Διδακτική από πολλές απόψεις ήταν η εβδομάδα που μας πέρασε, τόσο για τον τρόπο διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη όσο και για τη στρατηγική που επιλέγει σε κρίσιμα ζητήματα. Ένα τέτοιο ήταν η επιλογή νέου προέδρου της Δημοκρατίας, μια εξέταση που πέρασε με επιτυχία ο πρωθυπουργός, όπως υποδηλώνει και η ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία που αναμένεται να συγκεντρώσει η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου από την πρώτη ψηφοφορία που θα γίνει στη Βουλή την Τετάρτη.
Τέσσερις είναι οι βασικοί λόγοι που εξηγούν το γιατί της επιλογής, που ήταν προσωπική απόφαση του πρωθυπουργού και έχει άρωμα του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη, που φέρεται να είναι και ο βασικός εισηγητής της.
Πρώτον στην κυβέρνηση θεωρούν ότι η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου αποτελεί μία επιλογή ενωτική, που επιλέχτηκε με βάση την επιτυχή επαγγελματική και δημόσια διαδρομή της. Δεύτερον ότι είναι και μια προοδευτική πρόταση, μια και η μακρά της θητεία στο Ε’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας είχε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση νομολογίας, η οποία είναι ταυτόχρονα φιλοπεριβαλλοντική και φιλαναπτυξιακή. Τρίτον είναι μια αξιοκρατική επιλογή, με την οποία ο πρωθυπουργός δίνει ένα σαφές αποτύπωμα για το πώς αντιλαμβάνεται την Ελλάδα της νέας εποχής. «Μία Ελλάδα στην οποία το φύλο δεν είναι εμπόδιο για τους άξιους ανθρώπους. Γιατί η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου είναι μια άξια γυναίκα». Ο τέταρτος λόγος έχει να κάνει με τα άλλα πρόσωπα, τα οποία υπήρχαν στο τραπέζι και τα οποία εμφάνιζαν αδυναμίες, καθώς πολλά από αυτά δημιουργούσαν και εσωτερικές αντιπαλότητες εντός της ΝΔ, όπως θα συνέβαινε αν επιλέγονταν πολιτικά πρόσωπα από το χώρο του ΚΙΝΑΛ και της κεντροαριστεράς, όπως η Μαρία Δαμανάκη, η Άννα Διαμαντοπούλου και ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Όσο για τις αμιγώς δεξιές υποψηφιότητες όπως αυτή του Σταύρου Δήμα, του Δημήτρη Αβραμόπουλου ή της Μαριέττας Γιαννάκου, φαίνεται ότι η επιθυμία του πρωθυπουργού να έχει ευρύτερη συναίνεση έπαιξε σημαντικό ρόλο.
Σε σχέση με τον Προκόπη Παυλόπουλο υπάρχουν πολλές εκτιμήσεις. Το όνομα του απερχόμενου προέδρου της Δημοκρατίας φαίνεται ότι έπεσε ξανά στο τραπέζι, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα που τα εθνικά θέματα κυριάρχησαν στην πολιτική ατζέντα. Παρ’ όλα αυτά φαίνεται ότι τρεις παράγοντες βάρυναν στο να μην επιλεγεί ο Προκόπης Παυλόπουλος. Το «όχι» του Κυριάκου Μητσοτάκη στην προεδρική εκλογή του 2015, η επιμονή του ΣΥΡΙΖΑ στο όνομά του αλλά και η απόφαση του πρωθυπουργού να πάει σε μία λύση με τα δικά του χαρακτηριστικά. Μια λύση που θα σηματοδοτεί και το δικό του πολιτικό στίγμα που περιλαμβάνει το άνοιγμα προς το κέντρο. Και αυτό είναι μια στρατηγική που επαναλαμβάνεται συχνά στις επιλογές του κ. Μητσοτάκη.
Το γεγονός ότι η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου δεν έχει το πολιτικό βάρος άλλων υποψηφίων ήταν ένα σημείο προβληματισμού, αλλά και εδώ οι όποιες επιφυλάξεις ξεπεράστηκαν. Και γιατί εκτιμήθηκε ότι σε ενδεχόμενες κρίσεις το παιχνίδι θα παιχτεί κυρίως από την κυβέρνηση (δηλαδή τον ίδιο τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Εξωτερικών), αλλά και γιατί κυριάρχησε η επιθυμία να επιτευχθεί η συναίνεση σε πρόσωπο της επιλογής του πρωθυπουργού. Κάτι που τελικά γίνεται πραγματικότητα μετά τα «ναι» του ΚΙΝΑΛ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Σημαντικό στις αποτιμήσεις των κινήσεων του πρωθυπουργού είναι και η εκτίμηση που υπάρχει ότι με την επιλογή της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου ο πρωθυπουργός στέλνει και το μήνυμα της φυγής προς τα εμπρός, χωρίς να υπολογίζει εσωκομματικές ισορροπίες που θα χαρακτήριζαν κάποιες από τις υπόλοιπες επιλογές για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
«Χαίρομαι που η επιλογή την οποία έκανα στο πρόσωπο της κ. Σακελλαροπούλου φαίνεται να συγκεντρώνει μια ευρεία συναίνεση. Πιστεύω ότι είναι μια υποψηφιότητα που συγκεντρώνει εξαιρετικά στοιχεία. Συμβολικά είναι πολύ σημαντική, αλλά και πίσω από το σύμβολο της πρώτης γυναίκας προέδρου της Δημοκρατίας κρύβεται ένα πρόσωπο με ιδιαίτερες ικανότητες και ιδιαίτερες δυνατότητες. Είναι ένα πρόσωπο μη κομματικό, υπηρετεί τη δικαιοσύνη με εξαιρετικές επιδόσεις εδώ και πολλά χρόνια. Κατά συνέπεια έχει πολύ ισχυρή άποψη για τα πολιτικά δρώμενα στη χώρα και είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι μπορεί να εκπροσωπήσει τη χώρα. Είναι ένα σύμβολο της νέας εποχής, η οποία ξημερώνει», σημείωσε ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη που παραχώρησε στον Alpha.
Εξίσου διδακτικός ήταν και ο μίνι ανασχηματισμός του κ. Μητσοτάκη. Με μία αλλαγή και με την ίδρυση το υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου (υπουργός ο Νότης Μηταράκης), που είχε καταργήσει όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας. Δείχνοντας έτσι ότι δεν έχει πρόβλημα να παραδεχτεί ένα λάθος του και να δράσει γρήγορα και άμεσα.
«Αν ήξερα πριν από 6 μήνες ό,τι γνωρίζω σήμερα, δεν θα το καταργούσα. Εξ ου και έσπευσα να το επανασυστήσω, διότι έκρινα τελικά ότι η κατάργηση του υπουργείου δημιούργησε μία σειρά από επιχειρησιακές δυστοκίες, όχι στη χάραξη της πολιτικής, αλλά στην υλοποίησή της. Εγώ πρώτος έχω πει εξάλλου, ουδείς αλάθητος. Και μία κυβέρνηση, η οποία παράγει πολλή πολιτική και αναλαμβάνει πολλές πρωτοβουλίες, όπου εντοπίζει λάθη και παραλείψεις, αυτά με θάρρος και με ταχύτητα θα τα διορθώνει», σημείωσε με νόημα στην ίδια συνέντευξη. Δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι ένας νέος ανασχηματισμός δεν είναι στις προθέσεις του. «Δεν επίκειται κανένας ανασχηματισμός άμεσα, αλλά όταν θα γίνει ανασχηματισμός προφανώς και θα λάβω υπόψη μου τα αποτελέσματα της αξιολόγησης. Αλλά να ξέρετε ότι στις δύο κίτρινες αποβάλλεται κανείς. Και ότι υπάρχει και η απευθείας κόκκινη», σημείωσε. Και ο νοών νοείτω…
Η Λιβύη, ο Χαφτάρ και η Μέρκελ
Την ίδια στιγμή τρέχουν και τα εξωτερικά θέματα, με ένταση αυτά που σχετίζονται με τη Λιβύη. Την Παρασκευή ο πρωθυπουργός είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τη γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ για το θέμα της Λιβύης. Το τηλεφώνημα έγινε την ώρα που ο στρατάρχης Χαλίφα Χαφτάρ βρισκόταν στην Αθήνα και λίγο πριν από τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό, σε μια επίσκεψη υψηλού συμβολισμού που στέλνει πολλαπλά μηνύματα τόσο στην Άγκυρα όσο και στο Βερολίνο.
Η τηλεφωνική επικοινωνία έγινε μετά την αποστολή σχετικής επιστολής από τον κ. Μητσοτάκη στη γερμανίδα καγκελάριο για το ότι «κακώς δεν προσκληθήκαμε», όπως επισήμανε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, στη σύνοδο του Βερολίνου που γίνεται σήμερα. «Η Ελλάδα είναι περιφερειακή δύναμη σταθερότητας. Έχει θαλάσσια σύνορα με τη Λιβύη. Μαζί με την Ιταλία είμαστε οι γειτονικές χώρες της Λιβύης και θα έπρεπε να είμαστε στο Βερολίνο», τόνισε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
Να σημειωθεί ότι η επίσκεψη του Χαφτάρ στην Αθήνα θεωρήθηκε διπλωματική ρελάνς μετά τον αποκλεισμό της χώρας από τη διάσκεψη. Και ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνέντευξή του στον Alpha διεμήνυσε ότι θα ασκήσει βέτο τόσο σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών όσο και στην σύνοδο κορυφής, αν οι όποιες αποφάσεις δεν απορρίπτουν κατηγορηματικά το μνημόνιο Τουρκίας - Λιβύης.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19 Ιανουαρίου 2020