Αν το 2020 είναι για τον πλανήτη μια αδιανόητη χρονιά, για τους Αμερικανούς έχουν τελειώσει οι λέξεις, καθώς αυτό που συμβαίνει στην υπερδύναμη λιγότερο από ένα μήνα πριν τις κρίσιμες κάλπες, ούτε οι πιο ακραίοι σατιρικοί συγγραφείς δε θα μπορούσαν να το συλλάβουν.
Με την πανδημία να χτυπά αλύπητα τη χώρα απ’ άκρη σ’ άκρη, τους νεκρούς να αυξάνονται μέρα με τη μέρα, τους πολίτες να μολύνονται κατά χιλιάδες από τον κορονοϊό, την ανεργία να έχει εκτοξευθεί, θα περίμενε κανείς έστω και την ύστατη στιγμή ο ηγέτης να αλλάξει ρότα και... σκοπό.
Όμως, ο Ντόναλντ Τραμπ, τόσο οικείος στους Αμερικανούς πριν του δώσουν τα ηνία της χώρας, έχει βαλθεί από πρωταγωνιστής σάτιρας να γίνει πραγματικός βασιλιάς της δυστοπίας, παίζοντας ένα επικίνδυνο παιχνίδι άνευ προηγουμένου με τον κορονοϊό. Μέσα σε μια εβδομάδα από την ανακοίνωση (κι όχι την ίδια τη λοίμωξη) πως ο ίδιος και η σύζυγός του βρέθηκαν θετικοί στον Covid-19, προχώρησε σε τόσες αψυχολόγητες ενέργειες και δηλώσεις, θέτοντας για πολλοστή φορά σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία κι «αναγκάζοντας» εφημερίδες όπως ο βρετανικός «Independent» αλλά και τα πλέον έγκριτα αμερικανικά ΜΜΕ να φιλοξενήσουν απόψεις ειδικών της ψυχιατρικής επιστήμης!
Όλα ξεκίνησαν από το σόου που έδωσε ο Τραμπ ενώ νοσηλευόταν στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Ουάσιγκτον. Αψηφώντας τις επιπτώσεις για την ίδια του την υγεία και βάζοντας σε θανάσιμο κίνδυνο τους άνδρες της προσωπικής του ασφαλείας, μπήκε σ’ ένα τζιπ κι έκανε μια βόλτα στον κήπο, αφήνοντας άφωνη την παγκόσμια κοινή γνώμη. Αργότερα, αποφάσισε να πάρει εξιτήριο με το έτσι θέλω (ο πρόεδρος των ΗΠΑ είναι ταυτόχρονα ο Στρατάρχης της χώρας, επομένως οι στρατιωτικοί γιατροί όφειλαν να υπακούσουν στις επιθυμίες του), σκορπώντας τον τρόμο στους εργαζόμενους του Λευκού Οίκου που ένας μετά τον άλλον έκαναν αίτηση για τηλεργασία για να αποφύγουν να βρεθούν στους ίδιους διαδρόμους με τον μολυσμένο πλανητάρχη.
Κι αν αυτά μοιάζουν βγαλμένα από κωμωδία, η οργή δεν άργησε να έρθει, αφού και η υποτίμηση ενός θανάσιμου κινδύνου όπως ο κορονοϊός έχει τα όριά της. Σε βιντεοσκοπημένο μήνυμά του που μεταδόθηκε από το αγαπημένο του twitter, ο αμφιλεγόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ χαρακτήριζε τον ιό «θεόσταλτο» και ισχυριζόταν πως ένα ενισχυμένο «κοκτέιλ» φαρμάκων που πήρε μετά από δική του, μάλιστα, πρόταση, ήταν σωτήριο.
Αυτό το βιντεάκι ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τους εκατοντάδες χιλιάδες συγγενείς και φίλους των εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών, που δεν μπόρεσαν καν να αποχαιρετήσουν τα παιδιά, τις μανάδες και τους φίλους τους και έβλεπαν τον πλανητάρχη να τους προκαλεί με το χειρότερο τρόπο.
«Δεν είμαι μεταδοτικός»
Και δεν έμεινε μονάχα εκεί. Λίγες ώρες μετά ανακοίνωσε πως δεν σκοπεύει να πάρει μέρος σε διαδικτυακό ντιμπέιτ «Δεν θα συμμετάσχω σε εικονικό ντιμπέιτ. Δεν το δέχομαι. Δεν θα χάσω τον χρόνο μου σε ένα εικονικό ντιμπέιτ. Ντιμπέιτ δεν είναι αυτό», δήλωσε, απορρίπτοντας την πρόταση που είχε παρουσιάσει λίγη ώρα πριν η ανεξάρτητη επιτροπή για την διοργάνωση των προεκλογικών μονομαχιών.
«Πιστεύω ότι δεν είμαι καθόλου μεταδοτικός», δήλωσε ο Τραμπ, ο οποίος έχει επιστρέψει στον Λευκό Οίκο όπου βρίσκεται υπό ιατρική παρακολούθηση. Δεν υπάρχει επιστημονική επιβεβαίωση του ισχυρισμού του.
Το επιτελείο της προεκλογικής του καμπάνιας προτείνει αντί για το προγραμματισμένο ντιμπέιτ της 15ης Οκτωβρίου ο Τραμπ να παρευρεθεί σε προεκλογική συγκέντρωση.
Πέραν της βεβαιότητας ότι δεν είναι μεταδοτικός, ο Τραμπ θεωρεί ότι αισθάνεται αρκετά καλά για να επαναλάβει τις προεκλογικές συγκεντρώσεις.
«Επανήλθα διότι είμαι ένα τέλειο δείγμα ανθρώπου», δήλωσε ο Τραμπ στο Fox Business Network στην πρώτη του συνέντευξη από όταν αποκαλύφθηκε ότι έχει προσβληθεί από την Covid-19.
«Αισθάνομαι καλά, πολύ καλά», διαβεβαίωσε στην συνέντευξη που ήταν τηλεφωνική και πρόσθεσε ότι έχει πλέον «σταματήσει τα περισσότερα φάρμακα» για τον κορονοϊό, αλλά συνεχίζει τα στεροειδή.
Λεπτομέρεια; Ο ημερήσιος απολογισμός των νέων κρουσμάτων Covid-19 στις ΗΠΑ την ημέρα που το «τέλειο δείγμα ανθρώπου» αποφαινόταν πως δεν είναι μεταδοτικός έφτασε τα 44.000.
Ανοσία της αγέλης στις ΗΠΑ;
Κι αν οι πιο μετριοπαθείς λένε πως τα καμώματα του Τραμπ είναι ενδεικτικά του ήδη γνωστού χαρακτήρα του, δυστυχώς για τους Αμερικανούς, δεν φαίνεται να μένει μόνο στα λόγια (ή στην εικόνα), αλλά προχωρά σε επιπλέον πράξεις βλαπτικές για την υγεία τους.
Ο επικεφαλής υγείας της κυβέρνησης συναντήθηκε τη Δευτέρα με ένα τρίο επιστημόνων που υποστηρίζουν την αμφιλεγόμενη θεωρία ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν γρήγορα και με ασφάλεια να επιτύχουν εκτεταμένη ασυλία στον κορονοϊό, επιτρέποντάς του να εξαπλωθεί απρόσκοπτα μεταξύ υγιών ανθρώπων, ώστε δηλαδή να επιτευχθεί η διαβόητη ανοσία της αγέλης.
Η συνάντηση στην οποία εκτός από τον υπουργό Υγείας, Άλεξ Αζάρ, συμμετείχε και ο σύμβουλος του Τραμπ, Σκοτ Άτλας, είναι το τελευταίο παράδειγμα αξιωματούχων της διοίκησης - συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του προέδρου - που αναζητούν επιστήμονες των οποίων οι αντιφατικές απόψεις δικαιολογούν τον χειρισμό της κυβέρνησης μιας πανδημίας που σκότωσε 210.000 ανθρώπους και έχει μολύνει σχεδόν 7,5 εκατομμύρια μέχρι τώρα στις ΗΠΑ.
Με την αποκάλυψη της συνάντησης αυτής, οι κορυφαίοι επιστήμονες των ΗΠΑ δεν έμειναν με τα χέρια σταυρωμένα, αλλά προειδοποίησαν πως η στρατηγική της ανοσίας της αγέλης, την οποία δοκίμασε για λίγο ο... έτερος Καππαδόκης, ο Μπόρις Τζόνσον και όταν ήρθαν οι χιλιάδες θάνατοι, άλλαξε άρον άρον ρότα, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα εκατοντάδες χιλιάδες νέους νεκρούς αν όχι και εκατομμύρια στις ΗΠΑ.
Καταποντίζεται στις δημοσκοπήσεις
Όταν την περασμένη εβδομάδα ο Τραμπ ανακοίνωνε πως βρέθηκε θετικός στον κορονοϊό, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που υπονόησαν ή είπαν ακόμη κι ανοιχτά πως μπορεί να ψεύδεται για να κερδίσει τις εκλογές. Εξωφρενικό και έντονα... ψεκασμένο το σενάριο αυτό, όμως ακόμη κι αν ίσχυε ποτέ κάτι τέτοιο (το οποίο θα απαιτούσε από τους κορυφαίους γιατρούς και τους διοικούντες να είναι τουλάχιστον... επίορκοι), ο στόχος προς το παρόν τουλάχιστον δεν επιτυγχάνεται.
Σε αυτό το στάδιο της εκστρατείας το 2016, ο Ντόναλντ Τραμπ υπολειπόταν της Δημοκρατικής του αντιπάλου περί τις 10 μονάδες στις δημοσκοπήσεις.
Φέτος, ο Τραμπ είναι πίσω σε παρόμοιο επίπεδο, καθώς η εκλογική μάχη μπαίνει πια στην τελική ευθεία. Ωστόσο, ενώ τα ορόσημα αυτά φαίνονται ίδια, δεν είναι. Ο Τραμπ έχει κάνει μια περιοδεία πιο σταθερή, πιο πλουσιοπάροχη και είχε μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών, οπότε η ανάκαμψη πρέπει να είναι και με μεγαλύτερα περιθώρια, οπότε οποιαδήποτε ανάκαμψη θα είναι πολύ πιο δύσκολη.
Αυτή τη στιγμή είναι πίσω από τον πρώην αντιπρόεδρο Τζο Μπάιντεν με σημαντική διαφορά: 16 και 14 μονάδες στις εθνικές δημοσκοπήσεις CNN / SSRS και NBC News / Wall Street Journal, αντίστοιχα. Εννέα μονάδες σε δημοσκόπηση New York Times / Siena College στην Αριζόνα και 13 μονάδες σε έρευνα του Πανεπιστημίου Quinnipiac.
Ακόμα και η αγαπημένη δημοσκόπηση του προέδρου - Rasmussen Reports, της οποίας η μεθοδολογία αμφισβητείται πλήρως, έχει τον πρόεδρο πίσω από τον Μπάιντεν πάνω από 10 μονάδες.
Ο Τραμπ κατάφερε να ανακάμψει από μια παρόμοια κατάσταση το 2016. Αλλά υπήρχαν κάποιες διαφορές: η Χίλαρι Κλίντον ήταν μη δημοφιλής και οι ψηφοφόροι ήταν πιο πιθανό να πουν ότι ήταν αναποφάσιστοι ή προτιμούσαν έναν τρίτο υποψήφιο. Και σε αντίθεση με πριν από τέσσερα χρόνια, ο Τραμπ πλέον είναι υπόλογος και για τα πεπραγμένα τεσσάρων ετών στο Λευκό Οίκο.
Το κύμα των κακών δημοσκοπήσεων για τον νυν πλανητάρχη συνεχίζει να έρχεται και οι νέες έρευνες για τις κατά τόπους Πολιτείες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: αυτές που είναι κακές για τον Τραμπ και εκείνες που είναι... φρικτές.
Η πρώτη ομάδα περιλαμβάνει δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι ο Τραμπ ακολουθεί τον Μπάιντεν αλλά όχι με τόσο μεγάλη διαφορά. Σ’ αυτήν περιλαμβάνεται δημοσκόπηση του Marquette Law School που δείχνει τον Μπάιντεν να προηγείται με 5 μονάδες στο Ουισκόνσιν και εκείνη των New York Times / Siena College που δείχνει τον Μπάιντεν να προηγείται με 6 μονάδες στη Νεβάδα, αλλά να κονταροχτυπιέται με τον Τραμπ στο ρεπουμπλικανικό Οχάιο.
Σε αυτό το σενάριο, ο Τραμπ είναι μεν αουτσάιντερ, αν και διατηρεί μια βατή απόσταση.
Όμως, η δεύτερη ομάδα δείχνει έναν νυν πρόεδρο στα πρόθυρα μιας ιστορικής ήττας. Προσθέτοντας αυτές τις εθνικές έρευνες και τη δημοσκόπηση των New York Times / Siena στην Αριζόνα, πραγματοποιήθηκαν τρεις δημοσκοπήσεις του Πανεπιστημίου Quinnipiac. Δείχνουν τον Μπάιντεν με διψήφια διαφορά στη Φλόριντα και την Πενσυλβάνια, και με πέντε μονάδες στην Αϊόβα.
Η αλλαγή στα παραδοσιακά κάστρα των Ρεπουμπλικάνων, τη Φλόριντα και την Πενσυλβάνια, μόνη της αρκεί για να βάλει τον Μπάιντεν πολύ μπροστά κι αν σ’ αυτά προστεθεί και το Ουισκόνσιν ή το Μίσιγκαν όπου ο Τραμπ χάνει με 9 μονάδες, είναι αρκετά λόγω του εκλογικού συστήματος για να κερδίσει ο Δημοκρατικός υποψήφιος τις εκλογές.
Η Ευρώπη βλέπει «νοθεία»
Η κατάσταση στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και σε μια χώρα που θεωρεί εαυτόν προπύργιο του δημοκρατικού πολιτεύματος, είναι πρωτοφανής και μια δημοσκόπηση που έγινε σε επτά ευρωπαϊκές χώρες, δείχνει πως οι συσχετισμοί και ως προς την εικόνα που έχουμε για τους κάποτε πανίσχυρους Αμερικανούς έχει αλλάξει.
Λιγότεροι από ένας στους 10 Ευρωπαίους αναμένουν ότι οι προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ τον επόμενο μήνα θα είναι εντελώς ελεύθερες και δίκαιες και μια συντριπτική πλειοψηφία λένε ότι θα ήθελαν ο Τζο Μπάιντεν να νικήσει τον Ντόναλντ Τραμπ.
Σύμφωνα με μια έρευνα που διεξήγαγε το YouGov σε επτά χώρες (Βρετανία, τη Δανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία και τη Σουηδία) μόνο στη μια, την Ιταλία το ποσοστό όσων πιστεύουν πως η αμερικανική εκλογική διαδικασία θα αποδειχθεί άψογη, υπερβαίνει το 10%.
Στις άλλες έξι, η άποψη ότι οι εκλογές της 3ης Νοεμβρίου θα είναι «εντελώς ελεύθερες και δίκαιες» κυμαίνεται από 2% στη Γερμανία έως 7% στην Ισπανία.
Η έρευνα, που διεξήχθη μεταξύ 15 Σεπτεμβρίου και 4 Οκτωβρίου με αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.000 ατόμων σε κάθε χώρα, διαπίστωσε ότι οι Ευρωπαίοι ήταν πολύ θετικοί απέναντι σε μια πιθανή νίκη του Μπάιντεν, παρόλο που δεν τον αξιολόγησαν πολύ ή δεν γνώριζαν πολλά γι 'αυτόν.
Περίπου το 80% των Δανών δηλώνουν ότι θέλουν να κερδίσει ο δημοκρατικός υποψήφιος, ακολουθούμενο από το 71% στη Γερμανία, το 64% στη Γαλλία και το 61% στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ η υποστήριξη στις τέσσερις αυτές χώρες στη νίκη του Τραμπ κυμαίνεται από 6% έως 14% .
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 11.10.2020