Το πρωί της Παρασκευής 25 Φεβρουαρίου, η Άννα διαδήλωνε στην νέα παραλία κάτω από τις Ομπρέλες του Ζογγολόπουλου και με κλάματα μιλούσε για τους συγγενείς της στην Ουκρανία. «Η αδελφή μου με τα δύο μικρά παιδιά της είναι στο καταφύγιο» έλεγε και σκούπιζε τα δάκρυά της με το ένα χέρι και με το άλλο κρατούσε την σημαία της Ουκρανίας. Μετά από 13 ημέρες βρίσκεται στην πλατεία Αριστοτέλους μαζί με την αδελφή της, την Ιουλία, και τα δυο παιδιά της. Διαδηλώνουν κατά της ρωσικής εισβολής όλοι μαζί, με την Ιουλία να μην έχει ξεχάσει τις στιγμές της φρίκης και την Άννα να συνεχίζει να αγωνιά για τους συγγενείς τους.
«Ξεκίνησαν από την πόλη Βίλα Τσέρκβα, που βρίσκεται περίπου 60 χιλιόμετρα από το Κίεβο. Για 50 ώρες ήταν μέσα σε ένα αυτοκίνητο. Ευτυχώς, ξεκίνησαν τις πρώτες ημέρες και δεν συνάντησαν τανκς και στρατιώτες στον δρόμο» λέει η Άννα που αναγκάστηκε να ταξιδέψει στην Ιταλία για να βοηθήσει την αδελφή της. «Έφυγε γρήγορα, δεν πήρε τα διαβατήρια των παιδιών και είχαν πρόβλημα με τα χαρτιά. Έτσι πήγαν με έναν φίλο στην Ιταλία, όπου ήταν πιο εύκολο να περάσουν. Την προηγούμενη Παρασκευή ταξίδεψα στην Ιταλία για να μπορέσω να τους φέρω στη Θεσσαλονίκη. Τα κατάφερα και ήρθαν. Για 14 ημέρες ζούσα μια κόλαση, τώρα μπορώ να κοιμηθώ τα βράδια πλέον» αναφέρει η Άννα για τις ώρες αγωνίες που ζούσε.
Τα δύο παιδιά της Ιουλίας, η Βαρβάρα και ο Βενιαμίν, δεν σταμάτησαν λεπτό να κρατούν την σημαία της χώρας τους, ενώ την ίδια ώρα δεν ξέρουν πότε θα ξαναδούν τον πατέρα τους που έμεινε πίσω να πολεμήσει. «Οι βομβαρδισμοί γίνονταν 500 μέτρα μακριά από το σπίτι μας. Την πρώτη ημέρα μείναμε στο καταφύγιο. Όταν όμως ακούς τις βόμβες δεν σκέφτεσαι πολλά. Πήρα γρήγορα τα παιδιά και έφυγα για να σωθούμε» λέει η Ιουλία μέσω της αδελφής της που κάνει την μετάφραση. Την περασμένη Τρίτη ξεκίνησε το ταξίδι για Θεσσαλονίκη και η μητέρα των δύο γυναικών, αλλά γνωρίζουν ότι ίσως θα αντιμετωπίσει περισσότερες δυσκολίες.
«Έφυγα πριν 9 χρόνια εξαιτίας της Ρωσίας»
«Δεν θέλουν να κάτσουν για πάντα εδώ οι συγγενείς μου, θέλουν να γυρίσουν πίσω στα σπίτια τους. Ακόμα και εγώ σκέφτομαι να επιστρέψω στην Ουκρανία» λέει η Άννα που ζει τα τελευταία 9 χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Όπως εξηγεί στη «ΜτΚ» και η ίδια μετανάστευσε το 2013 με τον σύζυγο της βλέποντας τα όσα έρχονται από την Ρωσία.
«Το βλέπαμε να έρχεται. Δεν έσκασε ξαφνικά ο πόλεμος. Το 2013 φύγαμε με τον άντρα μου, γιατί από τότε αρχίσαμε να έχουμε προβλήματα και ενοχλήσεις από την Ρωσία» σημειώνει η 40χρονη.
Όταν ακούει τις αναφορές περί Ναζί και το Τάγμα Αζόφ αντιδρά και ξεσπά λέγοντας: «Είναι ψέματα αυτά. Δεν υπάρχουν Ναζί. Εγώ όσα χρόνια ζω μιλούσα πάντα και ρώσικα, δεν είχαμε ποτέ πρόβλημα με αυτό».
Την ίδια αντίδραση έχει και η Ίννα, που ζει στη Θεσσαλονίκη τα τελευταία 7 χρόνια. «Το Τάγμα Αζόφ είναι εθελοντική μονάδα εθνικής φρουράς, δεν είναι ναζιστές. Είναι στρατιώτες που προστατεύουν τη χώρα» αναφέρει στη «ΜτΚ» η Ίννα που από την πρώτη ημέρα του πολέμου είναι βασικό μέλος δράσεων και των συγκεντρώσεων στη Θεσσαλονίκη.
«Όλα άρχισαν πριν περίπου 8 χρόνια όταν είπαμε ότι θέλουμε να μπούμε στην ΕΕ. Το 2014 έπρεπε να υπογράψει το ‘χαρτί’ ο Γιανουκόβιτς, που τώρα υπέγραψε ο Ζελένσκι. Ήταν έτοιμος, πήγε Γερμανία για να το προχωρήσει αλλά όπως είχαμε μάθει δέχθηκε τηλέφωνο από το Πούτιν και σταμάτησαν όλα. Ωστόσο, ο νέοι και οι φοιτητές της Ουκρανίας ήθελαν την ένταξη της χώρας στην ΕΕ. Βγήκαν στους δρόμους να διαμαρτυρηθούν και ο Γιανουκόβιτς έβγαλε στρατιώτες για να τους χτυπάνε. Έτσι ξεσηκώθηκε όλη η Ουκρανία και ξεκίνησε η επανάσταση» υποστηρίζει η Ίννα, δίνοντας την δική της οπτική για όσα εξελίχθηκαν τα προηγούμενα κρίσιμα χρόνια. «Την Κριμαία την πήραν εύκολα οι Ρώσοι, διότι κανείς δεν περίμενε την επίθεση. Έτσι εύκολα περίμεναν να πάρουν κι άλλες περιοχές αλλά δεν μπόρεσαν» συμπληρώνει.
Το όραμα για μια νέα Σοβιετική Ένωση, οι Ουκρανοί δεν θέλουν να το ακούν καν, σύμφωνα με την Ίννα. «Μα ποιος να θέλει να ενωθούμε με τη Ρωσία και να φέρουν πίσω την Σοβιετική Ένωση. Η Ουκρανία ήταν πάντα η σκλάβα της Ρωσίας. Μας ήθελαν για τη γη μας και να δουλεύουμε γι’ αυτούς. Μας εκμεταλλεύονταν. Tώρα μας λέει ναζιστές γιατί είμαστε πατριώτες» δηλώνει.
Από την κόλαση της Μαριούπολης στη Θεσσαλονίκη
Η Ζωή Ράις δεν είχε οδηγήσει ποτέ εκτός της Μαριούπολης και όπως λέει, δεν είχε πάει ούτε στην διπλανή πόλη. Ωστόσο, αναγκάστηκε στις 27 Φεβρουαρίου να πάρει τα παιδιά της, να μπει στο αυτοκίνητο και να τολμήσει το μεγάλο ταξίδι των τεσσάρων ημερών.
«Πήρα μαζί μου μόνο τις φωτογραφίες των παιδιών. Ταξίδεψα για τέσσερις ημέρες. Δεν το είχα ξανακάνει αλλά δεν είχα επιλογή. Στον δρόμο μας έλεγαν οι Ουκρανοί στρατιώτες να οδηγούμενο μόνο στο κέντρο, καθώς αριστερά και δεξιά είχαν νάρκες. Κάποια στιγμή φοβήθηκαν τα παιδιά μου, όταν είδαμε μπροστά μας 12 τανκς. Τρόμαξα, αλλά όταν ένας στρατιώτης μου έκανε σήμα να περάσω, ηρέμησα και συνέχισα» περιγράφει για τα χιλιόμετρα του φόβου.
Το συγκλονιστικό είναι πως ο άντρας της δεν γνωρίζει ότι είναι ζωντανοί και βρίσκονται στη Θεσσαλονίκη, διότι δεν μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί του. «Ο άντρας μου έμεινε πίσω να πολεμήσει. Δεν έχει σήμα το κινητό του και η Μαριούπολη δεν έχει ρεύμα. Ήξερε ότι θα κινηθούμε προς την Ελλάδα, αλλά δεν έχει ιδέα που είμαστε αυτή την στιγμή. Δεν γνωρίζει ότι φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη».
Για τέσσερεις ημέρες η Ζωή με τα παιδιά της, Τιμούρ και Γιαρισλάβα, ζούσαν στο καταφύγιο. Φεύγοντας δεν είδαν πίσω τους, καθώς είχαν ως στόχο την επιβίωσή τους. «Τώρα βλέπω από την τηλεόραση τι γίνεται στην Μαριούπολη και πονάει η ψυχή μου. Είχαμε δικό μας σπίτι, ο άντρας μου ήταν γιατρός, ήμασταν πολύ καλά και ξαφνικά χάθηκαν όλα» λέει η Ζωή με σπαστά ελληνικά.
«Ξύπνησα από τους βομβαρδισμούς…»
Η Άννα Κησίλ στις 25 Φεβρουαρίου ξύπνησε στο Κίεβο από τους βομβαρδισμούς. Τις πρώτες ώρες κρυβόταν σε καταφύγια με την οικογένεια της αλλά σύντομα πήρε την απόφαση πως πρέπει να φύγει από τη χώρα. «Ξύπνησα από τους βομβαρδισμούς, ανεβοκατεβαίναμε στα καταφύγια αλλά το απόγευμα πήρα τρένο για το Λβίβ. Τα εισιτήρια ήταν δωρεάν, οπότε φανταστείτε τις ουρές και πόσοι περίμεναν στην αποβάθρα. Το πρωί της επόμενης ημέρας έφτασα στο Λβίβ. Βρήκα μία παρέα φίλων και φύγαμε για τα σύνορα με Ουγγαρία, όπου περάσαμε τη νύχτα. Η ουρά ήταν 1,5 χλμ. και καταφέραμε να περάσουμε το επόμενο πρωί στις 8. Αναγκαστήκαμε να βγούμε από το αυτοκίνητο και να περπατήσουμε για να περάσουμε τα σύνορα. Από την Βουδαπέστη πήρα αεροπλάνο και έφτασα στη Θεσσαλονίκη το απόγευμα της Τρίτη 1 Μαρτίου» αφηγείται η Άννα για το μεγάλο της ταξίδι.
Η 30χρονη άφησε πίσω τους γονείς της και την 75χρονη γιαγιά της. Καθημερινά προσπαθεί να επικοινωνεί μαζί τους ανά μία ώρα για να ακούσει την φωνή τους. «Εγώ έφυγα γιατί ένιωσα πως ήταν η μοναδική ευκαιρία μου. Οι γονείς μου δυσκολεύονται να αφήσουν τα σπίτια και τις ζωές τους στο Κίεβο. Ούτε η γιαγιά μου δεν ήθελε να φύγει κι ας μην μπορεί να κρυφτεί στα καταφύγια. Δεν αντέχει να ανεβοκατεβαίνει συνέχεια, είναι μεγάλη γυναίκα. Κοιμάται στο διαμέρισμά της, ανάμεσα στο μπάνιο και στον διάδρομο γιατί το σημείο αυτό θεωρείται ασφαλέστερο. Δεν περίμενα πως το 2022 θα γνωρίζω αυτές τις λεπτομέρειες…» λέει με μειδίαμα.
«Η ημέρα μου στη Θεσσαλονίκη αρχίζει με τηλέφωνο στην οικογένεια μου, για να βεβαιωθώ ότι ζουν. Σίγουρα δεν είναι καλά ψυχολογικά, καθώς ακούν εκρήξεις συνεχώς γύρω τους. Ο πύργος τηλεπικοινωνιών που βομβάρδισαν είναι πολύ κοντά στο σπίτι μας» σημειώνει η 30χρονη που γνωρίζει την ελληνική γλώσσα πολύ καλά, καθώς είναι μεταφράστρια και δούλευε στην πρεσβεία της Ελλάδας στο Κίεβο έως τον Σεπτέμβριο του 2021. «Δεν έρχομαι πρώτη φορά στην Ελλάδα. Τα τελευταία 10 χρόνια την επισκέπτομαι συχνά. Έχω φίλους στη Θεσσαλονίκη που με φιλοξενούν, για αυτό και πήρα την απόφαση να έρθω εδώ, ήξερα ότι θα έχω στήριξη».
«Δεν περιμέναμε τον πόλεμο, γιατί να ετοιμαστούμε;»
Η Άννα και η οικογένειά της μέχρι και την τελευταία στιγμή δεν πίστευαν πως θα χρειαστεί να φύγουν από την χώρα. «Δεν περιμέναμε τον πόλεμο. Λέγαμε ‘γιατί να ετοιμαστούμε’» αναφέρει χαρακτηριστικά. Ωστόσο μέσα σε μια νύχτα όλα άλλαξαν και ζωή τους πλέον δεν θα είναι ποτέ ίδια. «Η Ρωσία είναι χώρα κατακτητής. Ο Πούτιν είναι δολοφόνος και τρομοκράτης, πρέπει η διεθνής κοινωνία να τον σταματήσει. Αυτό που ζούμε εύχομαι να μην το ζήσει ποτέ η Ελλάδα. Είναι ο,τι χειρότερο» είναι το μήνυμα της 30χρονη.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 13.03.2022