«Με τέρμα τα γκάζια» είναι μια λαϊκή έκφραση που ταιριάζει απόλυτα στη δραστηριότητα του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος γι’ αυτό το καλοκαίρι.
Μετά από έναν δύσκολο χειμώνα με κλειστές σκηνές και μόνο διαδικτυακή παρουσία ο οργανισμός κατεβαίνει στην Επίδαυρο με την «Ελένη» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Βασίλη Παπαβασιλείου, ενώ πραγματοποιεί και περιοδείες με τους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Γιάννη Ρήγα και «Το μακρύ ταξίδι μιας μέρας μέσα στη νύχτα» του Ευγένιου Ο’ Νιλ σε σκηνοθεσία Θανάση Σαράντου. «Πρέπει να υπογραμμίσω ότι είναι η πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, που το ΚΘΒΕ εμφανίζεται σε τρία φεστιβάλ ταυτόχρονα με έργα που κινούνται ανεξάρτητα. Όπως αντιλαμβάνεται κανείς αυτό το εγχείρημα είναι μεγάλων καλλιτεχνικών και οικονομικών απαιτήσεων και έχει τις δικές του δυσκολίες γιατί χρειάζεται πολλά μέσα. Βασιζόμαστε στο φιλότιμό και στη σκηνική οικονομία. Νομίζω ότι πετύχαμε το καλύτερο μέχρι στιγμής και πάμε να το αποδείξουμε», λέει στη «ΜτΚ» ο καλλιτεχνικός διευθυντής Νίκος Κολοβός.
Παράλληλα, ο οργανισμός είναι συμπαραγωγός στην όπερα «Τόσκα» του Τζάκομο Πουτσίνι, που θα ανεβεί από το Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Επταπυργίου, ενώ προετοιμάζει και το Φεστιβάλ Δάσους που πραγματοποιείται κάθε χρόνο στις δύο ανοιχτές του σκηνές (Θέατρα Δάσους - Γης).
Άρα, αυτό το διάστημα στο ΚΘΒΕ επικρατεί ένας δημιουργικός εργασιακός… πυρετός! «Ξεκινάμε μετά από μια εποχή που οι μηχανές ήταν παροπλισμένες μεν, όχι εντελώς δε. Ζεσταίνονταν και γινόταν προπόνηση ώστε να εξασκήσουμε το ανθρώπινο δυναμικό, τη φαντασία και τα όνειρά μας», τονίζει ο επικεφαλής.
Η τεράστια παρεξήγηση του σήμερα
Η «Ελένη» είναι το έργο που ο οργανισμός ανεβάζει μετά από ένα μακρύ διάστημα εγκλεισμού, καραντίνας και ανελευθερίας. «Σκεφτήκαμε πολύ τι να παρουσιάσουμε μετά την πανδημία, τι είναι ο κόσμος έτοιμος να δεχτεί αλλά και τι είμαστε εμείς έτοιμοι να πούμε. Η Ελένη είναι, ουσιαστικά, μια παρεξήγηση, ένας μύθος που κατέρρευσε, κοστίζοντας δεκάδες χιλιάδες ζωές. Ο Ευριπίδης τοποθετεί την ηρωίδα στην Αίγυπτο ως απαχθείσα από τους θεούς και όχι στην Τροία. Έτσι καταδεικνύει μέσα σε όλο το αντιπολεμικό φόντο που θέλει χτίσει πώς τα ανθρώπινα πάθη, η ανθρώπινη παρεξήγηση μπορεί να ξοδέψουν τόνους αίματος ανθρώπων, μέσων, καραβιών, ονείρων», υπογραμμίζει ο διευθυντής της κρατικής σκηνής.
Σε μια εποχή που η καταστροφή είναι κεντρικό θέμα λόγω του ιού, η πρόθεση του ΚΘΒΕ ήταν να αναζητήσει την ύβριν, ένα από τα βασικά στοιχεία της τραγωδίας που χαρακτηρίζει και τη σημερινή κατάσταση. «Μέσα από την ‘Ελένη’ διερευνούμε τι μας συνέβη ως προς την πανδημία και πόσο απλό είναι μια απλή παρεξήγηση των γεγονότων να οδηγήσει σε μια τραγωδία. Ακόμη και η παρεξήγηση είναι ύβρις, ακόμη και η σπουδαία, η υπέροχη εικόνα της Ελένης την οποία ζήλεψαν οι θεοί. Έτσι, φτάσαμε στο να οικοδομήσουμε μια παράσταση αρκετά προικισμένη, εμπνευσμένη, με πολλούς συντελεστές που δίνουν τα έσχατα των δυνατοτήτων τους, με κέφι, με έναν θίασο ο οποίος παραμένει πάντα ετοιμοπόλεμος κατά γενική ομολογία. Χάρη σ’ αυτό το σπουδαίο και, πολλές φορές, ανεκμετάλλευτο ανθρώπινο δυναμικό του το ΚΘΒΕ ποντάρει στο ότι θα παρουσιάσει μια επιτυχία στην Επίδαυρο», τονίζει ο διευθυντής.
Όσο για το πού τοποθετεί ο ίδιος τη μεγάλη παρεξήγηση των ημερών μας επισημαίνει: «Θα έλεγα στο αποτέλεσμα της πανδημίας και στο το πού θα αναζητήσουμε την ύβρι σ’ αυτό. Ποια είναι δηλαδή η αμαρτία μας και πληρώνουμε ένα τέτοιο κόστος… Περνώντας κάποια στιγμή πέρυσι, μετά την πρώτη λήξη του συναγερμού, με το αυτοκίνητο από την παλιά παραλία, είδα πολύ κόσμο να συνωστίζεται καθώς έπεφτε το δειλινό και το σκοτάδι. Η εικόνα ήταν εφιαλτική. Φοβόσουν μήπως κωλύσεις και δεν περάσεις γρήγορα. Εκεί αντιλαμβανόσουν την ανθρώπινη αντίληψη που έλεγε θα συνωστιστώ, έστω και αν αυτό είναι επικίνδυνο. Έβλεπες ανθρώπους που τους ενδιέφερε μόνο να βγουν, να ξεσκάσουν, να έρθουν σε επαφή, έστω κι αν αυτό απαγορεύεται. Εξάλλου, η ύβρις είναι μια ορμέφυτη διεργασία που δεν συμβαίνει επίτηδες, είναι κάτι που ο άνθρωπος δεν αντέχει και κάνει οπωσδήποτε».
Εκείνη τη στιγμή στη συγκέντρωση του πλήθους διαπίστωνε ότι ο κόσμος αποφασίζει για το επόμενο βήμα της μοίρας του. «Δεν μας ενδιέφερε αν θα ξαναφέρουμε τον κορονοϊό και αν θα επαναληφθεί το σκηνικό της προηγούμενης χρονιάς. Αυτό είναι μια παρεξήγηση διότι οι ανθρώπινες δυνατότητες τελικώς προχωρούν τόσο όσο λέει ο εαυτός του καθενός. Ο άνθρωπος είναι ικανός και για το καλό και για το κακό. Η συμπεριφορά του καθένα μας πάντως απέναντι στην υπόθεση αυτή δεν θεωρώ ότι ήταν και η καλύτερη παγκοσμίως. Θα μπορούσε να ήταν περισσότερο τακτική και συντεταγμένη, να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα. Χάσαμε πολλούς τους οποίους δεν θρηνήσαμε σε οικουμενικό επίπεδο, αλλά ο καθένας μόνος του, στην οικογένειά του. Ήταν άνθρωποι που πριν κάποιες μέρες ζούσαν και ξαφνικά έφυγαν από τη ζωή. Οι υπόλοιποι συνεχίζουμε χωρίς να έχουμε τους ολοφυρμούς ενός πολέμου, ο οποίος θα ήταν εξίσου κοστοβόρος σε ανθρώπινες ζωές, όσο ήταν κι αυτό που περάσαμε. Αυτή θεωρώ πως είναι η τεράστια παρεξήγηση του σήμερα».
«Όρνιθες», «Ταξίδι» και Φεστιβάλ Δάσους
Η μεγάλη επιτυχία των περυσινών «Ορνίθων» έκανε τον καλλιτεχνικό διευθυντή να αποφασίσει και φέτος την επανάληψη της παραγωγής, που θα βγει σε περιοδεία. «Η κωμωδία του Αριστοφάνη παρουσιάζει αυτό το καλοκαίρι μεγαλύτερες εκπλήξεις, δεδομένου ότι ανασκευάζεται και βεβαίως πρόκειται για έναν εμπλουτισμό ο οποίος θα διασκεδάσει πολύ περισσότερο τον κόσμο άρα και θα τον διδάξει ταυτόχρονα», επισημαίνει ο Νίκος Κολοβός.
Παράλληλα, η παραγωγή «Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» θα εμφανιστεί σε μια περιοδεία κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα. «Είναι μια παράσταση που είμαι σίγουρος ότι θα λάμψει επίσης, έχοντας ένα πολύ καλό δυναμικό».
Τέλος, ως προς το Φεστιβάλ Δάσους ο κ. Κολοβός επισημαίνει: «Συνεχίζει και φέτος την πορεία του. Πέρυσι τα πάντα τέθηκαν υπό την αίρεση της εξάπλωσης της πανδημίας. Φέτος μεν τα πράγματα μοιάζουν καλύτερα κι εξακολουθούν στους ίδιους ρυθμούς. Υπάρχει τεράστια ζήτηση και από θιάσους και από συναυλίες. Δεν νομίζω ότι θα υπάρξει κενή ημερομηνία».
Όλα αυτά πραγματοποιούνται με οικονομίες που έγιναν τον χειμώνα «προσπαθώντας να υπάρξουμε ιδίοις δυνάμεις», όπως λέει χαρακτηριστικά ο καλλιτεχνικός διευθυντής, και χωρίς να ξεφεύγουν από τους προϋπολογισμούς, παρά τα πέντε έργα που χρειάστηκε να παρουσιαστούν τον χειμώνα διαδικτυακά. «Φτάσαμε να οργανώσουμε εγκαίρως όλο το καλοκαιρινό πρόγραμμά μας, διότι έπρεπε να το έχουμε κατατεθειμένο τρεις μήνες πριν. Αν αναλογιστεί κανείς το ντεκόρ που επικρατούσε προ τριμήνου θα αντιληφθεί ότι αυτό δεν ήταν και τόσο εύκολο. Χρειαζόταν να ενεργοποιηθεί ο ανθρώπινος παράγων στο έπακρο. Θεωρώ ότι τελικά τα καταφέραμε και ότι βγαίνουμε πλέον πάνοπλοι το καλοκαίρι», καταλήγει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30 Μαΐου 2021