Αν σε κάτι συμφωνούν απόλυτα οι τοπικοί βουλευτές της ΝΔ της πρώτης και της δεύτερης εκλογικής περιφέρειας του νομού είναι η ανάγκη να ενισχυθεί η δυτική Θεσσαλονίκη, που παραδοσιακά θεωρείται αδικημένη σε ζητήματα ανάπτυξης. Αντίθετα στο ερώτημα τι μέλλει γενέσθαι με τη ΔΕΘ δεν καταγράφεται απόλυτη στήριξη στην απόφαση της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη για να προχωρήσει η ανάπλαση της Έκθεσης στο σημερινό χώρο. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τις δηλώσεις των βουλευτών Θεσσαλονίκης της ΝΔ στη «ΜτΚ».
Το ομόφωνο αίτημα για ενίσχυση της δυτικής Θεσσαλονίκη υποδηλώνει και πολιτικά ζητήματα για το κυβερνών κόμμα, καθώς κατά τις τελευταίες εκλογές η ΝΔ δεν πέτυχε τα καλύτερα εκλογικά της αποτελέσματα στους δυτικούς δήμους. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ η ΝΔ πέτυχε πανελλαδικά ποσοστό 39,85% και στην Α’ Θεσσαλονίκης 35,5%, στους δυτικούς της Θεσσαλονίκης τα νούμερά της ήταν εμφανώς χαμηλότερα. Στο δήμο Κορδελιού-Ευόσμου συγκέντρωσε 31,6%, στο δήμο Συκεών-Νεάπολης 30,5%, στους δήμους Αμπελοκήπων-Μενεμένης 28,8% και Παύλου Μελά 27,9% αντίστοιχα. Αυτές οι εκλογικές τρύπες είναι γνωστές στην ηγεσία του κόμματος αλλά και στην τοπική Διοικούσα που από καιρό αναζητούν κινήσεις για να ανατραπεί αυτό το αρνητικό για τη ΝΔ κλίμα στα δυτικά της πόλης.
Όσον αφορά στην πρόταση για την ανάπλαση της ΔΕΘ, μία θέση που συμπεριλήφθηκε στις προγραμματικές δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη και αποτελεί μία από τις βασικές προμετωπίδες της κυβέρνησης για την ατζέντα της Θεσσαλονίκη η στήριξη από τη μεριά των βουλευτών δεν είναι απόλυτη. Ενδεικτική εδώ η φράση του Κώστα Γκιουλέκα που αναφερόμενος στο αίτημα των φορέων της δυτικής Θεσσαλονίκης για να πάει η Έκθεση δυτικά μιλά για κάτι «απολύτως δίκαιο». Την ίδια στιγμή ο Σάββας Αναστασιάδης μιλά ανοικτά υπέρ της λύσης της Σίνδου αν εξασφαλισθούν οι απαραίτητοι πόροι.
Πιο ισχυροί υποστηρικτές της ανάπλασης είναι ο Θ. Καράογλου, που μέχρι πρότινος ως υφυπουργός Μακεδονίας-Θράκης έτρεχε το project, ο Στρ. Σιμόπουλος, ο Δ. Κούβελας και η Α. Ευθυμίου, η Ελενα Ράπτη βρίσκεται μάλλον στη μέση μιλώντας για μία «δύσκολη εξίσωση», ενώ ο Δημήτρης Βαρτζόπουλος επιφυλάχτηκε να τοποθετηθεί συνολικά.
Ο κ. Καράογλου τονίζει ότι «η ανάπλαση της ΔΕΘ συνιστά το κορυφαίο αναπτυξιακό στοίχημα για την πόλη μας και ευρύτερα τη Βόρεια Ελλάδα, καθώς είναι το ένα από τα δυο mega projects που υλοποιεί η κυβέρνηση. Είναι το ‘διαβατήριο’ για την επόμενη ημέρα, για τη Θεσσαλονίκη που οραματιζόμαστε και μας αξίζει».
Επισημάνει πως «η καθυστέρηση στην ανάπτυξη της δυτικής πλευράς της πόλης, πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα με σειρά ολοκληρωμένων παρεμβάσεων και μεγάλων αναπτυξιακών έργων, όπως η ανάδειξη του πρώην στρατοπέδου ‘Παύλου Μελά’ σε Μητροπολιτικό Πάρκο και ‘πυρήνα’ πολιτισμού και ψυχαγωγίας. Προφανώς η δυτική Θεσσαλονίκη έχει κάθε δικαίωμα να απαιτεί ένα καλύτερο μέλλον. Το δικαιούται» και καταλήγει: «Το θέμα της ΔΕΘ δεν πρέπει να αποτελεί εστία αντιπαράθεσης και αιτία εσωστρέφειας. Από το 2009 μέχρι σήμερα τα δεδομένα έχουν αλλάξει εξαιτίας της δεκαετούς οικονομικής κρίσης που έπληξε τη χώρα, αλλά και της υγειονομικής πανδημίας. Και αυτό το γνωρίζουμε όλοι. Τα χρόνια περνούν και η Θεσσαλονίκη πρέπει να στρέψει το βλέμμα στο μέλλον, διαμορφώνοντας το βάσει των σημερινών συνθηκών. Η πόλη μας έχει ανάγκη από συγκλίσεις και όχι από μέτωπα. Χρόνος για χάσιμο δεν υπάρχει». Ο Στράτος Σιμόπουλος αφού τονίζει ότι «περισσότερα από δέκα χρόνια έχουν περάσει από την εποχή που η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή αποφάσισε την μετεγκατάσταση της ΔΕΘ στη Σίνδο», προσθέτει ότι τελικά λόγω της οικονομικής κρίσης προκρίθηκε η παραμονή της στο σημερινό χώρο και παράλληλα η δημιουργία ενός σύγχρονου εκθεσιακού κέντρου και ενός μητροπολιτικού πάρκου». «Το έργο ωρίμασε, με το χωρικό σχέδιο να είναι έτοιμο και να έχει προκηρυχθεί για την αρχιτεκτονική μελέτη διεθνής διαγωνισμός. Πλέον, η σχετική συζήτηση για την μετεγκατάσταση δεν έχει κανένα νόημα και απλώς θυμίζει τον διχασμό της πόλης με αφορμή είτε το σταθμό Βενιζέλου του μετρό είτε την υποθαλάσσια αρτηρία και την εξωτερική περιφερειακή» σημειώνει. Και καταλήγει: «Η ανάπλαση πρέπει να προχωρήσει και παράλληλα να αρχίσει άμεσα η διοχέτευση πόρων για την ανάπτυξη της δυτικής Θεσσαλονίκης. Η επέκταση του μετρό, η ανισοπεδοποίηση των σιδηροδρομικών κόμβων και η ανάπλαση του δυτικού παραλιακού μετώπου πρέπει να αποτελέσουν άμεση κυβερνητική προτεραιότητα. Η δυτική Θεσσαλονίκη δικαιωματικά απαιτεί».
Ο Δημήτρης Κούβελας επισημαίνει ότι η σχετική συζήτηση έκανε πολλούς γόνιμους κύκλους, με διαφορετικές επιλογές να προκρίνονται εύλογα κατά περίπτωση. «Η τελική απόφαση για ανάπλαση της ΔΕΘ στη σημερινή της θέση, με απόδοση στο πράσινο τη μισή έκταση, εξαρτάται απολύτως από τα οικονομικά δεδομένα του project και έχει εγκριθεί από περισσότερες κυβερνήσεις. Το έργο αυτό αποτελεί προτεραιότητα για τον πρωθυπουργό και το περιέλαβε στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης της ΝΔ τον Ιούλιο του 2019. Έκτοτε η υλοποίηση του προχωρεί με γοργούς ρυθμούς», σημειώνει. Προσθέτει πάντως ότι «η ανάγκη για ισόρροπη ανάπτυξη στη Θεσσαλονίκη με ιδιαίτερη έμφαση στα δυτικά της πόλης είναι υποχρέωση της κυβέρνησης μας και στόχος πολλών δικών μου παρεμβάσεων».
Ναι στην ανάπλαση της ΔΕΘ, ναι και στην ενίσχυση της δυτικής Θεσσαλονίκης λέει και η Άννα Ευθυμίου. Η γαλάζια βουλευτής χαρακτηρίζει την απόφαση για την ανάπλαση της ΔΕΘ ως ειλημμένη από την κυβέρνηση, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί από τον πρωθυπουργό. «Με πολύ ενδιαφέρον μελέτησα την πρόσφατη κοινή ανακοίνωση των δήμαρχων της δυτικής Θεσσαλονίκης, κατά την οποία ισχυρίζονται ότι υπάρχουν νέα δεδομένα που προκρίνουν τη μετεγκατάσταση της ΔΕΘ στη Σίνδο. Στο πλαίσιο αυτό, θα ήταν επωφελής η κοινοποίηση των νέων αυτών στοιχείων στα αρμόδια κυβερνητικά όργανα, προκειμένου να αξιολογηθούν», σημειώνει και καταλήγει: «Είναι βέβαιο ότι η μετά COVID-19 ημέρα θα καθιστά πιο επιτακτική την ανάγκη έμπρακτης στήριξης των δυτικών Συνοικιών της Θεσσαλονίκης», τονίζοντας ότι σε αυτήν την κατεύθυνση θα συνδράμει με τις προτάσεις και τις δράσεις της.
Αντίθετα ο Κ. Γκιουλέκας ζητά διάλογο για το θέμα. Επισημαίνει ότι «η δυτική Θεσσαλονίκη είναι η μεγάλη αδικημένη, καθώς η επί δεκαετίες ανισόρροπη ανάπτυξη ανάμεσα στο ανατολικό και το δυτικό κομμάτι δημιούργησε μια στρεβλή κατάσταση που δεν μπορεί και δεν πρέπει να συνεχίζεται. Η ανάπτυξη της πόλης πρέπει να έχει ως απόλυτη προτεραιότητα και αφετηρία τη δυτική περιοχή». Σε ό,τι αφορά στο θέμα της Έκθεσης δηλώνει ότι «ασφαλώς και πρέπει να γίνει ένας ευρύτατος διάλογος για να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις. Είναι απόλυτα δίκαιο αυτό που τίθεται από τους φορείς της δυτικής Θεσσαλονίκης και βεβαίως πρέπει να αποτελέσει το αντικείμενο διαλόγου για ολόκληρη τη πόλη. Εάν θα παραμείνει η ΔΕΘ και θα αναβαθμιστεί στο σημείο που βρίσκεται ή θα μετακινηθεί σε κάποιο άλλο μέρος δεν είναι μια απόφαση ούτε κάποιων επικεφαλής φορέων και οργανισμών ούτε καν μιας κυβέρνησης. Είναι θέμα συζήτησης και απόφασης ολόκληρης της Θεσσαλονίκης».
Διαφορετική άποψη καταθέτει και ο Σάββας Αναστασιάδης. Αφού θυμίζει ότι η συζήτηση για τη μετεγκατάσταση της ΔΕΘ ξεκίνησε περί τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και ήταν αίτημα σχεδόν του συνόλου των πολιτών και των φορέων της πόλης, ενώ υπενθυμίζει τους λόγους που οδήγησαν στο σχετικό αίτημα: το κυκλοφοριακό χάος που επικρατούσε στην πόλη κατά την περίοδο των εκθέσεων, η αδυναμία της έκθεσης να αναπτυχθεί και να εκσυγχρονισθεί λόγω στενότητας χώρου και αστικού περιβάλλοντος καθώς και η απελευθέρωση χώρου που θα αποδίδονταν στους πολίτες και θα αποτελούσε μία όαση μέσα στην πυκνοδομημένη πόλη.
Θυμίζει ακόμη την πρόταση που έκανε ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής τον Σεπτέμβριο του 2008 «για μετεγκατάσταση της έκθεσης στην Σίνδο, σε χώρο διακοσίων στρεμμάτων, που παραχωρούσε το ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, μια απόφαση που είχε την σύμφωνη γνώμη όλων των φορέων της πόλης και των πολιτών, έγινε αποδεκτή με ενθουσιασμό.
Η αλλαγή κυβέρνησης, το 2009 και επακόλουθη οικονομική κρίση « πάγωσαν» το θέμα, για να επανέλθει αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του 2010, με πρόταση ανάπλασης στον ίδιο χώρο, κάτι που αποδεικνύει ότι είναι ανάγκη η Διεθνής Έκθεση να εκσυγχρονιστεί». Και καταλήγει λέγοντας: «Εκτιμώ πως, εάν ήταν δυνατόν να εξασφαλισθούν οι απαραίτητη πόροι, η μετεγκατάσταση στην Σινδο θα εξυπηρετούσε περισσότερο την ίδια την Διεθνή Έκθεση, την πόλη και την ευρύτερη περιοχή».
Τέλος η Έλενα Ράπτη σημειώνει ότι το ζήτημα μιας νέας σύγχρονης Διεθνούς Έκθεσης που θα αποτελέσει σημείο αναφοράς στον εκθεσιακό χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου αποτελεί ένα σημαντικό ζήτημα για τη Θεσσαλονίκη. «Υπάρχει ένα καλά μελετημένο σχέδιο ανάπλασης που αναδεικνύει την Έκθεση, την πόλη, το αστικό περιβάλλον και αποτελεί κεντρική επιλογή της κυβέρνησης, των παραγωγικών φορέων και της αυτοδιοίκησης. Υπάρχει επίσης, μία πρόταση μεταφοράς της έκθεσης στη δυτική πλευρά της πόλης που ασφαλώς απαιτεί μία αναλυτική τεκμηρίωση αφού πρόκειται για ένα τεράστιο οικονομικό εγχείρημα. Το ζητούμενο σε αυτή τη δύσκολη εξίσωση είναι να μεγιστοποιήσουμε το όφελος για την πόλη, για τους πολίτες και για την επιχειρηματικότητα. Το σίγουρο είναι πως η ΔΕΘ θα αλλάξει. Και μαζί της πιστεύω πως θα αλλάξει και η ίδια η πόλη», δηλώνει.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24 Ιανουαρίου 2021