Την ανησυχία τους για το εμπορικό έλλειμα -δηλαδή το πόσα περισσότερα εισάγουμε από όσα εξάγουμε- εξέφρασαν τόσο ο υπουργός Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος όσο και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών Σπύρος Θεοδωρόπουλος, μιλώντας στο συνέδριο Export Summit του ΣΕΒΕ.
Ο κ. Θεοδωρικάκος είπε ότι η Ελλάδα σήμερα έχει το ίδιο έλλειμμα με 25 χρόνια πριν, όταν μπήκε στην ευρωζώνη. «Οφείλουμε να παράγουμε περισσότερα και καλύτερα και να καταναλώνουνε πολύ λιγότερα. Χρειαζόμαστε περισσότερες εξαγωγές, πρέπει να στηρίξουμε τη βιομηχανία και την παραγωγική δραστηριότητα, να κάνουμε καινοτομία, να είμαστε ανταγωνιστικοί» σημείωσε, διαβεβαιώνοντας ότι η πολιτεία θα σταθεί αρωγός. Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΣΕΒ εκτίμησε ότι στο τέλος του 2024 το εμπορικό έλλειμα θα φτάσει κοντά στα 30 δισ. ευρω.
«Από πού θα δανειζόμαστε αυτά τα 30 δισ; Τα δανείζονται οι τράπεζες, οι επιχειρήσεις και η βιομηχανία» είπε ο κ. Θεοδωρόπουλος. Επίσης αναφέρθηκε εμφατικά στο σοβαρό πρόβλημα με το κόστος ενέργειας για τις επιχειρήσεις που δουλεύουν με μέση τάση και -διαψεύδωντας τον υπουργό Ενέργειας που διαβεβαίωσε ότι αυτές οι αυξήσεις δεν θα περάσουν στον καταναλωτή- είπε ότι μοιραία θα φτάσουν στους καταναλωτές, μέσω πληθωρισμού. «Δεν γίνεται να συνεχίσουμε να αγνοούμε το πρόβλημα, πρέπει να βρουμε εσωτερική λύση. Σε 3 μέρες το ρεύμα ανέβηκε 60%, πώς να κλείσουμε συμφωνία για παράδοση πχ τον Μάρτιο, με ποια προβλεψιμότητα;» διερωτήθηκε.
Όπως είπε ο κ. Θεοδωρόπουλος, η χώρα χρειάζεται ένα επενδυτικό σοκ και γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης, και δεν μπορούμε να βασιζόμαστε μόνο στο ταμείο ανάκαμψης, γιατί τα χρήματα δεν είναι αρκετά. Τόνισε επίσης ότι «δεν γίνεται το κράτος να βάζει λεφτά για να μεγαλώνουν επιχειρήσεις, οι ίδιες οι επιχειρήσεις να επενδύουν τα δικά τους κεφάλαια και μετά να επιβραβεύοντα» και τάχθηκε κατά των άμεσων επιδοτήσεων και υπέρ των φορολογικών κινήτρων και των γρήγορων διαδικασιών, γιατί μέχρι να πάρει μια επιχείρηση την φοροαπαλλαγή έχει δημιουργήσει οφειλές από ΦΠΑ και φόρους.
Πρότεινε ακόμη να σταματήσουν τα κίνητρα του αναπτυξιακού νόμου να συνδέονται με θέσεις εργασίας «όταν δεν υπάρχουν αρκετοί εργαζόμενοι και όταν η τεχνολογία αιχμής δεν δημιουργεί θέσεις εργασίας» αλλά να συνδέονται με τη βελτίωση της παραγωγικότητα μιας επιχείρησης. Επίσης χαρακτήρισε «κακομαθημένες» τις επιχειρήσεις και τόνισε την ανάγκη να ανοίξει ο κοινωνικός διάλογος με τους εργαζόμενους για να λυθούν τα ανοικτά θέματα.
Από την πλευρά του ο υπουργός Ανάπτυξης προανήγγειλε έναν νέο αναπτυξιακό νόμο μόνο τις παραμεθόριες περιοχές, από Ήπειρο μέχρι Έβρο και ζήτησε από τις επιχειρήσεις να δείξουν οικονομικό πατριωτισμό, καθώς «ο καλύτερος τρόπος να διαφυλαχτούν τα σύνορα δεν είναι ο φράχτης αλλά περισσότερα εργοστάσια που θα κρατούν τα ελληνόπουλα στις παραμεθόριες περιοχές».