«Αντί για μέτρα δημόσιας υγείας η κυβέρνηση λαμβάνει μόνο μέτρα περιορισμού της κίνησης και της οικονομικής δραστηριότητας» επισημαίνει μεταξύ άλλων στη «ΜτΚ» ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Νάσος Ηλιόπουλος, σχολιάζοντας τα επιπλέον περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας. Παράλληλα, κατηγορεί το κυβερνητικό στρατόπεδο για την έκρηξη της νεοναζιστικής βίας στις γειτονιές της δυτικής Θεσσαλονίκης.
Το κύμα ακρίβειας έχει απασχολήσει τις την πολιτική συζήτηση και αντιπαράθεση, η οποία όμως δεν φαίνεται να έχει κάποιο απτό αποτέλεσμα στις τσέπες των πολιτών. Μπορούσε όντως να κάνει κάτι η κυβέρνηση και δεν το έκανε, απέναντι στην ελεύθερη αγορά και την «αυτορρύθμιση» της;
Σε όλη την ΕΕ παρατηρούμε τις κυβερνήσεις να λαμβάνουν άμεσα μέτρα για την ακρίβεια. Είναι αλήθεια ότι υπάρχει μια συνολικότερη τάση αλλά μόνο εδώ είχαμε σχεδόν τον διπλασιασμό της τιμής του ρεύματος στην χονδρική. Επίσης ελληνικό φαινόμενο είναι η παντελής απουσία της κυβέρνησης που αφήνει απροστάτευτους τους πολίτες απέναντι στην ακρίβεια. Τα 9 ευρώ τον μήνα και ένα κονδύλι της τάξης των 150 εκατ. δεν είναι απάντηση στις αυξήσεις του ρεύματος που θα ξεπεράσουν για το επόμενο διάστημα το 1 δισ. Στην Ισπανία ήδη έχει ληφθεί μία γενναία δέσμη μέτρων. Στη Γερμανία ο Όλαφ Σολτς έκοψε πρώτος το νήμα των εκλογών με ένα σχέδιο αύξησης του κατώτατου μισθού κατά 24%. Υπάρχει άμεση ανάγκη λοιπόν για μέτρα στήριξης, μέτρα που δεν επιλέγει η κυβέρνηση. Η δική μας πρόταση αφορά την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ, τη μείωση των συντελεστών των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης στη βενζίνη, το πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης, την ρύθμιση και διαγραφή του ιδιωτικού χρέους που δημιουργήθηκε μέσα στην πανδημία και τέλος ειδική πολιτική για την τιμή του ρεύματος. Παρέμβαση δηλαδή στην τιμολογιακή πολιτική της ΔΕΗ και παρέμβαση της ΡΑΕ και της επιτροπής ανταγωνισμού για αντιμετωπιστούν τα φαινόμενα καρτέλ στην αγορά ενέργειας.
Έχετε εκφράσει έντονα την διαφωνία σας με την επιλογή της κυβέρνησης να προχωρήσει στην πώληση σημαντικού ποσοστού των μετοχών της ΔΕΗ. Φοβάστε ότι η χώρα θα είναι ενεργειακά υποβαθμισμένη με αυτή την απόφαση;
Εν μέσω ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση φροντίζει να χάσουμε το βασικό εργαλείο δημόσιας πολιτικής για την ενέργεια. Επιλογή που υπονομεύει την ασφάλεια της κοινωνίας. Με τον τρόπο μάλιστα που έγινε, σε συνδυασμό με την κυβερνητική σιωπή -ο κ. Μητσοτάκης δεν βρήκε μισή κουβέντα να πει στην ΔΕΘ- κάνει ξεκάθαρο ότι δεν μιλάμε για «επενδυτική επιτυχία» αλλά για πλιάτσικο. Το θέμα της πώλησης της ΔΕΗ έχει να κάνει πρωτίστως με τρεις άξονες: τον κοινωνικό, τον οικολογικό και τον ενεργειακό. Το ρεύμα αποτελεί κοινωνικό αγαθό. Δεν μπορεί η χώρα να είναι έρμαιο φαινομένων ενεργειακής φτώχειας με μια κυβέρνηση που δεν θα μπορεί να παρέμβει ουσιαστικά. Είναι μεγάλο λάθος αυτό. Δεύτερον, σε ό,τι αφορά στην οικολογική διάσταση, στην εποχή της πράσινης μετάβασης η ΔΕΗ στα χέρια του δημόσιου ελέγχου θα αποτελούσε σημαντικό εργαλείο διαμόρφωσης του μέλλοντος. Και τρίτον σε ό,τι αφορά στην ενεργειακή διάσταση, μια δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού προσφέρει αναμφίβολα στην υπόθεση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, και ως εκ τούτου, της ενεργειακής ασφάλειας.
Την ίδια ώρα η πορεία της πανδημίας ανησυχεί τους ειδικούς, καθώς ο εμβολιασμός του πληθυσμού δεν έχει προχωρήσει σε επιθυμητό βαθμό. Με δεδομένη την πίεση που δέχονται τα δημόσια νοσοκομεία, εκτιμάτε ότι τον χειμώνα θα έχουμε νέο lockdown;
Η κυβέρνηση συνεχίζει μονότονα το ίδιο αποτυχημένο μοτίβο. Το ζείτε ξανά στη Θεσσαλονίκη. Στο ζήτημα του εμβολιασμού έχει πετάξει λευκή πετσέτα. Έχουμε 26% ανεμβολίαστους στις ηλικίες άνω των 80. Ποτέ δεν ενισχύθηκε η πρωτοβάθμια περίθαλψη και δεν λειτούργησαν οι κινητές μονάδες εμβολιασμού. Είμαστε η μοναδική χώρα που εν μέσω πανδημίας συζητάμε το κλείσιμο νοσοκομείων και κλινικών και ανοίξαμε τα σχολειά με περισσότερους μαθητές ανά τμήμα. Αντί για μέτρα δημόσιας υγείας η κυβέρνηση λαμβάνει μόνο μέτρα περιορισμού της κίνησης και της οικονομικής δραστηριότητας. Έτσι όμως χάθηκε και η εμπιστοσύνη από τη μεριά των πολιτών. Εδώ και τώρα χρειάζεται η ενίσχυση του ΕΣΥ και της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, μέτρα προστασίας για χώρους δουλειάς και μέσα μεταφοράς. Να αλλάξει το επικίνδυνο πρωτόκολλο αναστολής για τα σχολεία με το 50%+1 και να σπάσουν τα τμήματα. Τα σχολεία πρέπει να μείνουν ανοιχτά με ασφάλεια.
Έχετε διατελέσει κατά το παρελθόν γραμματέας της Νεολαίας Συνασπισμού. Θα ήθελα ένα σχόλιό σας για την πρόσφατη επίθεση μαθητών κατά φοιτητών σε Επαγγελματικό Λύκειο της δυτικής Θεσσαλονίκης. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η παρουσία της ακροδεξιάς μέσα στα σχολεία μας;
Ας δούμε αρχικά τι οφείλουμε να αποφύγουμε: τους συμψηφισμούς και την άρνηση να ορίσουμε ξεκάθαρα το πρόβλημα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε οργανωμένη δράση νεοναζιστικών ομάδων. Η άρνηση του υπουργείου Παιδείας να καταδικάσει συγκεκριμένα και να αναφερθεί σε νεοναζί καθώς και η τακτική ίσων αποστάσεων ξεπλένει τους νεοναζί. Η λογική «ναι μεν αλλά» είναι αυτή που επέτρεψε στην Χρυσή Αυγή να φτάσει μέχρι την δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Η κυβέρνηση φέρει ευθύνη για την έκρηξη της νεοναζιστικής βίας. Όταν διαρκώς αναβαθμίζεις τις ακροδεξιές φωνές στο εσωτερικό σου και ανέχεσαι φασιστικές πρακτικές, όπως η δημοσιοποίηση ονομάτων μικρών παιδιών, τότε δημιουργείς χώρο για την ακροδεξιά. Ταυτόχρονα μην ξεχνάμε την χυδαία συμπόρευση του κ. Μητσοτάκη με ακροδεξιές κινήσεις κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τότε που χωρίς ντροπή νομιμοποίησε την ακροδεξιά και συνωμοσιολογική ρητορική αναφέροντας μέσα στην Βουλή ότι ανταλλάξαμε την μη περικοπή των συντάξεων με τη Συμφωνία. Ένα χρόνο μετά την δικαστική καταδίκη των νεοναζί αυτός ο αγώνας δυστυχώς συνεχίζεται μέσα στις γειτονιές μας. Ειδικά σε υποβαθμισμένες γειτονιές της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας είναι αρκετές φορές εύκολο ο θυμός ενός νέου παιδιού να μετατραπεί σε μίσος. Δική μας δουλειά είναι την ίδια στιγμή που δεν θα επιτρέπουμε καμία έκφραση νεοναζιστικής και ακροδεξιάς δράσης να συμβάλουμε στην δημιουργία αγώνων της νεολαίας για πραγματικά καλύτερη ζωή, με δημοκρατία, αλληλεγγύη και αξιοπρέπεια. Με αυτό τον τρόπο θα νικήσουμε ξανά τους νοσταλγούς του Χίτλερ.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 3 Οκτωβρίου 2021