Έξι νέες ταινίες και μία επανέκδοση συνθέτουν το κινηματογραφικό πρόγραμμα της εβδομάδας, της πρώτης του Μαΐου. Η υπερηρωϊκή περιπέτεια φαντασίας της Marvel «Οι Φύλακες του Γαλαξία 3» αναμένεται να τραβήξει το νεανικό κοινό, ενώ το ελληνικό θρίλερ «Saison Morte» του Θανάση Τότσικα έχει το ενδιαφέρον του. Σε επανέκδοση και το «Ταξίδι στα Κύθηρα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, με τον ανεπανάληπτο Μάνο Κατράκη.
Οι Φύλακες του Γαλαξία 3
(“Guardians of the Galaxy Vol. 3”) Περιπέτεια φαντασίας, αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Τζέιμς Γκαν, με τους Κρις Πρατ, Κάρεν Γκίλαν, Γουίλ Πούλτερ, Βιν Ντίζελ, Ζόε Σαλντάνα, Ντέιβ Μπατίστα, Σον Γκαν, Μπράντλεϊ Κούπερ, Πολ Κλεμεντιέφ κα.
Διατηρώντας το χιούμορ και τη σαρκαστική διάθεση για την ποπ κουλτούρα, αλλά και τη φαντασμαγορική προσέγγιση για μια διαστημική περιπέτεια φαντασίας, η γνωστή παρέα παρανόμων και μισθοφόρων, που γνωρίσαμε για πρώτη φορά το 2014, επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη.
Πρόκειται για την 32η ταινία του κινηματογραφικού σύμπαντος της Marvel, ενώ τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει ο γνώριμος από την πρώτη ταινία Τζέιμς Γκαν, ο οποίος συνυπογράφει και το σενάριο, μαζί με τους Νταν Άμπνετ και Άντι Λάνινγκ.
Ο Πίτερ Κουίλ, ένας αμοραλιστής διαστημικός φύλακας, που βρίσκεται σε κατάθλιψη λόγω του χαμού της αγαπημένης του Γκαμόρα θέλει, μαζί με την παρέα του, να φτιάξει ένα ασφαλές καταφύγιο για εξωγήινους πρόσφυγες. Μία απειλή από το παρελθόν, ωστόσο, θα διαταράξει την προσπάθειά τους να μπουν σε μια ήσυχη καθημερινότητα, καθώς απειλείται ένας δικός τους άνθρωπος, αλλά και η ύπαρξη της ομάδας τους.
Έχοντας όλα τα βασικά χαρακτηριστικά των υπερηρωικών ταινιών της Marvel, αλλά και εξαντλώντας σε μεγάλο βαθμό τα κλισέ του είδους, το φιλμ χαρίζει δυόμισι ώρες χαλαρής διασκέδασης, χωρίς να παραφορτώνει την οθόνη με υπερτονισμένα σπέσιαλ εφέ και να προκαλεί ζαλάδα με υπερβολικό μοντάζ.
Οι γνώριμοι όσο και αντισυμβατικοί χαρακτήρες παραμένουν ελκυστικοί, παρότι δεν έχουν τη λάμψη των συνηθισμένων υπερηρώων, υπηρετώντας για μια ακόμη φορά το ανάλαφρο, στα όρια της παρωδίας, σενάριο.
Ο Τζέιμς Γκαν, προσπαθώντας να ισορροπήσει μεταξύ της περιπέτειας φαντασίας και ενός χαλαρού κεφάτου σαρκασμού για τον κόσμο των χάρτινων υπερηρώων, είναι φανερό ότι τα πάει καλύτερα στο δεύτερο κομμάτι, στο οποίο ξεχωρίζουν οι έξυπνες ατάκες, η χημεία των χαρακτήρων, ο χαβαλές της ιστορίας. Μπορεί να λείπει η ευρηματικότητα και η αγωνία για το στόρι, ο εντυπωσιασμός, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητο αρνητικό, καθώς το αποτέλεσμα μετράει. Και αυτό μπορεί να είναι εν πολλοίς αδιάφορο, αλλά αρκετά ευχάριστο, όπως πρέπει για ένα κόμικς της μεγάλης οθόνης, μία απενεχοποιημένη διασκέδαση, το «σινεμά ποπκόρν».
Ο Κρις Πρατ, διατηρεί την ψυχρή ηρεμία του και αίγλη του, ενώ από το πολυπρόσωπο καστ ξεχωρίζουν οι Ντέιβ Μπατίστα, Σον Γκαν και Βιν Ντίζελ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η αγαπημένη παρέα με τους ασυμβίβαστους ήρωες, είναι λίγο διαφορετική. Ο Πίτερ Κουίλ, που θρηνεί ακόμα την απώλεια της Γκαμόρα, πρέπει να συσπειρώσει την ομάδα του να υπερασπιστούν το σύμπαν αλλά και να προστατέψουν έναν από τους δικούς τους. Μια αποστολή που εάν δεν στεφθεί με απόλυτη επιτυχία, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει στο τέλος της ομάδας όπως την γνωρίζαμε έως τώρα.
Saison Morte
(“Saison Morte”) Αστυνομικό θρίλερ, ελληνικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Θανάση Τότσικα, με τους Δημήτρη Λάλο, Τζένη Θεωνά, Ορέστη Τζιόβα, Τόνια Σωτηροπούλου, Θανάση Ταταύλαλη κα.
Τα εγκλήματα όλου του κόσμου λες κι έχουν μεταφερθεί στην ελληνική επαρχία. Είναι η νέα μόδα στον ελληνικό κινηματογράφο (εκτός από το γνωστό μοντέλο της κωμικής φάρσας και τηλεοπτικής αισθητικής και άλλες φαιδρότητες), από νεαρούς κυρίως σκηνοθέτες που ταυτόχρονα θέλουν να φορέσουν και κάτι από το κουστούμι του αμερικάνικου ανεξάρτητου σινεμά. Άλλες φορές αυτή η επιλογή καταφέρνει να αναδεικνύει το ταλέντο – ορισμένες φορές αδιαμφισβήτητο – των σκηνοθετών, που όμως σπαταλιέται σε θέματα που δεν έχουν καμία σχέση με την ελληνική πραγματικότητα ή από ανολοκλήρωτα ή προχειρογραμμένα σενάρια και άλλες στέφονται από πλήρη αποτυχία.
Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Θανάση Τότσικα, ευτυχώς δεν ανήκει στη δεύτερη κατηγορία, καθώς το σενάριο του Παναγιώτη Ιωσηφέλη είναι προσεγμένο και το στόρι παρακολουθείται με ενδιαφέρον. Επιπλέον, ο σκηνοθέτης δεν μπαίνει στον πειρασμό να μιλήσει επί παντός επιστητού, όπως είθισται και υπηρετεί με συνέπεια το αστυνομικό θρίλερ μυστηρίου, αυτό που δείχνει από την πρώτη στιγμή.
Στο σκηνικό της πανέμορφης Μήλου, αλλά σε νεκρό τουριστικό χρόνο, όπως είναι αντεστραμμένος και ο τίτλος της ταινίας, ο Τότσικας στήνει ένα ψηφιδωτό χαρακτήρων, μέρος ενός παζλ για δύσκολους λύτες, με σκοτεινές υποθέσεις, αρχαιοκαπηλίες, ενοχές, αρρωστημένο ερωτισμό.
Ένας άνδρας, ο Χρήστος, καλεί την αστυνομία από ένα ξενοδοχείο που βρίσκεται στην ερημιά. Όταν φτάνουν οι αστυνομικοί βρίσκουν τον Χρήστο τραυματισμένο και δολοφονημένους την ιδιοκτήτρια του ξενοδοχείου και ακόμη έναν άνδρα. Δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να πει τι έγινε στο ξενοδοχείο, πλην του Χρήστου. Ο οποίος επιμένει να ζητάει, από το κρεβάτι του ιατρικού κέντρου που νοσηλεύεται, τη Νάντια, μια αναχωρήτρια από την Αθήνα, που ζούσε σε μια ερημική τοποθεσία κοντά στο ξενοδοχείο. Οι αστυνομικοί δεν βρίσκουν πουθενά τη Νάντια, ενώ ο Χρήστος φαίνεται να είναι ο βασικός ύποπτος. Έτσι, αυτός θα ξεκινήσει να αφηγείται μία ιστορία, που μοιάζει απίστευτη.
Η επιλογή σεναριογράφου και σκηνοθέτη να κατακερματίσουν το χρόνο και την πλοκή, με τις αναδρομές να μπαίνουν σφήνα στο παρόν, εξυπηρετεί το μυστήριο και την αγωνία, καθώς το ζητούμενο είναι η εξαπάτηση και η χειραγώγηση, ενώ η κλασική αφήγηση, με την ανάδειξη του φυσικού σκηνικού της Μήλου, θα δώσει μία γοητευτική δόση νοσταλγίας.
Ωστόσο, οι αδυναμίες της ταινίας κάνουν γρήγορα την εμφάνισή τους και δεν μπορούν να κρυφτούν από την ένταση και την κινηματογραφική αφήγηση. Οι βασικοί χαρακτήρες δεν αναπτύσσονται επαρκώς, ενώ οι υποϊστορίες και οι ίντριγκες μένουν αρκετές φορές έωλες, χωρίς ιδιαίτερο λόγο ύπαρξης.
Οι πρωταγωνιστές πασχίζουν και καταφέρνουν ως ένα βαθμό να ενταχθούν στο κλίμα της ταινίας, αλλά τις περισσότερες φορές το πετυχαίνουν ακολουθώντας τα κλισέ του είδους, όπως βεβαίως και η ταινία.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Όταν ξεκινά μια σειρά από βίαιες δολοφονίες, ο Χρήστος είναι ο μόνος που μπορεί να εξηγήσει τι συνέβη. Ξεκινάει να αφηγείται σε δύο αστυνομικούς μια ιστορία στην οποία κανένας δεν είναι αυτό που φαίνεται και όλα ή όλοι αλλάζουν ρόλους και θέσεις μέχρι την τελική ανατροπή.
Η Βαλέρια Παντρεύεται
(“Valeria is getting Married”) Δραματική ταινία, Ισραηλινής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Μιχάλ Βίνικ, με τους Λίνα Φράιφελντ, Ντάσα Τβορόνοβιτς, Αβράαμ Σαλόμ Λέβι κα.
Μια ταπεινή και λιτή ταινία για τη θέση της γυναίκας στο σημερινό Ισραήλ και όχι μόνο, αλλά και για τις σκληρές κοινωνικές συνθήκες που πλήττουν όλο και περισσότερο το γυναικείο φύλο σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Ένα θέμα που έχουμε δει αμέτρητες φορές, σε διάφορες παραλλαγές, στο σινεμά, αλλά όπως φαίνεται, παραμένει ανεξάντλητο.
Το δράμα της Μιχάλ Βίνικ, μπορεί να χαρακτηριστεί και έργο δωματίου αλλά και ιδιαίτερης έντασης, καθώς διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια μιας ημέρας σε ένα σπίτι. Παρά την κλασική αφήγηση και το χτίσιμο τριών πράξεων, το φιλμ αποφεύγει τις αδυναμίες της θεατρικότητας σε μεγάλο βαθμό. Χαρακτήρες που ζουν στην αβεβαιότητα και είναι έτοιμοι για σύγκρουση, παρότι η αρχική ιδέα φέρνει τις γυναίκες σε μειονεκτική θέση, ενώ το στόρι εστιάζει στους γάμους που γίνονται μέσω των κοινωνικών μέσων.
Νεαρές γυναίκες που πρέπει να ξενιτευτούν – στη συγκεκριμένη περίπτωση από την Ουκρανία στο Ισραήλ – για να παντρευτούν και να εξασφαλίσουν μία αξιοπρεπή ζωή. Φαινομενικά αυτό μπορεί να επιτευχθεί, αλλά στην ουσία πρόκειται για μια τραγική διέξοδο, που οδηγεί σε έναν ακόμη συμβιβασμό, μεγαλύτερο και απ’ αυτό του συνηθισμένου γάμου και βεβαίως στην υποταγή της γυναίκας.
Παλλόμενη από συναισθηματική ένταση και μια αδιόρατη θλίψη, η ταινία της Βίνικ αναδεικνύει τη δυσμενή θέση της γυναίκας, χωρίς να μπαίνει στις ευκολίες της καταγγελίας ή ενός φεμινιστικού μανιφέστου. Αναδεικνύοντας φαινομενικά ασήμαντες λεπτομέρειες και αποχρώσεις στην γκρίζα περιοχή που πρέπει να κινηθεί η γυναίκα για να εξασφαλίσει έναν συμβατικό μεν, «πετυχημένο» γάμο δε. Η καταπιεστική συμπεριφορά των ανδρών, η χειραγώγηση, τα «θέλω» τους είναι πάνω απ’ όλα. Η επιθυμία της γυναίκας για ανεξαρτησία είναι φανερό ότι αποτελεί τον μεγαλύτερο εχθρό για τον άνδρα. Η σύγκρουση δυο διαφορετικών κόσμων είναι αναπόφευκτη και μπορεί να είναι και λυτρωτική. Η μάχη των δυο φύλων δεν θα τελειώσει ποτέ και ειδικά όταν συνεχίζουν να βάζουν τη γυναίκα στον ρόλο που έχουν επιλέξει οι άνδρες, όταν η εξουσία θα την έχει ως τον εύκολο στόχο.
Στα θετικά και οι ερμηνείες, όπως και η μικρή διάρκεια της ταινίας (76 λεπτά), την οποία υποστηρίζει και η μουσική του Νταφνά Κίναν, που άλλοτε τονίζει τη μελαγχολία και άλλοτε τη δραματική ένταση των συναισθημάτων.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Βαλέρια, μια νεαρή Ουκρανή, φτάνει στο Ισραήλ για να γνωρίσει τον μέλλοντα σύζυγό της. Ο γάμος τους έχει κανονιστεί μέσω διαδικτύου – ακριβώς όπως και ο γάμος της αδερφής της, της Κριστίνα, που ζει ήδη εδώ και χρόνια παντρεμένη στο Ισραήλ. Παρότι η Κριστίνα μοιάζει ικανοποιημένη με τη ζωή της, η άφιξη της Βαλέρια θα ανατρέψει τα δεδομένα αλλάζοντας τα πάντα.
Έμμονες Ώρες στον Τόπο της Πραγματικότητας
Ντοκιμαντέρ, ελληνικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Ρέας Βαλντέν.
Εξομολογήσεις μητέρας σε κόρη. Μίας σκηνοθέτριας, πρωτοπόρου του φεμινιστικού σινεμά στην Ελλάδα, από τη δεκαετία του ‘70, με αναγνωρίσιμο προσωπικό ύφος και μιας κόρης, κινηματογραφίστριας, θεωρητικού του κινηματογράφου και διδάκτορα στη φιλοσοφία. Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι το ντοκιμαντέρ που γύρισε η Ρέα Βαλντέν, στην περίοδο της καραντίνας και ανάγκασε τις δυο γυναίκες να μείνουν έγκλειστες για μεγάλη διάρκεια μέσα σε ένα διαμέρισμα, απευθύνεται κατά κύριο λόγο στους μελετητές του ελληνικού κινηματογράφου, στους επαγγελματίες του χώρου και βεβαίως, σε όλους αυτούς που δεν έχουν ξεχάσει το μικρό – σε έκταση – αλλά αξιομνημόνευτο, έργο της Αντουανέττας Αγγελίδη.
Γυρισμένο κυρίως σε ένα δωμάτιο και σε μαύρο φόντο, αλλά παλλόμενο από το ψυχολογικό φορτίο της Αγγελίδη, η Βαλντέν φτιάχνει ένα κινηματογραφικό δοκίμιο για τα οράματα και τις ταινίες της μητέρας της και βεβαίως για το βλέμμα της στη ζωή, μέσα από τη συγκλονιστική εμπειρία της τύφλωσης. Όμως, στον αληθινό κινηματογράφο υπάρχει η όραση και η ψυχή. Το πρώτο μπορεί να είναι σχεδόν απαραίτητο, αλλά χωρίς το δεύτερο μάλλον δεν μένει τίποτα.
Το έργο της Αντουανέττας Αγγελίδη περιλαμβάνει τέσσερις μεγάλου μήκους ταινίες – «Idées Fixes / Dies Irae» (1977), «Τόπος» (1985), «Οι Ώρες: Μια τετράγωνη ταινία» (1995) και «Κλέφτης ή η Πραγματικότητα» (2001) – καθώς και ορισμένες μικρού μήκους ταινίες, που έχουν προβληθεί σε πολλά διεθνή φεστιβάλ και σε μουσεία σύγχρονης τέχνης. Μια αντισυμβατική ζωή αφιερωμένη στην τέχνη και σε αγώνες κοινωνικούς, φεμινιστικούς και όπου υπήρξε ανάγκη.
Η Βαλντέν, που δεν χρησιμοποίησε συνεργείο, κινηματογραφεί στο ύφος της μητέρας της, με παραλλαγές και ανοίκειες συνδέσεις, μακρά πλάνα και απότομα κοψίματα, ενώ στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, το σώμα της Αγγελίδη είναι βυθισμένο στο σκοτάδι, το πρόσωπο και τα τρεμάμενα χέρια της προβάλουν μέσα από το μαύρο φόντο, μπαίνοντας κατευθείαν στο ασυνείδητο και στα όνειρά μας.
Μια ενδιαφέρουσα, αλλά όχι για το ευρύτερο κοινό, ταινία, που προβάλλεται καθημερινά στις 7μμ στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος. Όσοι πιστοί…
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Παραπάνω από Άντρας
(“L'uomo in piu”) Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του διάσημου πλέον Ναπολιτάνου σκηνοθέτη Πάολο Σορεντίνο, ο οποίος με την πρώτη του αυτή δραματική κωμωδία, θα δείξει το ταλέντο του και την αναμενόμενη πετυχημένη του πορεία μέχρι σήμερα.
Ο σκηνοθέτης των «Il Divο», «Η Τέλεια Ομορφιά», «Νιότη», έχοντας σε μεγάλα κέφια τον Τόνι Σερβίλο – και μόνο ότι υποδύεται έναν ποπ σταρ με μακρύ μαλλί στο στιλ του ‘80, είναι απολαυστικό – αλλά και τον έξοχο Αντρέα Ρέντσι, στον ρόλο ενός ποδοσφαιριστή, θα στήσει ένα ενδιαφέρον δράμα, πολλές φορές ξεκαρδιστικό, για την άνοδο, την παρακμή και τη σκληρή πτώση δυο διασημοτήτων, που η τύχη θα τους παίξει άσχημο παιχνίδι.
Ο πρώτος, θύμα ενός σεξουαλικού σκανδάλου και ο δεύτερος χτυπημένος από έναν βαρύ τραυματισμό. Ο Σορεντίνο συνθέτει άψογα την εποχή της δεκαετίας του ‘80 και το ανέμελο κλίμα της, με τα πρώτα σημάδια φαιδρότητας και ανθρωποφαγίας να κάνουν την εμφάνισή τους, ενώ ταυτόχρονα δίνει και μια υποδειγματική ταινία χαρακτήρων, που υπηρετούν άψογα τόσο οι πρωταγωνιστές όσο και οι δεύτεροι χαρακτήρες.
Απλώς Υπέροχη
(“Helt Super”) Παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων, νορβηγικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία του Ράσμους Σίρβεντσεν, με το γνωστό Σούπερ Λιοντάρι σώζει για μια ακόμη φορά την πόλη. Animation για το ηρωικό Σούπερ Λιοντάρι και την κόρη του που πασχίζει να αποδείξει ότι μπορεί να γίνει και αυτή μία υπερηρωίδα όπως πατέρας της. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά, με τις φωνές των Βασιλική Σιούτη, Γεωργία Ιωαννίδου, Ακίνδυνο Γκίκα, Ανδρέα Ευαγγελάτο κα.
Ταξίδι στα Κύθηρα
Η πολυβραβευμένη ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου (1984) σε επανέκδοση. Σε συνεργασία με τον Θανάση Βαλτινό και τον φημισμένο Τονίνο Γκουέρα το σενάριο θέλει έναν πολιτικό πρόσφυγα να επιστρέφει μετά από 32 χρόνια εξορίας στην πατρίδα, αλλά να συνεχίζει να νιώθει ξένος.
Ταινία που βρίθει συμβολισμούς, τόσο για την ελληνική πραγματικότητα όσο και για την εποχή του εμφυλίου, σχολιάζει την πορεία της αριστεράς, αλλά και την απώλεια των ανθρώπινων αξιών. Τα κινηματογραφικά προσωπικά σκηνοθετικά χαρακτηριστικά του Αγγελόπουλου είναι σχεδόν όλα εκεί, αν και οι αδυναμίες είναι περισσότερες από τα προτερήματα άλλων ταινιών του.
Ωστόσο και μόνο η κορμοστασιά και η μορφή του Μάνου Κατράκη είναι αρκετές για να μπεις στο Studio, όπου προβάλλεται το φιλμ. Μαζί του και ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, η Δώρα Βολανάκη, η Μαίρη Χρονοπούλου και ο Αθηνόδωρος Προύσαλης. Η φωτογραφία είναι του Γιώργου Αρβανίτη, η εξαίσια μουσική της Ελένης Καραΐνδρου, ενώ ο Γιώργος Νταλάρας ερμηνεύει μοναδικά το πανέμορφο και μελαγχολικό χασάπικο «άρρωστη καρδιά, που βρίσκει γιατρειά...»