Η ταινία προβλήθηκε στην αρχική της κόπια το απόγευμα της Τρίτης 19/12. Ο μουσικοσυνθέτης και καθ' ομολογίαν σινεφίλ ήταν εκεί για να συζητήσει με το κοινό και να εξηγήσει τους λόγους που «Οι απέναντι» είναι ένα από τα αγαπημένα του φιλμ.
Το μικρό καλοκαιράκι του ελληνικού σινεμά
«Αυτή η ταινία σηματοδοτεί αυτό που εγώ λέω το 'μικρό καλοκαιράκι του ελληνικού σινεμά'» είπε αρχικά ο κ. Δεληβοριάς προλογίζοντας την ταινία, και εξήγησε: «Γυρίστηκε σε μια περίοδο μεταβατική για τον ελληνικό κινηματογράφο και την κοινωνία. Ήταν μια εποχή δεμένη με την παράδοση, με το «λαϊκό»: στο τραγούδι, στις ταινίες μέχρι και το χιούμορ. Ήταν μια περίοδος δεμένη με τη λογοκρισία και το συντηρητικό πολιτικό καθεστώς. Στο σινεμά κυριαρχούν ο Φίνος, ο Καραγιάννης Καρατζόπουλος, ο Βέγγος κλπ.
Μέσα στην επταετία έρχεται το 'σπάσιμο των πάγων' και αναδύεται ο νέος ελληνικός κινηματογράφος. Εμφανίζονται προσωπικότητες όπως ο Βούλγαρης, ο Αγγελόπουλος, ο Φέρρης που σπάνε το περίβλημα του ελληνικού λαϊκού κινηματογράφου και πλέον αγγίζουν θέματα που μέχρι τότε παρέμεναν ανέγγιχτα από την πλειοψηφία των κινηματογραφιστών με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις όπως ο Κούνδουρος, ο Μανθούλης κ.α.
Έτσι, πολύ καθυστερημένα, λόγω της επταετίας, και της δύσκολης αρχής της μεταπολίτευσης, εμφανίστηκε αυτό το νέο κύμα νέων δημιουργών όπου αναδύθηκαν προσωπικότητες όπως ο Περάκης, ο Πανουσόπουλος, ο Τορνές, ο Τσιώλης κ.α. οι οποίοι είχαν και ένα μετέπειτα αίτημα: Ήθελαν να φέρουν στον κινηματογράφο όλα όσα μέχρι τότε συγκάλυπτε: την ομορφιά του αστικού τοπίου, τη σεξουαλικότητα, και την αυτοσυνειδησία των ανθρώπων, οι οποίοι πλέον δεν είναι έρμαια της ιστορίας και της παράδοσης αλλά ατομικότητες που ήθελαν να ορθώσουν τον λόγο τους»
Ο Φοίβος Δεληβοριάς εξήρε το έργο του Γιώργου Πανουσόπουλου τόσο ως σκηνοθέτη όσο και ως διευθυντή φωτογραφίας ο οποίος κατάφερε να δημιουργήσει κάτι καινούργιο, «χωρίς να έχει καμία σχέση με το παλιό» όπως τόνισε χαρακτηριστικά. Ο καλλιτέχνης, σημείωσε, έδινε πολλή σημασία στους ήχους, τη φωτογραφία και τη μουσική της ταινίας ενώ είχε ιδιαίτερη αγάπη για το ελληνικό τραγούδι.
Σε ό,τι αφορά στους «Απέναντι», ο Φοίβος Δεληβοριάς υπογράμμισε πως ήταν μια μεγάλη επιτυχία της εποχής. «Πιάνει ακριβώς το λαϊκό κλίμα της εποχής το οποίο όμως δεν αντιμετωπίζει ως αντικείμενο εκμετάλλευσης όπως οι υπόλοιπες ταινίες, και το χειρίζεται χωρίς ιδεοληπτικές μανίες. Ο Πανουσόπουλος πήρε δύο σύμπαντα και τα ένωσε ηδονοβλεπτικά. Για πρώτη φορά στο ελληνικό σινεμά, ο σκηνοθέτης ενώνει τον μικροαστικό κόσμο με το περιθώριο σε μια ερωτική σχέση και παράλληλα ενώνει το εμπορικό και εύγλωττο με το δύσκολο σινεμά, χρησιμοποιώντας κινήσεις μεγάλης μαεστρίας. Ένας έρωτας σε δύο αντίθετους κόσμους, μια ταινία απαλλαγμένη από το βάρος των χαρακτήρων, της ψυχολογίας, της ιδεολογίας, και της παράδοσης».
Ο Φοίβος Δεληβοριάς σημείωσε πως ένας από τους λόγους που αγαπά την ταινία είναι η ταύτιση με τα παιδικά του χρόνια. Όπως εξήγησε, ο ίδιος μεγάλωσε στην Καλλιθέα, στα νότια προάστια των Αθηνών, στο ίδιο περιβάλλον με την ταινία. Τόνιζε πως τον κόσμο αυτόν τον ξέρει καλά. Ήταν η περίοδος των ραδιοπειρατικών σταθμών και των αφιερώσεων στο τηλέφωνο. Από τότε δεν έχουν αλλάξει και πολλά εκτός της τεχνολογίας, σημειώνει.
Αναφερόμενος στον Χάρη, τον πρωταγωνιστή της ταινίας, ο καλλιτέχνης υποστηρίζει πως βρίσκεται σε έναν ανακυκλώσιμο κόσμο στον οποίο ξέρει πως δε μπορεί να ανήκει πια. «Του αρέσουν τα άστρα και το μακριά. Αυτό συμβαίνει και τώρα, αυτή την ανάγκη ικανοποιούν τα σόσιαλ. Ικανοποιούν την ανάγκη κάθε Χάρη να γνωρίσει την κάθε Στέλλα και να την δει από την κλειδαρότρυπα. Αυτή η ψευδαίσθηση να δούμε τι κάνει ο από πάνω και πως θα ναι καλύτερα. Ο Πανουσόπουλος είχε βρει τη γλώσσα για να μιλήσει για όλα αυτά. Η ταινία είναι καθαρό σινεμά: δεν βασίζεται μόνο στη πλοκή ή το διάλογο αλλά στο αποτέλεσμα. Θεωρώ πως είναι σκηνοθετική επιλογή το ότι ο ήχος δεν ακούγεται καλά, μοιάζει με πειρατικό σταθμό. Δεν έχει σημασία να ακούσουμε ακριβώς τι έλεγαν. Μας βάζει στο σπίτι του Χάρη και μας συστήνει τη μητέρα του και τη γενιά του, το περιθώριο, τον υπόκοσμο τα ηλεκτρονικά. Το ίδιο κάνει κ στο μοντάζ. Μπαίνει από τον ένα κόσμο στον άλλον, ακούει και βλέπει. Μας κάνει να συνάγουμε την ιστορία, όπως συνάγει το τηλεσκόπιο τη ζωή των απέναντι» εξήγησε ο κ. Δεληβοριάς.
«Αυτό που είδαμε είναι ο πλήρως χειραφετημένος κινηματογράφος. Ο κινηματογραφιστής δεν χρειάζεται δράμα, μεγαλοστομίες ή φιλοσοφική υπογράμμιση. Παίρνει την κάμερα και μας κάνει μετόχους της ιστορίας των απέναντι».
Υπόθεση ταινίας: Ένας φοιτητής και μέλος μιας παρέας μηχανόβιων, ο Χάρης, ζει με τη χήρα μητέρα του σ’ ένα αθηναϊκό διαμέρισμα. Μ’ ένα τηλεσκόπιο παρακολουθεί μανιωδώς μια μεγαλύτερη γυναίκα, τη Στέλλα, που ζει με τον άνδρα της και την κόρη της σ’ ένα παρόμοιο διαμέρισμα, στην απέναντι πλευρά του δρόμου. Μέρα τη μέρα, όλο και περισσότερο μπαίνει στη ζωή και στις καθημερινές συνήθειές της ώσπου την ερωτεύεται.
Ηθοποιοί: Μπέτυ Λιβανού , Άρης Ρέτσος , Ντόρα Βολανάκη , Δημήτρης Πουλικάκος , Λάζαρος Ανδρέου , Έρρικα Μπρόγερ , Σοφία Αλιμπέρτη , Κωνσταντίνος Τζούμας , Θέμης Μάνεσης , Νανούκα Μαυρέλη , Ανδρέας Βάιος , Νίκος Γαροφάλλου , Σπύρος Μπιμπίλας , Ράνια Φωτίου , Νίκος Ζιάγκος , Σούλα Καραγιώργη , Μαίη Σεβαστοπούλου , Ζωή Βουδούρη , Ντίνα Γιαννάκου , Νίκος Σταυρόπουλος (I) , Γιώργος Σίσκος
Σκηνοθεσία: Γιώργος Πανουσόπουλος
Σενάριο: Γιώργος Πανουσόπουλος, Φίλιππος Δρακονταείδης, Πέτρος Τατσόπουλος
Μουσική: Σταύρος Λογαρίδης
Μοντάζ: Γιώργος Πανουσόπουλος
Φωτογραφία: Άρης Σταύρου
Καλλιτεχνική διεύθυνση: Νίκος Περάκης
Διεύθυνση Παραγωγής: Γιώργος Τσεμπερόπουλος
Παραγωγή: Γιώργος Πανουσόπουλος, EKK, Greka Film, Stefi