Οι ελληνικές επιχειρήσεις κάνουν μικρά και διστακτικά βήματα στον ψηφιακό τους μετασχηματισμό, καθώς μόνο 3 στις 10 σχεδιάζουν να επενδύσουν πάνω από 150.000 ευρώ στην επόμενη τριετία, ενώ 4 στις 10 θέλουν επιδοτήσεις για να επενδύσουν σε ψηφιακές τεχνολογίες.
Οι επιχειρήσεις, έχουν πλέον αρκετά υψηλό Δείκτη Αισιοδοξίας, καθώς η αισιοδοξία τους έπιασε τα προ πανδημίας επίπεδα. Όπως μάλιστα καταγράφηκε από έρευνα που διεξήγασε η Grant Thornton σε 400 επιχειρήσεις ( οι 240 από τη Βόρειο Ελλάδα) , οι 7 από τις 10 επιχειρήσεις του δείγματος, προσδοκούν αύξηση κερδών ενώ 1 στις 2 επιχειρήσεις, προβλέπει αύξηση στην απασχόληση και τους μισθούς.
Την έρευνα παρουσίασε ο κ. Χρήστος Βαργιεμέζης, assurance partner της Grant Thornton, σε εκδήλωση που συνδιοργάνωσαν η Grant Thornton με το ΣΒΕ, με θέμα “Νavigating Business in the Digital Era”.
Παρότι οι Έλληνες επιχειρηματίες βλέπουν το ποτήρι της οικονομίας μισογεμάτο , διστάζουν να επενδύσουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό, στη ρομποτική και σε αυτοματισμούς, αν και αναγνωρίζουν ότι θα είχαν θετική επίπτωση στην παραγωγικότητα των εταιρειών τους.
Έτσι, το 56% των επιχειρήσεων δεν έχει συγκεκριμένη στρατηγική ψηφιακού μετασχηματισμού, χρησιμοποιούν τα ψηφιακά εργαλεία κυρίως για επικοινωνιακούς λόγους και όχι στη διεκπεραίωση συναλλαγών.
Το 25% των εταιρειών, απροστάτευτες στις κυβερνοεπιθέσεις
Πέραν αυτών, παρότι ζούμε στην εποχή των κυβερνοεπιθέσεων, 1 στις 4 επιχειρήσεις δεν λαμβάνει μέτρα κυβερνοασφάλειας για την προστασία της, με το 23% να μη κρυπτογραφεί τα ευαίσθητα δεδομένα της, ενώ μόνο 1 στις 2 επιχειρήσεις, έχει εισάγει τακτικές εκπαιδεύσεις των εργαζομένων της σε θέμα ΙΤ ασφάλειας.
Οι επενδύσεις των επιχειρήσεων σε ψηφιακά εργαλεία κυρίως αφορούν πληροφοριακά συστήματα όπως ERP, CRM, WMS και σε πολύ μικρότερο βαθμό σε συστήματα GIS και Robotic Process Automation SW.
Oι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις για την Ψηφιακή τους Μετάβαση, σχετίζονται με την έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού, την ύπαρξη ξεπερασμένων εφαρμογών, την έλλειψη χρηματοδοτικών ευκαιριών και, την απουσία ψηφιακής στρατηγικής.
Η μειωμένη διάθεση για επενδύσεις σε προϊόντα εντάσεως κεφαλαίου οφείλεται: Στην αβεβαιότητα εξέλιξης των τιμών, στον προβληματισμό για την άνοδο του κόστους παραγωγής, αλλά και στην ραγδαία αύξηση των επιτοκίων.