Ύφεση παρουσίασε την τελευταία εβδομάδα η μεγάλη έξαρση του κορονοϊού που άρχισε στις αρχές Αυγούστου και πολλοί την αποκάλεσαν ως το «δεύτερο κύμα ». Τα νέα κρούσματα που καταγράφονται καθημερινά παραμένουν σταθερά κατά μέσο όρο από 144 έως 260, με την Αττική να κατακτά επανωτά αρνητικά ρεκόρ, ενώ η Θεσσαλονίκη φαίνεται να αποχωρίζεται το υψηλό φορτίο, με κάποιες ημέρες να καταγράφει ακόμα και μονοψήφιο αριθμό κρουσμάτων.
«Σαφέστατα δείχνει να υποχωρεί η έξαρση που είχαμε τον τελευταίο μήνα. Τα σενάρια που περιμέναμε, φαίνεται πως είχαμε χρόνο να τα αποτρέψουμε και να περιορίσουμε την έξαρση» δηλώνει ο αναπληρωτής καθηγητής Παθολογίας και Λοιμωξιολογίας του ΑΠΘ και επικεφαλής του Κέντρου Αναφοράς COVID-19 στη Βόρεια Ελλάδα, Συμεών Μεταλλίδης. Όπως αναφέρει, πλέον, υπάρχουν τρία σενάρια για τους επόμενους μήνες: «κατά περιόδους ίσως να έχουμε ελεγχόμενες εξάρσεις, να παραμείνει σταθερή η ροή κρουσμάτων ή να ξεσπάσει ένα νέο μεγάλο επιδημιολογικό κύμα».
Να επιστρέφουμε σε ασφαλή όρια εκτιμά και ο συντονιστής Διαχείρισης Πανδημίας του Νοσοκομείου «Γεώργιος Παπανικολάου» Θεσσαλονίκης και διευθυντής του Πνευμονολογικού Τμήματος ΕΣΥ, Αδαμάντιος Χλωρός. «Φαίνεται πως υποχωρεί το κύμα που πήγαινε να εξελιχθεί. Μέσα στην έξαρση αυτή, ίσως να είχαμε μία αύξηση των 10 ατόμων που έπρεπε να νοσηλευτούν. Αυτός ο αριθμός δεν μας ανησύχησε» τονίζει.
Η μεγαλύτερη διασπορά του COVID-19 τον τελευταίο μήνα έγινε σε νεότερες ηλικίες, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι ασθενείς να είναι ασυμπτωματικοί και να μη χρειάζονται νοσηλεία. «Τα περισσότερα κρούσματα συνεχίζουν να είναι μικρής ηλικίας, καθώς η διασπορά έγινε σε μία περίοδο που όλοι ήταν διακοπές. Αν υπάρχει νέα έξαρση ίσως να αλλάξει και ο ηλικιακός μέσος όρος» επισημαίνει ο κ. Μεταλλίδης.
Οι αριθμοί κινδύνου για τους ασθενείς
Ένα νέο κύμα θα εξαρτηθεί από την αύξηση των θανάτων από κορονοϊό και των ασθενών που διασωληνώνονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), σύμφωνα με πολλούς λοιμωξιολόγους της επιστημονικής επιτροπής του υπουργείου Υγείας για τον COVID-19. «Οι πρώτοι 50 ασθενείς που θα είναι ταυτόχρονα διασωληνωμένοι σε ΜΕΘ, θα αποτελεί το πρώτο ‘καμπανάκι’ στη χώρα. Το πρόβλημα είναι ότι οι ασθενείς που εισάγονται σε ΜΕΘ νοσηλεύονται για μεγάλο χρονικό διάστημα και αυτό θα επηρεάσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας» εξηγεί ο Συμεών Μεταλλίδης.
Για τη Θεσσαλονίκη, οι αριθμοί κινδύνου είναι το «200» και το «20». Όπως αναφέρει ο κ. Μεταλλίδης, «το όριο νοσηλευόμενων που αντέχει η Θεσσαλονίκη στις κλινικές COVID-19 των νοσοκομείων είναι 200 άτομα, ενώ σε ΜΕΘ μπορούν να νοσηλευτούν ταυτόχρονα έως 20 άτομα». Σύμφωνα με τον επικεφαλής του Κέντρου Αναφοράς Covid-19 στη Βόρεια Ελλάδα, έως και την Τετάρτη νοσηλεύονταν περίπου 130 ασθενείς με κορονοϊό στα νοσοκομεία της πόλης και λιγότερα από 20 άτομα σε ΜΕΘ.
Χαρακτηριστικά, στο ΑΧΕΠΑ έως τις 9 Σεπτεμβρίου, νοσηλεύονταν 30 άτομα σε θαλάμους αρνητικής πίεσης και 8 σε ΜΕΘ. Την ίδια ημέρα, στο «Παπαγεωργίου» δεν νοσηλευόταν κανένας ασθενής με κορονοϊό σε ΜΕΘ, ενώ σύμφωνα με τον πρόεδρο των εργαζομένων του νοσοκομείου, στην κλινική COVID-19 νοσηλεύονταν 25 άτομα. «Οι αριθμοί αυτοί βέβαια αλλάζουν ανά πάσα στιγμή, ειδικά σε εφημερίες. Οποιαδήποτε ώρα μπορεί κάποιος να παρουσιάσει βαριά δύσπνοια και να χρειαστεί να διασωληνωθεί» διευκρινίζει ο Παναγιώτης Τουχτίδης. Επίσης, στο δεύτερο νοσοκομείο αναφοράς κορονοϊού στη Θεσσαλονίκη, το «Παπανικολάου», την ίδια ημέρα υπήρχαν 5 ασθενείς σε ΜΕΘ και περίπου 40 άτομα νοσηλεύονταν στην κλινική COVID-19. «Αν ξεπεραστούν τα όρια, υπάρχουν τρόποι να ανταπεξέλθουμε. Θα αφαιρεθούν κλίνες από άλλες κλινικές των νοσοκομείων για να καλυφθούν οι ανάγκες, αλλά έτσι θα προκληθούν προβλήματα λειτουργίας στο σύστημα υγείας» σημειώνει ο κ. Μεταλλίδης.
Ελεγχόμενη η κατάσταση
Μέχρι στιγμής ωστόσο, η κατάσταση στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης φαίνεται να είναι ελεγχόμενη. Τα επιβεβαιωμένα κρούσματα αγγίζουν τα όσα προέβλεπαν οι ειδικοί και το υγειονομικό προσωπικό και ακόμα δεν έχουν προκύψει σοβαρά ζητήματα αντιμετώπισης της έξαρσης. «Η κατάσταση είναι ελεγχόμενη, μπορούμε να τη διαχειριστούμε έως τώρα» δηλώνει η πρόεδρος των εργαζομένων στο νοσοκομείο «Παπανικολάου» Ελένη Σιώτου. Την ίδια γνώμη έχει ο πρόεδρος εργαζομένων στο νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» Παναγιώτης Τουχτίδης. «Εκτός από τους ασθενείς από τα γηροκομεία, τα υπόλοιπα κρούσματα συνεχίζουν να είναι κυρίως νεαρής ηλικίας. Όμως, σταθμός θα αποτελέσει και το άνοιγμα των σχολείων από Δευτέρα. Ελπίζω να μην έχουμε και μικρότερους ασθενείς στο νοσοκομείο» αναφέρει ο κ. Τουχτίδης.
Τις υγειονομικές αρχές απασχολούν αρκετά περιπτώσεις με μεγάλες εστίες μετάδοσης του ιού, όπως το εργοστάσιο κονσερβοποιΐας στα Γιαννιτσά, όπου εντοπίστηκαν τουλάχιστον 46 κρούσματα και τα γηροκομεία. «Αν συνεχίσει όπως την περασμένη εβδομάδα η κατάσταση, θα είναι διαχειρίσιμη η κατάσταση. Αλλά αυτό που μας ανησυχεί είναι ότι βλέπουμε μεγάλους πυρήνες μετάδοσης όπως το εργοστάσιο στα Γιαννιτσά αλλά και γηροκομεία. Λόγω της διασποράς σε αυτούς τους χώρους, μπορεί να αυξηθούν ραγδαία οι ασθενείς που χρειάζονται νοσηλεία» δηλώνει ο Σ. Μεταλλίδης.
Από την πλευρά του ο Αδ. Χλώρος τονίζει ότι στη Θεσσαλονίκη, υπάρχουν ημέρες που οι ασθενείς δεν βρίσκουν πνευμονολόγο. «Μόνο το νοσοκομείο Παπανικολάου και το Παπαγεωργίου έχει πνευμονολογική κλινική. Όταν δεν εφημερεύει ένα από αυτά τα νοσοκομεία, τότε οι ασθενείς δεν μπορούν να βρουν πνευμονολόγο στην πόλη» αναφέρει.
«Όχι νοσηλεία ηλικιωμένων χωρίς συμπτώματα»
Μετά τους δεκάδες θανάτους που καταγράφτηκαν στο γηροκομείο στο Ασβεστοχώρι, λόγω της διασπορά του ιού, υπάρχει μεγάλη ανησυχία και επιτήρηση για τα μέτρα προστασίας στους οίκους ευγηρίας. Ωστόσο, σύμφωνα με τον συντονιστή διαχείρισης πανδημίας του «Παπανικολάου», οι ασυμπτωματικοί ηλικιωμένοι δεν θα έπρεπε να νοσηλεύονται στα νοσοκομεία, διότι μπορεί να αποβεί μοιραίο.
«Από τους 11 ηλικιωμένους από το γηροκομείο στο Ασβεστοχώρι που κατέληξαν στο νοσοκομείο μας, οι 7 είχαν συμπτώματα και επιπλοκές λόγω κορονοϊού, αλλά οι 4 ήταν ασυμπτωματικοί. Επιβαρύνθηκε η υγεία τους λόγω της παραμονής τους στο νοσοκομείο» δηλώνει ο Αδαμάντιος Χλωρός. Σύμφωνα με τον ίδιο, θα έπρεπε να έχουν προετοιμάσει νέες δομές νοσηλείας για τους ασυμπτωματικούς ηλικιωμένους ασθενείς. «Έχουν περάσει 6 μήνες από το πρώτο κύμα κορονοϊού. Θα μπορούσαν να έχουν ετοιμάσει διαφορετικούς χώρους νοσηλείας ηλικιωμένων που δεν έχουν συμπτώματα. Όμως, δεν έχουμε οργανωθεί ακόμα κι ας πέρασε αρκετός καιρός» επισημαίνει.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12-13 Σεπτεμβρίου 2020