Ελληνική κοινωνία και άτομα με αναπηρία: μία σχέση που αν και έχει κάνει βήματα προς τα εμπρός, τα άτομα αυτά ζουν ακόμα στο περιθώριο. Και αυτό γιατί η δομή της κοινωνίας είναι τέτοια που δεν μπορεί να τα εντάξει στο εσωτερικό της. Εύλογα, λοιπόν, γεννάται το ερώτημα: Πρόκειται για ανθρώπους με αναπηρία ή εμείς τελικά ζούμε σε μία κοινωνία με αναπηρία;
Ο αθλητισμός ανέκαθεν αποτελούσε ένα μέσο κοινωνικοποίησης του ανθρώπου. Πολύ δε περισσότερο στην περίπτωση των ατόμων με αναπηρία, καθώς είναι ικανός να τα βγάλει από τα σπίτια τους, να συμβάλλει στην αποκατάσταση, την ανεξαρτησία και εν τέλει στην ένταξή τους στην κοινωνία.
Με αφορμή τη διοργάνωση του φάιναλ φορ του κυπέλλου Ελλάδας μπάσκετ με αμαξίδιο την Παρασκευή 6/12 και το Σάββατο 7/12 από τη ΧΑΝΘ στο «Μ. Τσικίνας», η «ΜτΚ» συνάντησε τους προπονητές και τους αθλητές των ομάδων της Θεσσαλονίκης που διαθέτουν ομάδες μπάσκετ με αμαξίδιο, του Μ. Αλεξάνδρου και του Άρη, και συζήτησε μαζί τους για τα κίνητρα ενός αθλητή με αναπηρία να ασχοληθεί με το άθλημα, τις προκαταλήψεις τις οποίες αντιμετωπίζουν, αλλά και την επίδραση που έχει ο αθλητισμός στις ζωές τους.
«Η ελληνική κοινωνία κρύβεται πίσω από τα άτομα με αναπηρία»
Ο αρχηγός της ομάδας μπάσκετ με αμαξίδιο του Άρη, Γιώτης Χρυσοβέργης, που ασχολείται με το άθλημα από τα μέσα της δεκαετίας του 90, μίλησε για την ενσωμάτωση των ατόμων με αναπηρία στην ελληνική κοινωνία. «Στην ελληνική κοινωνία δυστυχώς υπάρχει το υποτυπώδες. Κάνουμε κάτι, επειδή απλά πρέπει να το κάνουμε. Είναι ίδιον της ελληνικής κοινωνίας αυτό, η οποία κρύβεται πίσω από τα άτομα με αναπηρία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ότι μας θυμούνται μόνο την 3η Δεκεμβρίου. Τότε με παρουσιάζει εμένα η κοινωνία ως ήρωα για να κρύψει την ανικανότητά της ως προς εμένα. Το ζητούμενο, όμως, δεν είναι αυτό: είναι να μπορείς να εντάξεις όλους τους ανθρώπους στο ίδιο σύνολο».
«Η Θεσσαλονίκη είναι μία φιλική πόλη»
Ο αθλητής του κιτρινόμαυρου συλλόγου στάθηκε στο κατά πόσο η Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη, που εξυπηρετεί τους ανθρώπους με αναπηρία. «Είναι μία αρκετά φιλική πόλη. Εμένα προσωπικά δεν μου στερεί το δικαίωμα να κάνω πολλά πράγματα στην καθημερινότητά του. Ίσως με ενοχλεί, για παράδειγμα, το ότι θα πρέπει να ψάξω πολύ για να κάνω κάτι, όπως το να πάω στο θέατρο. Χρειάζεται, δηλαδή, να πάρω τηλέφωνο και να ρωτήσω αν υπάρχει ράμπα. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει, προτείνεται η λύση να σε σηκώσουν. Όμως, τότε σταματάει η αξιοπρέπειά μου και θα πάω μόνο και μόνο για να μη χαλάσω την παρέα. Είναι πράγματα που στο εξωτερικό δεν χρειάζεται καν να σκεφτείς. Αν θέλεις κάτι να κάνεις, θα το κάνεις».
«Μέσο κοινωνικοποίησης ο αθλητισμός»
Ποια είναι, όμως, τα κίνητρα που έχει ένα άτομο με αναπηρία να ασχοληθεί με το μπάσκετ και τον αθλητισμό εν γένει; «Πρωτίστως τα άτομα αυτά βλέπουν τον αθλητισμό ως μέσο κοινωνικοποίησης. Τούς δίνεται η δυνατότητα να βγουν έξω από το σπίτι τους, να συναναστραφούν με άλλα άτομα που έχουν τα ίδια προβλήματα με αυτούς και να μοιραστούν κοινούς προβληματισμούς» επεσήμανε η Τζούλη Χατζηζωγίδου, που υπηρετεί πολλά χρόνια τον χώρο του μπάσκετ αρχικά ως αθλήτρια και πλέον ως προπονήτρια του Μ. Αλεξάνδρου.
Από την πλευρά του, ο Γιώτης Χρυσοβέργης αναφέρθηκε στο δικό του κίνητρο να ασχοληθεί με το μπάσκετ: «Μου αρέσουν τα ομαδικά αθλήματα, μου αρέσει η παρέα και το μπάσκετ σου παρέχει μόνιμους αγώνες και μόνιμες προπονήσεις».
«Έγιναν βήματα προόδου, αλλά όχι το μπαμ»
Η προπονήτρια του Μ. Αλεξάνδρου, που ασχολείται την τελευταία εξαετία με τον χώρο του μπάσκετ με αμαξίδιο, έκανε μία σύγκριση του τότε με το τώρα: «Αν και τα τελευταία δύο χρόνια έχουν καταγραφεί βήματα προόδου, εντούτοις, δεν έχει γίνει ακόμα το μεγάλο μπαμ. Τα γήπεδα δεν γεμίζουν και πολύς κόσμος δεν το γνωρίζει καν. Εμείς, σαν Μ. Αλέξανδρος, προσπαθούμε να πηγαίνουμε στα σχολεία και γενικότερα να κάνουμε διάφορες κοινωνικές δράσεις, συμβάλλοντας στη διάδοση του αθλήματος στην Ελλάδα. Από την πλευρά της, η ΟΣΕΚΑ κάνει, επίσης, τα τελευταία χρόνια προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση με τη διοργάνωση των ‘3 on 3’ τα Χριστούγεννα».
O Γιώτης Χρυσοβέργης έδωσε μία άλλη οπτική: «Έχουν γίνει βήματα προώθησης και διαφήμισης, αλλά όχι σωστής αποκατάστασης. Το ζήτημα ξεπερνάει το αν κάποιος ασχολείται με το μπάσκετ αμαξίδιο. Για να το κάνει, θα πρέπει να έχει λύσει άλλα προβλήματα στην καθημερινότητά του, όπως π.χ. το πώς θα ντύνεται. Εγώ σπούδασα στη Σουηδία αυτό το κομμάτι και πλέον η δουλειά μου είναι να εκπαιδεύω άτομα με κάκωση του νωτιαίου μυελού. Δεν τούς παρέχω ψυχολογική στήριξη, εκτός και αν το ζητήσουν, αλλά τους βοηθάω λειτουργικά».
«Τούς συμπεριφέρομαι σα να είναι αρτιμελείς»
Ο Θανάσης Κασαπίδης πήρε φέτος μεταγραφή από τον Μέγα Αλέξανδρο στον Άρη, όμως, είναι παλιός στον χώρο, αφού ασχολείται με την προπονητική στο μπάσκετ με αμαξίδιο τα τελευταία 7-8 χρόνια. Ο ίδιος στάθηκε στις διαφορές του εν λόγω αθλήματος με το μπάσκετ για αρτιμελείς. «Δεν βρίσκω σημαντικές διαφορές. Εγώ φροντίζω να συμπεριφέρομαι στους αθλητές μου σα να είναι αρτιμελείς άνθρωποι, ενώ δεν έχω αλλάξει κάτι στην προπόνησή μου. Δεν τους θεωρώ ανάπηρους και προπονούμαστε για να πετύχουμε τον κοινό μας στόχο», λέει.
Ο ίδιος θυμάται την πρώτη ημέρα που βρέθηκε σε αυτήν τη θέση: «Η αλήθεια είναι πως δεν το ήξερα καθόλου το άθλημα. Έτυχε να μού γίνει η σχετική πρόταση, την βρήκα ενδιαφέρουσα και ξεκίνησα. Είναι πολύ δύσκολο το άθλημα, ακόμα και επαγγελματίες αθλητές δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν. Όμως, όλοι τους διακατέχει η τεράστια θέληση να μάθουν και να πετύχουν».
Από την πλευρά της, η Τζούλη Χατζηζωγίδου στάθηκε στο κομμάτι του θεάματος: «Το μπάσκετ με αμαξίδιο είναι πιο εντυπωσιακό σε σχέση με το μπάσκετ για αρτιμελείς ανθρώπους. Περιλαμβάνει περισσότερες κόντρες, τρέξιμο, πεσίματα και δεν διαφοροποιείται σημαντικά ως προς τους κανόνες του».
«Αντιμετωπίζονται ως παράταιρα αυτά τα άτομα»
Βρισκόμαστε στο 2019, ωστόσο, τα άτομα με αναπηρία έρχονται συχνά αντιμέτωπα με τις προκαταλήψεις της ελληνικής κοινωνίας. «Αν σκεφτούμε ότι ακόμα στις μέρες μας ο κόσμος έχει προκαταλήψεις για τα τατουάζ, σκεφτείτε πόσες προκαταλήψεις θα έχει για τέτοιου είδους θέματα. Ωστόσο, η αναπηρία δεν είναι πολύ μακριά από τον καθένα μας και ο καθένας μας έχει στο περιβάλλον του έναν ανάπηρο άνθρωπο. Στην αρχή με ενοχλούσε που ο κόσμος με κοίταζε περίεργα στον δρόμο. Μετά το ξεπέρασα και άρχισα να τους κοιτάω και εγώ», σχολίασε ο Γιώτης Χρυσοβέργης.
Η Τζούλη Χατζηζωγίδου αναφέρθηκε στις κοινωνικές προκαταλήψεις που επηρεάζουν ακόμα και το πρόγραμμα των προπονήσεων. «Είναι γεγονός πως τα άτομα αυτά βρίσκονται συχνά αντιμέτωπα όχι τόσο με το πρόβλημα της προσβασιμότητας στα γήπεδα, αφού η πλειοψηφία των γηπέδων στη Θεσσαλονίκη είναι προσβάσιμα, αλλά με το γεγονός ότι οι αρμόδιοι δεν τα έχουν σε μεγάλη υπόληψη. Για παράδειγμα, οι ώρες στα γήπεδα θα δοθούν πρώτα στα σωματεία με όρθιους και ό,τι περισσέψει θα δοθεί σε εμάς», ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η άποψη του Θανάση Κασαπίδη: «Δυστυχώς, ακόμα και στις μέρες μας τα παιδιά αυτά θεωρούνται παράταιρα».
«Έλλειψη ακαδημιών: μία χαμένη ευκαιρία κοινωνικοποίησης»
Η Τζούλη Χατζηζωγίδου έθιξε το θέμα της έλλειψης ακαδημιών για παιδιά με κινητικά προβλήματα. «Δυστυχώς, δεν υπάρχουν ακαδημίες στην Ελλάδα, αν και την περίοδο αυτήν γίνεται μία προσπάθεια από τις αθηναϊκές ομάδες. Η απουσία δεν οφείλεται στην έλλειψη οργάνωσης. Με δεδομένο ότι οι παίκτες των ανδρικών ομάδων γνωρίζουν ήδη το άθλημα, θα πρέπει να γίνουν από το μηδέν νέες ομάδες και κατ’ επέκταση να αλλάξει όλο το σύστημα. Είναι κρίμα όμως, να στερούμε την ευκαιρία κοινωνικοποίησης από αυτήν την ευαίσθητη πληθυσμιακή ομάδα».
Από την πλευρά του, ο Θανάσης Κασαπίδης στάθηκε και σε μία άλλη παράμετρο, η οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στην έλλειψη ακαδημιών: «Το μπάσκετ με αμαξίδιο είναι ένα πολύ ακριβό σπορ, με δεδομένου ότι το ένα αμαξίδιο κοστίζει 2.000-3.000 ευρώ. Τα αγωνιστικά αμαξίδια διαφέρουν από εκείνα του περιπάτου, καθώς οι ρόδες είναι πλαγιαστές για να μπορούν να στρίβουν και είναι από διαφορετικά υλικά. Τα έξοδα επιβαρύνουν τους αθλητές και συνεπώς είναι δύσκολο η δημιουργία ακαδημιών γι’ αυτόν τον λόγο».
«Επαγγελματίες στο εξωτερικό»
Ο Θανάσης Κασαπίδης αναφέρθηκε στις διαφορές του ελληνικού μπάσκετ με αμαξίδιο σε σύγκριση με ό,τι γίνεται στο εξωτερικό. «Αν και σε γενικές γραμμές, πολλές χώρες στο εξωτερικό είναι στο ίδιο επίπεδο με εμάς, εντούτοις, υπάρχουν πολλές αναπτυγμένες χώρες, όπως η Ισπανία και η Τουρκία, που έχουν πάει το μπάσκετ με αμαξίδιο σε άλλο επίπεδο. Οι αθλητές είναι επαγγελματίες, έμμισθοι και κάνουν προπονήσεις 4-6 ώρες την ημέρα. Στην Ελλάδα, το άθλημα είναι καθαρά ερασιτεχνικό και αποτελεί μία διέξοδο για αυτά τα άτομα».
Ανατολίτης: «Πιο συναρπαστικό το μπάσκετ με αμαξίδιο»
Ο Κωνσταντίνος Ανατολίτης αποτελεί μία ιδιότυπη περίπτωση αθλητή μπάσκετ με αμαξίδιο, αφού ο ίδιος είναι μεν αρτιμελής, ωστόσο, επέλεξε να ασχοληθεί με αυτό λόγω των γονιών του. Εξάλλου, ο κανονισμός επιτρέπει στις ομάδες να έχουν στη σύνθεσή τους δύο αρτιμελείς και γυναίκες.
Ο ίδιος αφηγείται: «Αποφάσισα να ασχοληθώ με το μπάσκετ με αμαξίδιο, λόγω της εξοικείωσης που είχα με το κομμάτι της αναπηρίας. Αμφότεροι οι γονείς μου είναι ανάπηροι και έτσι εγώ μεγάλωσα πάνω σε ένα αμαξίδιο: τόσο στο σπίτι όσο και στο γήπεδο, αφού κάθε φορά που τελείωνε ο αγώνας ήμουν πάνω σε αυτό στην αγκαλιά του μπαμπά μου. Ο μπαμπάς μου ήταν από τους πρώτους αθλητές που ασχολήθηκαν με το μπάσκετ με αμαξίδιο, όντας και αρχηγός της εθνικής ομάδας».
Το εντυπωσιακό είναι ότι ουδέποτε στο παρελθόν ο Κωνσταντίνος είχε σχέση με το μπάσκετ. «Δεν έπαιξα ποτέ μπάσκετ. Πριν από πέντε χρόνια, στην ηλικία των 18-19 ετών, αποφάσισα να ξεκινήσω να αθλούμαι και επέλεξα το μπάσκετ με αμαξίδιο. Δεν θα το άλλαζα, πάντως, με το μπάσκετ για αρτιμελείς αθλητές, γιατί το βρίσκω πολύ πιο συναρπαστικό».
* Δημοσιεύτηκε στις 8 Δεκεμβρίου στη "Μακεδονία της Κυριακής"