μια μικρή πόλη, και ο Αλμασίδης μού έλεγε ‘να πας στην πρωτεύουσα να ανοίξεις ένα γυμναστήριο, αφ’ ενός για να είσαι πιο κοντά στην ομοσπονδία και αφ’ ετέρου για να έχεις περισσότερο κόσμο’. Οι συμβουλές του τελικά αποδείχθηκαν πολύ σωστές», υπογράμμισε ο Λεωνίδας.
Πάντως, η δουλειά στην πόλη της δυτικής Μακεδονίας είχε ανοδική πορεία και μέσα σε λίγα χρόνια ο Λεωνίδας κατάφερε να ανοίξει τη δική του επιχείρηση. «Αρχικά, δούλεψα σε ένα εργοστάσιο με επαγγελματικά ψυγεία, μετά ξεκίνησα σε οικοδομή, δούλεψα με μία εταιρεία που έκανε γυψοσανίδες, βαψίματα κ.τ.λ. και κάποια στιγμή άνοιξα τη δική μου επιχείρηση, την οποία διατήρησα μέχρι το 2005, όταν και έφυγα πίσω στην Αλβανία», σχολίασε αρχικά και συμπλήρωσε: «Αρχές του 2004 πήγαμε στα Τίρανα με τον δάσκαλο για να δούμε κάποιες λεπτομέρειες για το γυμναστήριο που σκεφτόμουν να κάνω και το 2005 μετακόμισα μόνιμα. Τα δύο πρώτα χρόνια στην Αλβανία ήταν δύσκολα για μένα, καθώς η αλλαγή που έκανα ήταν τεράστια. Ήρθα σε μία μεγάλη πόλη από μία μικρότερη και δεν είχα ανθρώπους να με υποστηρίξουν. Μάλιστα, τον Ιούλιο του 2007 ήμουν τόσο στενοχωρημένος που άφησα πίσω μου τη ζωή στην Ελλάδα, που ήρθα για τρεις μήνες».
Ερωτηθείς για το αν βίωσε ποτέ του ρατσισμό στην Ελλάδα, δεδομένου ότι προερχόταν από άλλη χώρα, η απάντησή του ήταν αφοπλιστική: «Ποτέ! Δεν ένιωσα ποτέ μου ρατσισμό. Απεναντίας, έχω κάνει πολλούς φίλους στην Κοζάνη και παρ’ ότι πλέον λείπω χρόνια, όποτε πηγαίνω με χαιρετάνε ακόμα».
Η επιστροφή στην Αλβανία και η νέα σελίδα στη ζωή του
Κάθε αρχή και δύσκολη… Έτσι συνέβη και στην περίπτωση του Λεωνίδα Κάπρι, ο οποίος, όμως, δεν άργησε να βρει τα πατήματά του στη γειτονική χώρα και να πηγαίνει από το καλό στο καλύτερο. Στο μεταξύ, παράλληλα με το γυμναστήριο που «έτρεχε», είχε κάνει και στροφή στην προπονητική. «Το 2009 εκλέχθηκα προπονητής στην εθνική ομάδα, με την οποία και έλαβα μέρος σε παγκόσμια πρωταθλήματα, μεσογειακούς αγώνες κ.τ.λ., ενώ μία αθλήτριά μου ήταν σημαιοφόρους στους πρώτους Ευρωπαϊκούς Αγώνες, που έλαβαν χώρα στο Μπακού το 2015», είπε και συμπλήρωσε: «Τώρα είμαι αντιπρόεδρος στην ομοσπονδία, διατηρώ το δικό μου γυμναστήριο τάε κβον ντο και fitness στο κέντρο της πόλης και διατηρώ πολύ καλές σχέσεις με την ελληνική πρεσβεία. Παράλληλα, τα προηγούμενα χρόνια διοργάνωνα και ένα πρωτάθλημα, το Top Tirana Open, και τις δύο τελευταίες χρονιές έχω αναλάβει το Albanian Open, μέσω του οποίου κάθε αθλητής μαζεύει βαθμούς για την πρόκριση για τους Ολυμπιακούς Αγώνες».
Όσο για το αν το μετανιώνει που άφησε πίσω του την Ελλάδα για να επιστρέψει στην Αλβανία, απαντά: «Η δουλειά που έκανα με αυτό που κάνω τώρα δεν έχουν καμία σχέση. Μπορεί να κέρδιζα περισσότερα τότε, αλλά η τωρινή δουλειά είναι αυτή που σε ανεβάζει επίπεδο, σαν άνθρωπο, σαν μαθητή».
Οι σπουδές στον αθλητισμό και η σωστή απόφαση
Ο Λεωνίδας, που παρακολούθησε μαθήματα ελληνικών στην Κοζάνη και μιλάει άψογα την ελληνική γλώσσα, αποφάσισε κατά την επιστροφή του στην Αλβανία να κλείσει μία ακόμα «εκκρεμότητα» στη ζωή του. Να τελειώσει το σχολείο, αλλά δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτό. «Επέστρεψα στην Αλβανία και το 2005 αποφάσισα να συνεχίσω το σχολείο εκεί. Πήρα το απολυτήριό μου και συνέχισα στα ΤΕΦΑΑ, ενώ σήμερα κάνω το μεταπτυχιακό μου στον αθλητισμό».
Αν γυρνούσε τον χρόνο πίσω, θα άλλαζε κάτι στη ζωή του; «Όχι, τις ίδιες επιλογές θα έκανα. Παρ’ ότι αμφιταλαντεύτηκα αρκετά, εντούτοις, κατόπιν εορτής θα πω πως σωστά έπραξα και άνοιξα το γυμναστήριο εδώ. Είμαι ευχαριστημένος από τη ζωή μου και ζω καλά στην Αλβανία».