ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Μέτρα... μετρημένα και αμφίβολης αποτελεσματικότητας

Στέφανος Μαχτσίρας21 Μαρτίου 2022

Ανάχωμα στην ελεύθερη πτώση των εισοδημάτων από τις ανατιμήσεις - φωτιά επιχειρεί να στήσει το οικονομικό επιτελείο με το πακέτο στήριξης που ανακοινώθηκε να είναι σαφώς καλοδεχούμενο, ωστόσο αν οι τιμές δεν δείξουν σύντομα καθοδικές τάσεις, κινδυνεύει να αποδειχτεί σταγόνα στον ωκεανό.

Mε στόχο να δώσει… καύσιμα κίνησης στα δοκιμαζόμενα νοικοκυριά για να διέλθουν μέσα από το σκοτεινό τούνελ της ακρίβειας, διαφυλάσσοντας παράλληλα την κοινωνική συνοχή και βάζοντας φρένο στην πτώση της κατανάλωσης που έχει αρχίσει να διαφαίνεται (μείωση όγκου και αξίας πωλήσεων τον Φεβρουάριο), η κυβέρνηση προχώρησε σε μελετημένες παρεμβάσεις ύψους 1,1 δισ. που αφορούν 3,2 εκατομμύρια ευάλωτους πολίτες (με ισχύ το τρίμηνο Απριλίου - Ιουνίου). Τα μέτρα απλώνουν δίχτυ προστασίας στα νοικοκυριά με εισόδημα έως 30.000 ευρώ το χρόνο, επιχειρώντας να ανακουφίσουν ένα μέρος της μεσαίας τάξης.

H μερική απορρόφηση των αυξήσεων στα καύσιμα, οι φουσκωμένες επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος Απριλίου, η τόνωση των εισοδημάτων στους χαμηλά αμειβόμενους και χαμηλοσυνταξιούχους σχηματίζουν μία γραμμή άμυνας απέναντι στις ανατιμήσεις που τρέχουν με ιλιγγιώδεις ταχύτητες, αν και τα οικονομικά των νοικοκυριών θα συνεχίσουν να «βομβαρδίζονται» πολλαπλώς.

Oι δράσεις στήριξης περιλαμβάνουν τα εξής:

1. Η επιδότηση ρεύματος στα φυσικά πρόσωπα αυξάνεται από το 70% στο 80% μεσο-σταθμικά της αύξησης για τις πρώτες 310 Kwh (90% για τις πρώτες 155 Kwh και 70% για 156-310 Kwh) για τον Απρίλιο.

2. Η επιδότηση για τις επιχειρήσεις διπλασιάζεται ώστε να καλύπτει περίπου το 50% της αύξησης για τον Απρίλιο.

3. Δίνεται έκτακτη επιδότηση ρεύματος ύψους 110 εκατ. ώστε να καλυφθεί το μεγαλύτερο ποσοστό των αυξήσεων ρεύματος της περιόδου Ιανουαρίου-Απριλίου στις μικρές επιχειρήσεις.

4. Συνεχίζεται η επιδότηση φυσικού αερίου και τον Απρίλιο με 40 €/Kwh για τα νοικοκυριά και 20 €/Kwh για τις επιχειρήσεις.

5. Ενίσχυση 200 ευρώ σε 676.735 χαμηλοσυνταξιούχους. Δικαιούχοι είναι (όπως τον Δεκέμβριο) συνταξιούχοι που έχουν ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημα φορολογικού έτους 2020 έως 7.200 ευρώ (600 ευρώ μηνιαίως), ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα έως 14.400 ευρώ και η συνολική φορολογητέα αξία της ακίνητης περιουσίας του νοικοκυριού δεν υπερβαίνει τα 200.000 ευρώ.

6. Χορηγείται επιδότηση καυσίμων (αμόλυβδης και πετρελαίου κίνησης) που καλύπτει το αυξημένο κόστος των καταναλώσεων τριών μηνών (Απριλίου, Μαΐου και Ιουνίου) για φυσικά πρόσωπα (συμπεριλαμβανομένων ελευθέρων επαγγελματιών), με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

- Επιλέξιμα είναι φυσικά πρόσωπα (συμπεριλαμβανομένων ελευθέρων επαγγελματιών), φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, με δηλωθέν οικογενειακό εισόδημα έως 30.000 ευρώ.

- Η επιδότηση θα δοθεί με τη μορφή ηλεκτρονικής κάρτας (στα πρότυπα του freedom pass) η οποία μπορεί να χρησιμοποιείται στα πρατήρια βενζίνης, ενώ για όσους δεν έχουν δυνατότητα χρήσης smartphone, το ποσό θα κατατεθεί σε τραπεζικό λογαριασμό της επιλογής τους.

- Για να δοθεί η ενίσχυση το φυσικό πρόσωπο θα δηλώνει σε σχετική πλατφόρμα στο gov.gr το όχημα για το οποίο λαμβάνει την ενίσχυση και επί του οποίου πρέπει να έχει κάποιο ποσοστό συνιδιοκτησίας ή συμβόλαιο μακρoχρόνιας μίσθωσης.

7. Αυξάνεται η περίοδος αποπληρωμής όλων των επιστρεπτέων προκαταβολών, με τις μειώσεις βάση τζίρου, όπως έχουν ανακοινωθεί, από 60 άτοκες σε 96 άτοκες δόσεις.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το οικονομικό επιτελείο κινούμενο σε λεπτές και εν πολλοίς ασταθείς ισορροπίες πατάει σε δύο βάρκες, από την μία στην αδήριτη ανάγκη στήριξης των ευάλωτων και από την άλλη στην αποφυγή εκτροχιασμού των δημοσιονομικών μεγεθών. Οι παρεμβάσεις, που άργησαν αρκετά να ξεδιπλωθούν, θα δώσουν κάποιες ανάσες στα βαλλόμενα νοικοκυριά χωρίς όμως να αρκούν από μόνες τους για να τιθασευτούν οι αυξήσεις των τιμών.

Σε αυτό το πλαίσιο, αναπόφευκτος θεωρείται από προμηθευτές και σούπερ μάρκετ ένας νέος γύρος ανατιμήσεων, που μοιάζουν να μην έχουν τέλος, σε σειρά βασικών προϊόντων διατροφής, αυτήν τη φορά από τα νέα δεδομένα που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ο νέος αυτός γύρος θα έρθει να προστεθεί σε ανατιμήσεις 8%-20% που ήδη είχαν ανακοινωθεί από τους προμηθευτές στους λιανεμπόρους πριν τον πόλεμο, κάτι που θα κλυδωνίσει περαιτέρω όχι μόνο τα χαμηλά αλλά και στα μεσαία εισοδήματα, τινάζοντας στον αέρα τα οικονομικά τους. Ρεύμα, αέριο, βενζίνη, σιτάρι σέρνουν το κάρο των ανατιμήσεων σαρώνοντας τα εισοδήματα. Οι αυξήσεις στα δύο πρώτα μάλιστα «καταπίνουν» έως και δύο μισθούς…

Την ίδια ώρα, διάχυτη είναι η ανησυχία και ο προβληματισμός του εμπορικού κόσμου για μεγάλη συρρίκνωση της ζήτησης, ακόμη και για τα είδη σούπερ μάρκετ, τα οποία θεωρούνται σχετικά ανελαστικές δαπάνες, που δύσκολα «κόβουν» οι πολίτες.

Αν και οι περισσότερες πληθωριστικές πιέσεις αναμένονται στα είδη που έχουν ως πρώτη ύλη το αλεύρι, το καλαμπόκι, τη σόγια και τα φυτικά έλαια, κυρίως ηλιέλαιο, η εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου, του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου σε τιμές ρεκόρ αναμένεται να συμπαρασύρουν προς τα πάνω τις τιμές όλων των προϊόντων, λόγω της αύξησης του κόστους παραγωγής και του μεταφορικού κόστους.

Πλέον, η αγορά αναθεωρεί για πολλοστή φορά τις προβλέψεις της, που προ της ρωσικής εισβολής έβλεπαν σταδιακή αποσυμπίεση των τιμών κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2022, θεωρώντας πως τουλάχιστον στα σιτηρά οι τιμές θα παραμείνουν... καρφωμένες στο ταβάνι στο σύνολο του έτους. Δεν αποκλείεται οι τιμές να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα και το 2023, αν και πλέον ρόλο - κλειδί θα παίξει το αν θα επηρεαστεί και πόσο η ζήτηση.

Πονάνε οι τσέπες…

Ενδεικτικά είναι τα τελευταία στατιστικά δελτία τιμών του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών και Αλιείας ημερομηνίας 10 και 11 Μαρτίου, που αποτυπώνουν τις τιμές - φωτιά στις οποίες πωλούνται φρούτα, λαχανικά και κρέατα - βασικά αγαθά που δεν λείπουν από κανένα οικογενειακό τραπέζι. Μάλιστα, οι τιμές στα οπωροκηπευτικά δεν αποκλείεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, αν αναλογιστεί κανείς το τελευταίο κύμα κακοκαιρίας που έπληξε τη χώρα τα προηγούμενα 24ωρα, με αρκετά χαμηλές θερμοκρασίας.

Οι τιμές που ακολουθούν αφορούν στη χονδρική πώληση, οπότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι μπορεί να «τσιμπήσουν» ακόμη περισσότερο μέχρι τα προϊόντα να φτάσουν στους τελικούς καταναλωτές.

Δεν είναι τυχαίο ότι η επικρατούσα τιμή για τα αγγουράκια (το κιλό) έχει φτάσει στα 2,30 ευρώ, όταν πέρυσι τέτοια εποχή, η τιμή τους δεν ξεπερνούσε τα 0,80 ευρώ. Μάλιστα, η αντίστοιχη επικρατούσα τιμή της προηγούμενης εβδομάδας κυμαινόταν στα 1,80 ευρώ.

Τα κολοκυθάκια πωλούνται πλέον με επικρατούσα τιμή στα 0,90 ευρώ, όταν πέρυσι κυμαίνονταν στα 0,70 ευρώ, ενώ τα φρέσκα κρεμμυδάκια πωλούνται πλέον έναντι 1,00 ευρώ, από 0,85 ευρώ τέτοια εποχή πέρυσι.

Για τις μελιτζάνες (φλάσκες), η επικρατούσα τιμή διαμορφώνεται στα 1,80 ευρώ, από 1,20 ευρώ πέρυσι και έναντι επικρατούσας τιμής 1,50 ευρώ την περασμένη εβδομάδα, ενώ οι πατάτες (εγχώριας παραγωγής) πωλούνται έναντι 0,65 ευρώ, από 0,46 ευρώ πέρυσι και 0,64 ευρώ την περασμένη εβδομάδα. Αντίστοιχα, η επικρατούσα τιμή για τις τομάτες είναι στο 1,00 ευρώ, από 0,70 ευρώ πέρυσι και έναντι 0,90 ευρώ την περασμένη εβδομάδα, ενώ στα 0,60 ευρώ κυμαίνεται η επικρατούσα τιμή στα λεμόνια, από 0,50 ευρώ πέρυσι.

«Τσιμπημένες» εμφανίζονται οι τιμές και στα κρέατα. Σύμφωνα πάντα με το δελτίο τιμών του ΟΚΑΑ, τα αρνιά (εγχώριας παραγωγής) πωλούνται με επικρατούσα τιμή τα 6,80 ευρώ (το κιλό), όταν το εύρος τιμών το 2021 κυμαινόταν μεταξύ 5,50 και 5,80 ευρώ. Στα κατσίκια η επικρατούσα τιμή είναι στα 7,00 ευρώ, από 5,50-6,00 ευρώ το 2021 και 5,30-5,70 ευρώ το 2020.

Και όλα αυτά, ενώ ο πληθωρισμός για τον Φεβρουάριο σκαρφάλωσε στο 7,2%, αγγίζοντας τα υψηλότερα επίπεδα σε διάστημα 26 ετών. Είναι ενδεικτικό ότι μέσα σε έναν χρόνο (από τον Φεβρουάριο του 2021 μέχρι και φέτος), η τιμή στο ψωμί και τα δημητριακά μετρά αύξηση 5,9%, το μοσχάρι 4,2%, το αρνί και το κατσίκι 14,4%, τα πουλερικά 6,8%, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά 6%, τα έλαια 16,8%, τα νωπά φρούτα 9,8%, τα λαχανικά 15,2%, ο καφές 4,1%.

Προς λελογισμένη αύξηση του κατώτατου μισθού;

Με την αύξηση των κατώτατων αμοιβών να κοντοζυγώνει, φόβους πως μία πιθανή μεγάλη άνοδός τους μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα παγίωση των πληθωριστικών πιέσεων και να δημιουργήσει αρνητικές επιδράσεις στην παραγωγικότητα εκφράζουν στην πλειονότητά τους οι εκπρόσωποι των επιστημονικών και εργοδοτικών φορέων, οι οποίοι μετέχουν στις διαβουλεύσεις για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού που θα ισχύσει από την 1η Μαΐου.

Με οικονομία και εργαζόμενους να έχουν περάσει από... 40 κύματα (μνημόνια, πανδημία) και τους μισθούς επί χρόνια καθηλωμένους στη σημερινή δύσκολη συγκυρία η τόνωσή τους αναμφίβολα θα έδινε ανάσες στους χαμηλόμισθους.

Αναμένοντας την τελική απόφαση του υπουργού Εργασίας Κωστή Χατζηδάκη για το ύψος της αύξησης του κατώτατου στο τέλος Απριλίου, και με τη διαδικασία διαβούλευσης εν εξελίξει, οι εκθέσεις των φορέων στέκονται στην ανάγκη η όποια απόφαση πρέπει να λάβει υπόψη και το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον, καθώς ήδη οι τιμές των καυσίμων έχουν επηρεαστεί και οι μεσοχρόνιες συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία είναι ακόμα ασαφείς, χωρίς βέβαια να αντιτίθενται στην αύξηση διότι η τρομακτική άνοδος του πληθωρισμού έχει οδηγήσει σε συρρίκνωση του κατώτατου μισθού σε όρους αγοραστικής δύναμης.

Είναι ενδεικτικό πως τα στοιχεία τεκμηριώνουν ότι οι μισθοί παραμένουν χαμηλοί στην Ελλάδα, με τη χώρα μας να βρίσκεται σημαντικά κάτω από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ, στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης. Μόνο χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης που ενσωματώθηκαν στην ΕΕ μετά τις τελευταίες διευρύνσεις έχουν χαμηλότερους κατώτατους πραγματικούς μισθούς.

Στην πλειονότητά τους οι παραγωγικοί φορείς αναγνωρίζουν ότι η συζήτηση γίνεται σε ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, γεγονός που συνηγορεί στην περαιτέρω αύξηση του κατώτατου μισθού. Πολλώ δε, μάλλον, όταν τα στατιστικά στοιχεία του ΕΦΚΑ που δημοσιεύθηκαν χθες (αφορούν τον Ιανουάριο του 2021) δείχνουν ότι το 35,9% από τους συνολικά 2,168 εκατ. εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα, δηλαδή ένας στους τρεις, λαμβάνει μηνιαίο μισθό 479,14 ευρώ μεικτά ή 416 ευρώ καθαρά, καθώς εργάζεται με μερική απασχόληση. Συνολικά, 1.421.518 άτομα εργάζονται με πλήρη απασχόληση (64,1%) και 779.665 με μερική. Ο μέσος μισθός διαμορφώνεται στα 987,3 ευρώ μεικτά, με τον μέσο μισθό πλήρους απασχόλησης να εκτιμάται σε 1.243,53 ευρώ και τον μέσο μισθό μερικής απασχόλησης σε 479,14 ευρώ. Μια μεγάλη αύξηση μπορεί να πλήξει την παραγωγικότητα και να παγιώσει τις πληθωριστικές πιέσεις.

Δεν βγαίνει ο μήνας

Δραματική είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζει το μέσο νοικοκυριό, όπως πιστοποιεί έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ, τα βασικά συμπεράσματα της οποίας είναι τα εξής:

1)Tα μέτρα στήριξης σε συνδυασμό με τη μερική επιστροφή στην «κανονικότητα» φαίνεται ότι οδήγησαν σε βελτίωση της εισοδηματικής διάρθρωσης των νοικοκυριών, η οποία ενισχύθηκε και από την αύξηση της απασχόλησης. Ειδικότερα, μειώθηκαν σημαντικά τα νοικοκυριά που ανήκουν στην χαμηλότερη εισοδηματική κατηγορία (με ετήσιο εισόδημα έως 10.000€) κατά 7,5 μονάδες, από 25,1% που ήταν το 2020 σε 17,5% το 2021.

2)Ωστόσο, διευρύνθηκε η εισοδηματική ανισότητα μεταξύ των χαμηλών και μεσαίων εισοδηματικά νοικοκυριών έναντι των υψηλών εισοδηματικά νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, το 31,6% των νοικοκυριών με εισόδημα έως 25.000 € δήλωσε πως το εισόδημα του μειώθηκε το 2021, έναντι μόλις του 6,9% που δήλωσε ότι αυξήθηκε. Στον αντίποδα το 20% των νοικοκυριών με εισόδημα πάνω από 25.000 € δήλωσε πως το εισόδημα του αυξήθηκε το 2021, έναντι του 11,6% που δήλωσε πως το εισόδημα του μειώθηκε. Σημειώνεται ότι με βάση την έρευνα μόνο 2 στα 10 νοικοκυριά διαβιούν με ετήσιο εισόδημα πάνω από 25.000€.

3)Η επάρκεια του εισοδήματος των νοικοκυριών δεν μεταβλήθηκε τόσο σε σχέση με το 2020 όσο και με το 2019. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός νοικοκυριών διαβιεί επί μακρόν σε συνθήκες οικονομικής επισφάλειας, καθώς το μηνιαίο εισόδημα για περισσότερα από 4 στα 10 νοικοκυριά δεν επαρκεί για όλο το μήνα, αλλά για 19 ημέρες (μεσοσταθμικά).

4)Η ακρίβεια εκτίναξε τον αριθμό των νοικοκυριών που αύξησαν τις δαπάνες τους για βασικά αγαθά. Το 65,1% των νοικοκυριών αύξησε τις δαπάνες του για λογαριασμούς σπιτιού (20% το αντίστοιχο ποσοστό το 2020), το 52,8% για είδη διατροφής (26,2% το 2020), το 51,9% για θέρμανση (12,9% το 2020) και το 34,7% για υγεία και φάρμακα (26% το 2020). Σημειώνεται ότι οι αυξήσεις των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν για 1 στα 2 νοικοκυριά την κατηγορία που έχει τη μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στο εισόδημα τους. Γενικά, οι συνολικές δαπάνες των νοικοκυριών αυξήθηκαν το 2021 κατά 12% (μεσοσταθμικά).

5)Παρά την αποκλιμάκωση του ποσοστού των νοικοκυριών με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία ή/και τα ασφαλιστικά ταμεία (16,8%) που καταγράφεται για το 2021, περίπου 3 στα 10 νοικοκυριά δήλωσαν πως δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις αυτές το 2022, υποδηλώνοντας πως απέχουμε από μια βιώσιμη διευθέτηση του ιδιωτικού χρέους που δεν αποτελεί μόνο απότοκο της πανδημίας, αλλά και της δεκαετούς οικονομικής κρίσης.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 20.03.2022

This page might use cookies if your analytics vendor requires them.