Παρακάτω παρουσιάζουμε συνοπτικά το σκεπτικό των δικαστών που ψήφισαν υπέρ και κατά των επιχειρημάτων όσων στράφηκαν κατά της απόφασης της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη για την απόσπαση των αρχαιοτήτων.
1. Αρχή της αμεροληψίας
Στη συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, τον Δεκέμβριο του 2019 με την οποία επικυρώθηκε η επιστροφή στη λύση της απόσπασης, συμμετείχαν ως μέλη ο καθ. Μιχάλης Τιβέριος, ο οποίος είχε διατελέσει κατά το παρελθόν σύμβουλος επ’ αμοιβή της Αττικό Μετρό και ο καθ. Μανόλης Κορρές, ο αδελφός του οποίου συμμετείχε στην επίμαχη συνεδρίαση ως τεχνικός σύμβουλος της Αττικό Μετρό. Η σχετική ένσταση για εξαίρεση των δύο μελών απορρίφθηκε από το ΚΑΣ (στην ψηφοφορία συμμετείχαν και οι εν λόγω, αντί να αντικατασταθούν από αναπληρωτές). Οι προσφεύγοντες υποστήριξαν ότι υπήρχε θέμα παραβίασης της αρχής της αμεροληψίας των διοικητικών οργάνων.
Δεκατέσσερα από τα 25 μέλη του ΣτΕ έκριναν ότι δεν παραβιάστηκε η αρχή της αμεροληψίας, ενώ έντεκα μέλη έκριναν ότι η διαδικασία σύνθεσης του ΚΑΣ έπασχε, κι ότι είναι «άδηλη» η απόφαση του οργάνου, αν είχαν οριστεί αναπληρωτές των δύο μελών.
2. Αρχαιολογικός νόμος
Οι προσφεύγοντες επικαλέστηκαν τον Αρχαιολογικό Νόμο 3028/2002 που ορίζει ότι κατά την κατασκευή τεχνικού έργου, τα αρχαιολογικά μνημεία μετακινούνται μόνο όταν διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση, υποστηρίζοντας από την πλευρά τους ότι τεχνική λύση υπήρχε.
Σε αυτό το ζήτημα η ψηφοφορία ήταν 13-12. Η πλειοψηφία επικαλέστηκε παλαιότερες κρίσεις του ΣτΕ ότι σε μεγάλα τεχνικά έργα μείζονος σημασίας για τη χώρα και το κοινωνικό σύνολο, και εφόσον δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, επιτρέπονται επεμβάσεις ή και οριστική μεταφορά μνημείου ή μνημειακού συνόλου.
Κατά τη γνώμη, όμως, δώδεκα μελών του Δικαστηρίου, προς την οποία συνετάγη και μια Πάρεδρος, εδώ δεν πρόκειται για μνημείο αλλά για ολόκληρο αρχαιολογικό χώρο, κι επίσης, δεν μιλάμε για ολόκληρο το τεχνικό έργο αλλά για ένα τμήμα του, έναν σταθμό που αν σχεδιαστεί με τις κατάλληλες προδιαγραφές ή και ως έσχατη λύση παραλειφθεί, δεν ματαιώνει τη λειτουργία του όλου έργου. Επίσης σημειώνεται ότι «μοναδικός λόγος αποκλεισμού μιας τέτοιας εναλλακτικής λύσης είναι το αιτιολογημένως τεχνικώς ανέφικτο αυτής, όχι δε λόγοι ερειδόμενοι σε κριτήρια ήσσονος, έναντι της προστασίας των αρχαίων, βαρύτητας, όπως λ.χ. το κόστος, ο χρόνος περάτωσης του έργου».
3. Επαρκής αιτιολόγηση
Οι προσφεύγοντες αμφισβητούσαν επίσης την επάρκεια αιτιολόγησης της απόφασης της υπουργού Πολιτισμού -στην ουσία του ΚΑΣ- σχετικά με το ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση, εκτός από την απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων. Με πλειοψηφία 13 έναντι 12 η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι το ΚΑΣ εξέτασε ενδελεχώς τα στοιχεία που παρουσίασε η Αττικό Μετρό και τα τεχνικά και επιστημονικά στελέχη της, πριν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει άλλη λύση που να είναι ασφαλής για τα αρχαία, τους εργαζόμενους και τους επιβάτες.
Κατά τη γνώμη όμως δώδεκα μελών του ΣτΕ -που δέχονται ότι το αποκαλυφθέν μνημειακό σύνολο είναι «ύψιστης σημασίας», «αντίστοιχο του οποίου δεν έχει ευρεθεί ούτε στην Κωνσταντινούπολη»- το ΚΑΣ «έλαβε υπόψη την εκδοχή της Αττικό Μετρό, η οποία παρέστη με δεκατετραμελές επιτελείο στελεχών, τεχνικών συμβούλων και νομικών, παρέλειψε όμως, κατά παράβαση των επιταγών του άρθρου 42 του ν. 3028/2002 και της επιστημονικής δεοντολογίας, να ζητήσει την άποψη των συντακτών της λύσης, την οποία το ίδιο είχε εγκρίνει προσφάτως». Μάλιστα οι συγκεκριμένοι δικαστές σημειώνουν ότι η Διοίκηση παρέλειψε να αναζητήσει εγκαίρως στοιχεία και εκθέσεις πρώην στελεχών της Αττικό Μετρό και επιστημόνων διεθνούς κύρους, τα οποία προσκομίσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Επομένως, το ΚΑΣ δεν τεκμηρίωσε επαρκώς ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση.
Τελικά υπήρχε εφικτή λύση;
Σε όλο το κείμενο του σκεπτικού της απόφασης υπάρχει ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο: οι πλειοψηφίσαντες δικαστές υιοθετούν πλήρως τα επιχειρήματα του ΚΑΣ και της Αττικό Μετρό, ενώ οι μειοψηφίσαντες τα επιχειρήματα της άλλης πλευράς.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο σταθμός στο Μοναστηράκι: η μία ομάδα δικαστών δέχεται το επιχείρημα ότι και εκεί ακολουθήθηκε η μέθοδος κατασκευής pipe jacking και μάλιστα υπό δυσμενέστερες συνθήκες (και άρα είναι εφαρμόσιμη και στη Βενιζέλου), η άλλη ότι εκεί «υπήρχε επαρκής εργοταξιακός χώρος και δεν υφίσταντο οι τεχνικοί περιορισμοί που υπάρχουν στον σταθμό Βενιζέλου», όπου αν ο σταθμός κατασκευαζόταν χωρίς να μετακινηθούν τα αρχαία υπήρχε «σοβαρός κίνδυνος καθιζήσεων και καταστροφή των αρχαιοτήτων» και «σοβαρός κίνδυνος για τους εργαζομένους και τους επιβάτες».
Το βασικό ερώτημα σε αυτή την υπόθεση ήταν αν υπήρχε λύση που ήταν εφαρμόσιμη -γιατί σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να εφαρμοστεί ο αρχαιολογικός νόμος και να μην μετακινηθούν τα αρχαία.
Η ομάδα δικαστών που μειοψήφησε δέχτηκε ότι η λύση για την κατασκευή του σταθμού χωρίς τη μετακίνηση των αρχαίων που είχε υποβληθεί το 2019 στην Αττικό Μετρό «υλοποιείτο με εντατικούς ρυθμούς» αλλά «η διαδικασία έγκρισής της δεν ολοκληρώθηκε, όχι διότι αυτή ήταν αποδεδειγμένα ανέφικτη, αλλά, αφενός μεν για λόγους σκοπιμότητας (ολοκλήρωση του έργου εντός του 2022, αυξημένο κόστος, συνέχιση χρηματοδότησης από την ΕΕ κ.λπ.), και δη όλως αμφίβολης, αφετέρου δε κατ’ επίκληση ορισμένων τεχνικών δυσχερειών, οι οποίες όμως δεν προκύπτει ότι είναι αδύνατον να αντιμετωπισθούν». Όσο για τα ζητήματα ασφάλειας των εργαζομένων, οι μειοψηφίσαντες δικαστές καταλήγουν ότι ήταν «απολύτως αντιμετωπίσιμα» και «ουδόλως δικαιολογούν καθ’ εαυτά την εγκατάλειψη της εγκεκριμένης λύσης του 2017».
Αντιθέτως η πλειονότητα των δικαστών (με διαφορά μιας ψήφου) υιοθέτησε το σκεπτικό του ΚΑΣ και δέχτηκε τα επιχειρήματα της Αττικό Μετρό, ότι δηλαδή η «επίδικη» μελέτη ΟΜ2 υποβλήθηκε και απορρίφθηκε λόγω σοβαρών ελλείψεων που καθιστούσαν μη εφικτή και κατασκευάσιμη την λύση.
Είναι κρίμα να καταστραφούν οι αρχαιότητες για έναν ανέφικτο στόχο
Του Φωκίωνα Ι. Δεληγιάννη*
Το εντυπωσιακό στοιχείο, που προκύπτει από τη δημοσιοποίηση της περίληψης των αποφάσεων, είναι η ισχυρότατη θεμελίωση των επιχειρημάτων της μειοψηφίας. Η μειοψηφία μελέτησε ενδελεχώς τα στοιχεία που προσκομίστηκαν από όλες τις πλευρές και αιτιολόγησε πλήρως την αποδόμηση των επιχειρημάτων της Αττικό Μετρό και του υπουργείου βάσει συγκριτικής και ολικά σφαιρικής αξιολόγησης και εκτίμησης του συνόλου των στοιχείων που περιέχονταν στους φακέλους της υπόθεσης, αποφεύγοντας την αβασάνιστη ταύτιση με τα επιχειρήματα της μιας πλευράς και την άκοπη απόρριψη των επιχειρημάτων της αντίθετης πλευράς.
Έτσι αποδεικνύεται ότι τα επιχειρήματά μας και οι ισχυρισμοί μας ήταν απολύτως βάσιμοι και επαρκέστατα τεκμηριωμένοι, σε βαθμό που νομιμοποιούμαστε και νομικά και ηθικά να συνεχίσουμε την προσπάθεια για αλλαγή της απόφασης, που συνεπάγεται την τέλεση εγκλήματος στο Σταθμό Βενιζέλου, απευθύνοντας έκκληση στον πρωθυπουργό της χώρας να λάβει τη γενναία απόφαση για την παραμονή των αρχαιοτήτων κατά την εκτέλεση των εργασιών κατασκευής του Σταθμού Βενιζέλου και την αποτροπή της καταστροφής τους. Η άποψη της μειοψηφίας, που υπολείπεται κατά μία μόνο ψήφο έναντι της πλειοψηφίας, ας αποτελέσει οδηγό και νομιμοποιητικό παράγοντα για τη γενναία απόφαση αλλαγής στάσης.
Ιδίως δε, όταν αντικειμενικά το έργο στο Σταθμό Βενιζέλου δεν μπορεί να ολοκληρωθεί το 2023 και κίνδυνος απένταξης του έργου και επιστροφής χρημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν υφίσταται έως το 2025, όπως δηλώθηκε πρόσφατα και στη Βουλή από την Υπουργό Πολιτισμού και τεκμηριώνεται με έγγραφα. Το έτος 2025 αποτελεί τη χρονιά ορόσημο, που σηματοδοτεί τη σίγουρη ολοκλήρωση της κατασκευής του Σταθμού Βενιζέλου με την κατά χώρα παραμονή των αρχαιοτήτων. Για τις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του έργου δεν ευθύνονται ούτε οι αρχαιότητες, ούτε και οι συνταγματικά προβλεπόμενες νόμιμες αιτήσεις για παροχή έννομης προστασίας προς αποτροπή της επαπειλούμενης καταστροφής τους.
Είναι, λοιπόν, κρίμα να καταστραφούν οι αρχαιότητες για έναν ανέφικτο στόχο, ενώ τεχνικά είναι δυνατή και η κατασκευή του Σταθμού και η παραμονή τους κατά χώραν χωρίς την απόσπαση και την συνεπακόλουθη καταστροφή τους και με αβέβαιη, μάλιστα, την μελλοντική επανατοποθέτησή τους!
*Δικηγόρος, Συντονιστής της Εκτελεστικής Γραμματείας της Κίνησης Πολιτών Θεσσαλονίκης για την προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς
Ν. Ταχιάος: «Μοιάζει να προλαβαίνουμε το 2023»
Μετά τη δημοσίευση των τριών αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, αναμένεται εντός των επόμενων ημερών η υπουργική απόφαση που θα ανοίξει το δρόμο για την άμεση απόσπαση των αρχαίων της Βενιζέλου.
Η απόφαση θα έρθει ως συνέχεια της ομόφωνης έγκρισης από το ΚΑΣ της μελέτη απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαίων. «Εμείς μπορούμε να ξεκινήσουμε άμεσα» λέει ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό Νίκος Ταχιάος.
Το χρονοδιάγραμμα και οι απεργίες
Αν η απόφαση της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη εκδοθεί εντός των ημερών, στην Αττικό Μετρό εκτιμούν ότι η απόσπαση θα ολοκληρωθεί μέσα στο φθινόπωρο απόσπαση. Με βάση την εμπειρία του Σταθμού Αγίας Σοφίας, ο κ. Ταχιάος υπολογίζει ότι η ανασκαφή που πρέπει να γίνει στο υποκείμενο στρώμα μπορεί να ολοκληρωθεί σε ενάμιση μήνα, επομένως «εφόσον ξεκινήσουμε πολύ σύντομα, μοιάζει να προλαβαίνουμε μέσα στο 2023 να ολοκληρώσουμε το έργο». Ωστόσο υπό τις παρούσες συνθήκες ο ίδιος αποφεύγει να δεσμευτεί με απόλυτο τρόπο σε ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων προανήγγειλε νέα προσφυγή στο ΣτΕ κατά της αναμενόμενης απόφασης της υπουργού Πολιτισμού. Με δεδομένη την πολύ πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ επί του θέματος, μια τέτοια κίνηση δεν φαίνεται αποτελεί πηγή ανησυχίας για την Αττικό Μετρό.
Εκείνο που προβληματίζει την εταιρεία είναι οι μη προβλέψιμες καθυστερήσεις που μπορεί να προκύψουν από τις απεργιακές κινητοποιήσεις εκ μέρους των αρχαιολόγων.
«Έχουμε μπροστά μας πολύ μεγάλους αγώνες, έχουμε μπροστά μας απεργία, γιατί κανείς από μας δεν θα βοηθήσει να αποσπαστούν οι αρχαιότητες και να καταστραφούν. Η διεθνής επιστημονική κοινότητα είναι μαζί μας» δήλωσε την Πέμπτη η πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων Δέσποινα Κουτσούμπα, στο περιθώριο εκδήλωσης που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη ο ΣΥΡΙΖΑ υπέρ των αρχαίων της Βενιζέλου.
«Πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους αυτοί οι οποίοι απειλούν με νέες καθυστερήσεις. Όταν κάποιος προσφεύγει δικαιοσύνη είναι υποχρεωμένος να σεβαστεί το αποτέλεσμα της κρίσης της του ΣτΕ» σχολιάζει στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό.
Πολιτικά χαρακτηριστικά
Κατά τον ίδιο «αποδεικνύεται για μια σημαντική μερίδα μεταξύ των πλέον φωνασκούντων το ζήτημα είναι αμιγώς πολιτικό και καθόλου τεχνικό ή νομικό» και ότι συνδέεται κυρίως με αντιδράσεις συνδικαλιστών της αρχαιολογικής υπηρεσίας, οι οποίοι «έχουν εξαντληθεί σε αμιγώς πολιτική γλώσσα και μάλιστα με ιδεοληπτικά χαρακτηριστικά».
Αναγνωρίζει ότι στην προσπάθεια να πειστεί η κοινή γνώμη για το ορθό της θέσης της Αττικό Μετρό, «υπήρχε ένα έλλειμμα», αλλά «ένα τόσο δύσκολο θέμα είναι εντελώς αδύνατο να το αφομοιώσει οποιοσδήποτε άνθρωπος δεν έχει στοιχειώδη τεχνική παιδεία. Από την ώρα που μπαίνουν πολιτικά χαρακτηριστικά, αυτά υπερβαίνουν την ουσία. Από την ώρα που βρίσκονται επιστήμονες που είναι πρόθυμοι να ισχυριστούν πράγματα που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, προφανώς μετέχοντας σε ένα πολιτικό παιχνίδι ή εξαργυρώνοντας γραμμάτια, είναι προφανές ότι και η άλλη πλευρά θα έχει έναν λόγο που θα μπορεί να στηρίζεται σε μια κάποια βάση, έστω και σαθρή. Όμως, για την ασφάλεια του ίδιου του έργου, των εργαζομένων και των επιβατών δεν έχουμε τα περιθώρια να υποστεί (σ.σ η άλλη λύση) τη βάσανο διαψευσιμότητας».
«Θα επαναφέρουμε τα αρχαία»
Αναφορικά με τον φόβο που εκφράζεται, ότι τα αρχαία θα καταστραφούν κατά την απόσπαση και μπορεί να μην επανατοποθετηθούν στο σύνολό τους, αναφέρει: «Υπάρχει ένας μύθος, που τον καλλιεργεί η ομάδα των πολύ φωνασκούντων, ότι τα αρχαία δεν θα επιστρέψουν στη θέση τους και θα καταστραφούν, και αυτό οδήγησε στις λεγόμενες διεθνείς αντιδράσεις. Η μεθοδολογία της απόσπασης έχει κριθεί ως απολύτως ασφαλής και έχει εφαρμοστεί στα υπόλοιπα τμήματα του έργου. Εμείς κατασκευάζουμε έναν ολόκληρο όροφο στη στάθμη όπου βρέθηκαν τα αρχαία για να μην τα επαναφέρουμε; Έχουν επενδυθεί 132 εκατ. ευρώ για αρχαιολογικές έρευνες, εκ των οποίων τα 24 εκατ. τις ανασκαφές στη Βενιζέλου. Είναι δυνατόν η Αττικό Μετρό να μην θέλει να της αναγνωριστεί αυτή η συμβολή στην αρχαιολογική έρευνα της Θεσσαλονικείς;».
Η κοινωνία φαίνεται πως παραμένει διχασμένη
Της Σοφίας Χριστοφορίδου
Τα επιχειρήματα της Αττικό Μετρό και των υπουργείων Υποδομών και Πολιτισμού δεν έπεισαν τους μισούς από τους Συμβούλους τους ΣτΕ, κυρίως όμως δεν έπεισαν ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης, που παραμένει μοιρασμένη στα δύο για αυτό το ζήτημα.
Οι δημοσκοπήσεις που έγιναν κατά καιρούς, μπορεί να δείχνουν τη συγκυρία της στιγμής, αλλά αποτυπώνουν και το πόσο αμφιταλαντεύτηκαν οι Θεσσαλονικείς. Η λύση της απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό στην πρώτη ΔΕΘ μετά τις εκλογές του 2019. Σε δημοσκόπηση που έγινε λίγες μέρες αργότερα από την Pro Rata το 51% τάχθηκε υπέρ της λύσης, δηλαδή ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης δεν είχε ακόμη πειστεί. Όσο περνούσε ο καιρός, η λύση της απόσπασης έχανε έδαφος, τουλάχιστον σε επίπεδο δημοσκοπήσεων: υπέρ της απόσπασης και επανατοποθέτησης ήταν το 44% τον Ιούλιο του 2020 (GPO) και το 29% (ALCO) τον Σεπτέμβριο του 2020. Η κυβέρνηση συνέχισε να επενδύει περισσότερο στο αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρεύμα (που εξάλλου της έδωσε και την εκλογική νίκη) παρά στον νηφάλιο διάλογο με επιχειρήματα. Αντίστοιχα, βέβαια, και ο ΣΥΡΙΖΑ πολιτικοποίησε το θέμα- γιατί εκτός των άλλων έπρεπε να υπερασπιστεί τις δικές του επιλογές. Τελικά, ένα θέμα που άπτεται μηχανικών και αρχαιολόγων, πολιτικοποιήθηκε στο μέγιστο βαθμό, με την πόλη να έχει χωριστεί σε δύο στρατόπεδα στα οποία επικρατούσε η λογική «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας».
Μετά από δύο χρόνια, ήρθε η ώρα η κυβέρνηση να εφαρμόσει το σχεδιασμό της, που κρίθηκε νόμιμος από το ΣτΕ. Θεσμικά το θέμα τελείωσε, αλλά ο διχασμός φαίνεται πώς παραμένει στην κοινωνία.
Σε τέτοια θέματα δεν αρκεί η νομιμότητα, χρειάζεται να δημιουργηθούν ευρύτερες συναινέσεις εντός της κοινωνίας, που μέχρι τώρα δεν φαίνεται να έχουν επιτευχθεί.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 4 Ιουλίου 2021