Mε το κιάλι αναζητούν φέτος τους εποχικούς εργαζόμενους σε εστίαση και τουρισμό παρόλο που για πρώτη χρονιά μετά την έλευση της πανδημίας του κορονοϊού, η «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας θα λειτουργήσει σε πλήρη ισχύ.
Παρόλο που οι προβλέψεις για το φετινό καλοκαίρι θέλουν αύξηση στις κρατήσεις με νούμερα που θυμίζουν προ κορονοϊού εποχές, οι εργαζόμενοι στους κλάδους του τουρισμού και του επισιτισμού φαίνεται πως δεν επιθυμούν να επιστρέψουν στην εποχική εργασία.
Η «μεγάλη παραίτηση» των εργαζόμενων στα εν λόγω επαγγέλματα φαίνεται να σχετίζεται με τις συνθήκες εργασίας αλλά και το χαμηλό επίπεδο των αμοιβών. Ειδικότερα, τα εξουθενωτικά ωράρια, η υπαμειβόμενη ή η ανασφάλιστη εργασία, οι εξαιρετικά χαμηλές παροχές και οι κακές συνθήκες που ορισμένες φορές θέτουν σε κίνδυνο ακόμα και την υγεία των εργαζόμενων είναι ίσως οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους οι εποχικοί εργαζόμενοι δεν επιθυμούν να επιστρέψουν στη «σεζόν».
Τα δεδομένα μετέβαλλε και η περίοδος του lockdown με τα μέτρα στήριξης των εργαζομένων να αναδιαμορφώνουν τα κριτήριά τους ως προς την ποιότητα της εργασίας. Μάλιστα, την περίοδο που η τουριστική κίνηση κορυφώνεται, οι εποχικοί εργαζόμενοι φαίνεται ότι καλούνται να αντιμετωπίσουν ακόμα μεγαλύτερες πιέσεις προκειμένου να ανταποκριθούν στις συνεχώς αυξανόμενες ζητούμενες υπηρεσίες.
Τα πολλά και συχνά περιστατικά εργοδοτικής παραβατικότητας σε βάρος των εργαζομένων αποτελούν «το κερασάκι στην τούρτα» με πολλούς να καταγγέλλουν απλήρωτες υπερωρίες -στα ήδη εξαντλητικά ωράρια- και αθέτηση των συμφωνιών ως προς τη διαμονή. Μάλιστα, το πρόβλημα της στέγασης φαίνεται να είναι διαχρονικό με αρκετούς εργαζόμενους να υποστηρίζουν πως ενώ είχαν συμφωνήσει με τον εργοδότη την κάλυψη της διαμονής τους όταν έφτασαν στον τόπο της εργασίας τους ανακοινώθηκε πως τελικά δεν μπορούσαν να τους εξυπηρετήσουν ή τους «στοίβαξαν» μαζί με άλλους εργαζόμενους σε ακατάλληλα καταλύματα.
Ιστορίες εποχικής φρίκης
Όσο οι παραθεριστές απολαμβάνουν τις διακοπές τους και ζουν στο έπακρο το λαμπρό ελληνικό καλοκαίρι, εποχικοί εργαζόμενοι καταγγέλλουν στη «ΜτΚ» τριτοκοσμικές συνθήκες εργασίας.
Για κάποιους το «live your myth in Grecce» περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, χαμηλά εισοδήματα, εξαντλητικά ωράρια εξουθενωτικές συνθήκες εργασίας ενώ η απειλή της απόλυσης κρέμεται διαρκώς σαν πέλεκυς πάνω από τα κεφάλια τους. Αυτά τα λίγο - πολύ γνωστά φαινόμενα είναι ακόμα εντονότερα στους δημοφιλείς καλοκαιρινούς προορισμούς.
«Είμαστε λίγοι εργαζόμενοι για να ανταποκριθούμε κάθε καλοκαίρι στις ανάγκες τις επιχείρησης αλλά αυτό δεν πτοεί τον ιδιοκτήτη παρόλο που συνεχώς ζητάμε παραπάνω χέρια. Όλη την ημέρα κάτω από τον ήλιο και συνεχώς στο πήγαινε - έλα για τις παραγγελίες σε μία παραλία μεγάλης έκτασης, με πάρα πολύ κόσμο, από νωρίς το πρωί. Η αμοιβή για το ωράριο είναι αστεία και εννοείται πως ποτέ δεν τελειώνουμε στην ώρα μας. Κάθε μέρα υπολογίζουμε ότι θα δουλέψουμε τουλάχιστον ένα δίωρο εκτός του ωραρίου μας το οποίο φυσικά και δεν θα πληρωθούμε. Όσο δουλεύουμε δεν πρέπει να καθυστερήσουμε ούτε λεπτό γιατί και εμείς και οι λουόμενοι θα ακούσουμε τις φωνές του επιχειρηματία», αναφέρει η Μαρία, εργαζόμενη τα τελευταία χρόνια ως σερβιτόρα σε beach bar μεγάλης ξενοδοχειακής μονάδας σε νησί.
«Το καλοκαίρι του 2021 λειτουργήσαμε με μειωμένο προσωπικό λόγω της πανδημίας, ο κόσμος όμως δεν ήταν λιγότερος γιατί δεν εξυπηρετούμε μόνο τους πελάτες του ξενοδοχείου αλλά και τον οποιονδήποτε έρθει στην παραλία που βρίσκεται το beach bar. Οι κρατήσεις του ξενοδοχείου ήταν στα τάρταρα και αυτό λειτούργησε ως πρόφαση για να μειωθεί κι άλλο ο μισθός μας παρόλο που οι απαιτήσεις αυξήθηκαν», συμπληρώνει η Μαρία και καταλήγει λέγοντας πως «εκτός των άλλων πρέπει να φοράμε και μία στολή η οποία είναι ‘βαριά’ για το καλοκαίρι. Έχουμε παραπονεθεί επανειλημμένα πως δεν γίνεται κάθε μέρα να διανύουμε χιλιόμετρα στην παραλία με αυτά τα ρούχα σε τέτοιες θερμοκρασίες όταν μάλιστα μας απαγορεύεται να κάτσουμε στο bar αν τύχει να έχουμε δέκα λεπτά ελεύθερα. Η λύση που βρήκαν ήταν να πάρουν μία από τις σπασμένες ομπρέλες της παραλίας και να την βάλουν στην άλλη άκρη με μία πλαστική καρέκλα από κάτω για να κάτσουμε αν αισθανθούμε ότι ζεσταινόμαστε πολύ ή κουραζόμαστε».
Η ίδια εξηγεί πως φέτος δεν επιθυμεί να επιστρέψει στην εποχική εργασία καθώς η ταλαιπωρία και η κακομεταχείριση των τελευταίων ετών σε συνδυασμό με το χαμηλό μισθό δεν αποτελούν δέλεαρ για ακόμα μία σεζόν.
Αντίστοιχα εξωφρενικές καταστάσεις καταγγέλλει και ο Στέλιος, βοηθός σεφ σε ξενοδοχείο. Μάλιστα εκείνος είχε να αντιμετωπίσει και το θέμα της διαμονής με έναν εργοδότη που δεν μπορούσε τελικά να τους παρέχει όσα συμφώνησαν, ακόμα κι αν επρόκειτο για τα βασικά.
«Καλοκαίρι σε ξενοδοχείο σε γνωστό νησί και έχουμε συμφωνήσει με τον ξενοδόχο ότι θα μας παρέχει κατάλυμα. Αυτό που αντικρίσαμε μπαίνοντας στο δωμάτιο ήταν αδιανόητο. Το στρώμα χαλασμένο με τα ελατήρια να έχουν ξεπηδήσει από το εσωτερικό του και το βράδυ να μας τρυπάνε την πλάτη. Η λύση που μας πρότεινε ήταν να βάλουμε διπλό σεντόνι για να μην μας γδέρνει το σίδερο. Έμενα στο δωμάτιο με άλλα τρία άγνωστα άτομα και μοιραζόμασταν το ίδιο μπάνιο. Το δωμάτιο εννοείται ότι δεν είχε κλιματισμό και λόγω έλλειψης πλυντηρίου έπρεπε να πλένουμε τα ρούχα μας στο χέρι σε μία μικρή σκάφη που μας είχε φέρει πίσω από τα δωμάτια. Οι εγκαταστάσεις που έμεναν οι εργαζόμενοι ήταν απαράδεκτες με τα καταλύματα να μην έχουν πόρτες με κλειδαριά αλλά συρόμενες εσωτερικού χώρου».
Τέλος, ως προς τις υπερωρίες, ο Στέλιος επισημαίνει πως η τήρηση του ωραρίου και η αμοιβή για τις παραπάνω ώρες ήταν άγνωστες στον επιχειρηματία ο οποίος μάλιστα προσπάθησε να βγάλει και κέρδος από τους εργαζόμενους μέσω του… φαγητού:
«Υποτίθεται είχαμε δωρεάν σίτιση αλλά από την πρώτη κιόλας μέρα μάς είπε πως καταλάβαμε λάθος και πως θα έπρεπε να πληρώνουμε αλλά λίγο λιγότερα από τους πελάτες».
«Ύστερα από πέντε χρόνια στον χώρο δεν αντέχω άλλο. Εργάζομαι σε ένα εστιατόριο από τον χειμώνα και θα συνεχίσω εδώ και το καλοκαίρι. Πρώτη φορά επιλέγω να μην δουλέψω σεζόν αλλά έτσι όπως είναι τα πράγματα δεν αξίζει και αυτό το συνειδητοποίησα και μέσα στην πανδημία που μας ταρακούνησε όλους αναφορικά με τη ζωή και την ποιότητα της εργασίας μας», καταλήγει ο Στέλιος.
Ηχηρό το «όχι»
Ο Γιώργος Πολίτης, φέτος μετά από οκτώ χρόνια, αρνείται να απασχοληθεί εποχικά από κάποια επιχείρηση του τουρισμού, αλλά προτιμά να δουλεύει περιστασιακά βοηθώντας παράλληλα τον πατέρα του. «Δεν θέλω να πάω ξανά σεζόν. Κουράστηκα να σερβίρω κάτω από τον ήλιο στην άμμο που καίει, να ακούω τα σχόλια των πελατών και ιδιαίτερα των εργοδοτών, αλλά και να δουλεύω υπερωρίες χωρίς να λαμβάνω παραπάνω χρήματα», υποστήριξε αρχικά αναφέροντας στην συνέχεια ότι «κάθε φορά που μου προσέφεραν διαμονή, εκτός του ότι μου έδιναν λιγότερα χρήματα, το δωμάτιο είχε υγρασία και η εγκαταστάσεις παλιές - πολλές φορές ήταν στο υπόγειο χωρίς καν ένα παράθυρο».
«Με είχαν προσλάβει για να δουλεύω οκτώ ώρες και με το πέρας των μηνών κατέληξα να εργάζομαι 12. Όταν απαίτησα είτε να με πληρώσουν παραπάνω είτε να τηρήσουν τη συμφωνία, μου είπαν ότι τα πράγματα έτσι λειτουργούν εδώ. ‘Μένεις ή φεύγεις;’ με ρώτησε ο ιδιοκτήτης και φυσικά έφυγα. Έκτοτε, δεν ξανά πήγα σεζόν. Προτιμώ να δουλεύω 2-3 φορές την εβδομάδα σε κάποια καφετέρια όποτε χρειαστεί», δήλωσε η Δέσποινα Αρχοντοπούλου, 26 ετών, Β’ μάγειρας.
ΑΡΓΥΡΗΣ ΗΛΙΑΔΗΣ
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 22.05.2022