Στην επέτειο των 200 χρόνων της Εθνικής Παλιγγενεσίας, που αποτελεί αναμφίβολα ευκαιρία μελέτης, λογισμού και ονείρου, η διεισδυτική σκέψη του Οδυσσέα Ελύτη λείπει σίγουρα από όλους μας. «Η Ελλάδα συμβολίζει για μένα ορισμένες αξίες και στοιχεία που μπορούν να εμπλουτίζουν τα παγκόσμια πνεύματα παντού. Όντας Έλληνας πασχίζω να δείξω αυτές ακριβώς τις αξίες σ’ ένα παγκόσμιο επίπεδο», είναι τα λόγια του ίδιου.
Τώρα, μια ανθολογία κειμένων του με τίτλο «Η Ελλάδα του Ελύτη» (εκδόσεις Ίκαρος), τα οποία σταχυολόγησε και επιμελήθηκε η ποιήτρια, σύντροφός του και «φύλακας» του έργου του Ιουλίτα Ηλιοπούλου, έρχεται να ανακουφίσει κάπως την πληγή της απουσίας του και αναδεικνύει ακριβώς αυτό: πόσο πολύτιμη, καίρια και διαχρονική είναι η ματιά του.
Τα εκατόν τριάντα επιλεγμένα αποσπάσματα πεζού λόγου, που περιλαμβάνει το βιβλίο, διαμορφώνουν μιαν άλλου είδους πατριδογνωσία. «H επιλογή των κειμένων έγινε με γνώμονα την έννοια Ελλάδα, αλλά και ό,τι δομεί αυτή την έννοια. Αποσπάσματα κειμένων του Οδυσσέα Ελύτη που έχουν ως θεματικό άξονα την ιστορία του ελληνισμού, την ελληνική γλώσσα, τη σημασία και υπερβατική διάσταση της φύσης, αλλά και την ελληνική τέχνη ή την ελληνική αντίληψη για τη διαχείριση της πραγματικότητας, είναι φυσικό να βρίσκουν τη θέση τους μέσα στις επτά ενότητες αυτού του βιβλίου. Στόχος της επιλογής ο αναγνώστης να περιπλανηθεί στο σώμα και στην ψυχή της Ελλάδας, στις ιδέες και στις αισθήσεις της χώρας μας με συνοδοιπόρο τη σκέψη του ποιητή. Να δει ο αναγνώστης την Ελλάδα όπως την είδε, τη γνώρισε, τη φαντάστηκε, την αγάπησε ο Ελύτης και συνάμα να αναλογιστεί τη σημασία που συχνά δίνουμε εμείς στην χώρα μας, και ίσως να θελήσει να επαναπροσδιορίσει κάποιους ρόλους ή και να επανεκτιμήσει αξίες».
«Δεν έχουμε παρά να σκύψουμε στα γραφτά του για να νιώσουμε τη δυναμική που εκπέμπουν»
Αν συνδυάσουμε αυτή την οπτική του Ελύτη με όλα όσα συμβαίνουν σε παγκόσμιο επίπεδο στο πλαίσιο της υγειονομικής κρίσης που έχει τεράστιο κόστος για την Ελλάδα και ευρύτερα την ανθρωπότητα, τότε δεν μπορούμε παρά να μην αναγνωρίσουμε ότι ο λόγος του σπουδαίου ποιητή είναι ανεκτίμητος, από τη στιγμή μάλιστα που ο ίδιος έδωσε το «παρών» του σε όλες τις κρίσιμες στιγμές του έθνους. «Ο Ελύτης έζησε πολλές περιπέτειες της χώρας μας, πολέμησε στην πρώτη γραμμή, αγωνίστηκε να ανατρέψει πολλές αντιλήψεις και έδωσε ένα πολυεπίπεδο έργο. Πάντοτε μιλούσε μέσα από αυτό, μέσα από την ποίησή του. Με οξύνοια και διεισδυτικότητα δεν δίστασε να στηλιτεύει καταστάσεις αλλά και να προβάλλει ένα ολόκληρο αξιακό σύστημα. Μέσα από την υψηλή ποιητική λειτουργία του λόγου του μίλησε με βάθος και αμεσότητα για τον άνθρωπο. Σε κάθε κείμενό του, είτε πεζό, είτε ποιητικό δεν παύει να αποσαφηνίζει, να προτρέπει, να καταγγέλλει και να μας δίνει εναύσματα σκέψης, εναύσματα αναζήτησης, διαρκούς διεκδίκησης μιας πληρέστερης βίωσης. Δεν έχουμε παρά να σκύψουμε στα γραφτά του για να νιώσουμε τη δυναμική που εκπέμπουν, για να ακούσουμε τις στέρεες και διαχρονικές αλήθειες τους», τονίζει η ποιήτρια.
Διαβάζοντας ή ξαναδιαβάζοντας τα κείμενα αυτά αναρωτιόμαστε πόσο απέχει και πόσο είναι κοντά η «Ελλάδα του Ελύτη» στην Ελλάδα του σήμερα. «Η σκέψη του Ελύτη αναπτύχθηκε στο χώρο που ζούσε, στην υπαρκτή Ελλάδα, εναντιώθηκε ωστόσο στην τρέχουσα και πρόβαλλε με κάθε τρόπο την διαρκή. Η Ελλάδα του Ελύτη θα έλεγε κανείς πως είναι η χώρα, που μέσα από την υπαρκτή της διάσταση, μέσα από το φυσικό, ιστορικό και ανθρώπινο τοπίο της, αλλά και μέσα από μια συνεχή προσπάθεια ανατροπής και υπέρβασης της τρέχουσας πρακτικής της, αναδεικνύεται ως δυνατότητα, ως διαρκής αξία. Το τοπίο, η υπερβατική του διάσταση, η γλώσσα, που σε έναν μεγάλο βαθμό προσδιορίζει το εύρος της σκέψης αλλά και την ουσιαστική ιθαγένεια, η τέχνη, που αποτυπώνει μ’ έναν άλλον τρόπο την ιστορία, το ήθος του λαού ήταν και είναι στοιχεία που επιβιούν, στοιχεία πολύτιμα της ταυτότητάς μας. Αρκεί να τους δώσουμε τη δέουσα σημασία, με πίστη στην ιδιαιτερότητα αλλά και στην ανοιχτοσύνη στο εύρος που αυτά επιτρέπουν», απαντά η κ. Ηλιοπούλου.
«Η λέξη μούσα δεν ανταποκρίνεται σε καμία πραγματικότητα»
Σύντροφος του ποιητή τα τελευταία δεκατρία χρόνια της ζωής του η Ιουλίτα Ηλιοπούλου συχνά χαρακτηρίζεται από πολλούς ως η μούσα του, δεν είναι όμως κάτι που η ίδια ασπάζεται. «H λέξη μούσα δεν ανταποκρίνεται σε καμία πραγματικότητα. Είναι μια λέξη που απηχεί άλλες εποχές, άλλες αντιλήψεις πολύ μακριά από την αντίληψη του Ελύτη για την ποίηση και τη ζωή βέβαια. Ο ρόλος των ανθρώπων άλλωστε είναι πολύ διαφορετικός και ευτυχώς, κάποτε, και πιο ουσιαστικός», επισημαίνει.
Σήμερα, 25 χρόνια μετά τον θάνατο του Οδυσσέα Ελύτη, η ίδια βρίσκει στο έργο του πολλά ακόμη καινούρια στοιχεία. «Διαβάζοντας τον Ελύτη ανακαλύπτεις διαρκώς κάτι, κάτι νέο! Είτε γιατί βαθαίνει η κατανόησή σου, όσο εξοικειώνεσαι με τη σκέψη του, είτε γιατί στρέφεις το ενδιαφέρον σου σε άλλα σημεία του λόγου του, σημεία που η εποχή σε προκαλεί να τα προσέξεις. Το εύρος της σκέψης του, η πυκνή εκφραστική του, η λυρική σοφία του ανακαλύπτονται σιγά σιγά και οι συναντήσεις μαζί του, μέσα από νέες αναγνώσεις, είναι πάντα μια πολύ δημιουργική διαδικασία, όχι μόνο για μένα, αλλά και για κάθε αναγνώστη», λέει.
«Μηχανοποιείται ο άνθρωπος και η ζωή»
Καταξιωμένη ποιήτρια, δοκιμιογράφος και συγγραφέας παιδικών βιβλίων λέει την άποψή της για όλα όσα έφερε η πανδημία: «Σίγουρα ζούμε σε μια δύσκολη περίοδο, όπου αναπόφευκτα καλούμεθα, είτε μέσα από ένα αυξανόμενο άγχος, είτε μέσα από τη σιωπή της μόνωσης, να επαναπροσδιορίσουμε σημασίες, προτεραιότητες και ρόλους. Η έλλειψη κοινωνικότητας, η στέρηση της επαφής, του αγγίγματος, η κυριαρχία της ηλεκτρονικής διαχείρισης της καθημερινότητας, έχουν, αφ’ ενός μεν εντείνει, για κάποιους, την ανάγκη αληθινής ζωής, αλλά αφετέρου έχουν δημιουργήσει νέα μοντέλα, νέα υποκατάστατα ανθρώπινης δραστηριότητας. Μηχανοποιείται ο άνθρωπος και η ζωή ενώ υπάρχει μια προϊούσα άμβλυνση της πνευματικότητας και της αισθητικής! Όσο εύκολη πρόσβαση έχουμε στα πάντα τόσο δύσκολα βιώνουμε αληθινά κάτι, κάτι πολύτιμο!».
Τέλος, μιλά για τα επόμενα σχέδιά της: «Ετοιμάζω ένα βιβλίο για παιδιά, μία νέα ποιητική συλλογή και κάποια προγράμματα λόγου και μουσικής -ο συνδυασμός των δύο αυτών τεχνών πάντα με ενδιαφέρει. Περιμένω βέβαια το ανέβασμα της νέας όπερας του Γιώργου Κουρουπού, όπου έχω γράψει το λιμπρέτο και θα παρουσιαστεί τον χειμώνα», καταλήγει.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 13 Ιουνίου 2021