Είναι ήλιου φαεινότερον ότι ο κόσμος παρά το γεγονός ότι βλέπει στον Κυριάκο Μητσοτάκη «τα ασυγχώρητα τα λάθη, τα μεγάλα του», τις υποκλοπές και την αμήχανη έως αστεία άμυνα που επιλέγει ο πρωθυπουργός για το μείζον αυτό θέμα , δεν δείχνει καμμία εμπιστοσύνη στον Αλέξη Τσίπρα.
Η ακρίβεια ο ελάχιστα πειστικός Άδωνις στη μάχη που (δεν) δίνει κατά των κερδοσκόπων, οι «Πάτσηδες», ο παράγων «Μαρινάκης» θα έφταναν και θα περίσσευαν για να κάνει τη μάχη μεταξύ των δυο μεγαλύτερων κομμάτων ντέρμπι. Κι όμως…
Η πληκτικά πλέον στερεότυπη απάντηση στο ερώτημα για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό στα τελευταία γκάλοπ δίνει ένα προβάδισμα διαφοράς 30% στον σημερινό πρωθυπουργό.
Η πρωτοφανής για τα δυτικά δεδομένα για την επιβαλλόμενη ανανέωση των κομμάτων , δυστοκία του ΣΥΡΙΖΑ να απαλλαγεί από τα «βαρίδια» που έφεραν αλλεπάλληλες ήττες και σήμερα δυσκολεύουν την εξέλιξή του σε πολιτικό λόγο, εικόνα και πολιτικό προσωπικό , δίνουν μια άνετη πρωτοβουλία κινήσεων στο κυβερνών κόμμα.
Πολλοί απορούν τι μπορεί πλέον να προσφέρει λ.χ. ο 75χρονος Στέφανος Τζουμάκας στην διαμόρφωση νέας στρατηγικής για τον ΣΥΡΙΖΑ του 21ου αιώνα ή τι μπορεί να προσφέρουν στο κόμμα και ακόμα περισσότερο στη χώρα στελέχη όπως ο Σπίρτζης, η Γεροβασίλη, ο αψύς Πολλάκης κ.α.
Ακόμα περισσότεροι όμως είναι αυτοί -και κυρίως πολλοί νέοι- που προσπερνούν το ερώτημα και πάνε παράκατω. Η ζωη αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη μελαγχολία των συριζαίων.
Ο γεννημένος το 1974 Αλέξης Τσίπρας, άλλωστε είναι ο παλιότερος πολιτικός αρχηγός και σε ενάμιση χρόνο θα ανήκει πια επισήμως στην γενιά των πενηντάρηδων. Δεν χωρά αμφιβολία ότι θα προσπαθήσει να υποδυθεί τον αθώο, οργισμένο και ασυμβίβαστο έφηβο αλλά δεν παύει να ισχύει το γεγονός ότι είναι ένας μεσήλικας που κυβέρνησε, φόρτωσε σε μια χώρα τις συνέπειες της αυταπάτης του και της απρόσμενα δεξιάς πολιτικής του, από το καλοκαίρι του 2015 μέχρι το 2019 όταν υπέστη συντριπτική εκλογική ήττα.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι ο πρωθυπουργός δεν έχει ιδιαίτερο λόγο να κάνει εκλογές τον Φεβρουάριο αφού ο μέσος όρος των δημοσκοπήσεων λέει ότι θα πάμε στην κανονική προεκλογική περίοδο με ένα προβάδισμα λίγο πάνω η λίγο κάτω από το 7% υπέρ της ΝΔ.
Από το λίγο πιο κάτω από το 12% , το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη δεν μπορεί να ζητάει περισσότερα πράγματα από το ρόλο του ρυθμιστή των εξελίξεων αλλά όχι του πρωταγωνιστεί.
Η δε αυτάρεσκη στάση του «δεν θα αφήσουμε να γίνει πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης αλλά ούτε και ο Τσίπρας » πιθανότατα θα προσκρούσει στην κοινή λογική που λέει είναι πολύ δύσκολο να αγνοήσεις μια λαϊκή ετυμηγορία η οποία καλώς ή κακώς έβγαλε το ΠΑΣΟΚ τρίτο.
Όσο πιο γρήγορα κατανοήσουν στο ΠΑΣΟΚ ότι η δική τους άνοδος προϋποθέτει εκλογική συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ , τόσο το καλύτερο για τον κ. Ανδρουλάκη.