Στον τόπο καταγωγής της και τις… ρίζες της στη Χαλκιδική επιστρέφει η σοπράνο Μάρια Ντεβιτζάκη η οποία μαζί με την The Big Band of Moudania και μαέστρο τον Γιώργο Σαμαρά παρουσιάζουν απόψε μια μοναδική συναυλία στο Αμφιθέατρο Νέων Μουδανιών ανοίγοντας με αυτόν τον τρόπο το Φεστιβάλ Θάλασσας για το 2024.
Με ένα πρόγραμμα γεμάτο με πλούσιες ενοχρηστρώσεις, τζαζ μουσική, μουσικές από ταινίες και αγαπημένα τραγούδια, πάνω από 70 άτομα θα ανέβουν στη σκηνή, μουσικοί, χορευτές, χορωδία και υπόσχονται ένα μουσικό ταξίδι σε άλλες δεκαετίες με θέα την θάλασσα.
Για τη Μάρια, που ζει και διαπρέπει στο εξωτερικό εδώ και χρόνια, αυτή η συναυλία δεν αναμένεται μόνο να είναι ιδιαίτερη αλλά και κομβική. Όπως εξηγεί στο makthes.gr με αφορμή τη συναυλία, το γεγονός ότι επιστρέφει στον τόπο που μεγάλωσε σε συνδυασμό με την συνεργασία με την μπάντα η οποία επίσης κατάγεται από τα Νέα Μουδανιά είναι πολύ συγκινητική για εκείνη. Συγκινητική γιατί θα βρεθεί σε έναν χώρο γνώριμο, με το κοινό και τους συνεργάτες να αποτελείται από ανθρώπους δικούς της και θα γίνουν όλοι μαζί μια μεγάλη αγκαλιά. Μια σύνδεση γνώριμη και σπάνια, που δεν έχει συχνά την ευκαιρία να βιώνει πια.
Βλέποντας το αμφιθέατρο των Νέων Μουδανιών νιώθει ότι αντικρύζει όλη την ιστορία της. Το θέατρο βλέπει θάλασσα και είναι χτισμένο πάνω σε κόκκινα βράχια. «Μη ξεχνάμε ότι στη Χαλκιδική και ειδικά στα Νέα Μουδανιά έχουμε πολλή σχέση με τη θάλασσα ενώ έχουμε και προσφυγική καταγωγή. Οι παππούδες μας, μας λένε ότι όταν ήρθαν από την Μικρά Ασία είδαν πρώτα αυτά τα κόκκινα βράχια όπου βρίσκεται το θέατρο, συνεπώς όλες οι ρίζες μας είναι εκεί» λέει και το ταυτίζει με την ίδια της την πορεία και τη ζωή. «Το θέατρο στέκεται σαν απόδειξη του πως οι άνθρωποι μπορούν να πάνε σε μια νέα πατρίδα και να χτίσουν τα πάντα από το μηδέν», αυτό ακριβώς που έκανε και εκείνη δηλαδή φεύγοντας από την Ελλάδα αμέσως μετά τις σπουδές της. «Με εντυπωσιάζει και μόνο που σκέφτομαι τις δυνατότητες που έχει ο άνθρωπος να αναγεννηθεί, που μπορεί να πάει σε έναν νέο τόπο και να τον κάνει δικό του» προσθέτει.
Η Μάρια γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Νέα Μουδανιά. Ξεκίνησε να μαθαίνει μουσική ήδη από τα πρώτα χρόνια του δημοτικού και έπειτα σπούδασε στη Θεσσαλονίκη στο Τμήμα Μουσικής Τέχνης και Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Τα τελευταία επτά χρόνια μένει στο Λουξεμβούργο αλλά ακαδημαϊκά έχει επιστρέψει στην Ελλάδα καθώς κάνει διδακτορικό στην Όπερα στην ίδια σχολή.
Στο ερώτημα αν θα ήθελε να επιστρέψει στην Ελλάδα, δεν έχει απάντηση. «Νιώθω το Λουξεμβούργο καλλιτεχνικό μου σπίτι. Έχω αναπτύξει καλλιτεχνικούς και συναισθηματικούς δεσμούς και είναι μια χώρα που στηρίζει τα εγχειρήματά μας. Π.χ το γεγονός ότι βρίσκομαι εδώ (σ.σ στα Μουδανιά) για αυτή τη συναυλία έγινε και με τη στήριξη της Kultur - lx που είναι το συμβούλιο για την προώθηση των Τεχνών στο Λουξεμβούργο, όπως και το ταξίδι στην Ιαπωνία που έγινε και με τη στήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού του Λουξεμβρούργου» εξηγεί.
«Πολλοί από εμάς που ζούμε εκτός Ελλάδας ζούμε με το ένα πόδι στις ρίζες μας και με το ένα πόδι στο νέο μας σπίτι. Υπάρχει συναισθηματική σύνδεση με τον τόπο καταγωγής, οι αναμνήσεις, η γλώσσα, η κουλτούρα είναι πολύ σημαντικά, χτίζουμε όμως ταυτόχρονα ένα νέο σπίτι σε μια καινούργια χώρα που αγαπάμε εξίσου, ενσωματωνόμαστε. Πάντα πιστεύω θα είμαι κάπου στη μέση» λέει χαρακτηριστικά.
Στο Λουξεμβούργο δραστηριοποιείται επίσης σε πολιτιστικούς φορείς που ασχολούνται την προώθηση του ελληνικού πολιτισμού αλλά και τη διευκόλυνση των καλλιτεχνικών ανταλλαγών μεταξύ των δύο χωρών. Είναι μέλος εδώ και χρόνια στον σύλλογο Hellenic Culture in Luxemburg ενώ διευθύνει την χορωδία της Ελληνικής Κοινότητας. Πρόσφατα εκλέχθηκε μάλιστα και στο ΔΣ της κοινότητας.
«Θεωρητικά δε θα χρειαζόταν να φύγω από την Ελλάδα, γιατί είχα αναπτύξει ήδη ένα καλλιτεχνικό δίκτυο στη Θεσσαλονίκη» τονίζει, «Αισθανόμουν όμορφα με τους συνεργάτες και τους καθηγητές μου, είχα εξαιρετικούς ανθρώπους γύρω μου. Από την άλλη, αυτοί οι άνθρωποι και κυρίως οι καθηγητές μου, πάντα με προέτρεπαν να μη μείνω σε αυτό το κλειστό περιβάλλον αλλά να βγω έξω για να ανοίξουν οι καλλιτεχνικοί μου ορίζοντες. Να κάνω ουσιαστικά αυτό το άλμα, να αντέξω, να αφήσω όσα γνώριζα και να πάω σε μη γνώριμα περιβάλλοντα για να χτίσω πράγματα από το μηδέν. Το… ταβάνι στην Ελλάδα δεν θα ήταν μόνο επαγγελματικό αλλά και στην καλλιτεχνική μου εξέλιξη. Θεωρώ ούτως ή άλλως ότι μόνοι μας το βάζουμε το ταβάνι και για μένα ήταν πολύ σημαντικό να βρεθώ σε άγνωστα μέρη» εξηγεί.
Όπως εξομολογείται, νιώθει πολύ τυχερή που έχει την Τέχνη στη ζωή της. «Σαφώς το διεκδίκησα και το κέρδισα αλλά δεν νομίζω ότι είχα εναλλακτική. Ήταν αυτή η εσωτερική μου ανάγκη να εκφράζομαι και να συνδέομαι μέσα από την Τέχνη που δεν μπορούσα να μην την κυνηγήσω. Αν με ρωτάς λοιπόν γιατί κάνω τέχνη θα σου πω γιατί δε μπορώ αλλιώς. Βλέπω όλα τα μικρά και τα μεγάλα δώρα που μου χαρίζει και αισθάνομαι συνειδητά ευγνώμων».
Και όταν μιλάει για δώρα, εννοεί τη σύνδεση με τον κόσμο και τα ταξίδια, τα συναισθηματικά και τα φυσικά.
«Με το τραγούδι ταξιδεύω πρακτικά και με τη σκέψη μου, μου δίνει την ευκαιρία να έρθω σε επαφή με άλλους πολιτισμούς. Η μουσική είναι ένας χώρος που κουβαλάει τα χαρακτηριστικά ενός ολόκληρου πολιτισμού και έτσι έρχομαι σε επαφή με νέους κόσμους» εξηγεί και θυμάται πως αυτή τη συνειδητοποίηση την έκανε από μια φράση που της είχε πει κάποτε η θεία της, μια γυναίκα απλή, που έμενε στα Νέα Μουδανιά αλλά είχε τρομερά ανοιχτούς ορίζοντες και δυστυχώς έφυγε πρόσφατα από τη ζωή. «Μιλώντας για τα ταξίδια μου είπε ότι αισθάνεται ευγνώμων για αυτό που μου προσφέρει η Τέχνη. Ήταν μια απλή συνειδητοποίηση αλλά πολύ βαθιά για εμένα γιατί κατάλαβα ότι αν δεν την είχα την Τέχνη δεν θα είχα την ευκαιρία να κάνω τίποτα από όλα αυτά» σημειώνει.
Ομολογεί πως δεν θυμάται πότε ξεκίνησε η σχέση της με την Τέχνη, καθώς νιώθει ότι υπήρχε ανέκαθεν. Όπως εξομολογείται όλες της οι αναμνήσεις έχουν σχέση με την μουσική. Η πρώτη της ανάμνηση μάλιστα είναι ο ήχος μιας χορδής που την είχε μαγέψει. Μάλλον τότε ξεκίνησε αυτός ο μαγνητισμός της για την Τέχνη.
Η κλασική μουσική την μάγευε από πάντα, δεν τέθηκε ποτέ ζήτημα να κάνει κάτι άλλο. Για πολλά παιδιά η κλασική μουσική μπορεί να είναι λίγο… βαρετή αλλά η ίδια έβλεπε πάντα μια απαράμιλλη ομορφιά σε αυτήν. «Σα να κουβαλάει κάτι ανώτερο, σα να διατηρεί μια επαφή με το αιώνιο» λέει χαρακτηριστικά. Η όπερα έχει επίσης μια τρομερή γοητεία όπως εξηγεί, καθώς της δίνει έναν τρόπο να εκφραστεί με πολλά μέσα. Δηλαδή συνδυάζει την Τέχνη, από το τραγούδι και την ηθοποιία μέχρι τα κουστούμια και τα σκηνικά, αλλά και τις γλώσσες, που επίσης της αρέσουν πολύ. Η ίδια μιλάει επτά γλώσσες και τραγουδάει σε πάνω από δέκα. Πέρα από τις κλασικές γλώσσες της όπερας, ιταλικά, γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ελληνικά, έχει τραγουδήσει επίσης στα ρώσικα, τα τσέχικα, τα εβραϊκά, μέχρι και τα ιαπωνικά καθώς έχει πάει ήδη δύο φορές για επαγγελματικούς λόγους στην χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου σε μια συνεργασία με την Rhiannon Morgan που μάλιστα αναμένεται να συνεχιστεί.
«Πιστεύω ότι κάποιος μπορεί να κάνει πολλά βήματα στην πορεία του που να είναι κομβικά που να θεωρείται είτε μεγάλο είτε μικρό» λέει μιλώντας για την καριέρα της, αν και δεν της αρέσει η λέξη. Αν θα έπρεπε να αναφέρει για κάποια σημεία όμως ενδεικτικά αυτά θα ήταν η Ιαπωνία, η συναυλία στα Μουδανιά απόψε, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν αλλά και η επόμενη σεζόν στο Λουξεμβούργο όπου ετοιμάζουν με την Rhiannon Morgan μια σπουδαία παραγωγή, σε συμπαραγωγή με δύο από τα μεγαλύτερα θέατρα του Λουξεμβούργου. Πρόκειται για την όπερα Η Ανθρώπινη Φωνή του Φρανσίς Πουλένκ σε κείμενο του Ζακ Κοκτώ όπου θα έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο και τη σκηνοθεσία με την Rhiannon να αναλαμβάνει τη χορογραφία. Για αυτήν την παραγωγή έχουν ήδη λάβει το βραβείο Νέων Καλλιτεχνών από τη δούκισσα Σαρλότ του Λουξεμβούργου που είναι ένα βραβείο αναγνώρισης νέων καλλιτεχνών το οποίο στηρίζει ένα μεγάλης εμβέλειας έργο και μπορεί κανείς να το πάρει μόνο μια φορά στη ζωή του. Πρόκειται για μια παράσταση που η ίδια πιστεύει ότι θα την… μεταμορφώσει καλλιτεχνικά,
Η εκδήλωση «Back to the roots» θα είναι η εναρκτήρια του φετινού Φεστιβάλ Θάλασσας του δήμου Νέων Μουδανιών (Αμφιθέατρο Ν. Μουδανιών), στις 19 Ιουλίου στις 9.30μμ.
Στις 24 Ιουλίου στις 9.30μμ η συναυλία θα παρουσιαστεί και στο Αμφιθέατρο Σίβηρης στο Φεστιβάλ Κασσάνδρας