Ηταν Γενάρης του 1998 όταν συνάντησα για πρώτη φορά τον αείμνηστο πλέον Δημήτρη Τσοβόλα, που «έφυγε» σήμερα. Στα πρώτα βήματα του πολιτικού ρεπορτάζ πήγα να πάρω συνέντευξη από έναν πολιτικό, ο οποίος είχε ανέβει στη Θεσσαλονίκη για σοβαρούς λόγους υγείας. Εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς δηλαδή και ο πλέον κατάλληλος για να το κάνει αυτό ήταν ο αείμνηστος Παναγιώτης Σπύρου. Ο γνωστός καρδιοχειρούργος ήταν φίλος του Δημήτρη Γουσίδη (και αυτός δυστυχώς έχει φύγει) που ήταν τότε ο διευθυντής μου στον «Αγγελιοφόρο» και αυτός που έκανε το «κονέ» για τη συνέντευξη. Ετσι στα πολύ αρχικά δημοσιογραφικά μου βήματα βρέθηκα στο νοσοκομείο Παπανικολάου να συναντώ έναν πολιτικό με μεγάλο βάρος για την εποχή. Που όμως εκείνες τις ώρες δεν μπορούσε καλά καλά να περπατήσει μετά την εγχείρηση.
Φορούσε μια πράσινη ιατρική μπλούζα που του ταίριαζε πολύ και είχε συνεχώς δίπλα του τη γυναίκα του που έλαμπε από χαρά καθώς η εγχείρηση είχε πάει καλά. Μιλήσαμε πολύ ώρα. Ακόμη θυμάμαι την ατάκα του ότι μπαίνοντας στο χειρουργείο αυτό που σκεφτόταν ήταν όλη του η ζωή που περνούσε από μπροστά σαν ταινία. Και ότι είχε σκεφτεί τον Ανδρέα Παπανδρέου με τον οποίο είχε δεθεί πολιτικά για πολλά χρόνια.
Ηταν ένας αντισυμβατικός άνθρωπος, που γνώριζε καλά τις ισορροπίες της Ελλάδας, βρισκόταν κοντά στον απλό κόσμο και που έγινε γνωστός μάλλον για κάτι που δεν ήθελε: το περίφημο «Τσοβόλα δώστα όλα». Το ότι ήταν αντισυμβατικός το κατάλαβα από την πρώτη στιγμή. Κι αυτό γιατί είχε προτιμήσει σε μια τόσο προσωπική στιγμή να μιλήσει σε ένα θεσσαλονικιώτικο μέσο αντί σε μια μεγάλη αθηναϊκή εφημερίδα ή σε κάποιο τηλεοπτικό σταθμό. Ηταν ένα αποκλειστικό που είχε ενοχλήσει πολλούς στην Αθήνα.
Από τότε τον ξανασυνάντησα αρκετές φορές. Και για πολιτικές συνεντεύξεις και για νομικές υποθέσεις με πολιτικό ενδιαφέρον που χειρίστηκε ως δικηγόρος αλλά και για πιο ligth θέματα. Για τα φοιτητικά του χρόνια, τα εδώ στέκια και τη Θεσσαλονίκη. Που αγαπούσε πολύ.