Πριν από τις ευρωεκλογές είχε δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οδεύαμε προς μία, μάλλον αδιάφορη αναμέτρηση. Μία αγγαρεία, μετά το εκλογικό overdose του 2023 με τις αλλεπάλληλες εκλογές, δύο εθνικές συν αυτές τις αυτοδιοίκησης. Είναι άλλωστε και ο χαρακτήρας αυτών των εκλογών οι οποίες θεωρούνται κατά παράδοση ως δεύτερης κατηγορίας. Όσα ακολούθησαν όμως μετά την 9η Ιουνίου διαψεύδουν όλες τις ανωτέρω εκτιμήσεις. Το κακό εκλογικό αποτέλεσμα όσον αφορά τα τρία μεγαλύτερα κόμματα έχει πυροδοτήσει τριγμούς και αναταράξεις, για τις οποίες κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει που μπορεί να οδηγήσουν.
Η πρώτη ρωγμή
Η Νέα Δημοκρατία, παρότι τοποθέτησε χαμηλά τον πήχη, στο 33% των ευρωεκλογών του 2019, αντί του σχεδόν 41% του Ιουνίου 2023, πέρασε καθαρά από κάτω. Η εκλογική της επίδοση ήταν από τις χειρότερες ως προς το ποσοστό, αλλά η χειρότερη σε συνολικό αριθμό ψήφων, ακόμη και από το ποσοστιαίο ναδίρ του Μαΐου 2012.
Οι πολύ κακές επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ επέτρεψαν στον Κυριάκο Μητσοτάκη να αισθάνεται ότι δεν απειλείται από τους αντιπάλους του, ωστόσο, όσα συνέβησαν τις ημέρες που ακολούθησαν και κυρίως, αυτά που έγιναν την περασμένη Δευτέρα στο Πολεμικό Μουσείο, δείχνουν ότι, για πρώτη φορά μετά το 2016 δημιουργούνται προϋποθέσεις αμφισβήτησης της πολιτικής ηγεμονίας του εντός του κυβερνώντος κόμματος. Και όταν η αμφισβήτηση αυτή υποδαυλίζεται από δύο πρώην πρωθυπουργούς της παράταξης, τότε τα πράγματα είναι μάλλον σοβαρά.
Έως που σκοπεύουν να τραβήξουν το σκοινί ο Αντώνης Σαμαράς και ο Κώστας Καραμανλής, κυρίως ο πρώτος, δεν είναι εύκολο να το προβλέψει κανείς. Προφανώς θα εξαρτηθεί και από τις κινήσεις τις οποίες θα κάνει ο κ. Μητσοτάκης. Είτε αυτές αφορούν την πολιτική του κατεύθυνση, με ενδεχόμενη στροφή προς τα δεξιά, είτε το κυβερνητικό μείγμα, με περισσότερα «γαλάζια» στελέχη στα υπουργεία είτε ακόμη και την επιλογή του προσώπου για το αξίωμα του/της Προέδρου της Δημοκρατίας.
Πάντως η εντύπωση που υπάρχει προς το παρόν είναι ότι, για πρώτη φορά από τότε που εξελέγη αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας ο κ. Μητσοτάκης βρίσκεται υπό επιτήρηση, αλλά σίγουρα όχι υπό επιτροπεία, όπως ενδεχομένως θα επιθυμούσαν ορισμένοι.
Ξεκαθάρισμα στον ΣΥΡΙΖΑ
Πολύ χειρότερα είναι τα πράγματα για τον ΣΥΡΙΖΑ. Μετά την αποτυχία του βασικού εκλογικού στόχου που είχε θέσει ο Στέφανος Κασσελάκης, αυτού της αύξησης του ποσοστού το οποίο θα είχε δυάρι μπροστά, στον ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται πως οδεύουν προς την τελική αναμέτρηση. Αυτό τουλάχιστον μαρτυρούν όλες οι μετεκλογικές κινήσεις του προέδρου του (υπαινιγμοί για «μαύρο» χρήμα, κλείσιμο της Αυγής κ.λπ.).
Επιδίωξή του, όπως διαφαίνεται, είναι να προχωρήσει σε ένα οριστικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τον παλιό ΣΥΡΙΖΑ, συμπεριλαμβανομένου και του Αλέξη Τσίπρα. Οι κινήσεις του τέως πρωθυπουργού ο οποίος επιδιώκει πολιτικό come back φαίνεται να προκαλούν άγχος και ανασφάλεια στον πρόεδρο του κόμματος εξ ου και οι άνευ προηγουμένου επιθέσεις σε βάρος του κ. Τσίπρα τον οποίο κατηγόρησε ανοιχτά ότι τον υπονομεύει. Όπως όλα δείχνουν στόχος του κ. Κασσελάκη είναι η δημιουργία ενός καθαρά προσωποπαγούς σχήματος, ενός κόμματος ΙΧ, με λαϊκίστικα χαρακτηριστικά. Αυτό συνεπάγεται περαιτέρω συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ και νέες αποχωρήσεις οι οποίες δεν αποκλείεται να έχουν ως αφετηρία τη χθεσινή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής που αναμενόταν θυελλώδης μετά την παρέμβαση των 87.
Η Κεντροαριστερά
Βεβαίως υπάρχουν στελέχη στον ΣΥΡΙΖΑ που βλέπουν ότι μέσα από αυτήν την πολιτική θύελλα μπορεί να προκύψουν θετικές εξελίξεις. Θεωρούν ότι οι αλλοπρόσαλλες, ακραίες κινήσεις, αλά Τραμπ, του κ. Κασσελάκη, θα απελευθερώσουν δυνάμεις οι οποίες θα προσανατολιστούν στη συγκρότηση ενός ευρύτερου κεντροαριστερού σχήματος με στόχο να αναδειχθεί εκείνο σε βασικό αντιπολιτευτικό πόλο. Οι δυνάμεις αυτές έχουν ασφαλώς πολιτική αναφορά και στον ίδιο τον κ. Τσίπρα από τον οποίο περιμένουν να δουν τις επόμενες κινήσεις του. Εάν θα είναι δηλαδή διατεθειμένος να βγει μπροστά σε μία τέτοια προσπάθεια. Πάντως σε αυτή τη συγκυρία, αυτό το εγχείρημα δεν φαντάζει εύκολο. Τουλάχιστον όχι, μέχρι τον προσεχή Οκτώβριο οπότε θα ξεκαθαρίσουν κάπως τα πράγματα στο ΠΑΣΟΚ.
Πληθωρισμός υποψηφίων
Οι αναταράξεις στο κόμμα της ελάσσονος αντιπολίτευσης ήταν κάπως αναντίστοιχες με το εκλογικό αποτέλεσμα το οποίο μπορεί να ήταν κατώτερο των προσδοκιών και του στόχου που είχε τεθεί για κατάκτηση της δεύτερης θέσης, όμως η έντονη αμφισβήτηση του Νίκου Ανδρουλάκη από το βράδυ κιόλας των εκλογών προκάλεσε εντύπωση.
Όπως εντύπωση προκαλεί και ο μεγάλος αριθμός των υποψηφίων για την αρχηγία. Όσο δεν ξεκαθαρίζει το τοπίο με τις υποψηφιότητες δεν είναι εύκολο να γίνουν προβλέψεις, παρά μόνο ότι η εκλογή προέδρου θα είναι αναμέτρηση δύο γύρων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, συνήθως ο εν ενεργεία αρχηγός δεν βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση. Από τις πολλές έως τώρα υποψηφιότητες μεγαλύτερη δυναμική φαίνεται να έχουν οι Νίκος Ανδρουλάκης, Χάρης Δούκας και Παύλος Γερουλάνος. Σε αυτήν την κατηγορία ίσως προστεθεί και η Άννα Διαμαντοπούλου η οποία φαίνεται να το σκέφτεται σοβαρά. Όλοι οι υπόλοιποι (Νάντια Γιαννακοπούλου, Μιχάλης Κατρίνης, Μιλένα Αποστολάκη, Γιάννης Κανελλάκης) είναι πολύ πιο πίσω και θα πρέπει να δούμε πόσοι/ες εξ αυτών θα φτάσουν ως την κάλπη.
Σε κάθε περίπτωση, το ΠΑΣΟΚ ενδέχεται να βγει αναβαπτισμένο από αυτήν την εσωκομματική δοκιμασία, και να διεκδικήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στον χώρο της κεντροαριστεράς, σε συνδυασμό και με την βαθιά κρίση στην οποία έχει περιέλθει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, ο δρόμος για τη συγκρότηση ενός ευρύτερου κεντροαριστερού σχήματος φαίνεται πως θα είναι μακρύς, με πολλά εμπόδια και αρκετούς κινδύνους. Ένας εξ αυτών είναι και το ενδεχόμενο ενός εκλογικού αιφνιδιασμού εκ μέρους του κ. Μητσοτάκη ο οποίος ίσως θελήσει, στήνοντας νέες κάλπες, να σβήσει αυτό το 28,5%, εκμεταλλευόμενος και την κρίση στο χώρο της αντιπολίτευσης.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 07.07.2024