Τα 32 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης που θα διοχετευτούν στην χώρα μας, είναι πράγματι ένα τεράστιο ποσό, που υπό προϋποθέσεις μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για να ωθήσει την Ελλάδα στον κεντρικό πυρήνα των ανεπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών.
Αυτό το «υπό προϋποθέσεις» αν δεν υπήρχε, όλα θα ήταν εύκολα και ρόδινα, αλλά φευ.
Στην Ελλάδα, έχουμε μάθει να μην είναι δεδομένο τίποτα και πάντα -από τα πιο απλά έως τα πιο δύσκολα- να παλεύουμε με χίλια μύρια εμπόδια, προκειμένου να πετύχουμε ορθολογικές λύσεις.
Επί του προκειμένου, τα 32 δισεκατομμύρια ευρώ του Ταμείου Ανάπτυξης που θα ενεργοποιήσουν (με ίδιους πόρους και λοιπά χρηματοδοτικά εργαλεία) κοντά στα 70 δισ., είναι «μάννα εξ ουρανού» για την εθνική οικονομία, που σε άλλη περίπτωση θα βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης, λόγω των ανατροπών που επέφερε η πανδημία.
Σε αυτό το σημείο, ξεκινούν οι «τέσσερις προϋποθέσεις», προκειμένου αυτή η μοναδική ευκαιρία να αξιοποιηθεί με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο για την χώρα και τους πολίτες της.
Πρώτη προϋπόθεση, η απορροφητικότητα των διαθέσιμων πόρων, καθώς στην Ελλάδα συνηθίσαμε να χάνουμε έτοιμα κονδύλια, εξαιτίας της απρονοησίας μας, της ανετοιμότητάς μας και του ερασιτεχνισμού μας.
Δεύτερη, η διοχέτευση των ποσών σε λεγόμενα παραγωγικά έργα. Σε τέτοια δηλαδή, που πυροδοτούν οικονομικές δραστηριότητες οι οποίες θα γεννούν αποτελέσματα που τις ανατροφοδοτούν.
Για την πρώτη προϋπόθεση, τα μέχρι στιγμής στοιχεία μαρτυρούν ότι η κυβέρνηση πήρε τα κατάλληλα μέτρα (σύσταση ειδικού υπουργείου, νομοθετική ρύθμιση διαδικασιών κλπ) ώστε να γίνει δυνατή η ταχύτατη διεκπεραίωση των θεμάτων και η αποφυγή κωλυμάτων σε γραφειοκρατίες, δαιδαλώδη συστήματα ελέγχων, ενστάσεις, προσφυγές στην δικαιοσύνη κλπ .
Αλλά και αναφορικά με την δεύτερη «προϋπόθεση» δεν έχω καμιά αφορμή προς το παρόν, για να μην εμπιστευτώ τα επαναλαμβανόμενα διαρκώς από τα αρμόδια χείλη, πως τα χρήματα δεν θα... πεταχτούν στον αέρα, αλλά θα πιάσουν τόπο επενδυμένα σε έργα και δράσεις που θα… γεννήσουν δουλειές και πλούτο.
Κάπου εδώ, τελειώνουν τα «καλά νέα» και ξεκινούν τα κενά, τα ερωτήματα και οι αμφιβολίες, καθώς ακολουθούν οι δύο εναπομείνασες προϋποθέσεις, που δεν βλέπω να αντιμετωπίζονται με την δέουσα πρόνοια και τις απαραίτητες διασφαλίσεις.
**********************************************************************************************************
* Το πρώτο αγκάθι, σχετίζεται με το αν τα κονδύλια διοχετευτούν με ισόρροπο τρόπο στην χώρα. Το αν δηλαδή υπάρξει μέριμνα, ώστε να βοηθήσουν στην μείωση της απόστασης ανάμεσα στο κέντρο (Αθήνα) και την λοιπή επικράτεια, συμβάλλοντας στον γενικό στόχο που αποκαλείται «περιφερειακή ανάπτυξη». Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, δεν φαίνεται ότι υπάρχει κάποια σχετική δέσμευση, πράγμα που δημιουργεί την πεποίθηση -βεβαιότητα θα έλεγα- πως οι χρηματοδοτήσεις θα πέσουν στην ευρύτερη περιοχή του λεκανοπέδιου, με αποτέλεσμα την περαιτέρω διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στο μητροπολιτικό κέντρο και την υποβαθμισμένη ελληνική περιφέρεια. Όσο κι αν οι ιθύνοντες φτιασιδώνουν τα στοιχεία πίσω από τις έξυπνες ορολογίες για «οριζόντιες δράσεις», για «υπερτοπικές πρωτοβουλίες» κλπ, φαίνεται πως επιβεβαιώνονται οι υποψίες πως το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των χρηματοδοτήσεων, θα κατευθυνθούν σε έργα και δράσεις που θα πραγματοποιηθούν στην Αθήνα και την ευρύτερη περιοχή της.
* Το δεύτερο μειονέκτημα αφορά την απουσία πρόβλεψης για δράσεις που στοχεύουν στην αποκαλούμενη «κοινωνική συνοχή». Την χρηματοδότηση δηλαδή προγραμμάτων που έχουν θετικές επιπτώσεις στον τομέα της στήριξης της εργασίας, της βελτίωσης της θέσης των εργαζόμενων στην κοινωνία, την διασφάλιση των δικαιωμάτων τους και που σε τελευταία ανάλυση βοηθούν στο κλείσιμο της ψαλίδας ανάμεσα στους μεγάλους, τους μικρομεσαίους και τους μικρούς.
Αντιλαμβάνομαι την σπουδή των ιθυνόντων να κάνουν την δουλειά. Όπως και συμμερίζομαι την αγωνία τους να ξεπεραστούν οι γνωστές αγκυλώσεις και να αποφύγουν να μείνουν τα κονδύλια αδιάθετα, αφού τότε θα κατηγορηθούν -και δικαίως- για ανικανότητα και αποτυχία.
* Μέχρι εκεί όμως. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει τα 32 έως 70 (μαζί με τα συνοδά ποσά) δισεκατομμύρια, να αποτελέσουν την ευκαιρία της Αθήνας να γίνει Ευρώπη, της Θεσσαλονίκης να υποβιβαστεί περαιτέρω σε φτωχό συγγενή, και της λοιπής περιφέρειας να μετατραπεί σε εγκαταλελειμμένη υποανεπτυγμένη επαρχία-τουριστικό προορισμό.
Να συμπληρώσω ότι το να υπάρξει πρόνοια για τις δύο τελευταίες προϋποθέσεις που επεσήμανα, το απαιτούμε από την κυβέρνηση και τους αρμόδιους υπουργούς, που οφείλουν να βλέπουν πίσω από το δάκτυλό τους.
* Πρώτιστα όμως το απαιτούμε από τους δικούς μας ανθρώπους -την τοπική μας ηγεσία, τους πολιτικούς, τους εκπροσώπους μας, τις διοικήσεις των επιμελητηρίων, τους τοπικούς επιχειρηματίες. Όλοι αυτοί, πρέπει να δράσουν. Σήμερα.
Επίμονα και συντονισμένα.
Να μελετήσουν τάχιστα -να ολοκληρώσουν τις μελέτες που χρόνια τώρα υποτίθεται πως κάνουν- να υποβάλλουν προτάσεις κι έτοιμα σχέδια και να πιέσουν ώστε αυτά να περιληφθούν στον μακρύ κατάλογο των προς χρηματοδότηση έργων. Η συνεργασία ανάμεσά τους, η αλληλεγγύη και η αλληλοϋποστήριξη- αντί της αλληλοϋπονόμευσης - αποτελούν την βασική προϋπόθεση της επιτυχίας.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, θα αγνοηθούμε και θα παραμείνουμε να παρακολουθούμε τα τρένα να περνούν, την Αθήνα να απογειώνεται και εμάς να βράζουμε στο ζουμί μας και να γκρινιάζουμε αναθεματίζοντας την αδικία…
Αν και σε αυτήν την απευκταία περίπτωση, είμαι βέβαιος πως θα βλέπουμε τον έναν να φορτώνει στον άλλον την ευθύνη και όλους μαζί, να πυροβολούμε στον αέρα- ίσως και στα πόδια μας- επικαλούμενοι δήθεν προτάσεις που έκοψαν οι κακοί Αθηναίοι, ενώ στην πραγματικότητα δεν φροντίσαμε να υποβάλουμε σχέδια σύμφωνα με τις προκαθορισμένες προδιαγραφές.
Υπάρχει χρόνος ακόμη. Περιορισμένος μεν, αλλά υπάρχει. Ας φροντίσουμε να τον αξιοποιήσουμε για τον τόπο και όλους μας.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 30 Μαΐου 2021