«Τεσσεράμισι χρόνια μετά φεύγω πλούσια σε εμπειρίες. Πρωτίστως θα μου λείψουν οι άνθρωποι, οι συνεργάτες μου στην Πρεσβεία αλλά και όλοι όσους γνώρισα αυτά τα χρόνια. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις αμέτρητες στιγμές φιλίας και φιλοξενίας των Ελλήνων, γνωστών και μη». Με αυτά τα λόγια η Κέιτ Σμιθ, Πρέσβης της Βρετανίας στη χώρα μας, μετά και την επίσκεψή της στη Θεσσαλονίκη και τις διαδοχικές συναντήσεις της με τους τοπικούς άρχοντες, προκειμένου όχι μόνο να τους αποχαιρετήσει αλλά να κάνει μια συνολική εκτίμηση της συνεργασίας που όλα αυτά τα χρόνια υπήρξε ιδιαίτερα εποικοδομητική. Γιατί, μπορεί η χώρα της κ. Σμιθ να μην έχει προξενείο στην πόλη μας, όμως στη Θεσσαλονίκη εδρεύει το Βρετανικό Συμβούλιο, το οποίο εκτός της σπουδαιότητάς του στην παιδεία και τον πολιτισμό, «εκτελεί» και χρέη... προξενείου.
Πέντε ολόκληρα χρόνια έχουν περάσει από το δημοψήφισμα για το Brexit. Με δεδομένο πως εκτός από πολίτης του κόσμου, είστε και ως διπλωμάτης κατ’ επάγγελμα αρμόδια για τις διεθνείς σχέσεις, τη συνεργασία μεταξύ των λαών, πόσο αυτή η απόφαση των συμπατριωτών σας επηρέασε τη ζωή αλλά και τη δουλειά σας;
Πάρα πολύ. Η θητεία μου συνέπεσε με την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και υπήρξε όντως η κύρια απασχόλησή μου. Μάλιστα, η στενή και εξαιρετική συνεργασία μας με την Ελληνική Κυβέρνηση για τη διευθέτηση των δικαιωμάτων των 40 και πλέον χιλιάδων Βρετανών πολιτών που ζουν στην Ελλάδα αποτελεί μία από τις πιο μεγαλύτερες πηγές ικανοποίησης για εμένα.
Σε διεθνές επίπεδο το ΗΒ έχει επαναπροσδιορίσει το όραμα για το ρόλο που θέλει να διαδραματίσει παγκοσμίως: ρόλο ηγετικό για την αντιμετώπιση παγκόσμιων προκλήσεων. Υπό αυτή την έννοια, το έργο μου ως πρέσβεως δεν άλλαξε: εργάζομαι για τις σχέσεις μας με ένα σημαντικό Ευρωπαίο εταίρο και την προβολή του ΗΒ ως διεθνούς παράγοντα που ανοίγεται στον κόσμο γεμάτος αυτοπεποίθηση.
Οι ελληνοβρετανικές σχέσεις επηρεάστηκαν δραματικά ή κάπως λιγότερο από το Brexit; Κι αν ναι, σε ποιους τομείς;
Αναμφίβολα, προκλήθηκε μια πρόσκαιρη αβεβαιότητα, η οποία ωστόσο εξαλείφθηκε με την ιστορική συμφωνία ΗΒ-ΕΕ για την μελλοντική μας σχέση, σε ισχύ από 1/1/2021. Μια συμφωνία γεμάτη προοπτικές και για τις δύο πλευρές, για μια νέα εταιρική σχέση βασισμένη στο ελεύθερο εμπόριο, τη φιλική συνεργασία και την αρχή της εθνικής κυριαρχίας σε ισότιμη βάση. Ωστόσο, η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Βορείας Ιρλανδίας με τρόπο ρεαλιστικό και ισορροπημένο αποτελεί προϋπόθεση για τη σχέση ΗΒ και Ευρωπαίων εταίρων μας. Δυστυχώς, με τα σημερινά δεδομένα χρειάζεται μια λογική, πραγματιστική προσέγγιση από πλευράς ΕΕ ώστε να βρεθεί βιώσιμη λύση.
Παρόλα αυτά, οι ελληνοβρετανικές σχέσεις στην μετά-Brexit εποχή έχουν λαμπρές και πολλά υποσχόμενες προοπτικές βασισμένες σε πολύ γερά θεμέλια. Για παράδειγμα, έχουμε ήδη υπογράψει Στρατηγικό Σχέδιο Συνεργασίας των δύο χωρών για την αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος, αναμένεται να υπογράψουμε προσεχώς κάτι ανάλογο στον τομέα της άμυνας, και βρισκόμαστε σε συζητήσεις για την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας μας σε θέματα ασφάλειας και δικαιοσύνης, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό και τη ναυτιλία.
Και ήδη τους πρώτους έξι μήνες του 2021, βλέπετε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει ένας ανοιχτός και φιλόξενος προορισμός για Έλληνες φοιτητές, επαγγελματίες, εργαζομένους κι επενδυτές.
Ποια είναι η σχέση και το όραμα της Βρετανίας όσον αφορά τη Θεσσαλονίκη; Πώς βλέπετε την πόλη σε επίπεδο επιχειρηματικών συνεργασιών, επιστημονικών «ανταλλαγών» αλλά και τουρισμού; Και τι έβγαλαν οι συναντήσεις που είχατε αυτές τις ημέρες στην πόλη λίγο πριν τη λήξη της θητείας σας;
Βλέπουμε με ιδιαίτερη ικανοποίηση ότι οι οικονομικές προοπτικές για την Ελλάδα μεταφράζονται σε ολοένα πιο ισχυρό ενδιαφέρον βρετανικών επιχειρήσεων. Η Θεσσαλονίκη πληροί όλες τις προϋποθέσεις για να καταστεί κέντρο επενδύσεων, καινοτομίας, πολιτισμού και εκπαίδευσης. Αίσθησή μου είναι ότι οι προοπτικές συνεργασίας για το μέλλον είναι πολλές και πολλά υποσχόμενες. Προς αυτή την κατεύθυνση εργάζεται τόσο η Βρετανική Πρεσβεία όσο και το ΕλληνοΒρετανικό Επιμελητήριο.
Αυτή την εβδομάδα είχα τη χαρά να ενημερώσω τις τοπικές αρχές και τους εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου για τις επικείμενες ανακοινώσεις της Βρετανικής Κυβέρνησης σχετικά με σημαντικές αλλαγές στην Ταξιδιωτική Οδηγία και την άρση της υποχρεωτικής καραντίνας στους πλήρως εμβολιασμένους ταξιδιώτες, οι οποίες αναμένεται να ενισχύσουν την άφιξη Βρετανών τουριστών στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της Βόρειας Ελλάδας, και ταυτόχρονα την οικονομική ανάκαμψη της περιοχής.
Η Βρετανία τόσο πριν την επίσημη έξοδο από την Ε.Ε. όσο και το 2021, πολλές φορές ακολουθεί εντελώς διαφορετικές στρατηγικές για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Γιατί θεωρείτε πώς συμβαίνει αυτό κι αν οι κόντρες που εκδηλώθηκαν συχνά πυκνά μεταξύ Κομισιόν και Ντάουνιγκ Στριτ και για το AstraZeneca, δυσκόλεψε το έργο σας;
Η πάγια προσέγγιση του Ηνωμένου Βασίλειου σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση αυτής της πανδημίας και την εξασφάλιση της βέλτιστης προετοιμασίας για παρόμοιες προκλήσεις στο μέλλον είναι ότι η δημόσια υγεία αποτελεί προτεραιότητα και ότι η διαφάνεια και η ανοιχτή συνεργασία όλων των χωρών είναι καθοριστικής σημασίας. Οφείλουμε να ακολουθήσουμε τις επιταγές της επιστήμης, και ο εμβολιασμός παραμένει το κλειδί για την επιστροφή όλων μας στην κανονικότητα. Σε επίπεδο Downing Street και Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι συζητήσεις συνεχίζονται με ειλικρίνεια μεταξύ κυρίαρχων, ισότιμων μερών, και η καλή συνεργασία μας παραμένει επιβεβλημένη.
Μετά από 4,5 χρόνια, αφήνετε πίσω σας την Ελλάδα. Τι θα σας λείψει από τη θητεία σας εδώ;
Πράγματι, 4,5 χρόνια μετά φεύγω πλούσια σε εμπειρίες. Πρωτίστως θα μου λείψουν οι άνθρωποι, οι συνεργάτες μου στην Πρεσβεία αλλά και όλοι όσους γνώρισα αυτά τα χρόνια. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις αμέτρητες στιγμές φιλίας και φιλοξενίας των Ελλήνων, γνωστών και μη.
Εάν πρέπει να σταθώ σε μία στιγμή θα ήταν η συμμετοχή στις εκδηλώσεις για την μεγάλη επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το συγκινητικό κλίμα της 25ης Μαρτίου, για μας εντονότερο χάρη στην παρουσία της ΑΒΥ Πρίγκιπα της Ουαλίας.
Γενικότερα, θα κρατήσω την εμπειρία του να ζήσω εδώ, στην Ελλάδα - μια χώρα που αγαπώ σαν το δεύτερο σπίτι μου - σε μια περίοδο κατά την οποία έχει δοκιμαστεί σε απρόβλεπτες προκλήσεις. Όπως πάντα, ο ελληνικός λαός ανταποκρίθηκε με σθένος και αντοχή, κι αυτό δημιουργεί μεγάλες ελπίδες για πλήρη ανάκαμψη και ένα συναρπαστικό μέλλον.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 11.07.2021