Στο πέρασμα των δεκαετιών πάρα πολλοί αθλητές άφησαν ανεξίτηλα τα ίχνη τους στην εξέλιξη των σπορ. Ελάχιστοι, όμως, είχαν την επίδραση του Ντικ Φόσμπερι, του ανθρώπου που μία μέρα σαν σήμερα, στις 20 Οκτωβρίου 1968, άλλαξε για πάντα τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται το αγώνισμα του άλματος εις ύψος.
Στα εφηβικά του χρόνια και ενώ ονειρευόταν να γίνει επιστήμονας, ο Φόσμπερι μετά βίας περνούσε το 1,50μ. στο ύψος. Ωστόσο, όταν εξασφάλισε μία θέση στο τμήμα Φυσικής και Μηχανικής του Πανεπιστημίου του Όρεγκον, ο φοιτητής από το Πόρτλαντ αναζήτησε (με τη βοήθεια της φυσικής) έναν νέο τρόπο άλματος, που θα του επέτρεπε να συναγωνιστεί τους αντιπάλους του.
Όλοι τότε επιχειρούσαν άλματα με την τεχνική Στραντλ, γνωστή και ως "ψαλίδι", δηλαδή περνούσαν τον πήχυ κοιτώντας τον κατάματα, με το πόδι και το κεφάλι στην ίδια ευθεία.
Όμως, βουτώντας στα κατάστιχα της αθλητικής ιστορίας ο Φόσμπερι διαπίστωσε πως ένας Φινλανδός άλτης ονόματι Κάλεβι Κότκας είχε δοκιμάσει μία διαφορετική τεχνική.
Ο Φόσμπερι επικεντρώθηκε στη μελέτη της επίδρασης που είχε το κέντρο της μάζας σώματος στον αέρα. Με απλά λόγια, έκρινε πως όταν έβαζε δύναμη στα πόδια κρατώντας το κορμί του σε πιο κάθετη στάση, μειωνόταν η αντίσταση του αέρα.
Ο Φόσμπερι πρότεινε στον προπονητή του να δοκιμάσουν τη συγκεκριμένη τεχνική και μάλιστα τη λάνσαρε ο ίδιος σε κολεγιακούς αγώνες το 1964. Ήταν τότε που η τεχνική πήρε την ονομασία "Φόσμπερι Φλοπ".
Για να φτάσουμε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού, τον Οκτώβρη του 1968, όταν ο Ντικ Φόσμπερι ανάγκασε τους θεατές να αλαλάζουν ενθουσιασμένοι βλέποντας κάτι πρωτόγνωρο. Τότε ήταν που το άλμα εις ύψος μπήκε στη νέα του εποχή.
Ένας αστικός μύθος θέλει άλλους αθλητές πριν τον Ρίτσαρντ Ντάγκλας Φόσμπερι να επιχειρούν άλμα με αυτόν τον τρόπο, ανάμεσά τους και έναν Έλληνα. Κανείς, όμως, δεν το είχε δοκιμάσει μέχρι τότε στο υψηλότερο επίπεδο κερδίζοντας χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο και μάλιστα μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες.