Μόνο τυχαία δε θα πρέπει να θεωρείται η κίνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να απαντήσει την Παρασκευή το πρωί στην «ώρα του πρωθυπουργού» στην επίκαιρη ερώτηση του Αλέξη Τσίπρα για την ακρίβεια. Και αυτό για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον γιατί η εκτίμηση που υπάρχει στο Μέγαρο Μαξίμου είναι ότι η προσωπική αντιπαράθεση μεταξύ του πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης αποβαίνει υπέρ του. Έτσι αυτή η εικόνα της ανταλλαγής πυρών που είδαμε προχθές στα κοινοβουλευτικά έδρανα θα επαναλαμβάνεται όσο θα προχωράμε προς τις εκλογές και είναι πολύ πιθανόν να επιδιώκεται από τη μεριά της κυβέρνησης. Και δεύτερον γιατί στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι η διαχείριση της ενεργειακής κρίσης όσο και αν είναι μία πολύ δύσκολη υπόθεση δε αποτελεί ένα αδύνατο σημείο για την κυβέρνηση. Και γιατί είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα αλλά και γιατί η κυβέρνηση έχει να επιδείξει σημαντικό έργο στην προσπάθεια να υποστηρίξει την κοινωνία και ιδιαίτερα τους ευάλωτους πολίτες.
Ειδικότερα όταν υπάρχουν και νέοι σχεδιασμοί από τη μεριά του κυβερνητικού επιτελείου τέτοιου είδους παρεμβάσεις θα γίνονται.
Στην τοποθέτησή της Παρασκευής ο πρωθυπουργός άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο η κυβέρνηση να παρέμβει στην τιμή του diesel κίνησης, ενώ αναφέρθηκε εκτεταμένα στα μέτρα στήριξης που έχει λάβει ήδη η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. «Αυτό που παρατηρείται με το diesel δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, αλλά παγκόσμιο. Δεν είναι καμία ελληνική ιδιαιτερότητα», τόνισε ο πρωθυπουργός, καλώντας τον Αλέξη Τσίπρα να σταματήσει «αυτή την προπαγάνδα».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σημείωσε ότι θα πρέπει να αναζητηθούν «ρεαλιστικές λύσεις για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα» και στη συνέχεια άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να ληφθούν νέα μέτρα για το πετρέλαιο κίνησης: «Οι αυξήσεις στο diesel έχουν επίπτωση στην εφοδιαστική αλυσίδα. Μετράμε τις δυνατότητές μας και θα δούμε αν μπορούμε να εξαγγείλουμε κάτι και για το diesel κίνησης», σημείωσε χαρακτηριστικά. Επέμεινε βέβαια στη γραμμή ότι η κυβέρνηση θα στηρίξει την κοινωνία με περισσότερα μέτρα, ενώ σημείωσε με νόημα ότι η πεμπτουσία του λαϊκισμού είναι να παρουσιάζει εύκολες λύσεις σε δύσκολα προβλήματα. «Δεν πρέπει να κυκλοφορούν τόσο ανεύθυνα προτάσεις για οριζόντιες μειώσεις φόρων. Τα μέτρα αυτά δεν είναι πάντοτε αποτελεσματικά», είπε και εξήγησε ότι «είναι μέτρα τα οποία είναι άδικα γιατί επιβραβεύουν πιο πολύ την υψηλή κατανάλωση και είναι εξαιρετικά ακριβά για να τα αντέξει ο εθνικός προϋπολογισμός».
«Η πολιτική της κυβέρνησης είναι στοχευμένων μέτρων εντός των αντοχών του εθνικού προϋπολογισμού» συνέχισε, ενώ επανέλαβε τη θέση του ότι «απαιτείται σοβαρότητα και να αποφεύγεται η κινδυνολογία», γιατί όπως είπε ο ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του έχουν πέσει έξω σε όλες τις προβλέψεις που έκαναν τους τελευταίους 18 μήνες. Χρησιμοποιώντας μία φράση που πιθανώς θα ακούμε συχνά στην προεκλογική περίοδο: «Αλλού η πραγματικότητα, αλλού ο ΣΥΡΙΖΑ».
«Η Ελλάδα προχωρά δίχως να κοιτά πίσω, αντιστέκεται στην ακρίβεια, αναγνωρίζει τις μεγάλες δυσκολίες, δρομολογεί μία σειρά από ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, θωρακίζει τις εθνικές θέσεις, υποδέχεται επενδύσεις και μεγάλα έργα» ήταν τα λόγια του κ. Μητσοτάκη.
Ευρωπαϊκή λύση για το φυσικό αέριο
Σε ό,τι αφορά στα ενεργειακά κυβερνητικές πηγές επισημαίνουν ότι όπως φάνηκε και στη συνεδρίαση των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ, που πραγματοποιήθηκε στην Πράγα την Τετάρτη, με θέμα την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών ενέργειας, εκεί δεν υπήρξε συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Ωστόσο η κυβέρνηση δεν εγκαταλείπει την προσπάθεια που ξεκίνησε τον Μάρτιο ο πρωθυπουργός για την επιβολή ενός ανώτατου ορίου τιμών σε επίπεδο χονδρικής που θεωρείται ως η καλύτερη επιλογή για την αντιμετώπιση των τεράστιων διακυμάνσεων των τιμών. Η Ελλάδα ζήτησε ένα μεταβλητό ανώτατο όριο στον δείκτη TTF που να διασφαλίζει ότι το φυσικό αέριο δεν θα έχει διπλάσια τιμή από αυτή που καταβάλλεται στην Ασία και άλλες ηπείρους. Επισημαίνοντας ότι η τιμή είναι εξίσου σημαντική με τη διαθεσιμότητα, καθώς πολλοί καταναλωτές δεν έχουν τη δυνατότητα να αγοράσουν φυσικό αέριο σε υψηλές τιμές και έτσι η κατάστασή τους θα είναι ανάλογη με μία διακοπή της ροής του φυσικού αερίου.
Είναι άλλωστε αποκαλυπτικό της κατάστασης που επικρατεί το γεγονός ότι ενώ φθάνουν στην ΕΕ αυξημένες ποσότητες φυσικού αερίου, οι τιμές είναι ιδιαίτερα υψηλές, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι αγορές δεν λειτουργούν σωστά.
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση επιμένει στην ανάγκη λήψης αποφάσεων, αξιολογεί ως ένα πολύ θετικό βήμα την επιστολή που έστειλε για το θέμα αυτό η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων των χωρών της ΕΕ και συνεχίζει να εργάζεται προς την κατεύθυνση αυτή.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως προκύπτει από επιστολή που στάλθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και συνυπογράφουν ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας και οι ομόλογοί του της Ιταλίας, της Πολωνίας, της Ολλανδίας και του Βελγίου, η ΕΕ καλείται -μεταξύ άλλων- να χρησιμοποιήσει την πλατφόρμα κοινών προμηθειών ώστε να αξιοποιηθεί η συλλογική δύναμη των 27 κρατών-μελών στις αγορές, να θεσμοθετήσει έναν νέο τιμολογιακό δείκτη αναφοράς για το υγροποιημένο φυσικό αέριο, ώστε να μειωθεί η επίδραση του υφιστάμενου δείκτη TTF, και να εντείνει τις συζητήσεις με αξιόπιστους προμηθευτές αερίου.
Πάντως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να παρουσιάσει νέες προτάσεις την επόμενη εβδομάδα, ενόψει της συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες στις 20 και 21 Οκτωβρίου.
Στα ελληνοτουρκικά
Σε ό,τι αφορά στα ελληνοτουρκικά υπήρξε μία ελαφριά εκτόνωση της έντασης με την οποία ξεκίνησε η εβδομάδα ύστερα και από τη συνάντηση που είχε την Πέμπτη υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος με τον Τούρκο ομόλογό του στο περιθώριο της υπουργικής συνόδου του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.
Στη συνάντηση διαμηνύθηκε από την ελληνική πλευρά ότι η ένταση ανάμεσα στις δύο χώρες δεν μπορεί να αποκλιμακωθεί όσο η τουρκική πλευρά συνεχίζει να διατυπώνει επιθετική ρητορική και απειλές που φτάνουν μέχρι την αμφισβήτηση ελληνικής κυριαρχίας.
Υπογραμμίστηκε η σημασία διατήρησης ανοικτών διαύλων επικοινωνίας και συναντήσεων μεταξύ των δύο πλευρών, και η ανάγκη δημιουργίας κλίματος σταθερότητας στην περιοχή, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και των κανόνων καλής γειτονίας. Συμφωνήθηκε να μείνει ανοιχτό το κανάλι επικοινωνίας μεταξύ των δύο υπουργών, προκειμένου να αποκατασταθεί ο διάλογος στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και της των σχέσεων καλής γειτονίας, όπως αρμόζει σε συμμάχους στο ΝΑΤΟ.
Όπως τονίζουν κυβερνητικές πηγές «κάθε συνάντηση και κάθε βήμα διαλόγου είναι ένα βήμα εκτόνωσης της έντασης και μία έμπρακτη απόδειξη ότι συνειδητοποιούν οι γείτονες το αδιέξοδο των προκλήσεων».
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 16.10.2022