Ο Δημήτρης Χορν είχε πει κάποτε ότι τρακ δεν έχουν μόνο οι ατάλαντοι. «Εγώ δεν είχα, άρα μάλλον δεν είμαι ταλαντούχος, δεν ξέρω τι να πω…», λέει για την απόφασή του να ανεβεί επί σκηνής και γελάμε.
Γιατί μόνο έτσι δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις τον Οδυσσέα Ιωάννου και νομίζω ότι και ο ίδιος το γνωρίζει. Μετρώντας πολλά χρόνια θητείας στο ραδιόφωνο, έχοντας υπογράψει τους στίχους αμέτρητων γνωστών τραγουδιών, με δύο βιβλία στο ενεργητικό του αλλά και συνεργασίες με τους πιο καταξιωμένους συνθέτες και ερμηνευτές της ελληνικής μουσικής σκηνής, ο άλλοτε διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού «Μελωδία» είναι, κατά γενική ομολογία, ένας άνθρωπος χαρισματικός και οξυδερκής.
Τώρα περνά σε έναν άλλο «ρόλο», αφού εμφανίστηκε και εμφανίζεται σε δύο παραστάσεις με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου («Εννέα και πέντε» στο παρελθόν και «Κοινή ησυχία» τώρα), αλλά και σε μια με τον Γιάννη Κότσιρα («Κατάστρωμα Α΄) – και οι τρεις σε κείμενο δικό του. «Είναι κάτι που μου πρότεινε ο Βασίλης. Αυτός με ανάγκασε στην ουσία να ανεβώ στη σκηνή, αλλά επειδή δέσαμε πάρα πολύ αποφασίσαμε να κάνουμε και μια δεύτερη παράσταση που συμπληρώνει την πρώτη», τονίζει στο makthes.gr.
Από την αρχή πάντως είχε αμφιβολίες. «Είχα πει στον Βασίλη να γράψω το κείμενο όπως ήθελε και να πάρει κάποιον ηθοποιό να υποδυθεί τον αφηγητή της παράστασης. Γιατί στην ουσία και στις δύο παραστάσεις ήμουν ο αφηγητής. Παίζω δηλαδή τον εαυτό μου. Στην πρώτη έναν ραδιοφωνικό παραγωγό και στη δεύτερη τον συγγραφέα. Ο Βασίλης με πίεσε ότι έπρεπε να το κάνω εγώ και θεώρησε ότι θα ήμουν πειστικός αφού εγώ το είχα γράψει».
Έτσι βρήκε έναν νέο τρόπο έκφρασης για τον οποίο μιλάει με ενθουσιασμό. «Περνάω πολύ όμορφα μαζί τους. Ο Βασίλης είναι ο μεγάλος μου αδελφός, έχουμε κάνει μαζί και πολλά τραγούδια. Και μόνο για την παρέα είναι κάτι που με γοητεύει πάρα πολύ».
Δεν τον δυσκόλεψε πάρα πολύ όλο αυτό, παρόλο που το ραδιόφωνο είναι μια μοναχική ιστορία. «Το είδα από την αρχή ως ένα παιχνίδι που ήθελα να το ζήσω, ως μια εμπειρία του στιλ βγες έξω και παίξε. Δεν είναι η δουλειά σου, δεν είναι η ζωή σου, κάντο ως κάτι διαφορετικό. Μάλλον γι αυτό από την αρχή δεν είχα πρόβλημα, ούτε και στο Ηρώδειο που ήταν γεμάτο και όπου όταν παίζεις έχεις ένα δέος».
«Τα παιδιά σου μαθαίνουν τι σημαίνει άδολη αγάπη»
Θεωρεί πως ένα είναι το γεγονός που τον έσωσε: «Έχω πολλές αδυναμίες στη σκηνή, αφού δεν είναι αυτή η δουλειά μου, αλλά πιστεύω πως αθωώθηκαν επειδή έχω γράψει το κείμενο και επειδή είμαι ο στιχουργός του Βασίλη. Πώς είναι ένας συνθέτης που έχει πολύ κακή φωνή αλλά όταν τραγουδάει ένα τραγούδι του το δέχεσαι γιατί λες το έχει γράψει οπότε γιατί να μην το πει; Κάπως έτσι… Δεν νομίζω ότι θα ανέβαινα στη σκηνή αν ο Βασίλης μου έλεγε να παίξω το κείμενο κάποιου άλλου. Έπαιξε ρόλο ότι το κείμενο ήταν δικό μου».
Το έργο «Κοινή ησυχία» που παρουσιάζεται αυτές τις μέρες στη Θεσσαλονίκη ανέβηκε αρχικά πριν τον κορονοϊό, αλλά για ευνόητους λόγους οι παραστάσεις του έμειναν στη μέση. Τώρα ξαναπαρουσιάζεται χωρίς καμία αλλαγή ούτε επικαιροποίηση. Στην παράσταση «Εννέα και πέντε» υπήρχε η φράση «Η πραγματικότητα έχει το μισό δίκιο». Όταν ο Παπακωνσταντίνου του πρότεινε μια δεύτερη παράσταση ο Ιωάννου αντιπρότεινε αυτή να αφορά το άλλο μισό δίκιο, που για εκείνον είναι το… όνειρο. « Θεωρώ ότι και τα δύο είναι ισάξια. Πιστεύω ακράδαντα μεγαλώνοντας ότι από τη στιγμή που κάνεις ένα όνειρο αυτό δικαιώνεται ακόμη και αν δεν πραγματώνεται. Ακόμη και αν δεν γίνει ποτέ. Μόνο και μόνο ότι γεννήθηκε μέσα σου είναι μια πρώτη δικαίωση. Γι αυτό και λέμε στην παράσταση ότι δεν ονειρευόμαστε κάτι για να γίνει, ονειρευόμαστε για να κοιτάμε ψηλά. Ότι είναι μια στάση σώματος το να ονειρεύεσαι και να φαντάζεσαι κάτι καλύτερο, την καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου», επισημαίνει.
Γιατί το όνειρο;
Κάποια στιγμή πριν την καραντίνα συνειδητοποίησα ότι στις παρέες μας πια όταν μαζευόμαστε η κουβέντα με τις ποσοστώσεις της ήταν συγκεκριμένη: λίγο μπάλα, λίγο κουτσομπολιό, λίγο ερωτικά, λίγο επαγγελματικά, λίγο πολιτική. Παλιότερα υπήρχε ένα πολύ σημαντικό ποσοστό για το μέλλον, που συνειδητοποίησα ότι είχε φύγει. Δεν κουβεντιάζαμε καθόλου πια γι αυτό, δεν κουβεντιάζαμε για όνειρα. Και λέω κάτσε ρε συ πότε έγινε αυτό; Πότε αυτό το βασικό κομμάτι της κουβέντας μας έφυγε; Και γιατί έφυγε; Λόγω ηλικίας; Επειδή μεγαλώσαμε; Επειδή απογοητευτήκαμε; Επειδή γίναμε ρεαλιστές και θεωρούμε ότι μόνο η πραγματικότητα αντέχει και τίποτε άλλο έξω από αυτήν; Θέλουμε να υπηρετήσουμε μόνο αυτήν; Όλα αυτά ψάχνω να βρω μέσα στην ‘Κοινή Ησυχία’ μέσα από τη νέα μέρα ενός ζευγαριού.
Τελικά γιατί έφυγε;
Είναι πάρα πολλά. Είναι και η απογοήτευση είναι και ότι η πραγματικότητα τόσο δυνατή που πέφτεις με τα μούτρα πάνω της και σε ξεσκίζει… Εκεί που θεωρώ όμως ότι έχεις χάσει τελείως τη μάχη είναι όταν πιστέψεις ότι ο λόγος που ονειρεύεσαι είναι για να πετύχεις αυτό που ονειρεύεσαι. Δεν είναι αυτός ο λόγος. Αν το δεις έτσι θα νιώθεις μονίμως ηττημένος στη ζωή σου. Ο λόγος είναι ότι αν δεν κοιτάς προς την καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου και των πραγμάτων μαθηματικά κινδυνεύεις να πας προς τα πολύ χειρότερα.
Είσαι πατέρας δύο παιδιών. Πόσο αυτά συμβάλλουν στο να μην χαθεί το όνειρο;
Τα παιδιά σου μαθαίνουν κάτι το οποίο δεν είχες πριν: τι σημαίνει άδολη αγάπη. Δεν υπάρχει καμία άδολη αγάπη ούτε καν δηλαδή του παιδιού προς τον γονιό, για να μην μιλήσω για τις ερωτικές σχέσεις που καθόλου άδολες δεν είναι. Η μοναδική άδολη αγάπη που ανά πάσα στιγμή κόβεις το χέρι σου και το δίνεις είναι τα παιδιά σου. Αυτό είναι ένα συναίσθημα που δεν μπορούσα να νιώσω πριν τα παιδιά. Από την άλλη υπάρχει ένας τεράστιος φόβος. Παίρνεις όλο το πακέτο γιατί αυτή η απόλυτη αγάπη έχει μέσα και τον απόλυτο φόβο, την απόλυτη σκοτεινιά μην πάθουν κάτι τα παιδιά σου. Θεωρώ πολύ σημαντικό ότι αυτές τις δύο άκρες μπορώ και τις ζω μέσα από αυτά.
Μέσα σε αυτό το δυστοπικό περιβάλλον που ζούμε φοβάσαι πιο πολύ για τα παιδιά;
Υπήρξαν παιδιά που στα 18 τους τα έκαψαν δύο πόλεμοι στο καπάκι και πήγαν να πολεμήσουν και στα 18 και στα 38. Θέλω να πω ότι κάθε εποχή έχει τα ειδικά της. Θα ζήσουμε με τα ειδικά που μας έτυχαν. Σαφώς και η τελευταία δεκαετία δεν είναι καθόλου εύκολη. Σκέψου ότι η μικρή μου κόρη δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα πήγαινε σχολείο χωρίς μάσκα, θεωρούσε αυτονόητο ότι γεννήθηκε και πρέπει να τη φοράει. Και όταν τη βγάλαμε φέτος αναρωτιόταν πού είναι; Καθένας ζει με τα ειδικά της εποχής του. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που λένε σε τι κόσμο θα φέρω παιδιά. Έχουν υπάρξει τραγικές ιστορικές περίοδοι όπως οι Κατοχή που οι άνθρωποι γεννούσαν και έκαναν παιδιά, εμείς θα φοβηθούμε τώρα; Τον θεωρώ πολυτελή φόβο αυτόν και λίγο υπερβολικό και λίγο άλλοθι σε κάποια πράγματα.
Τι είδους άλλοθι;
Για να μην έχουν ανθρώπους υπό την ευθύνη τους. Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να κάνει παιδιά. Έχω πει και άλλες φορές ότι αν οι Ελληνίδες όλες αύριο το πρωί αποφασίσουν ότι δεν θέλουν να κάνουν παιδιά που σημαίνει ότι η Ελλάδα θα χαθεί σε πενήντα χρόνια έχουν κάθε δικαίωμα να το κάνουν. Όταν αυτό γίνεται έτσι ναι. Το έχω ζήσει όμως και αλλιώς ότι δηλαδή κάποιοι δεν έκαναν οικογένεια για να μην συμβιβαστούν με το σύστημα και να είναι ανυπότακτοι. Εγώ όλα αυτά τα ακούω βερεσέ δεν με πολύπείθουν.
Με τι στιχουργική σε τι φάση είσαι τώρα;
Η αλήθεια είναι ότι όταν πέφτω με τα μούτρα σε κάτι άλλο την παραμελώ λιγάκι. Τώρα είχα αυτό με τον Βασίλη. Υπάρχουν κάποια σχέδια για δίσκο, τα οποία δεν είναι ανακοινώσιμα. Αλλά ανά έξι – οκτώ μήνες ασχολούμαι λόγω παραγγελιών. Δεν έχω γράψει ποτέ κάτι μόνος μου, πάντα υπάρχει μια παραγγελία. Να μου πει δηλαδή κάποιος ότι σε έναν μήνα χρειάζεται επτά τραγούδια για παράδειγμα.
Στο ενδιάμεσο εξασκείσαι καθημερινά;
Θεωρώ ότι χρειάζεται αλλά εγώ δεν το κάνω ποτέ. Υπάρχει κόσμος ο οποίος γράφει καθημερινά μόνο και μόνο για άσκηση και πρέπει κάθε μέρα να παράγει κάτι. Εγώ το κάνω κάθε μέρα αυτό αλλά σε πολύ διαφορετικούς τομείς. Δηλαδή μπορεί κάποια στιγμή να πέσω με τα μούτρα σε ένα θεατρικό, μετά στην εκπομπή στο ραδιόφωνο ή σε οτιδήποτε άλλο. Δυστυχώς ή ευτυχώς υπάρχουν τεράστιες περίοδοι που δεν γράφω τίποτε απολύτως. Εννοώ δηλαδή ότι μπορεί να περάσει ένα οκτάμηνο και να μην γράψω τίποτα. Μετά δυσκολεύομαι να ξαναπιάσω τον ρυθμό μου, αλλά αυτός είναι ο τρόπος μου, δεν έχω άλλον. Δουλεύω τόσα χρόνια με αυτόν οπότε τώρα που έχω μια υποχρέωση να ξεκινήσω να κάνω έναν δίσκο πρέπει να ξαναμπώ και να κουραστώ πάρα πολύ για να πιάσω πάλι τον ρυθμό μου και να μπορώ να μπω στον κόσμο του στίχου. Δεν είναι καθόλου εύκολο, αλλά πραγματικά το προτιμώ να κάθομαι έξι οκτώ μήνες χωρίς να γράφω τίποτα και ας κουράζομαι μετά να ξαναπιάσω το νήμα. Έχω ανάγκη για να μην πλήττω να κάνω ταυτόχρονα πολλά πράγματα.
Ο βιοπορισμός πόσο εύκολος είναι μέσα από αυτά;
Καθόλου εύκολος, γι αυτό και κάνω πολλά πράγματα στη ζωή μου. Κάνω ραδιόφωνο, γράφω στο ‘Βήμα’. Δεν μπορώ να τα χάσω αυτά και να πω ότι θα ζήσω από το θέατρο έχοντας και δύο παιδιά, οπότε προσπαθώ όσο μπορώ για να μην έχω άγχος, να έχω κάποια πράγματα που να είναι κάπως σταθερά για να μπορώ να έχω τον χρόνο μετά να ασχοληθώ με αυτά που με καίνε. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος.
Πάντως, φαίνεται να σε έχει απορροφήσει το θέατρο…
Έχω γοητευτεί τόσο πολύ που οτιδήποτε έχω στο μυαλό μου τώρα, σε πεζό δηλαδή, προσπαθώ να το προσαρμόσω στο μυαλό μου σε θεατρικό. Ετοιμάζω και μια άλλη παράσταση για του χρόνου και με ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτός ο χώρος. Είναι ένα σχολείο που δεν το περίμενα. Πίστευα ότι ένα κείμενο από μόνο του μπορεί να γίνει θέατρο. Έμαθα πολύ καλά και από τον Παντελή Βούλγαρη και από την Ελένη Ράντου και από τον Γιώργο Κουτλή, που μας σκηνοθέτησαν, ότι ένα κείμενο από μόνο του δεν μπορεί να είναι θέατρο όσο καλό και αν είναι. Η απόσταση από το να γίνει δρώμενο, από το να έχει λόγο, να ανέβει σε σκηνή, είναι πάρα πολύ μεγάλη και την απόσταση αυτή την καλύπτει συνήθως ο σκηνοθέτης. Στην ουσία δηλαδή είμαι ακόμη σε μια φάση μαθητείας του πώς μπορείς να γράψεις κάτι το οποίο να μην είναι απλώς ένα κείμενο αλλά να έχεις στο μυαλό σου σώματα, φωνές, κίνηση, δράση, σκηνικά.
Παραστάσεις:
Θέατρο Αριστοτέλειον
Παρασκευή και Σάββατο στις 9μμ και Κυριακή στις 8μμ