Τι ισχύει σήμερα
Η πρώτη απόπειρα να ρυθμιστεί το ζήτημα έγινε το 2011 με τον «νόμο Διαμαντοπούλου». Ωστόσο, οι διατάξεις του δεν εφαρμόστηκαν ποτέ από τα πανεπιστήμια, ώσπου ο νόμος εκφυλίστηκε και στο τέλος καταργήθηκε. Στην εκκρεμότητα αυτή επιχείρησε να δώσει λύση ο τελευταίος νόμος ο οποίος ψηφίστηκε πριν από λίγο καιρό. Σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο «η ανώτατη διάρκεια φοίτησης σε ένα πρόγραμμα σπουδών πρώτου κύκλου με ελάχιστη διάρκεια οκτώ ακαδημαϊκών εξαμήνων, είναι ο χρόνος αυτός, προσαυξημένος κατά τέσσερα ακαδημαϊκά εξάμηνα. Δηλαδή μέσα σε διάστημα έως έξι έτη οι φοιτητές θα πρέπει να έχουν πάρει το πτυχίο τους. Σε πρόγραμμα σπουδών του οποίου ο ελάχιστος χρόνος υπερβαίνει τα οκτώ ακαδημαϊκά εξάμηνα (πολυτεχνικές σχολές, ιατρική κ.λπ.), η ανώτατη διάρκεια φοίτησης είναι ο ελάχιστος χρόνος σπουδών, προσαυξημένος κατά έξι ακαδημαϊκά εξάμηνα, δηλαδή μέγιστο τα εννέα έτη. Έπειτα από τη συμπλήρωση της ανώτατης διάρκειας φοίτησης, το διοικητικό συμβούλιο του Τμήματος θα πρέπει να εκδώσει πράξη διαγραφής».
Ο νόμος προβλέπει επίσης ότι «κάθε πανεπιστήμιο, στον εσωτερικό κανονισμό του μπορεί να καθορίζει τις προϋποθέσεις για την κατ’ εξαίρεση υπέρβαση της ανώτατης χρονικής διάρκειας φοίτησης για σοβαρούς λόγους υγείας που ανάγονται στο πρόσωπο του φοιτητή ή στο πρόσωπο συγγενούς πρώτου βαθμού εξ αίματος ή συζύγου ή προσώπου με το οποίο ο φοιτητής έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης». Σύμφωνα με τον ίδιο νόμο οι πρώτες διαγραφές των «αιωνίων» φοιτητών θα ξεκινήσουν το 2025.
Πόσοι είναι οι «αιώνιοι»
Κάθε πανεπιστήμιο αποστέλλει στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Εθνικό Σύστημα Ποιότητας (ΟΠΕΣΠ) της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) τα στοιχεία με τον αριθμό των φοιτητών του ανά Τμήμα. Σύμφωνα με την τελευταία καταγραφή η οποία έγινε τον Αύγουστο του 2021 στα μητρώα των ελληνικών πανεπιστημίων είναι εγγεγραμμένοι 705.959 φοιτητές εκ των οποίων 308.029 (ποσοστό 43,63%) έχουν υπερβεί το ανώτατο όριο φοίτησης ν+2 ή ν+3 χρόνια. Ωστόσο, στα μεγάλα πανεπιστήμια το ποσοστό των μη ενεργών φοιτητών είναι πολύ υψηλότερο. Για παράδειγμα στο ΕΚΠΑ είναι 57%, στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών 56,4%, στο Πάντειο 53,7%, στο ΑΠΘ 49,75% (με βάση τα πλέον επικαιροποιημένα στοιχεία), στο ΕΜΠ 46%. Πολύ μικρότερο είναι το ποσοστό των «αιωνίων» φοιτητών στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας (27,55%).
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Κωβαίο, αντιπρύτανη Ακαδημαϊκών Υποθέσεων και Φοιτητικής Μέριμνας του ΑΠΘ, υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί λόγοι που οι φοιτητές δεν καταφέρνουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. «Υπάρχουν φοιτητές των οποίων οι οικογένειες αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και έτσι αναγκάζονται να εργαστούν προκειμένου να σπουδάσουν. Τα χρόνια της κρίσης ο αριθμός αυτών των φοιτητών αυξήθηκε. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις παιδιών τα οποία δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των προγραμμάτων σπουδών, τους φαίνονται δύσκολα, απογοητεύονται και εγκαταλείπουν τις σπουδές τους».
Πέραν αυτών, σύμφωνα με στελέχη της ακαδημαϊκής κοινότητας, υπάρχουν περιπτώσεις φοιτητών οι οποίοι δεν εισέρχονται στη σχολή πρώτης επιλογής τους, στην πορεία διαπιστώνουν ότι το αντικείμενο δεν τους ενδιαφέρει και εγκαταλείπουν. Βεβαίως, υπάρχει και πληθώρα άλλων περιπτώσεων, όπως παιδιά τα οποία αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας που δεν τους επιτρέπουν να ακολουθήσουν τους απαιτητικούς ακαδημαϊκούς ρυθμούς, φοιτητές οι οποίοι εγκαταλείπουν τη σχολή τους επειδή δεν ήταν η πρώτη επιλογή τους και φεύγουν για σπουδές στο εξωτερικό, κάποιοι οι οποίοι κάνουν δεύτερο πτυχίο, χωρίς ωστόσο να το ολοκληρώσουν επειδή, στο μεταξύ, έχουν βρει δουλειά κ.ο.κ.
Το ζήτημα αυτό απασχολεί την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) όπως αναφέρει στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος της Αρχής Περικλής Μήτκας. Σύμφωνα με τον ίδιο το κάθε πανεπιστήμιο θα πρέπει να στηρίξει τους φοιτητές οι οποίοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες, αλλά καταβάλλουν ειλικρινή προσπάθεια για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. «Το ιδανικό θα ήταν να μπορούσε να υπάρχει ατομική συμβουλευτική για τον φοιτητή. Αυτό όμως, δυστυχώς δεν είναι εύκολο καθώς τα πανεπιστήμια είναι υποστελεχωμένα. Ωστόσο, θα πρέπει να υπάρχουν τέτοιες πρακτικές που να στοχεύουν στην αποφοίτηση των παιδιών και άρα στη μείωση του ποσοστού των εγγεγραμμένων αυτής της κατηγορίας, καθώς και αυτό αποτελεί μέρος της πολιτικής διασφάλισης ποιότητας του ιδρύματος και αξιολογείται αναλόγως».
Ο κ. Μήτκας σημειώνει παράλληλα, ότι η πλειονότητα των μη ενεργών φοιτητών δεν ενδιαφέρεται να ολοκληρώσει τις σπουδές. «Για κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, δεν έχει και νόημα. Για παράδειγμα, εάν ένας φοιτητής πάρει το πτυχίο του μετά 15 ή 20 χρόνια, αυτό, πέρα από κάποια ηθική αναγνώριση, την οποία δεν παραβλέπω, πρακτικά δεν του προσφέρει σχεδόν τίποτε. Κυρίως όταν μιλάμε για Τμήματα, όπως της Ιατρικής, του Πολυτεχνείου, της Πληροφορικής κ.λπ., των οποίων το επιστημονικό αντικείμενο εξελίσσεται διαρκώς».
Από την πλευρά του ο αντιπρύτανης κ. Κωβαίος επισημαίνει ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος των «αιωνίων» φοιτητών δεν είναι εύκολη. «Χρειάζεται να αλλάξουν κάποια πράγματα ώστε να περιορίζονται οι πιθανότητες κάποιος φοιτητής να οδηγείται στο να εγκαταλείψει τις σπουδές του. Σε αυτό θα βοηθούσε πιθανότατα ο υποψήφιος να μην μπορεί να δηλώσει περισσότερες από δύο ή τρεις σχολές. Έτσι θα επιλέγει σχολές που πραγματικά τον ενδιαφέρουν και θα μείνει να τις ολοκληρώσει. Βεβαίως χρειάζονται και άλλα πράγματα, όπως η καλύτερη προετοιμασία και ενημέρωση των παιδιών στο λύκειο, όσον αφορά τα επιστημονικά αντικείμενα και την προοπτική τους, όπως η αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στα πανεπιστήμια, η βελτίωση της φοιτητικής και κοινωνικής μέριμνας μέσα στα πανεπιστήμια κ.ο.κ.
Οι «λιμνάζοντες» φοιτητές στα 41 τμήματα του Αριστοτελείου
Ενδεικτικό του μεγέθους του προβλήματος είναι τα στοιχεία τα οποία παρουσιάζει σήμερα η «ΜτΚ» για την κατάσταση η οποία επικρατεί στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία οι ενεργοί φοιτητές είναι κατά τι περισσότεροι από τους «αιώνιους». Υπάρχουν, δε, τμήματα στα οποία οι λεγόμενοι και «λιμνάζοντες» φοιτητές είναι πολύ περισσότεροι από τους ενεργούς.
Συγκεκριμένα, με βάση τα πλέον επικαιροποιημένα στοιχεία, σε ένα σύνολο 74.039 εγγεγραμμένων φοιτητών στο ΑΠΘ, οι «αιώνιοι» φοιτητές είναι 36.835 (ποσοστό 49,75%) και οι ενεργοί φοιτητές είναι 37.224 (50,25%). Μάλιστα, ένα χρόνο πριν οι ενεργοί φοιτητές αποτελούσαν το 56% (44.491) και οι «λιμνάζοντες» το 44% (34.943). Χρόνο με το χρόνο το πρόβλημα γίνεται ολοένα και μεγαλύτερο καθώς κάθε ακαδημαϊκή χρονιά ο αριθμός των «αιώνιων» φοιτητών στο ΑΠΘ αυξάνει περίπου κατά χίλιους έως χίλιους πεντακόσιους.
Η αυξητική πορεία αποτυπώνεται στον παρακάτω πίνακα:
2015-16: 27.840
2016-17: 29.193
2017-18: 30.202
2018-19: 31.370
2019-20: 32.365
2020-21: 34.943
2021-22: 36.835
Οι πρωταθλητές
Όπως φαίνεται στον συνολικό πίνακα, σε σύνολο 41 Τμημάτων στο ΑΠΘ, στα 13 οι «λιμνάζοντες» φοιτητές, δηλαδή όσοι έχουν υπερβεί τα v+2 ή ν+3 χρόνια, υπερβαίνουν τους ενεργούς, όσους δηλαδή φοιτούν έως και δύο ή τρία χρόνια μετά τον προβλεπόμενο χρόνο ολοκλήρωσης των σπουδών. Πρόκειται κυρίως για Τμήματα με σχετικά χαμηλότερη βάση εισαγωγής και περισσότερο θεωρητικής κατεύθυνσης, αλλά και Τμήματα τα οποία έχουν μικρότερες πιθανότητες επαγγελματικής αποκατάστασης.
Πρωταθλητής στους «λιμνάζοντες» φοιτητές είναι το τμήμα Θεολογίας όπου το 76,11 είναι «αιώνιοι» φοιτητές. Ακολουθούν τα τμήματα Κοινωνικής Θεολογίας και Χριστιανικού Πολιτισμού με 68,31%, Μαθηματικών με 64%, Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας με 63,2%, Γεωλογίας με 63,15%, Οικονομικών Επιστημών με 57,51%, Φυσικής με 56%, Νομικής με 55,83% κ.ο.κ.
Υψηλά ποσοστά «αιωνίων» φοιτητών παρατηρούνται πάντως και στα επτά Τμήματα της Πολυτεχνικής Σχολής, υψηλότερα από προηγούμενα χρόνια. Συγκεκριμένα τα ποσοστά των «λιμναζόντων» φοιτητών κυμαίνονται από 30,68% (Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης) έως 48,86% (Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών).
Στον αντίποδα, τα μικρότερα ποσοστά «αιωνίων» φοιτητών συναντώνται στις θεωρούμενες ως «δύσκολες» σχολές, με υψηλότερη βάση εισαγωγής και πιο απαιτητικό επίπεδο σπουδών. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα τέσσερα Τμήματα της Σχολής Επιστημών Υγείας, Οδοντιατρικής με 24,47% που είναι το Τμήμα με το μικρότερο ποσοστό «αιωνίων» στο ΑΠΘ, Ιατρικής με 30,4% (με το τρίτο μικρότερο ποσοστό), Φαρμακευτικής με 34,13% και Κτηνιατρικής με 36%.
Το δεύτερο μικρότερο ποσοστό σε «λιμνάζοντες» φοιτητές έχει το Τμήμα Ψυχολογίας (28,6%) και τέταρτο (μετά την Ιατρική) με 30,68% είναι το Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης, από τα σχετικά καινούργια Τμήματα που δεν πρόλαβε να φορτωθεί με πολλούς φοιτητές οι οποίοι εγκατέλειψαν τις σπουδές τους ή καθυστερούν την αποφοίτησή τους.
Πόσο κοστίζουν στα πανεπιστήμια οι αιώνιοι;
Ένα από τα επιχειρήματα όσων αντιτίθενται στη διαγραφή των «αιωνίων» φοιτητών από τα μητρώα των πανεπιστημίων είναι ότι «δεν κοστίζουν τίποτε, δεν παίρνουν βιβλία, δεν παίρνουν φοιτητικό πάσο, δεν εμποδίζουν κανέναν». Ωστόσο τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Όπως αναφέρει στη «ΜτΚ» ο Περικλής Μήτκας, πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) η μη εκκαθάριση των μητρώων των ΑΕΙ δημιουργεί προβλήματα και κοστίζει στα πανεπιστήμια. «Καταρχάς δεν μπορεί να γίνει ένας σωστός προγραμματισμός για τα μαθήματα και τα εργαστήρια. Όταν δεν γνωρίζεις πόσοι φοιτητές θα προσέλθουν δεν μπορείς να ταξινομήσεις τις διδακτικές ώρες, τους χώρους, κυρίως στα εργαστήρια όπου οι θέσεις είναι περιορισμένες, τους καθηγητές που θα πρέπει να διδάξουν κ.ο.κ.». Υπάρχει, παράλληλα και ένα γραφειοκρατικό κόστος όσον αφορά τη διαχείριση αυτών των εκατοντάδων χιλιάδων ανενεργών φοιτητών. Όπως εξηγεί ο κ. Μήτκας «οι γραμματείες των διαφόρων Τμημάτων είναι υποχρεωμένες να περιλαμβάνουν και τους ανενεργούς φοιτητές σε κάθε σχετικό κατάλογο που αφορά την εκπαιδευτική διαδικασία».
Επίσης, και αυτό η ακαδημαϊκή κοινότητα το θεωρεί πολύ σημαντικό, ο αριθμός των μη ενεργών φοιτητών, που διογκώνει σε σημαντικό βαθμό το συνολικό αριθμό των φοιτητών κάθε Ιδρύματος, επηρεάζει αρνητικά την εικόνα ενός πανεπιστημίου, όπως αυτή αποτυπώνεται στις διεθνείς αξιολογήσεις καθώς εμφανίζει το πανεπιστήμιο να έχει μειωμένο διδακτικό προσωπικό σε σχέση με τον αριθμό των φοιτητών.
Πότε μπορεί ο φοιτητής να υπερβεί τα ν+2 έτη
Πέρα από τον καθορισμό του ανώτατου ορίου ολοκλήρωσης των σπουδών στα ν+2 ή ν+3 έτη, το θεσμικό πλαίσιο δίνει σε ορισμένες περιπτώσεις τη δυνατότητα παράτασης των σπουδών και πέραν αυτών των χρονικών ορίων. Συγκεκριμένα, μπορεί ο φοιτητής να υποβάλλει αίτηση προκειμένου να μπει σε καθεστώς μερικής φοίτησης. Αυτή τη δυνατότητα έχουν:
α) Φοιτητές που αποδεδειγμένα εργάζονται τουλάχιστον είκοσι ώρες την εβδομάδα.
β) Φοιτητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
γ) Φοιτητές που είναι παράλληλα αθλητές και κατά τη διάρκεια των σπουδών τους ανήκουν σε αθλητικά σωματεία εγγεγραμμένα στο ηλεκτρονικό μητρώο αθλητικών σωματείων, αλλά για όσα έτη καταλαμβάνουν διάκριση 1ης έως και 8ης θέσης σε πανελλήνια πρωταθλήματα ατομικών αθλημάτων ή αγωνίζονται σε ομάδες των δύο ανώτερων εθνικών κατηγοριών σε ομαδικά αθλήματα ή συμμετέχουν ως μέλη εθνικών ομάδων σε πανευρωπαϊκά, παγκόσμια πρωταθλήματα ή άλλες διεθνείς διοργανώσεις υπό την Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή, ή συμμετέχουν έστω άπαξ, κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους σε ολυμπιακούς, παραολυμπιακούς αγώνες και ολυμπιακούς αγώνες κωφών.
Για τους φοιτητές που φοιτούν υπό καθεστώς μερικής φοίτησης, κάθε εξάμηνο προσμετράται ως μισό ακαδημαϊκό εξάμηνο.
Επίσης, φοιτητές οι οποίοι δεν έχουν υπερβεί το ανώτατο όριο φοίτησης, μπορούν, έπειτα από αίτησή τους να διακόψουν τη φοίτησή τους για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη. Το δικαίωμα διακοπής της φοίτησης δύναται να ασκηθεί άπαξ ή τμηματικά για χρονικό διάστημα κατ’ ελάχιστον ενός ακαδημαϊκού εξαμήνου, αλλά η διάρκεια της διακοπής δεν μπορεί να υπερβαίνει αθροιστικά τα δύο έτη αν χορηγείται τμηματικά. Η φοιτητική ιδιότητα αναστέλλεται κατά τον χρόνο διακοπής της φοίτησης και δεν επιτρέπεται η συμμετοχή σε καμία εκπαιδευτική διαδικασία.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17-18.09.2022