Γράφουν οι Βασίλης Μόσχου, Νίκος Παππάς
Η είδηση του θανάτου του Ντιέγκο Μαραντόνα από ανακοπή καρδιάς σε ηλικία μόλις 60 ετών βύθισε τον πλανήτη στο πένθος. Ο «Πίμπε ντ’ Όρο» πήρε μαζί του μεγάλο μέρος της παιδικής ηλικίας αρκετών εξ ημών ως ένας άνθρωπος που κατάφερε να συναρπάσει εκατομμύρια ανθρώπων, επειδή ακριβώς έκανε τα πάντα, εντός κι εκτός γηπέδων.
Ο Ντιεγκίτο έφυγε πλήρης εμπειριών, αλλά όχι και ημερών. Για τον αντίκτυπο της παρουσίας του σπουδαιότερου ποδοσφαιριστή όλων των εποχών στις καρδιές φιλάθλων και μη, είχε αναφερθεί ο κορυφαίος Λατινοαμερικάνος συγγραφέας Εδουάρδο Γκαλεάνο στο βιβλίο του με τίτλο «Καθρέφτες»:
«Κανένας καταξιωμένος ποδοσφαιριστής δεν είχε μιλήσει ανοιχτά εναντίον των αφεντικών του εμπορικού ποδοσφαίρου. Το έκανε ο πιο διάσημος και δημοφιλής όλων των εποχών, υπερασπιζόμενος τους λιγότερο διάσημους και λιγότερο δημοφιλείς παίκτες.
Ένας γενναιόδωρος και αλληλέγγυος άνθρωπος, ένα είδωλο, που μέσα σε πέντε λεπτά είχε πετύχει τα δυο πιο αντιφατικά γκολ ολόκληρης της ιστορίας του ποδοσφαίρου. Οι οπαδοί του τον λάτρευαν και για τα δυο: δεν θαύμαζαν μόνο το γκολ του καλλιτέχνη, εκείνο που έβαλε με τα διαβολικά του πόδια, αλλά και το γκολ του κλέφτη -ίσως μάλιστα περισσότερο αυτό-, εκείνο που το χέρι του έκλεψε.
Τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα τον λάτρευαν όχι μόνο για τα υπέροχα ακροβατικά του, αλλά και γιατί ήταν ένας τρωτός θεός, αμαρτωλός, ο πιο ανθρώπινος των θεών. Μπορούσες εύκολα να αναγνωρίσεις στο πρόσωπό του όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες συρρικνωμένες ή τουλάχιστον τις αρσενικές αδυναμίες: ήταν γυναικάς, κοιλιόδουλος, πότης, απατεώνας, ψεύτης, φανφαρόνος, ανεύθυνος.
Όμως οι θεοί, όσο ανθρώπινοι κι αν είναι, δεν βγαίνουν ποτέ στη σύνταξη. Ο ίδιος δεν μπόρεσε να επιστρέψει στο ανώνυμο πλήθος απ’ όπου είχε βγει. Η δόξα, που τον είχε βγάλει από τη φτώχεια, τον κρατούσε φυλακισμένο. Ο Μαραντόνα ήταν καταδικασμένος να παριστάνει τον Μαραντόνα, ήταν υποχρεωμένος να είναι το αστέρι σε κάθε γιορτή, το μωρό σε κάθε βάφτιση και ο νεκρός σε κάθε κηδεία. Η δόξα είναι ένα ναρκωτικό που προκαλεί μεγαλύτερη καταστροφή απ’ ό,τι η κοκαΐνη. Στις αναλύσεις αίματος και ούρων δεν ανιχνεύεται».
Οι ατάκες που έμειναν στην ιστορία
Ο Ντιέγκο Μαραντόνα δεν ήταν απλώς ένας μεγάλος αρτίστας του ποδοσφαίρου. Υπήρξε μια μεγάλη προσωπικότητα που ενέπνευσε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον κόσμο, πρωτίστως εκείνους που, όπως ο ίδιος, γεννήθηκαν φτωχοί και έπρεπε να παλέψουν σκληρά για να ξεφύγουν από τη μιζέρια.
Ο Ντιεγκίτο δεν θα μπορούσε, λοιπόν, να μπει στα καλούπια του υποκριτικού καθωσπρεπισμού και της αποστειρωμένης πολιτικής ορθότητας. Ο Αργεντινός μάγος, που έφτασε στην κορυφή με μοναδικό όπλο το αδιανόητο ταλέντο του, μιλούσε όπως έπαιζε. Χωρίς κανόνες, χωρίς συστολή, χωρίς… φρένα.
Ιδού κάποιες από τις θρυλικές αυθόρμητες ατάκες του, που έγραψαν ιστορία:
«Τα νόμιμα παιδιά μου είναι η Ντάλμα και η Τζανίνα. Τα υπόλοιπα είναι "προϊόντα" των χρημάτων μου και των λαθών μου».
(Για την πολυτάραχη προσωπική του ζωή και τα παιδιά που έκανε εκτός γάμου)
«Μισώ οτιδήποτε προέρχεται από τις ΗΠΑ. Το μισώ με όλη μου την καρδιά».
(Για τις ΗΠΑ και τους πολιτικούς της)
«Περίμενα τους συμπαίκτες μου να έρθουν να με αγκαλιάσουν αλλά δεν πλησίαζε κανείς, οπότε τους είπα "ελάτε και αγκαλιάστε με γιατί αλλιώς θα το ακυρώσει"».
(Για το γκολ με το «χέρι του Θεού» κόντρα στην Αγγλία)
«Η Ιαπωνία δεν μου επιτρέπει την είσοδο στη χώρα επειδή κάποτε έπαιρνα ναρκωτικά. Την επιτρέπει όμως στους Αμερικάνους που της έριξαν δύο ατομικές βόμβες».
(Για την απαγόρευση εισόδου που του είχε επιβάλει η κυβέρνηση της Ιαπωνίας)
«Ο Πελέ λέει ότι ο Θεός τον έστειλε εδώ για να παίξει μπάλα. Συγγνώμη, αλλά δεν θυμάμαι να έστειλα κάποιον».
(Για την «αιώνια» σύγκριση με τον Πελέ)
«Οι Ιταλοί αδιαφορούν για εσάς 364 ημέρες τον χρόνο και σας ζητάνε τώρα να τους υποστηρίξετε. Εγώ, όμως, παλεύω για εσάς 365 μέρες τον χρόνο».
(Μήνυμα στους φιλάθλους της Νάπολι πριν τον ημιτελικό του Μουντιάλ 1990, Ιταλία - Αργεντινή, στο Σαν Πάολο)
«Πώς μπήκε το γκολ; Λίγο με το κεφάλι μου και λίγο με το χέρι του Θεού».
(Για το «χέρι του Θεού», στον προημιτελικό του Μουντιάλ 1986 με την Αγγλία)
«Είχα μαλώσει με τον Πάπα όταν έπαιζα στη Νάπολι, ναι. Τσακώθηκα μαζί του επειδή είχα επισκεφθεί το Βατικανό και είδα τα ταβάνια και τους τρούλους από χρυσό και μετά άκουσα τον Πάπα να μου λέει ότι η Εκκλησία ανησυχεί πολύ για τα φτωχά παιδιά. Ε, τότε πουλήστε τα χρυσά ταβάνια, κάντε κάτι!».
(Για τη στάση της Εκκλησίας απέναντι στους φτωχούς όλου του κόσμου)
«Πώς μου φαίνεται ο Ρουμενίγκε; Γερμανός, πολύ Γερμανός. Γερμανός σε όλα του. Για να τον σταματήσεις, πρέπει να τον σκοτώσεις».
(Για τον μεγάλο αντίπαλό του στα γήπεδα, Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε)
«Μάλλον πήρε τα λάθος χάπια. Του συνιστώ να πάρει τα σωστά την επόμενη φορά και να αλλάξει γιατρό».
(Για τη δήλωση του Πελέ ότι ο Νεϊμάρ είναι καλύτερος από τον Μέσι)
«Το να βλέπεις τον Μέσι να παίζει, είναι πιο απολαυστικό κι από το να κάνεις σεξ».
(Για το ταλέντο του άσου της Μπαρτσελόνα)
«Προς όλους αυτούς που δεν πίστευαν στην ομάδα και την πρόκριση: τώρα ρουφήξτε -ζητώ συγγνώμη από τις κυρίες για τα λόγια μου- ρουφήξτε και μη σταματάτε, αν δεν σας πω εγώ. Είμαι ευγνώμων στους παίκτες μου και στον λαό της Αργεντινής. Σε κανέναν άλλο. Και εσείς οι δημοσιογράφοι συνεχίστε να ρουφάτε...».
(Στους εκπροσώπους του Τύπου, που τον αμφισβητούσαν έντονα ως προπονητή της Εθνικής Αργεντινής, πριν την πρόκριση στο Μουντιάλ 2010)
«Ποια επιγραφή θα ήθελα στον τάφο μου; Μπάλα σ’ ευχαριστώ!»
(Δήλωση στην τηλεοπτική εκπομπή της Αργεντινής, La Noche del 10).
Η υπόκλιση των αντιπάλων
Ο Μαραντόνα λατρεύτηκε και από τους μεγάλους αντιπάλους του και πολλοί είναι αυτοί που τον αποθέωσαν με μνημειώδεις ατάκες.
Καρέκα: «Στην καλύτερη περίπτωση, είμαι ο τρίτος καλύτερος παίκτης του κόσμου. Πρώτος είναι αναμφίβολα ο Μαραντόνα, ενώ στη δεύτερη θέση βρίσκεται ο Ντιέγκο».
Φράνκο Μπαρέζι: «Ο Ντιέγκο είναι ο κορυφαίος όλων γιατί κάνει με… πορτοκάλια, αυτό που όλοι οι άλλοι προσπαθούν να κάνουν με την μπάλα».
Ρουντ Γκούλιτ: «Ο Μέσι είναι μεγάλος παίκτης, αλλά προστατευμένος. Μπορεί να έχει το μυαλό του μόνο στις ντρίμπλες. Ο Μαραντόνα έπρεπε να κάνει αυτά τα άλματα, όχι για να ντριμπλάρει, αλλά για να μην του σπάσουν τα πόδια».
Αρίγκο Σάκι: «Όταν παίζεις κόντρα στον Μαραντόνα, είναι σαν να παλεύεις με τον χρόνο. Κι αυτό γιατί ξέρεις ότι στο τέλος ή θα σκοράρει, ή θα κάνει κάποιον άλλον να σκοράρει».
Πάολο Μαλντίνι: «Ο Ντιέγκο δεν ήταν απλώς ο καλύτερος ποδοσφαιριστής, αλλά και ο πιο έντιμος όλων, ως χαρακτήρας. Συμπεριφερόταν πάντα με σεβασμό ακόμη και στον πιο άσημο παίκτη. Τον βασάνιζαν διαρκώς με πολύ σκληρά φάουλ αλλά, σε αντίθεση με τους σημερινούς σούπερ σταρ, δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ».
Γκάρι Λίνεκερ: «Όταν έβαλε το δεύτερο γκολ στον προημιτελικό του 1986, ένιωσα την ανάγκη να τον χειροκροτήσω. Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα θελήσει να χειροκροτήσω κάποιον άνθρωπο τόσο πολύ. Είναι ο καλύτερος όλων των εποχών. Ένα πραγματικό φαινόμενο».
Ζίμπι Μπόνιεκ: «Πριν αρχίσει ένα από τα ντέρμπι Νάπολι - Γιουβέντους, συμφωνήσαμε με τους συμπαίκτες μου ότι ο μόνος τρόπος για να τον σταματήσουμε είναι να του ρίξουμε πολύ ξύλο. Μετά βγήκαμε στο γήπεδο, τον παρακολουθήσαμε να παίζει για ένα δεκάλεπτο, κοιταχτήκαμε και είπαμε ο ένας στον άλλον. Όχι, δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό. Είναι τόσο όμορφο να τον βλέπεις να παίζει».
Φραντσέσκο Τότι: «Αυτά που έκανε ο Μαραντόνα με την μπάλα δεν τα έχει κάνει κανείς άλλος. Ούτε πρόκειται να τα κάνει κάποιος στο μέλλον».
Φαλκάο: «Ο Ντιέγκο ήταν ένας ημίθεος. Στο γήπεδο ήταν Θεός, αλλά εκτός γηπέδου ήταν άνθρωπος».
Ρουμπέν Ολίβα (γιατρός και στενός του φίλος): «Πώς πρέπει να προπονείς τον Μαραντόνα; Πολύ απλό. Βασικά, δεν χρειάζεται. Του αρκεί να τρώει και να ξεκουράζεται για να είναι πάντα ο καλύτερος».
Βιτόριο Σγκάρμπι (διακεκριμένος Ιταλός ιστορικός και κριτικός τέχνης): «Ποιος είναι ο Μαραντόνα; Για μένα είναι ο Καραβάτζο του 20ού αιώνα. Δίπλα του η ζωή γίνεται τέχνη. Θα τον έβαζα άνετα σε Μουσείο».
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 29/11/2020