«Όσο η τεχνολογία προχωρεί τόσο πιο εύκολη είναι η εξάρθρωση των κυκλωμάτων πλαστογραφίας. Χρειάζεται ιδιαίτερη εγρήγορση από τα μουσειακά ιδρύματα για να ελέγχουν τα αποκτήματά τους. Είναι θέμα ηθικής του ιδρύματος εάν αυτά τα οποία αγοράζει είναι νόμιμα, είναι παράνομα εξαχθέντα από μια χώρα, είναι κίβδηλα ή είναι αυθεντικά έργα. Αντίγραφα γίνονταν από την αρχαιότητα. Ακόμη και σήμερα υπάρχουν κυκλώματα που αντιγράφουν έργα αρχαιότητας, αυτό δεν σημαίνει ότι αυτά δεν γίνονται αντιληπτά και δεν συνιστούν παράνομη πράξη. Κακουργήματα πρέπει να είναι, όπως τα χαρακτήρισε και η κυβέρνηση Μητσοτάκη, διότι προσβάλλουν την τέχνη γενικώς άρα και το ύψιστο σημείο του πολιτισμού της ανθρωπότητας».
Αυτά ήταν μερικά μόνο από τα λόγια με τα οποία η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη εγκαινίασε το απόγευμα της Παρασκευής τις δύο εκθέσεις που παρουσιάζονται στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών με τίτλους «Fake (f)or Real» και «Η κρυφή γοητεία της πλαστογραφίας».
Η πρώτη έκθεση παρουσιάζει, σε συνεργασία με το Σπίτι της Ευρωπαϊκής Ιστορίας που εδρεύει στις Βρυξέλλες, ιστορίες παραποιήσεων και πλαστογραφήσεων από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Περιγράφει τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες που εξηγούν την εμφάνισή τους, τα ενδιαφέροντα και τα κίνητρα πίσω από αυτά και τον αντίκτυπο που είχαν. Δείχνει, επίσης, πώς τελικά αποκαλύφθηκαν.
Η παρουσίαση χωρίζεται χρονολογικά σε έξι μεγάλες θεματικές ενότητες: Εξουσία και Προσευχή, Η κατανόηση του κόσμου, Ένωση και Διαίρεση, Στον πόλεμο, Παραχάραξη και Πλούτος, Η εποχή της μετά-αλήθειας, με περισσότερα από 100 εκθέματα της Συλλογής του Σπιτιού της Ευρωπαϊκής Ιστορίας. Περιλαμβάνει επίσης ταινίες και διαδραστικά παιχνίδια.
Με αφορμή τη φιλοξενία της έκθεσης Fake (f)or Real παρουσιάζεται παράλληλα η δεύτερη έκθεση που πραγματεύεται ειδικότερα την πλαστογράφηση στην τέχνη. Στην έκθεση αυτή δίνεται έμφαση στην κατανόηση, την αναγνώριση και, τον ορισμό των πλαστών έργων, ιδίως στη διάκριση μεταξύ των εννοιών της πλαστογραφίας και του αντιγράφου, καθώς και στις λεπτές διαφορές που χωρίζουν καμιά φορά τις δύο αυτές κατηγορίες.
Για την έκθεση αυτή αναζητήθηκαν και μελετήθηκαν έργα που να ανταποκρίνονται στο θέμα καταρχάς από τις Συλλογές του Τελλογλείου Ιδρύματος, αλλά και δάνεια από το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, από το Μουσείο Εκμαγείων του ΑΠΘ, από το Πολεμικό Μουσείο και από συλλέκτες και ιδιωτικές συλλογές.
Για την ανίχνευση στοιχείων των έργων με τεχνολογικές μεθόδους συνεργάστηκε το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού (Τμήμα Συντήρησης Εικόνων), το Ίδρυμα Ορμύλια, και το Απεικονιστικό Τμήμα της Κλινικής Euromedica Κυανούς Σταυρός.
Όπως τόνισε η κ. Μενδώνη: «Το Τελλόγλειο αναπτύσσει συστηματικά δράσεις εξωστρέφειας και γόνιμης επικοινωνίας και έχει εδραιωθεί ως ένας από τους πιο ενεργητικούς φορείς πολιτισμού της χώρας μας.
Το Πανεπιστήμιο έχει υποχρέωση να διαφυλάττει και να υποστηρίζει το έργο του Τελλογλείου, αφού ανήκει σε ένα από τα ανώτατα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας μας. Η πρώτη έκθεση αναδεικνύει διαχρονικά τον καθοριστικό ρόλο του ψεύδους υπό τη μορφή της παραποίησης της αλήθειας, της απάτης αλλά και της αυταπάτης σε κάθε πεδίο ατομικής και κοινωνικής δραστηριότητας. Οι κλασικές και λιγότερο γνωστές περιπτώσεις αναδεικνύονται και ερμηνεύονται μέσα από τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Πρέπει να έχουμε πάντα στο νου μας ότι κάθε τέτοια ενέργεια είναι μέσα σε συγκεκριμένα ευρύτερα συμφραζόμενα, δεν συμβαίνει μόνο του.
Στη δεύτερη έκθεση το ίδρυμα ξεκινά με συνειδητή παρρησία και διάθεση μελέτης. Διερευνά τα δυσδιάκριτα όρια μεταξύ των πλαστών, των αυθεντικών και των αντιγράφων. Επιλέγει ενδιαφέροντα δείγματα αρχαίων πλαστογραφιών. Η έκθεση επιδιώκει να αναδείξει το τεχνικό και επιστημονικό υπόβαθρο της ταυτότητας ενός έργου και το φαινόμενο της πλαστογραφίας. Επιχειρεί δε να μυήσει το κοινό στις έννοιες του πλαστού και του αντιγράφου. Συγχρόνως να αναζητήσει τα πιθανά πρωτότυπα και πρότυπα, στο πότε κρύβεται δόλος εξαπάτηση ή ματαιοδοξία ενός δημιουργού ή και του αποδέκτη. Ένα αντίγραφο που παράγεται έχει πολλά να μας πει για τις πολύπλευρες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες και μπορεί να κρύβει μια συναρπαστική ιστορία».
Οι δύο εκθέσεις θα διαρκέσουν έως τις 16 Ιουνίου 2024.