Η αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προσφέρει στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων εγγυήσεις για την ένταξή τους στην ευρωπαϊκή οικογένεια έχει αρκετά «θύματα». Το τελευταίο αδιαμφισβήτητα ήταν ο πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας, Ζόραν Ζάεφ. Μετά τη βαριά ήττα που υπέστη το σοσιαλδημοκρατικό του κόμμα, SDSM, στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές ο Ζάεφ ανακοίνωσε την παραίτησή του και από το αξίωμα του πρωθυπουργού, αλλά και από επικεφαλής του κόμματός του.
Η γειτονική μας χώρα βυθίζεται ξαφνικά σε μία πολιτική κρίση, το τέλος και οι επιπτώσεις της οποίας δεν είναι εύκολο να προβλεφθούν. Ο Ζάεφ δήλωσε ότι το κόμμα του θα ανακοινώσει σύντομα το όνομα του «διαδόχου» του. Τα αλβανικά κόμματα που με το SDSM, DUI και BESA, φαίνονται αποφασισμένα να κρατήσουν ζωντανή την κυβέρνηση, αλλά η πλειοψηφία που διέθετε ο Ζάεφ ήταν ισχνή (μόλις δύο έδρες), επομένως όλα είναι πιθανά.
Για τον νικητή των δημοτικών εκλογών, το εθνικιστικό αντιπολιτευόμενο VMRO-DMPME δημιουργήθηκε η ευκαιρία, που επιζητούσε μετά τις βουλευτικές εκλογές τον Ιούλιο του 2020, όπου έχασε με οριακή διαφορά από τους Σοσιαλδημοκράτες, ενώ ο αρχηγός του VMRO Χρίστιαν Μίτσκοσκι βάσιμα πιστεύει ότι το κόμμα του μπορεί να επιστρέψει σύντομα στην εξουσία.
Ως πρωθυπουργός ο Ζάεφ υπήρξε αδιαμφισβήτητα η κινητήριος δύναμη πίσω από την προσπάθεια της χώρας του να επανεκκινήσει την πορεία ένταξης στους ευρω-ατλαντικούς θεσμούς. Πριν από 3,5 χρόνια υπερπήδησε το βασικό εμπόδιο, που δεν ήταν άλλο από τη διαφορά για το όνομα με την Ελλάδα και παρά τις ισχυρές εσωτερικές αντιδράσεις συμφώνησε έναν ιδιαίτερα επώδυνο συμβιβασμό για τους πολίτες του, την αλλαγή του συνταγματικού ονόματος της χώρας.
Με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών υλοποιήθηκε σχετικά γρήγορα η πρώτη δέσμευσή του, η ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ, αλλά σε ό,τι αφορά τη σημαντικότερη, την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ, προέκυψαν στη συνέχεια νέα «εμπόδια». Αρχικά η Γαλλία, που μπλόκαρε τη διαδικασία ζητώντας αλλαγή της μεθοδολογίας της διεύρυνση και πρόσφατα, η Βουλγαρία που συνεχώς θέτει νέες ανυπέρβλητες προϋποθέσεις στη Βόρεια Μακεδονία.
Η δικαιολογημένη απογοήτευση των πολιτών για τα εμπόδια που διαρκώς τίθενται από την ΕΕ «στοίχισε» πολιτικά στον Ζάεφ. Αρκετοί, μάλιστα, από τους πρώην ένθερμους υποστηρικτές του θεωρούν ότι δεν άξιζε τελικά η ταπεινωτική για εκείνους αλλαγή του συνταγματικού ονόματος. Η εθνικιστική αντιπολίτευση, άλλωστε, απορρίπτει τη φόρμουλα συμβιβασμού που προέκυψε από τη Συμφωνία των Πρεσπών και εξακολουθεί να μην χρησιμοποιεί το νέο όνομα της χώρας.
Η αλήθεια είναι ότι ο Ζάεφ δεν κατόρθωσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των πολιτών ούτε σε ό,τι αφορά τη διαχείριση εσωτερικών ζητημάτων. Οι πολίτες τον έφεραν θριαμβευτικά στην εξουσία το 2017, επιζητώντας το τέλος της εθνικιστικής διακυβέρνησης Γκρούεφσκι, που χαρακτηρίστηκε από άνευ προηγουμένου διαφθορά και κακοδιοίκηση σε όλα τα επίπεδα.
Η κυβέρνηση Ζάεφ ξεκίνησε άμεσα και με ζήλο τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις και σύντομα, η Βόρεια Μακεδονία ξεχώρισε για την πρόοδο που επετεύχθη σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών, την ελευθερία των μέσων μαζικής επικοινωνίας, την προστασία των μειονοτήτων.
Όμως η κυβέρνηση Ζάεφ κατανάλωσε τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο σε επώδυνες μάχες εξωτερικής πολιτικής (Συμφωνία για το όνομα, Συμφωνία με Βουλγαρία, προσπάθεια έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ). Η μεταρρυθμιστική ενέργεια αποδυναμώθηκε αισθητά όταν, παρά τις μεγάλες υποχωρήσεις σε αυτά τα θέματα, η ΕΕ δεν τίμησε τη δική της πλευρά της πολιτικής συμφωνίας αφήνοντας τη Βόρεια Μακεδονία στο «χώρο αναμονής» για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Άλλωστε είναι η πορεία ένταξης στην ΕΕ που αποτελεί και την κινητήριο δύναμη για εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις για τα υποψήφια προς ένταξη κράτη.
Τα φαινόμενα κακοδιοίκησης και διαφθοράς επανέκαμψαν, αγγίζοντας μάλιστα στελέχη της κυβέρνησης, ενώ η οικονομία συνέχισε να βαλτώνει. Η προβληματική διαχείριση της πανδημίας έδωσε τη χαριστική βολή. Η εμβολιαστική εκστρατεία έμεινε αρχικά πολύ πίσω, καθώς σε αντίθεση με τη γειτονική Σερβία -που προσέτρεξε στη βοήθεια Ρωσίας και Κίνα- η κυβέρνηση Ζάεφ ανέμενε υπομονετικά και με μεγάλο κόστος τη βοήθεια από την ΕΕ, που καθυστέρησε σημαντικά.
Η κρίση στη Βόρεια Μακεδονία που ξεκινά με το πιθανά οριστικό πολιτικό τέλος Ζάεφ που υπήρξε πιο δημοκρατικός, προοδευτικός και θαρραλέος από τους προκατόχους του θα έχει επιπτώσεις όχι μόνο για την Βόρεια Μακεδονία, αλλά και για την ΕΕ και την Ελλάδα, που δεν τον στήριξαν αρκετά -όταν έπρεπε- στην αποφασιστικότητα, που είχε για τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις, αλλά και τη συμβιβαστική διάθεση που επιδείκνυε πάντα για κάθε πρόβλημα που προέκυπτε με την Αθήνα.
Η παραίτηση Ζάεφ είναι ένας κακός οιωνός για την ευρωπαϊκή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας και την εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά επίσης κακός οιωνός συνολικά για τη ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 7 Νοεμβρίου 2021