Ξεκίνησε τη λειτουργία του ως βυζαντινό χάνι, ως πανδοχείο εποχής στεγάζοντας τους ταξιδιώτες και τα ζώα τους, που ήθελαν να ξαποστάσουν στη διαδρομή μεταφοράς εμπορευμάτων, στα τέλη του 12ου αιώνα, σύμφωνα με την αρχαιολογική υπηρεσία. «Βαφτίστηκε» με την έλευση της οθωμανικής αυτοκρατορίας και πήρε το όνομα Καραβάν Σαράι.
Πρόκειται για το μεγαλύτερο οικόπεδο, εκτάσεως περίπου 3.200 τετραγωνικών μέτρων, που υπάρχει στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στη γωνία των οδών Βενιζέλου και Βαμβακά, με το κτίριο να γνωρίζει στιγμές «δόξας» για περίπου τέσσερις δεκαετίες, όταν δεν υπήρχε «σπιθαμή» του ξενοίκιαστη. Οι νεότεροι πάλι το ξέρουν ως παλιό δημαρχείο της Θεσσαλονίκης.
Τη μακρά και άκρως ενδιαφέρουσα ιστορία του Καραβάν Σαράι, «ξεδιπλώνει», μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Νίκος Σαπουντζής, πρώην ξενοδόχος και ιδρυτής της εταιρείας «Tourism Plus». Ο παππούς του, Θεόδωρος, ήταν αυτός που αγόρασε ένα τμήμα του κτιρίου, μαζί με άλλους τρεις επιχειρηματίες της εποχής, με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912 και στην κατοχή της οικογένειάς του παρέμεινε το αρχικό τμήμα του συγκεκριμένου οικήματος έως την πώλησή του το 2019 σε ισραηλινό fund.
«Δεν υπήρχε τετραγωνικό άδειο τις δεκαετίες '60, '70, '80, μέχρι και το '90. Στα 2/3 του οικοδομικού τετραγώνου ήταν το δημαρχείο και στο υπόλοιπο γραφεία και βιοτεχνικοί χώροι. Σιγά σιγά άρχισε ο χώρος να φθίνει, καθώς όλοι αναζητούσαν πιο μοντέρνα και εξελιγμένα κτίρια, ενώ και η βιοτεχνία παπουτσιών παρουσίασε ύφεση λόγω των εισαγωγών από ξένες χώρες» θυμάται ο κ. Σαπουντζής. Σήμερα, τα 3.262 τετραγωνικά μέτρα του κτιρίου έχουν μοιραστεί σε 91 μερίδια με περίπου 300 ιδιοκτήτες.
Το «κουβάρι» της ιστορίας πιάνεται από την αρχή καθώς με την απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους, το Καραβάν Σαράι είχε πέσει σε δυσμένεια. Ήταν ερείπιο, δεν λειτουργούσε πια, είχαν γκρεμιστεί αρκετά μέρη του. «Η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου έβγαλε το οικόπεδο και το παλιό βυζαντινό χάνι σε πλειστηριασμό. Αρχικά, υπήρχαν σκέψεις να το εκμεταλλευτεί το ίδιο το δημόσιο ως ξενοδοχείο και για άλλες χρήσεις, όμως τελικώς βγήκε σε δημοπρασία» συνεχίζει ο κ. Σαπουντζής.
Τότε, ο παππούς του, επιχειρηματίας που είχε μετακομίσει μαζί με την οικογένειά του από τη Φλώρινα στη Θεσσαλονίκη, συμμετείχε στη δημοπρασία, μαζί με άλλους τρεις, κι έτσι όλο το οικόπεδο και ό,τι είχε απομείνει από το κτίριο πέρασε στην κυριότητα του ίδιου, του Κουκουφλή, του Βαρσάνο και στα αδέλφια Πανταζίεβιτς, οι οποίοι αποφάσισαν να μετατρέψουν τα ερείπια σε ένα ξενοδοχείο με τα πρώτα σχέδια να υπάρχουν από το 1925 του γνωστού αρχιτέκτονα της εποχής Μαρίνο Δελλαδέτσιμα.
Στην πορεία εμφανίστηκε η οικογένεια Δήμου που αγόρασε το μεγαλύτερο ποσοστό του οικοδομικού τετραγώνου, από τους Σέρβους και τον Βαρσάνο, έτσι οι ιδιοκτήτες έμειναν τρεις (Σαπουντζής, Κουκουφλής, Δήμου), οι οποίοι προπολεμικά αποφάσισαν να ξεκινήσουν το χτίσιμο. Μέχρι την Κατοχή, τα μπετά «σκαρφάλωσαν» σε τρεις ορόφους και η ιδέα καθηλώθηκε. «Ήρθε το "κραχ" στις Ηνωμένες Πολιτείες και ο πόλεμος και το σχέδιο κόλλησε. Αν και το κτίριο ήταν γιαπί φιλοξένησε οικογένειες εκτοπισμένες από την ύπαιθρο κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου» εξήγησε ο κ. Σαπουντζής.
Το 1952 υπήρξε συμφωνία να συνεχιστεί η ανοικοδόμηση του κτιρίου, που τελικώς έφτασε τους τέσσερις ορόφους και άλλους δύο σε εσοχή. Στο ισόγειο ήταν όλο καταστήματα, ενώ στους ορόφους γραφεία, εταιρείες, βιοτεχνίες. Μάλιστα, από το 1958, το Καραβάν Σαράι νοικιάστηκε στον δήμο Θεσσαλονίκης. Οι υπηρεσίες του δημαρχείου παρέμειναν για πάνω από μισό αιώνα στο ιστορικό κτίριο, έως το 2010 οπότε και ολοκληρώθηκε το νέο δημαρχιακό μέγαρο.
Η οικογένεια Σαπουντζή κατείχε το 20% όλου του οικοδομικού τετραγώνου και του Καραβάν Σαράι και των καταστημάτων, η οικογένεια Κουκουφλή το 25% και η οικογένεια Δήμου το υπόλοιπο 55%.
Τι «έζησε» το κτίριο
Ημέρες αίγλης και λαμπρότητας διένυσε το κτίριο που στέγαζε το παλιό δημαρχείο Θεσσαλονίκης και δεκάδες υπηρεσίες του. Για πολλά χρόνια υπήρχε ζωντάνια και ένταση στα γραφεία και στους διαδρόμους. Υπάλληλοι, δημότες, επίσημοι προσκεκλημένοι, ξένες αντιπροσωπείες πέρασαν το κατώφλι του. Αποφάσεις για τη ζωή των Θεσσαλονικέων, αντεγκλήσεις, κόντρες, αλλά και επίσημοι εορτασμοί, στολισμοί και φωταγωγήσεις.
Πλέον, αρκετά από τα καταστήματα και τα γραφεία που λειτουργούσαν σε όλο το οικοδομικό τετράγωνο είναι άδεια, αφημένα και παρατημένα. Από τη δική του πλευρά, ο Χρήστος Κουκουφλής, στον οποίο έχει προέλθει από κληρονομιά το 25% των ισογείων καταστημάτων και των υπογείων, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, αφήνει να εννοηθεί ότι αυτό γίνεται σκοπίμως. Οι άλλοι ιδιοκτήτες θέλουν το κτίριο να πουληθεί. Οι συνιδιοκτήτες βρίσκονται σε πολυετή δικαστική διαμάχη για την διαχείριση του ακινήτου. Αναφέρει επίσης ότι μέρος των εσόδων των κληρονόμων Κουκουφλή διατίθεται σε φιλανθρωπικό έργο.
Η τύχη του Καραβάν Σαράι μετά την πώλησή του
Οι διαπραγματεύσεις με το ισραηλινό fund ξεκίνησαν το 2018 και η πώληση συνεχίζεται έως σήμερα, με τους νέους ιδιοκτήτες να μην έχουν πάρει στην κυριότητά τους το 100% του κτιρίου. Η διαδικασία πήγε πίσω λόγω της πανδημίας και εξαιτίας γραφειοκρατικών ζητημάτων που προκύπτουν από τους πολλούς κληρονόμους.
Ο κ. Σαπουντζής εκφράζει την άποψη πως «το κτίριο θα γίνει ένα στολίδι για την πόλη», αφού θα παραμείνει ως έχει με την απόφαση του 1983 της Μελίνας Μερκούρη που χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο και έργο τέχνης. Η αρχιτεκτονική του μοιάζει πολύ με τη ΧΑΝΘ, ενώ εκτιμάται πως η περιοχή πάνω από την Εγνατία θα αναπτυχθεί σε συνδυασμό με το Μετρό, το Σταθμό Βενιζέλου, το Τζαμί Χαμτζά Μπέη, το γνωστό «Αλκαζάρ», που είναι σε εξέλιξη οι εργασίες αναπαλαίωσης.
Στα σχέδια των ισραηλινών είναι να μετατραπεί και πάλι ο χώρος σε ξενοδοχείο, σε γραφεία και σε μαγαζιά, ενδεχομένως με τον συνδυασμό αυτό να θεωρείται ο πιο συμφέρον.
Αποτελεί νεότερο μνημείο της Θεσσαλονίκης
Το Καραβάν Σαράι αποτελεί νεότερο μνημείο της Θεσσαλονίκης και στην απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού το 1983 αναφέρεται ότι χρειάζεται «ειδική κρατική προστασία σύμφωνα με το σχετικό νόμο γιατί είναι χαρακτηριστικό δείγμα της αρχιτεκτονικής των αναζητήσεων των πρώτων δεκαετιών του αιώνα».
Είναι λιτό με κυβιστική έκφραση, αναπτύσσεται σε στάθμες. Οι όψεις του είναι σύμμετρες σαν αποτέλεσμα της λειτουργικής του οργάνωσης. Μοναδική διακόσμησή του η οδοντωτή ταινία που περιβάλλει τα ανοίγματα του ημιορόφου καθώς και η διακόσμηση των κύριων κεντρικών εισόδων με τους κιονίσκους και το τοξωτό υπέρθυρο. Εκτός από το ενδιαφέρον που παρουσιάζει το ίδιο το κτίριο έχει και αξιόλογη θέση δίπλα στο διατηρητέο μνημείο του Χαμτζά Μπέη τζαμί.