Του Βασίλη Κεχαγιά
Όταν στις 23 Μαρτίου 1964 ο εικοσιτετράχρονος Κωνσταντίνος επαναλάμβανε ενώπιον της Βουλής τον όρκο του, με την ανάγνωση του «λόγου του θρόνου», τον οποίον είχε γράψει ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, το θερμό χειροκρότημα από όλες τις πτέρυγες προδιέγραφε ένα κλίμα συμφιλίωσης, την οποία τόσο ανάγκη είχε η χώρα.
Λίγο μετά θα άρχιζαν οι αγέρηδες, οι οποίοι στην επόμενη τριετία θα έφερναν τη θύελλα της δικτατορίας. Ο νεαρός βασιλιάς, υποχείριο της μητέρας του Φρειδερίκης, γρήγορα άρχισε να υπονομεύει το έργο της νόμιμα και με ευρεία πλειοψηφία εκλεγμένης κυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου και του Γεωργίου Παπανδρέου.
Πριν από τα Ιουλιανά, είχε προηγηθεί η προκλητική ενέργεια της διατήρησης ως αρχηγού του στρατιωτικού οίκου του βασιλιά τον Κωνσταντίνο Δόβα, τον υπηρεσιακό πρωθυπουργό των εκλογών της «βίας και νοθείας» του 1961. Είχε ξεκινήσει μία επίδειξη ισχύος από το Παλάτι, ιδίως στην περιοχή του Στρατού και της Αστυνομίας.
Μπορεί να απομακρύνθηκε ο ακροδεξιός Θ. Ρακιντζής από τη διεύθυνσή της, αλλά το Παλάτι επέμενε και κατάφερε να τον αντικαταστήσει ο ομοίου προσανατολισμού Ευάγγελος Καραμπέτσος. Το ίδιο συνέβη και στο Στρατό, όπου το στέλεχος του ΙΔΕΑ, αντιστράτηγος Σακελλαρίου αντικαταστάθηκε από τον αντιστράτηγο Ιωάννη Γεννηματά, αρχηγό του εκστρατευτικού σώματος στην Κορέα και στρατιωτικό πρωτεργάτη των εκλογών του 1961.
Ήταν τότε που η διστακτικότητα του Γεώργιου Παπανδρέου για δυναμικές παρεμβάσεις στο στράτευμα οδήγησε το καλοκαίρι του 1964 στη συγκρότηση του ΑΣΠΙΔΑ και την αρχή της ρήξης του πρωθυπουργού με το γιό του Ανδρέα.
Η κορύφωση της κόντρας του Κωνσταντίνου (φυσικά, πάντα υπό την καθοδήγηση της Φρειδερίκης) με την κυβέρνηση ξεκίνησε στις 25 Ιουνίου 1965, όταν οι 163 βουλευτικοί ψήφοι επιβεβαίωσαν την εμπιστοσύνη του σώματος προς αυτήν, προκειμένου να προχωρήσει σε ριζικές εκτομές στο στράτευμα.
Ο προδοτικός ρόλος του Πέτρου Γαρουφαλιά, ανακτοροκινούμενου υπουργού Εθνικής Αμύνης, στις επικείμενες κινήσεις έφεραν την κατάσταση σε πλήρη ρήξη, όταν του ζητήθηκε η παραίτηση από τον πρωθυπουργό και αυτός αρνήθηκε. Είχαν ξεκινήσει, ουσιαστικά, τα Ιουλιανά, τα οποία οδηγούσαν με μαθηματική ακρίβεια στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Μία βίαια παρέμβαση των συνταγματαρχών προς κατάλυση της δημοκρατίας, την οποία για μία ακόμη φορά ανέχθηκε ο τότε βασιλιάς, φωτογραφιζόμενος με τους δικτάτορες (ακόμη και αν αποδεδειγμένα δε γνώριζε και δεν υιοθετούσε το συγκεκριμένο πραξικόπημα), τον έφερε λίγο μετά σε μία σπασμωδική αντίδραση. Το απαράσκευο και αφελές βασιλικό αντιπραξικόπημα της 13ης Δεκεμβρίου του 1967, με αφετηρία την Καβάλα, απλώς τον εξέθεσε.
Μετά την πτώση της χούντας, δεν είναι να απορεί κάποιος που στο δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου του 1974, ο Κωνσταντίνος αποχαιρέτησε μια για πάντα την Ελλάδα, με τη λαϊκή βούληση να τον απορρίπτει, με ποσοστό 69,77%.
Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ
Λίγο πριν την οριστική ρήξη των σχέσεων του Παλατιού με την κυβέρνηση, στις 15 Ιουλίου του 1964, αντηλλάγησαν δύο καθοριστικές επιστολές, μεταξύ του Κωνσταντίνου και του Γεώργιου Παπανδρέου, οι οποίες οδήγησαν στην παραίτηση του δεύτερου. Η πρώτη απεστάλη από το Μον Ρεπό της Κέρκυρας, στις 8 Ιουλίου και αναφερόμενη στην παρέμβαση της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στα του στρατού και στην υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, έγραφε:
«(...) Δυστυχώς, ευρίσκομαι εις την δυσάρεστον θέσιν ά σας δηλώσω ότι εις τας επεμβάσεις αυτάς ενισχύετε και υποθάλπετε, καίτοι, δια λόγους, τους οποίους δε θα ήθελα να σας αναφέρω, ανυπερβλήτους και εξ αντικειμένου δεδομένους, η θέσις υμών εν συναρτήσει προς την υπόθεσιν της συνωμοσίας εις τας ενόπλους δυνάμεις έχει εκ καιρού καταστή εξαιρετικώς ευαίσθητη και λεπτή.
Σας απευθύνω έκκλησιν να σταματήσετε αμέσως πάσαν δραστηριότητα καταλυτική ν’ θεμελιωδών κανόνων της λειτουργίας του Πολιτεύματος και πρόξενον πολιτικής αναταραχής και κλονισμού του αισθήματος ασφαλείας των πολιτών.
Σας συμβουλεύω να απομακρύνετε δια διαταγής σας από την ανάκρισιν πάντα υπηρετούντα παρά τη Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών και να διακηρύξετε, προς πάσαν κατεύθυνσιν, ότι είσθε κεκηρυγμένος υπέρ της απολύτου ανεπηρεάστου ευρέσεως ολοκλήρου της αληθείας δια την συνωμοσίαν.
Τελώ εν πλήρη επιγνώσει της σοβαρότητος της καταστάσεως. Γνωρίζω καλώς ότι εκ πηγών στενώτατα προσκειμένων προς υμάς ενεπνεύσθησαν αι προειδοποιήσεις και αι απειλαί εναντίον μου, αι ομοιάζουσαι προς εκβιασμόν (...)
Εν μέσω της βαρείας ατμοσφαίρας, ην αφήσατε να δημιουργηθή, θεωρώ ότι αποτελεί υποχρέωσίν σας η άμεσος κσι άνευ δισταγμού πραγματοποίσις των όσων σας ζητή. Η προειδοποίησίς μου αύτη είναι η τελευταία (...)».
Στην απάντησή του ο Γεώργιος Παπανδρέου, ξεκινάει γράφοντας: «Μεγαλειότατε, με κατάπληξιν και βαθύτατην οδύνην ανέγνωσα την χθεσινήν επιστολήν της Υμετέρας Μεγαλειότητος. Είναι προφανές, ότι αύτη αποτελεί έργον ολεθρίων συμβουλών. Εύχομαι να μην αποβή μοιραία δια το Έθνος...».
Στη συνέχεια, με αναφορά σε δέκα σημεία αναφέρεται στη προσπάθεια ομαλών σχέσεων με τον Κωνσταντίνο, εντοπίζοντας το υπουργείο Εθνικής Αμύνης ως δυσχερέστερο θέμα της συνεργασίας τους, αναφέροντας ότι δεν αποτελεί στεγανό διαμέρισμα, εξαιρουμένου της εξουσίας της κυβερνήσεως, υπενθυμίζοντας την ψήφο εμπιστοσύνης της 25ης Ιουνίου. Καταλήγοντας ότι συμφώνως με το Πολίτευμα της Βασιλευομένης Δημοκρατίας, «ο Βασιλεύς βασιλεύει και ο λαός κυβερνά δια της νομίμου κυβερνήσεως», απευθύνει έκκληση προς τον Κωνσταντίνο να μην επιμείνει στις αντιλήψεις του.
Ο ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ
Μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Παπανδρέου, την Πρωτοχρονιά του 1966, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ρίχνει λάδι στη φωτιά, απευθύνοντας προς το λαό ένα διάγγελμα αντικομμουνιστικής υστερίας, προσπαθώντας να δικαιολογήσει τις ως τότε ενέργειές του. Σε κάποια αποστροφή του λόγου του, ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Ας μη λησμονώμεν ότι ο κίνδυνος εξακολουθεί και η ευθύνη όλων μας θα είναι μεγίστη εάν χαλαρώσωμεν και επ’ ελάχιστον την προσοχήν και την δραστηρίαν επαγρύπνησιν δια την προστασίαν του δημοκρατικού ημών πολιτεύματος από των εσωτερικών εχθρών του έθνους. Ο κομμουνισμός αποτελεί μίασμα γεννηθέν έξω της Ελλάδος, εμπνεόμενον και κινούμενον έξωθεν. Ηθική του είναι το ψεύδος και η προδοσία».
Το συγκεκριμένο πυροδοτικό διάγγελμα θεωρείται ότι συντάχθηκε από το διευθυντή του Πολιτικού Γραφείου του Κωνσταντίνου, του Κ. Χοϊδά. ο οποίος λίγες ημέρες μετά παραιτήθηκε, με τη σύμφωνη γνώμη του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Στεφανόπουλου.
Ο Σπύρος Μαρκεζίνης σχολίαζε το γεγονός ως εξής, στα Απομνημονεύματά του: «Την Πρωτοχρονιά του 1966, ο βασιλεύς απηύθυνε το καθιερωμένον διάγγελμα. Ο πρωθυπουργός είχε ήδη ζητήσει τη συγκατάθεσή μου, προκειμένου να επιτραπεί, κατά την τελετή της 1ης του έτους, σε 1.000 περίπου αστυνομικούς, με πολιτικά, να επευφημήσουν τον βασιλέα, κατά τη διελευσή του από την οδό Ερμού. Συνήνεσα, διότι είχα συνείδηση ότι ο βασιλεύς είχε στερηθεί την συμπάθειαν του λαού και ανησυχούσα για το ενδεχόμενο της αποδοκιμασίας. Το βασιλικό εκείνο διάγγελμα περιελάμβανε απαράδεκτους χαρακτηρισμούς και αυτό με υποχρέωσε να ζητήσω εξηγήσεις από τον Στεφανόπουλο. Ο Π. Κανελλόπουλος είχε μιλήσει πριν από μένα στη Βουλή, δεν είπε τίποτα για το διάγγελμα. Στη δευτερολογία όμως συμφώνησε μαζί μου, με δριμύ μάλιστα τόνοι».
Δημοψήφισμα και Θεσσαλονίκη
Την 1η Αυγούστου του 1974, με Συντακτική πράξη ορίστηκε η διεξαγωγή δημοψηφίσματος, το οποίο θα έπρεπε να διεξαχθεί το αργότερο 45 ημέρες μετά τις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου του 1974. Η επιλογή θα προϋπέθετε δύο ψηφοδέλτια, το ένα με την ένδειξη «Βασιλευομένη Δημοκρατία» και το άλλο με την ένδειξη «Αβασίλευτος Δημοκρατία». Η διεξαγωγή, τελικά, ορίστηκε για τις 8 Δεκεμβρίου.
Οι βασιλόφρονες είχαν συγκροτήσει παράταξη, τιτλοδοτημένης ως «Πανελλήνια Κίνηση Βασιλευομένης Δημοκρατίας», με γενικό γραμματέα τον αντιστράτηγο ε.α. Σοφοκλή Τζαννετή, αφού ο συγκεκριμένος υπήρξε αρχηγός αντιστασιακής, πλην φιλοβασιλικής ομάδας.
Κύρια έδρα διεξαγωγής του πολιτικού αγώνα υπήρξε για πρώτη φορά η τηλεόραση, στην οποία κάθε μία από τις δύο πλευρές δικαιούταν οκτώ τηλεοπτικά δεκάλεπτα, με επιφανείς ομιλητές.
Ο ίδιος ο τέως βασιλιάς είχε την ευκαιρία να ομιλήσει για δύο τηλεοπτικά δεκάλεπτα, απευθυνόμενος αυτοπροσώπως στον ελληνικό λαό. Από την άλλη πλευρά, εντύπωση προκάλεσαν οι ομιλίες του αργότερα πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Σημίτη, αλλά και του κορυφαίου διανοούμενου Μάριου Πλωρίτη.
Άψογη στάση τήρησε ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, παρά το γεγονός ότι υπήρξε το πρώτο μεγάλο θύμα των σκευωριών του Παλατιού.
Άφησε, ωστόσο, να διαρρεύσει μία σειρά από παρελθοντικές τοποθετήσεις του, όπως αυτή που αναφερόμενος στη δολοφονία του Λαμπράκη, είχε αναφωνήσει, απευθυνόμενος στον Θεσσαλονικιό αρχηγό της ΚΥΠ, Θεόδωρο Νάτσινα: «Μα, ποιός κυβερνά, επιτέλους, αυτόν τον τόπο;».
Αναλόγως, επιστρατεύθηκε ρήση του, όπου διαπίστωνε ότι «όλες οι κακοδαιμονίες αυτού του τόπου προέρχονται από τη βασιλεία».
Εντέλει, με 69,77% ο ελληνικός λαός επέλεξε την Αβασίλευτη Δημοκρατία, κάτι που ο Κωνσταντίνος αποδείχθηκε, για να λάβει μία αναπάντεχη συνηγορία, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, από το στόμα του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, όταν στο αεροδρόμιο διατύπωνε την άποψη ότι το δημοψήφισμα ήταν «unfair», αφού δεν επετράπη στον Κωνσταντίνο να επισκεφθεί την Ελλάδα.
Στην Α’ εκλογική περιφέρεια Θεσσαλονίκης, η Αβασίλευτος έλαβε το 80% των ψήφων, έναντι του 20% της Βασιλευομένης, ενώ στη Β’ Θεσσαλονίκης η πρώτη έλαβε το 68,1% των ψήφων. Προπύργιο της μοναρχίας υπήρξε η Λακωνία, ενώ ακριβώς την αντίθετη εικόνα έδωσαν οι νομοί της νήσου Κρήτης.
Οι έχοντες ισχυρή μνήμη θα θυμούνται ότι το ραδιόφωνο, τα χρόνια εκείνα, ήταν ο πρώτος αγγελιαφόρος εκλογικών αποτελεσμάτων και με την πρώτη μετάδοση, όπου η Βασιλευομένη είχε σαρώσει στον Κολινδρό Πιερίας, οι οπαδοί της άρχισαν να κορνάρουν στους δρόμους.
Ημερολόγιο καταστρώματος
1964
Μάρτιος, 6
Θάνατος του βασιλιά Παύλου
Μάρτιος, 23
Ορκωμοσία του Κωνσταντίνου στη Βουλή
1965
Μάιος, 18
Αποκάλυψη της οργάνωσης ΑΣΠΙΔΑ, στην οποία συμμετέχει ο γιος του πρωθυπουργού, Ανδρέας Παπανδρέου
Ιούνιος 10
Αποκάλυψη δήθεν σαμποτάζ σε στρατιωτική μονάδα του Έβρου. Πίσω από τη σκευωρία βρίσκεται ο Γεώργιος Παπαδόπουλος
Ιούνιος, 25
Ψήφος εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου, στο ελληνικό κοινοβούλιο
Ιούλιος, 1
Απρεπής επιστολή του Κωνσταντίνου στον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου
Ιούλιος, 15
Ξεσπούν τα Ιουλιανά, ακολουθεί παραίτηση του Γεώργιου Παπανδρέου, με αφορμή το υπουργείο Εθνικής Αμύνης
1967
Απρίλιος, 21
Δικτατορία των συνταγματαρχών
Δεκέμβριος, 13
Αποτυχημένο κίνημα του βασιλιά Κωνσταντίνου στο αντιτορπιλικό «Βέλος», εναντίον της δικτατορίας
1974
Δεκέμβριος, 8
Σε δημοψήφισμα ο ελληνικός λαός αποφαίνεται υπέρ της «Αβασίλευτής Δημοκρατίας»
Παρά την αρχική ανοχή την οποία επέδειξε ο βασιλιάς Κωνσταντίνος στην κυβέρνηση των συνταγματαρχών (είχε διορισθεί πρωθυπουργός ο Κωνσταντίνος Κόλλιας), γρήγορα αντιλήφθηκε ότι η κατάσταση εξελισσόταν ραγδαίως εις βάρος του, αφού οι χουντικοί ουσιαστικά δεν του αναγνώριζαν καμία εξουσία.
Την ίδια στιγμή, οι ρυθμιστικές για τις εξελίξεις ΗΠΑ αντιλαμβάνονταν ότι η ρήξη χούντας - Ανακτόρων δεν ήταν μακριά. Το νοιάξιμο των Αμερικανών για την ανατολική Μεσόγειο δεν τους επέτρεπε να κοιμούνται ήσυχοι, για το λόγο τούτο άρχισαν να αποδέχονται το ενδεχόμενο αντίδρασης του απονευρωμένου βασιλιά, την οποία φυσικά θα προσπαθούσαν να ελέγξουν, όπως και τα παρεπόμενά της.
Ο Τζον Ντέι, αρχιπράκτορας της CIA και στενός συνεργάτης του πρεσβευτή Φίλιπ Τάλμποτ, την προσδιόριζε προς το τέλος του 1967 ή τις αρχές του 1968.
Η άποψη του Ντέι ήταν ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η καλύτερη εξέλιξη θα ήταν το «τουρκικό μοντέλο», με την εγκαθίδρυση μεταβατικής κυβέρνησης, της οποίας θα ηγούταν ο αυτοεξόριστος Κωνσταντίνος Καραμανλής, για ένα διάστημα 18 μηνών.
Φυσικά μία τέτοια λύση θα ήταν δύσκολο να γίνει αποδεκτή από το Παλάτι, ιδίως από τη βασιλομήτωρα Φρειδερίκη, αλλά οι Αμερικανοί εκτιμούσαν ότι μπροστά στο αδιέξοδο θα υποχωρούσε. Μάλιστα, ο Ντέι είχε εκπονήσει σχέδιο δράσης, δίχως αυτό να σημαίνει ότι το ενίσχυαν ουσιαστικά, αφού με οποιαδήποτε εξέλιξη θα ήταν ευχαριστημένοι. Το σχέδιο δράσης λίγο πολύ προέβλεπε τα εξής:
- Μετακίνηση της βασιλικής οικογένειας εκτός Αθηνών, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο σύλληψής της ως όμηρος.
- Αεροπορική μετακίνηση του βασιλιά στην Θεσσαλονίκη, συνοδευόμενος από επιφανείς φιλοβασιλικούς. Ενδεχόμενη άφιξη του Καραμανλή στην πόλη, με σκοπό τη συνάντησή τους και την εγκατάσταση της μεταβατικής κυβέρνησης (κάπως σαν ανεστραμμένη κίνηση Βενιζέλου, κατά τη διάρκεια του Εθνικού διχασμού).
- Διάγγελμα του βασιλιά Κωνσταντίνου από τη Θεσσαλονίκη, όπου θα κήρυσσε το τέλος της «Επανάστασης» και την ανακοίνωση της μεταβατικής κυβέρνησης, ενδεχομένως από τον ίδιο τον Καραμανλή.
- Στήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης, με ανακοίνωση στη «Φωνή της Αμερικής» και το BBC.
- Ελλιμενισμός σκαφών του έκτου στόλου στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, προς στήριξη της μεταβατικής κυβέρνησης.
- Διαβεβαίωση του Καραμανλή προς τους χουντικούς ότι δεν επρόκειτο να τιμωρηθούν.
Μετά από τα παραπάνω ο αφελής πολιτικά Κωνσταντίνος έδωσε ιδιαίτερη βάση στα λεγόμενα του Ντέι και θέλησε να ενημερώσει εκ του σύνεγγυς τους Αμερικανούς. Την αφορμή την έδωσε ο εορτασμός των 100 χρόνων Καναδά, τον Σεπτέμβριο του 1967.
Για το λόγο αυτό έλαβε άδεια από τους συνταγματάρχες να μεταβεί στην Αμερική και έτσι στην επιστροφή, στις 12 Σεπτεμβρίου, συναντήθηκε στην Ουάσιγκτον με τον πρόεδρο Λίντον Τζόνσον, ο οποίος σαν Πυθία του ανέφερε ότι για να επαναληφθεί η στρατιωτική βοήθεια στην Ελλάδα, θα έπρεπε να ξεκαθαρίσει η πολιτική κατάσταση. Ο Κωνσταντίνος το εξέλαβε ως πράσινο φως, έσπευσε, μάλιστα, την επόμενη ημέρα να ενημερώσει τα μέλη της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας για τις προθέσεις του.
Η εξέλιξή τους είχε προδιαγραφεί...
Η αποτυχία
Πολύ γρήγορα η χούντα γνώριζε τις προθέσεις του Κωνσταντίνου και αρκέσθηκε στο να του στήσει ένα βρόγχο παρακολούθησης. Ο βασιλιάς σχεδίαζε να ενημερώσει τους δικούς του ανθρώπους στο Γ’ Σώμα Στρατού, το οποίο θα αποτελούσε την αιχμή του κινήματος.
Βρήκε αφορμή με την επέτειο της 26ης Οκτωβρίου να συνωμοτήσει με το φίλο του, στρατηγό Περίδη, ανεβαίνοντας στην πόλη για τον εορτασμό των ημερών. Και ενώ η ηγεσία της δικτατορίας σχεδίαζε να παραμείνει στην Αθήνα, ανέβηκε σύσσωμη στη Θεσσαλονίκη, προφανώς όντας εις γνώσιν των κινήσεων του βασιλιά και φοβούμενη την εκδήλωση αντιπραξικοπήματος.
Πράγματι, ο Κωνσταντίνος ενημέρωσε τους στενούς του φίλους, τον Περίδη, τον ταξίαρχο Έσσερμαν, τον σωματάρχη του Α’ Σώματος Στρατού στη Λάρισα, αντιστράτηγο Κόλλια και το στρατηγό Μανέττα στην Αθήνα, για τις προθέσεις του, οι οποίες έμελλε να εκδηλωθούν στο επόμενο δίμηνο.
Ο Κόλλιας θα απέκοπτε στη Λάρισα τη νότιο από τη βόρειο Ελλάδα, ενώ ο Μανέτας θα καταλάμβανε κρίσιμες θέσεις στην Αθήνα. Το κέντρο του κινήματος θα βρισκόταν στην Κομοτηνή, καθώς εκεί βρισκόταν ο κύριος όγκος των δυνάμεων του Γ’ Σώματος, αφού και πάλι, λόγω Κύπρου, υπήρχε κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Οι συνταγματάρχες, έμπειροι στρατιωτικοί, έχοντας γνώση του σχεδιασμού (η περίπτωση θυμίζει εμφανώς το κίνημα κατά του Ερντογάν στην Τουρκία), κατάφεραν να διαδώσουν ότι στις επικείμενες αλλαγές στο στράτευμα, πριν το τέλος του χρόνου, θα αποστρατεύονταν ο Κόλλιας και ο Μανέτας.
Έτσι, ο Κωνσταντίνος πιέσθηκε να δράσει ταχέως και έτσι στις 13 Δεκεμβρίου 1967 ξεκίνησε το κίνημα, με επιτελικές εντολές από το Τατόι, ζητώντας ταυτόχρονα από τον πρέσβη Τάλμποτ να αποτρέψει οποιαδήποτε διάθεση της Τουρκίας να εκμεταλλευτεί την κατάσταση, με επιθετική κίνηση.
Στις 10.30’ το πρωί δύο αεροπλάνα με τη βασιλική οικογένεια, τους στρατηγούς Κόλλια και Δόβα και το γυναικολόγο Κουτήφαρη ξεκίνησαν με προορισμό την Καβάλα. Η αλλαγή της πόλης υπήρξε ακόμη ένα λάθος του βασιλιά.
Την ίδια ώρα, ο Μανέτας ενημέρωνε τον Οδυσσέα Αγγελή για την πρόθεση του Κωνσταντίνου να πάρει την κατάσταση στα χέρια του.
Η χούντα τον αντιμετώπισε αμέσως, θέτοντας τον σε περιορισμό, ενώ έσπευσε να αντικαταστήσει τον πρωθυπουργό Κόλλια με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, χρίζοντας τον άβουλο Ζωιτάκη αντιβασιλέα.
Ο βασιλιάς προσγειώθηκε στον Αμυγδαλεώνα της Καβάλας, εκφωνώντας διάγγελμα το οποίο μεταδόθηκε μέσω του αδύναμου σε σήμα ραδιοσταθμού της Λάρισας, δηλώνοντας εκβιασμένος από τη χούντα και καλώντας στους Έλληνες «εις τον δρόμον της εθνικής αναγεννήσεως...».
Οι δικτάτορες ανταπάντησαν με ανάλογο διάγγελμα, μεταδοθέν από τους ισχυρούς σταθμούς της Θεσσαλονίκης και των Αθηνών. Η όποια επικοινωνία του βασιλιά με τις στρατιωτικές μονάδες κατέστη αδύνατη, αφού ακόμη και το φιλοβασιλικό Πολεμικό Ναυτικό δεν μπορούσε να βρει άκρη με τη Ναυτική Διοίκηση Θεσσαλονίκης.
Τελικά, το κίνημα απέτυχε πλήρως, ο Περίδης, ο Βιδάλης και ο Έσσερμαν συνελήφθησαν και ο (τέως), πλέον, βασιλιάς, στις 2 το πρωί, εγκατέλειψε την επιχείρηση, αναχωρώντας ομού με το (τέως), πλέον, πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Κόλλια αναχώρησε για το Τσιαμπίνο της Ρώμης.
Το στρατιωτικό καθεστώς γνωστοποιούσε, με ένα ιστορικό -για τις διατυπώσεις του- μήνυμα το θρίαμβό του: «Οι συνωμόται και ο Κωνσταντίνος προσπαθούν να διαφύγουν κυνηγημένοι από το στρατό, κρυπτόμενοι από χωρίον εις χωρίον. Η αντεπανάστασις απέτυχε. Συνετρίβη πλήρως...». Την άλλη μέρα αποκαθηλώθηκαν όλες οι φωτογραφίες του βασιλικού ζεύγους από τις δημόσιες υπηρεσίες και τα αστυνομικά τμήματα.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 15.01.2023