Η ψηφιακή, λόγω της πανδημίας, διεξαγωγή του 22ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, που άρχισε στις 19 Μαΐου, βρίσκει τη διοργάνωση με άλλο ένα νέο στοιχείο: για πρώτη φορά στην ιστορία της παρουσιάζει ένα επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα (Διεθνές Διαγωνιστικό Ντοκιμαντέρ Μεγάλου Μήκους), όπου δώδεκα ταινίες άνω των 70΄διαγωνίζονται για τον Χρυσό Αλέξανδρο.
Ανάμεσά τους και το ντοκιμαντέρ «Η μουσική των πραγμάτων» του Μένιου Καραγιάννη που παρακολουθεί τρεις ανθρώπους δοσμένους ολόψυχα σε αυτό που κάνουν: ένας μουσικός, ένας ξυλουργός κι ένας φωτογράφος μας προσκαλούν στον προσωπικό τους κόσμο και μας αποκαλύπτουν τις πιο ευαίσθητες πτυχές της δουλειάς τους.
Όλα αυτά μόνο με εικόνες και ήχους αφού ο δημιουργός ήθελε να αναδείξει τη σχέση μας με τα πράγματα χωρίς την υποστήριξη του λόγου. Έτσι, στην ταινία οι πρωταγωνιστές δεν μιλούν, ούτε υπάρχει κάποιος αφηγητής που εξηγεί ή περιγράφει. «Χωρίς λόγια, οι εικόνες και οι ήχοι αποκτούν άλλη σημασία, ενώ η μουσική γεννιέται ζωντανά, στις συναντήσεις με τα πράγματα. Θέλησα να αναδείξω την αμεσότητα που μπορεί να προκύψει όταν συναντάμε ανθρώπους και καταστάσεις χωρίς την παρεμβολή της ομιλίας. Όταν δεν μιλάμε, βλέπουμε και ακούμε λεπτομέρειες που αλλιώς μας διαφεύγουν. Με το ντοκιμαντέρ αυτό θέλησα να δώσω στον θεατή την ευκαιρία να δει και να ακούσει αυτό που εκείνος επιλέγει, να δημιουργήσει δηλαδή μια δική του μοναδική σχέση με τους πρωταγωνιστές, με τις εικόνες και τους ήχους», λέει ο Μένιος Καραγιάννης στη «Θ».
Άνθρωποι που έχουν το χάρισμα να «χάνονται»
Οι τρεις, φαινομενικά αταίριαστοι μέσα από τις ιδιότητές τους χαρακτήρες της ταινίας, συνδέονται μεταξύ τους μέσα από την αγάπη και την προσήλωσή τους σε αυτό που κάνουν. «Είναι άνθρωποι που έχουν το χάρισμα να ‘χάνονται’, να αποκόπτονται από το περιβάλλον και να αφοσιώνονται με απόλυτη προσοχή στο έργο τους. Ο μουσικός είναι σε θέση να δημιουργήσει μουσική από τυχαίους ήχους: από τον αέρα που φυσάει, από μια πόρτα που τρίζει, από τα πουλιά, από τα κύματα, από οτιδήποτε. Ο φωτογράφος, πλησιάζοντας με τον φακό του πολύ κοντά στα αντικείμενα, μας αποκαλύπτει έναν αόρατο κόσμο, ενώ ο ξυλουργός δίνει σχήμα και ζωή σε ακατέργαστα κομμάτια ξύλου. Και οι τρεις, μας βοηθούν να ανακαλύψουμε την εσωτερική σχέση που έχουμε με τα πράγματα που μας περιβάλλουν», τονίζει ο σκηνοθέτης.
Στη δύσκολη εποχή που ζούμε, με τον φόβο και την αβεβαιότητα για την επόμενη μέρα, η ταινία προτείνει να δούμε τη μεγάλη εικόνα. «Να αντιληφθούμε ότι είμαστε οργανικά συνδεδεμένοι με τους άλλους ανθρώπους, με τα ζώα και το περιβάλλον. Αν αυτή η σημαντική συνύπαρξη παραβιαστεί, κινδυνεύουμε να χάσουμε την αρμονία της ζωής, η οποία είναι πιο σημαντική από την απλή επιβίωση. Οι ήχοι, όταν τους ακούσουμε προσεκτικά, εκφράζουν αυτή την αρμονία, συνθέτουν την μουσική που μας συνδέει. Το ίδιο και οι εικόνες. Αν τις παρατηρήσουμε προσεκτικά, κρύβουν τις λεπτομέρειες που ενυπάρχουν παντού και μας συνδέουν με αυτό που είναι κοινό σε όλα», επισημαίνει ο δημιουργός.
«Κατάλαβα πόσο ζωτικής σημασίας είναι η ανθρώπινη επαφή»
Ο ίδιος αναγκάστηκε να προσαρμοστεί, όπως όλοι μας, στις νέες αυτές συνθήκες που επέβαλλε η πανδημία. «Στερήθηκα κι εγώ την ανθρώπινη επαφή και κατάλαβα πόσο ζωτικής σημασίας είναι. Βίωσα και βιώνω αυτό που συμβαίνει σαν ταινία επιστημονικής φαντασίας. Μου είναι δύσκολο να συνθέσω μια λογική εικόνα και πασχίζω να διαχωρίσω το αληθινό μέσα σε έναν καταιγισμό αντιφατικών πληροφοριών που δεχόμαστε. Με ανησυχεί η ευκολία μας να δεχόμαστε εντολές και αυστηρά μέτρα. Θα επιθυμούσα έναν ζωντανό και πολύπλευρο κοινωνικό διάλογο για όσα συμβαίνουν», σημειώνει.
Μέσα σε όλο αυτό η «ακύρωση» του 22ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και η διαδικτυακή διεξαγωγή του τον στεναχώρησε πολύ. «Η επαφή με τους θεατές και οι ζωντανές συζητήσεις είναι μεγάλη απώλεια, το ίδιο και οι προβολές των ταινιών σε κινηματογραφικές αίθουσες, με ιδανικές συνθήκες εικόνας και ήχου. Το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης είναι μια όμορφη κινηματογραφική γιορτή, που φέτος δυστυχώς χάθηκε. Παρ’ όλα αυτά, οι άνθρωποι που δουλεύουν με τη διοργάνωση του φεστιβάλ κατάφεραν να βρουν λύση και να μην στερήσουν από τους δημιουργούς και τους θεατές τη δυνατότητα να μοιραστούν αυτή την εμπειρία, έστω διαδικτυακά», καταλήγει κι εύχεται σε όλους μας καλή θέαση!
* Δημοσιεύτηκε στη "Θεσσαλονίκη" στις 21.05.2020