Κριτική στην κυβέρνηση για τους χειρισμούς στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ασκεί μιλώντας στην «ΜτΚ» ο καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου και Δικαίου Ενέργειας στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, σύμβουλος Ευρωπαϊκής Πολιτικής του προέδρου ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και υποψήφιος ευρωβουλευτής, Νικόλας Φαραντούρης. Ο κ. Φαραντούρης μιλά για το διακύβευμα των ευρωεκλογών, τον στόχο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τις προτεραιότητές του σε περίπτωση εκλογής του.
Aσκήσατε σκληρή κριτική στην κυβέρνηση μετά την πρόκληση της νέας προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας να αποκαλέσει την χώρα ως «Μακεδονία» «χρεώνοντας» στον πρωθυπουργό ευθύνες γι’ αυτή την εξέλιξη. Για ποια γεγονότα κατηγορείτε την κυβέρνηση;
Πρόκειται δυστυχώς, για ένα διπλωματικό φιάσκο της ελληνικής κυβέρνησης το οποίο με στενοχωρεί πολύ. Ως καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου διδάσκω, από το πρώτο κιόλας εξάμηνο, ότι δεν υπάρχει δεδομένος εταίρος, αλλά μόνο αξιόπιστος εταίρος. Η κυβέρνηση έχει συνειδητά προσπαθήσει να υπονομεύσει τη Συμφωνία των Πρεσπών από την πρώτη μέρα και τώρα εκλιπαρεί την εθνικιστική κυβέρνηση στη Βόρεια Μακεδονία να την σεβαστεί. Δεν είναι μόνο αντιφατικό αλλά διπλωματικά ανερμάτιστο το μήνυμα που εκπέμπουμε. Το πρόβλημα με την ονομασία λύθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ με την Συμφωνία των Πρεσπών. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση έβαλε στη γωνία όλες αυτές τις συμφωνίες για τα βιβλία, την άμυνα και τα ζητήματα αλυτρωτισμού, που θα μπορούσαν να έχουν προάγει τις σχέσεις με την Βόρεια Μακεδονία, είχε σαν επακόλουθο την πρόκληση της νέας προέδρου της γείτονος χώρας. Όταν λοιπόν έρχεται, μετά από πέντε χρόνια άρνησης της κύρωσης των πρωτοκόλλων ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και εκλιπαρεί τώρα τον σεβασμό τους επιβεβαιώνουμε αυτό που μετά λύπης όλοι βλέπουμε. Η χώρα μας, από μπροστάρης εξελίξεων στα Βαλκάνια, έχει γίνει ουραγός με μία Ι.Χ εξωτερική πολιτική «Βασιλάκη Καΐλα».
Πως σχολιάζετε την πρόσφατη συνάντηση Μητσοτάκη- Ερντογάν;
Όπως σας είπα και επιμένω, δυστυχώς η εξωτερική πολιτική που ασκεί το Μέγαρο Μαξίμου είναι μια ΙΧ εξωτερική πολιτική. Χαρακτηρίζεται από έλλειψη προετοιμασίας, σχεδίου και συστηματικότητας ενώ ο ορίζοντας των επιδιώξεων της εξαντλείται εξασφάλιση εντυπώσεων. Δυστυχώς, οι προειδοποιήσεις μας επιβεβαιώθηκαν. Διολισθαίνουμε σε ένα ακόμη Βατερλώ για τα εθνικά μας συμφέροντα.
Καταγγέλλετε την κυβέρνηση για τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής με αιχμή του δόρατος τις σχέσεις μας με Τουρκία και με Αλβανία. Ποια είναι τα λάθη που έχουν γίνει;
Είναι σοκαριστική η αντιφατική, ηττοπαθής και εθνικά επιζήμια εξωτερική πολιτική που, μουδιασμένα, όλοι βλέπουμε να διαδραματίζεται τις τελευταίες εβδομάδες από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Το ένα φιάσκο ακολουθεί το επόμενο, σε μια περίοδο που μας οδηγεί σε Βαλκανική πυριτιδαποθήκη, στην οποία ουδείς δικαιούται να έχει πρόσβαση στην φλόγα. Το δόγμα του δεδομένου και σιωπηλού (αντί του αξιόπιστου και διεκδικητικού) εταίρου έχει οδηγήσει σε μια λογική διμερή με τους γείτονές μας. Ο Κ. Μητσοτάκης για μια χούφτα ψήφους αναθεμάτιζε τη Συμφωνία των Πρεσπών και σήμερα ψελλίζει: «Ζήτω η Συμφωνία των Πρεσπών. Εφαρμόστε την». Ήταν εθνικά επιζήμια η επιλογή Μητσοτάκη να βάλει στον πάγο τη Συμφωνία των Πρεσπών που τώρα επικαλείται, η εφαρμογή της οποίας θα είχε φέρει την Βόρεια Μακεδονία στην αγκαλιά της Ελλάδα και όχι της Τουρκίας.
Ποιο είναι για τον ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ το διακύβευμα των ευρωκλογών;
Την 9η Ιουνίου τα ερωτήματα που θα καλείται να απαντήσει ο καθένας μας ατομικά μπροστά στην κάλπη είναι απλά: Μπορούµε να εµπιστευτούµε µια κυβέρνηση που έχει πλήξει το διεθνές κύρος και την αξιοπιστία της Ελλάδας; Που παραµένει άβουλη και θεατής των διεθνών εξελίξεων, ασκώντας επικίνδυνη εξωτερική πολιτική για την προάσπιση των εθνικών συµφερόντων, περιθωριοποιώντας τις πρωτοβουλίες της πολυµερούς διπλωµατίας; Που συντάσσεται µε τις πολιτικές λιτότητας και πλεονασµάτων του ευρωπαϊκού βορρά; Που κλείνει το µάτι στην ακροδεξιά, φοβούµενη τις εκλογές; Μπορούµε να εµπιστευτούµε µια κυβέρνηση που έριξε τη χώρα προτελευταία της ΕΕ βάσει του βιοτικού επιπέδου; Το πρόγραµµα του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ στοχεύει στην Ευρώπη της ειρήνης, της ισότητας, της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης. Ο φόβος, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα για το αύριο τρέφουν τις ακραίες και λαϊκίστικες φωνές. Τρέφουν τον φασισµό. Και τον φασισµό τον νικάς στέλνοντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανθρώπους πρωτίστως έντιµους και ικανούς να αντισταθούν σε κάθε είδους πειρασµούς των ευρωπαϊκών λόµπι.
Και ποιος ο στόχος του κόμματός σας; Η δεύτερη θέση και με τι ποσοστό; Ο κ. Κασσελάκης μιλά για ανατροπή. Πως ορίζεται αυτή η ανατροπή;
Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα ποσοστό μεγαλύτερο από αυτό που λάβαμε στις τελευταίες εθνικές εκλογές, το οποίο θα μας επιτρέπει να μιλάμε με μεγαλύτερη σιγουριά για ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών στο άμεσο μέλλον. Είχαμε 23% διαφορά στις προηγούμενες εκλογές και αν είμαστε πλέον σε απόσταση αναπνοής είναι ανατροπή. Σημαίνει πως στις επόμενες βουλευτικές εκλογές πάμε σε εντελώς διαφορετικό κλίμα, το οποίο θα σηματοδοτήσει μόνο ένα πράγμα. Τέλος της δεξιάς διακυβέρνησης στην Ελλάδα, ενίσχυση των προοδευτικών δυνάμεων και δικαιοσύνη.
Τι μηνύματα λαμβάνετε από τους πολίτες ενόψει των ευρωεκλογών; Ποιες οι προτεραιότητες σας σε περίπτωση εκλογής σας;
Κάθε μέρα είμαι στον δρόμο, σε περιοδείες, σε επαφή με κόσμο από διάφορες επαγγελματικές και ηλικιακές τάξεις. Ακούω τον καθέναν και καθεμιά που γνωρίζω ξεχωριστά. Βαθιά μου ανάγκη είναι να υπηρετώ τον πολίτη και να χτίσω μαζί του μία κοινωνία αλληλεγγύης και δικαιοσύνης. Το μήνυμα που λαμβάνω, μετά από πολλά χρόνια είναι αυτό της εξωστρέφειας. Ο Έλληνας έχει πλέον την ανάγκη να φωνάξει και να διεκδικήσει. Να απαιτήσει να πάψουν να του φέρονται σαν τον φτωχό συγγενή μιας Ευρώπης η οποία τον έχει απόλυτη ανάγκη. Το βασικό μου μέλημα είναι η Ελλάδα να είναι ίση μεταξύ ίσων σε μια Ευρώπη δημοκρατική και δίκαιη, που οργανώνει την πράσινη μετάβαση προς όφελος των πολλών και όχι των λίγων. Μάχομαι για το δημογραφικό, την περιφερειακή σύγκλιση και συνοχή, την ενεργειακή ασφάλεια και το ενεργειακό κόστος, την κλιματική κρίση, την ακρίβεια και τις πολιτικές για τη νεολαία και τη νεανική απασχόληση. Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα στους μισούς δείκτες που μετράμε την ποιότητα της ζωής των πολιτών βρίσκεται δεύτερη από το τέλος, στους άλλους μισούς δείκτες δεν στέλνει καν στοιχεία. Αυτή η εικόνα με πληγώνει, θέλουμε την Ελλάδα να συγκλίνει με τα καλύτερα ευρωπαϊκά παραδείγματα και όχι να είναι ουραγός σε όλους τους τομείς. Για να συμβεί αυτό χρειαζόμαστε τομές στην ακρίβεια, την φορολογία και την δικαιοσύνη.
Πρόσφατα βρεθήκατε στη Θεσσαλονίκη. Ποια είναι τα προβλήματα που εντοπίσατε και τι προτείνετε για την επίλυσή τους;
Η αρχόντισσα Θεσσαλονίκη, όπως και ολόκληρη η Βόρεια Ελλάδα είναι αφημένες σε μια τυχαιότητα επιβίωσης και καλούνται να παρακολουθούν το τι συμβαίνει στην χώρα τους από μία γυάλα. Από μια απόσταση στην οποία η κυβέρνηση Μητσοτάκη τους έχει υποχρεώσει. Ένα από τα παράπονα που ακούω κάθε φορά που επισκέπτομαι την Θεσσαλονίκη, είναι η εγκατάλειψη από την πολιτεία. Οι Θεσσαλονικείς αισθάνονται ότι τόσες δεκάδες δισεκατομμύρια που έρχονται από τα ΕΣΠΑ, από το Ταμείο Ανάκαμψης, από τα Ευρωπαϊκά κονδύλια, πάνε στις τσέπες εταιριών και οικογενειών γύρω από το Μέγαρο Μαξίμου και ότι η Βόρεια Ελλάδα και η Περιφέρεια παραμένει εγκαταλελειμμένη. Δώστε μου τη δύναμη να γίνω η δική σας φωνή στην Ευρώπη. Γνωρίζω, θέλω και μπορώ να δώσω μάχη για μεγαλύτερη περιφερειακή και κοινωνική συνοχή, για την αναβάθμιση της Περιφέρειας και της Βόρειας Ελλάδας, για την θωράκιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και Παιδείας. Για καλύτερες υποδομές και δίκτυα, αλλά και για δίκαιη κατανομή των κονδυλίων σε όλη την επικράτεια της χώρας.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19.05.2024