Το πράσινο φως για τσουνάμι πλειστηριασμών άναψε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου καθώς τάχθηκε υπέρ των funds.
Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σε διάσκεψη, με πλειοψηφία (56-9), δεχόμενη την εισήγηση της αρεοπαγίτου Κανέλλας Τζαβέλα, αποφάνθηκε ότι οι διαχειριστές των funds που εδρεύουν στην Ελλάδα μπορούν να ενεργούν δικαστικές πράξεις (να γίνονται διάδικοι), να προβαίνουν σε πλειστηριασμούς με τη δική τους επωνυμία και όχι ως πληρεξούσιοι των funds. Η δημοσίευση της απόφασης αναμένεται μέσα στον επόμενο μήνα.
Πρόκειται για 700.000 ακίνητα που αποτελούν εμπράγματες εξασφαλίσεις για δάνεια ύψους περίπου 45 δισ. ευρώ που θα βρεθούν στο έλεος τραπεζών, funds και διαχειριστών δανείων (servicers).
Το ζήτημα οδηγήθηκε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, κατόπιν αντικρουόμενων αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο επί του θέματος και κυρίως λόγω της αντιφατικότητας των σχετικών νόμων του 2003 και του 2015.
Ουσιαστικά, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κλήθηκε να αποφανθεί για την ανατροπή ή μη της απόφασης Τμήματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει της οποίας απαγορεύθηκε στις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων (servicers) να διενεργούν πλειστηριασμούς για δάνεια που έχουν μεταβιβαστεί από τις τράπεζες.
Ειδικότερα, ο νόμος 4354/2015 για τα «κόκκινα» δάνεια, προβλέπει ειδική νομιμοποίηση στους servicers, ώστε να μπορούν να πραγματοποιούν διαδικαστικές πράξεις αντί του δικαιούχου της απαίτησης, ενώ ο 3156/2003 που αφορά γενικά σε ρυθμίσεις δανείων και στο άρθρο 10 (παράγραφος 14) αναφέρει ότι οι προβλεπόμενες εταιρείες ενεργούν πράξεις διαχειρίσεως για λογαριασμό των εταιρειών που έχουν τα δάνεια, χωρίς να αποδίδεται σε αυτές η συγκεκριμένη ιδιότητα του «μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου».
Τι συζητήθηκε στην Ολομέλεια
Οι Αρεοπαγίτες κλήθηκαν να αποφασίσουν ποιο νομοθετικό πλαίσιο πρέπει να ισχύει, δηλαδή αυτό του 2003 ή του 2015 για τις Εταιρείες Απαιτήσεων Δανείων (funds).
Ο εισαγγελέας της έδρας πρότεινε ότι μπορεί να γίνεται ταυτόχρονα η χρήση και των δύο νόμων (2003 και 2015).
Οι συνήγοροι των Τραπεζών ανέφεραν ότι ο νόμος του 2003 θεσμοθετήθηκε για να μπορέσουν τα τραπεζικά ιδρύματα να αξιοποιήσουν το δανειακό της χαρτοφυλάκιο, να πάρουν χρήματα από εταιρείες ειδικού σκοπού, οι οποίες στη συνέχεια να εκδώσουν ομόλογα και έτσι να αποτελέσει αυτός ο τρόπος ένα χρηματοδοτικό εργαλείο για την εθνική οικονομία και για τις επιχειρήσεις.
«Πρέπει να δούμε ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη πριν και ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη μεταγενέστερα σε μία περίοδο της υπό κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος με πληθώρα κόκκινων δανείων», ανέφεραν οι δικηγόροι.
Από την πλευρά των δανειοληπτών, αναφέρθηκε ότι οι πλειστηριασμοί πρέπει να γίνονται όπως απαιτεί η νομοθεσία, δηλαδή να δίνεται προηγούμενα η δυνατότητα στον οφειλέτη να προβαίνει στον διακανονισμό της οφειλής του και να μην εφαρμόζεται η τακτική των funds.
Οι συνήγοροι των δικηγορικών Συλλόγων επεσήμαναν ότι η Κυβέρνηση δεν έδωσε νομοθετική λύση στο επίμαχο πρόβλημα, ενώ μπορούσε και «πέταξε το θέμα σε εσάς τους αρεοπαγίτες».