Για την επόμενη ημέρα στο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την αρχηγία και την διαδικασία ανάδειξης νέου προέδρου μιλά στη «ΜτΚ» η βουλευτής Ιωαννίνων, Μερόπη Τζούφη και υποστηρίζει μεταξύ άλλων πως με «τρόπο υπεύθυνο, ενωτικό και αγωνιστικό θα υπάρξουν οι προϋποθέσεις να βρει τα βήματά του» το κόμμα.
Πόσο άγνωστη είναι η επόμενη ημέρα στο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ χωρίς τον Αλέξη Τσίπρα στην αρχηγία; Πώς αντιδράσατε;
Ο ρόλος του Αλέξη Τσίπρα ήταν καθοριστικός και το όνομά του έχει ήδη γραφτεί με ανεξίτηλα γράμματα. Όχι μόνο στην ιστορία της αριστεράς, αλλά στη σύγχρονη ελληνική και ευρωπαϊκή ιστορία. Η απόφασή του δημιούργησε αναπόφευκτα συναισθηματική φόρτιση. Θλίψη, ανησυχία, αναμνήσεις, αίσθημα απώλειας. Οι απαντήσεις για την επόμενη ημέρα δεν είναι καθόλου εύκολες. Ωστόσο, οι πολιτικές εξελίξεις είναι πάντα δυναμικές και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι ένα μεγάλο κόμμα με ιστορία και εμπειρία, τόσο στη διακυβέρνηση όσο και στους αγώνες. Παρά το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα, διαθέτει ισχυρή βάση υποστήριξης αλλά και θεσμική υποχρέωση στο ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με τρόπο υπεύθυνο, ενωτικό και αγωνιστικό θα υπάρξουν οι προϋποθέσεις να βρει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τα βήματά του.
Ακούγονται διάφορες απόψεις αναφορικά με τον οδικό χάρτη και την ημερομηνία εκλογής νέου αρχηγού. Τι πιστεύετε;
Η ανάδειξη της νέας ηγεσίας πρέπει να συνοδευτεί από συζήτηση και αποφάσεις που θα καθορίσουν την πολιτική μας για την επόμενη περίοδο. Στη διαδικασία αυτή θα πρέπει να υπάρξουν επίσης αυτοκριτική και απολογισμός, ώστε να γίνουν διορθωτικές κινήσεις. Η πολιτική πραγματικότητα, ειδικά όπως διαμορφώνεται μετεκλογικά, δεν μας παρέχει πολυτέλεια χρόνου. Θα πρέπει να κινηθούμε γρήγορα, σύμφωνα με το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα, να αποφύγουμε την εσωστρέφεια και τις αχρείαστες εντάσεις. Αυτό βέβαια δεν πρέπει να γίνει σε βάρος του διαλόγου, της κριτικής και του προβληματισμού, που θα εκφραστούν αρχικά, μέσω του διαρκούς συνεδρίου και στη συνέχεια μέσω του έκτακτου συνεδρίου, μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Πρέπει όλες και όλοι να μπορέσουν να τοποθετηθούν για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ. Και φυσικά, η βάση και οι φίλοι του κόμματος.
Εκτός από πρόεδρο θα πρέπει να υπάρξουν και αλλαγές στο κόμμα;
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η αποχώρηση Τσίπρα από την προεδρία σηματοδοτεί το τέλος ενός ιστορικού και πολιτικού κύκλου. Οφείλουμε να προχωρήσουμε σε αλλαγές ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να καταστεί πολιτικά ανταγωνιστικός, θέτοντας μια εναλλακτική -αλλά ρεαλιστική- ατζέντα στο δημόσιο διάλογο. Επίσης να βελτιώσουμε τη λειτουργία του κόμματός μας, να συνομιλήσουμε ξανά με την κοινωνία, τον κόσμο της εργασίας και της παραγωγής, τους νέους. Το πρόγραμμά μας πρέπει να γίνει πιο ξεκάθαρο και πιο συνεκτικό, αξιοποιώντας την κυβερνητική εμπειρία με τα θετικά και τα αρνητικά της. Πρόκειται για αλλαγές δύσκολες και απαιτητικές. Είναι όμως απαραίτητες αν θέλουμε να εμπνεύσουμε ξανά την κοινωνία και ειδικά τον αριστερό-προοδευτικό χώρο, ο οποίος πρωτοστάτησε ιστορικά στις μεγάλες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές αλλαγές.
Τι έφταιξε στις εκλογές;
Μία από τις κύριες αδυναμίες μας ήταν να εκπέμψουμε ένα ξεκάθαρο μήνυμα, μια συμπαγή πρόταση διακυβέρνησης. Δεν καταφέραμε να επικοινωνήσουμε τις θέσεις μας, όπως και να ανακτήσουμε την πολιτική μας αξιοπιστία. Πιθανά εγκλωβιστήκαμε στο 32% του 2019 και στη λογική του «ώριμου φρούτου». Δηλαδή πως η κυβέρνηση της ΝΔ θα κατάρρεε υπό το βάρος των κρίσεων και των σκανδάλων. Η απλή αναλογική μας στοίχησε δεδομένου ότι οι πιθανοί πολιτικοί μας σύμμαχοι προτίμησαν να στραφούν κυρίως κατά του ΣΥΡΙΖΑ παρά κατά της ΝΔ. Την ίδια στιγμή ο κ. Μητσοτάκης μιλούσε για μονοκομματική κυβέρνηση σταθερότητας και οικονομική ασφάλεια για τη χώρα. Αυτό, σε συνδυασμό με την ισχυρή προεκλογική εκστρατεία της ΝΔ, βρήκε απήχηση και κέρδισε την μάχη.
Στις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε ένα πολύ χαμηλό ποσοστό και η ΚΟ σας πλέον αριθμεί τα 47 μέλη. Πόσο δύσκολη είναι η αντιπολίτευση;
Η αντιπολίτευση είναι πάντα δύσκολη, αλλά είναι ακόμα πιο δύσκολη όταν η κοινοβουλευτική σου ομάδα είναι μικρή. Θα πρέπει να βρούμε τρόπους να είμαστε πιο αποτελεσματικοί και δημιουργικοί παρά τα εμπόδια που αντιμετωπίζουμε. Να επικεντρωθούμε στον καθημερινό έλεγχο της κυβέρνησης και την προώθηση των θέσεων μας. Στην κατεύθυνση αυτή καλούμαστε να γίνουμε περισσότερο επικοινωνιακοί ώστε να ενημερώνουμε τους πολίτες, τους φορείς και τις κοινωνικές ομάδες που απευθυνόμαστε. Κρίσιμες θα είναι και οι κοινοβουλευτικές συνεργασίες με τα άλλα αριστερά και προοδευτικά κόμματα της αντιπολίτευσης, επιδιώκοντας τη σύνθεση και τον κοινό μετωπικό βηματισμό ενάντια σε νομοσχέδια και πρωτοβουλίες της κυβέρνησης που στρέφονται απέναντι στην κοινωνική πλειοψηφία.
Πώς «βλέπετε» την επιλογή του Κυριάκου Πιερρακάκη στη θέση του υπουργού Παιδείας και τις πρόσφατες εξαγγελίες του; Εσείς διαφωνείτε με την κατάργηση του άρθρου 16 και την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Γιατί;
Ο κ. Πιερρακάκης είναι ένας νέος πολιτικός, δημοφιλής και προβεβλημένος για τη θητεία του στο υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Η εμπειρία του στον τομέα της εκπαίδευσης είναι μικρή, εκτός από τις σπουδές του και το ότι στο παρελθόν διετέλεσε σύμβουλος της κ. Διαμαντοπούλου. Το «Παιδείας» είναι ένα δύσκολο υπουργείο, το χαρτοφυλάκιο μεγάλο, τα προβλήματα μεγάλα και συσσωρευμένα. Οι σχέσεις μεταξύ υπουργείου και εκπαιδευτικής κοινότητας έχουν διαρραγεί λόγω των χειρισμών της κ. Κεραμέως και της πολιτικής που ακολούθησε η κυβέρνηση την προηγούμενη τετραετία. Στις προγραμματικές δηλώσεις ο πρωθυπουργός και ο νέος υπουργός υπερασπίστηκαν τα πεπραγμένα της προηγούμενης περιόδου και έκαναν σαφές πως θα συνεχίσουν με τον ίδιο τρόπο. Μάλιστα ο κ. Πιερρακάκης με το «καλημέρα» άνοιξε θέμα γραπτού διαγωνισμού ΑΣΕΠ για την πρόσληψη των εκπαιδευτικών. Επίσης, διατύπωσαν ρητά την πρόθεση να διευκολύνουν νομοθετικά και συνταγματικά την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Αυτό που μας εξέπληξε είναι πως η κυβέρνηση σχεδιάζει να αξιοποιήσει το Άρθρο 28 του Συντάγματος ώστε να επιταχύνει την ίδρυσή τους μέσω διακρατικών συμφωνιών και συνεννόησης με φορείς του εξωτερικού στη βάση διεθνών συμβάσεων.
Πριν δηλαδή αναθεωρηθεί το Σύνταγμα και καταργηθεί το Άρθρο 16, το οποίο απαιτεί πρόθυμους συμμάχους από άλλα κόμματα. Πρόκειται για έναν πολιτικό και νομικό ακροβατισμό που φανερώνει τη βιασύνη να ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα, που ανήκουν είτε σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου είτε σε ξένα εκπαιδευτικά funds.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κάθετα αντίθετος με την προοπτική αυτή, στηρίζει διαχρονικά το δημόσιο και δωρεάν πανεπιστήμιο και παλεύει για την ουσιαστική αναβάθμισή του. Ας αναρωτηθούμε, η ίδρυση ιδιωτικών νοσοκομείων βελτίωσε την κατάσταση στο ΕΣΥ; Φυσικά και όχι. Γιατί να πιστέψει κανείς πως η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων θα βελτιώσει τα δημόσια ΑΕΙ; Αυτό που ισχύει είναι πως μια σειρά από επιχειρηματικά συμφέροντα αναμένουν τις απαραίτητες νομικές και συνταγματικές διευκολύνσεις για να «επενδύσουν». Και η κυβέρνηση της ΝΔ είναι πρόθυμη να τα ικανοποιήσει.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 16.07.2023