«Πώς σε κηδεύσω, υιέ μου;», «Μη θρηνείς, μητέρα, αυτά γίνονται για να ελευθερώσω τον Αδάμ και την Εύα», απαντάται από την Τρίτη στάση των Εγκωμίων και αλλού, με τη σιγουριά της Ανάστασης, «Αναστήσομαι γαρ και υψώσω εν δόξει απαύστως ως Θεός τους εν πίστει και πόθω σε μεγαλύνοντας».
Η Αγία και Μεγάλη Παρασκευή είναι η ημέρα του πάθους, η ημέρα της υπέρτατης θυσίας, η ημέρα της «άκρας ταπεινώσεως» του Κυρίου. Είναι μέρα πένθους και νηστείας για όλη την Χριστιανοσύνη, καθώς τότε κορυφώνεται το Θείο Δράμα των Παθών του Χριστού.
Στην εκκλησία δεν γίνεται Θεία Λειτουργία, λόγω του πένθιμου χαρακτήρα της ημέρας. Το πρωί, τελείται η ακολουθία των Μεγάλων Ωρών και ο Εσπερινός της Αποκαθηλώσεως, οπότε και ο Χριστός αποκαθηλώνεται και τοποθετείται στον Επιτάφιο, που ετοιμάζεται από τα ξημερώματα της ίδιας ημέρας. Νεαρά κορίτσια στολίζουν τον Επιτάφιο με ανοιξιάτικα λουλούδια (βιολέτες, τριαντάφυλλα και μενεξέδες) και φτιάχνουν στεφάνια ή γιρλάντες, ενώ ψέλνουν το μοιρολόι της Παναγίας.
Το βράδυ πραγματοποιείται η Ακολουθία του Επιταφίου Θρήνου, δηλαδή ο Όρθρος του Μεγάλου Σαββάτου και ακολουθεί η περιφορά του Επιταφίου, (η κηδεία και η ταφή, σαν να λέμε, του Χριστού) και ψάλλονται τα λεγόμενα Εγκώμια του Επιταφίου Θρήνου σε τρεις στάσεις (μέρη), μικρά τροπάρια πολύ αγαπητά στον λαό, αγνώστου ποιητή. Τα πιο γνωστά είναι: («Η Ζωή εν τάφω…», «Αι γεννεαί πάσαι…» , «Άξιον εστί…» και «Ω γλυκύ μου Έαρ…».).
Ο Σταυρός και τα Εξαπτέρυγα ηγούνται της πομπής και ακολουθούν οι ιερείς και οι πιστοί, που κρατούν αναμμένες λαμπάδες. Στις πόλεις προηγούνται μουσικοί, οι οποίοι παίζουν πένθιμα εμβατήρια.
Μετά την επάνοδο του Επιταφίου στην εκκλησία διαβάζεται περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου (κζ' 62-66): Αρχιερείς και Φαρισαίοι πηγαίνουν στον Πόντιο Πιλάτο και του ζητούν να σφραγίσουν τον τάφο, επειδή θυμούνται ότι ο Κύριος σε μία αποστροφή των λόγων του είχε πει ότι σε τρεις μέρες θα αναστηθεί. Ο Πιλάτος τους δίνει την άδεια... Και οι πιστοί κατά την είσοδό τους στον ναό, περνούν κάτω από τον Επιτάφιο, για να ευλογηθούν.
Όλη την ημέρα οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα σε όλη την Ελλάδα και παραδοσιακά απαγορεύεται πάσα εργασία και γίνεται άλαδη νηστεία. Στην Κρήτη συνηθίζουν να βράζουν σαλιγκάρια και να πίνουν το ζουμί τους, που είναι σαν χολή. Εξάλλου, σε πολλές περιοχές της χώρας, σήμερα, φτιάχνεται ομοίωμα του Ιούδα το οποίο και καίγεται.
Επίσης, την ίδια μέρα πολλοί πιστοί επισκέπτονται τους τάφους συγγενών και φίλων.
«Η ζωή εν τάφω
κατετέθης, Χριστέ,
και αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σην.
Άξιον εστί
μεγαλύνειν σε των πάντων κτίστην·
τοις σοις γαρ παθήμασιν έχομεν
την απάθειαν, ρυσθέντες της φθοράς.
Αι γένεαι πάσαι
ύμνον τη ταφή σου
προσφέρουσι, Χριστέ μου.
Ω γλυκύ μου έαρ,
γλυκύτατον μου τέκνον,
που έδυ σου το κάλλος;»
H Μεγάλη Παρασκευή συμβολίζει τα συμβάντα της δίκης του Ιησού από τον Πόντιο Πιλάτο, την μαρτυρική πορεία Του προς τον Γολγοθά, την Σταύρωση του και τελικά την Ταφή του.
Η τελετή της Αποκαθήλωσης, γίνεται στις εκκλησίες, το μεσημέρι της μεγάλης Παρασκευής μαζί με την αναπαράσταση της ταφής. Το βράδυ τελείται η περιφορά του Επιταφίου. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούν πένθιμα όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Λόγω του πένθους της ημέρας οι νοικοκυρές δεν ασχολούνται με τις δουλειές του σπιτιού, αποφεύγοντας ακόμη και το μαγείρεμα. Με λουλούδια που μαζεύουν ή αγοράζουν, γυναίκες και παιδιά πηγαίνουν στις εκκλησίες για να στολίσουν τον Επιτάφιο.
Πολλοί πιστοί συνηθίζουν να πίνουν την Μεγάλη Παρασκευή λίγο ξύδι, εις ανάμνηση αυτού που έδωσαν στον Ιησού, όταν ζήτησε νερό τις τελευταίες στιγμές της επίγειας ζωής Του. Το έθιμο απαγορεύει κάθε εργασία την ημέρα αυτή. Αντιθέτως, συνηθίζεται οι πιστοί να επισκέπτονται τους τάφους των νεκρών συγγενών και φίλων, προσδοκώντας, μαζί με την Ανάσταση του Κυρίου και την δική τους.