Νέο τοπίο ξεπροβάλλει για πάνω από 1 εκατ. εργαζόμενους με τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού που στόχο έχει πέρα από την βελτίωση του εισοδήματος των πολιτών, να λειτουργήσει και σαν ανάχωμα στην… επιδημία ακρίβειας που χτυπά αλύπητα τα νοικοκυριά, αν και τα οφέλη περιορίζονται σημαντικά από τον πληθωρισμό που τρέχει ασταμάτητα.
Από τα 650 ευρώ μεικτά που ήταν την περασμένη χρονιά οι κατώτατες αποδοχές ανέβηκαν από την 1η Ιανουαρίου στα 663 ευρώ και το νέο κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών θα διαμορφωθεί από 29,04 σε 29,62 ευρώ. Ο κατώτατος μισθός είναι ως και 195 ευρώ υψηλότερος από 1ης Ιανουαρίου 2022, αν συνυπολογιστούν και οι τριετίες στους υπαλλήλους με προϋπηρεσία άνω των 9 ετών. Τα καλά νέα όμως δε σταματούν εδώ καθώς… κοντοζυγώνει μία νέα αύξηση που θα εφαρμοστεί από τον Μάιο. Ήδη προς το τέλος τους βρίσκονται οι σχετικές διαβουλεύσεις με σκοπό αυτές να καταλήξουν στο ποσοστό της νέας αύξησης.
Το σχέδιο του πορίσματος διαβούλευσης ολοκληρώνεται το αργότερο έως την 15η Απριλίου ενώ η εισήγηση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων προς το Υπουργικό Συμβούλιο για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού υπαλλήλων και του κατώτατου ημερομισθίου των εργατοτεχνιτών θα λάβει χώρα εντός του τελευταίου δεκαπενθημέρου του μήνα που διανύουμε.
Άμεσα ενδιαφερόμενοι είναι περισσότεροι από 700.000 εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, που αμείβονταν μέχρι πρότινος με τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ για πλήρη απασχόληση ή εργάζονται με συμβάσεις μερικής απασχόλησης και απολαβές ακόμη και κάτω των 500 ευρώ μηνιαίως, οι οποίες όμως εξαρτώνται από το ύψος του κατώτατου μισθού.
Τα οφέλη δεν αφορούν ωστόσο μόνο αυτούς. Με τον κατώτατο μισθό συνδέονται και περισσότερα από 20 επιδόματα, μεταξύ των οποίων το επίδομα ανεργίας, το επίδομα αφερεγγυότητας εργοδότη και τα επιδόματα μαθητείας και ασκούμενων φοιτητών.
Ο νέος κατώτατος μισθός, σύμφωνα με τα σενάρια που έχουν πέσει επί τάπητος, θα αυξηθεί από την 1η Μαΐου κατά 5-6%, η οποία αθροιστικά με το 2% του Ιανουαρίου θα πιάσει την επίδοση της οικονομίας για το 2021 που θα κινηθεί γύρω στο 7%-8%.
Με βάση αυτό το σενάριο, οι ελάχιστες αποδοχές θα φτάνουν τα 696 ευρώ (με αύξηση 5%) ή τα 703 ευρώ (με αύξηση 6%) από τα 663 ευρώ που είναι σήμερα. Το ποσοστό της αύξησης που αφορά το 27% του εργατικού δυναμικού της χώρας θα είναι συνάρτηση της αύξησης του ΑΕΠ και του πληθωρισμού αν και ο τελευταίος τρέχει ήδη με 8%, οδεύοντας σε διψήφια επίπεδα και «ακυρώνοντας» ένα μέρος των αυξήσεων.
Στο οικονομικό επιτελείο τονίζουν πως καθοριστικοί παράγοντες για το τελικό ύψος των κατώτατων αποδοχών θα είναι τόσο η ανάπτυξη (με τις ανατιμήσεις να «τρώνε» περίπου 1-2% του φετινού ΑΕΠ προσγειώνοντάς το στο 3,5% από 4,5% που ήταν η αρχική πρόβλεψη), όσο και οι μειωμένες αντοχές των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που καλούνται να καταβάλλουν τον αυξημένο κατώτατο.
Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχουν περιπλοκές στην εκτίμηση των τελικών μεγεθών λόγω του πληθωρισμού που αποτελεί απειλή για την οικονομική δραστηριότητα και τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών, «ροκανίζοντας» παράλληλα το ΑΕΠ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οποιαδήποτε αύξηση αποδοχών για τους εργαζόμενους, ιδιαίτερα σε μία περίοδο στενότητας και μετά από τα… επάρατα μνημόνια, που βάλλονται συνεχώς από την πανδημία και τις ανατιμήσεις, συμβάλλει στην τόνωση του εισοδήματος και στην ενίσχυση της κατανάλωσης. Σε καμία περίπτωση δεν αρκεί, ειδικά αν συνθλιβεί στις συμπληγάδες των ανεξέλεγκτων ανατιμήσεων.
Ποια επιδόματα… παίρνουν μαζί τους οι νέες αυξήσεις
Από την 1η Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους, αυξήθηκε και το επίδομα ανεργίας που είναι συνδεδεμένο με τον κατώτατο μισθό, καθώς ορίζεται σε ποσοστό 55% του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη, ανεξαρτήτως από το αν ο άνεργος αμειβόταν με μηνιαίο μισθό ή ημερομίσθιο (προσαυξανόμενο κατά 10% για κάθε προστατευόμενο μέλος).
Έτσι, το επίδομα ανεργίας διαμορφώνεται στα 407 ευρώ από 399,25 ευρώ που ήταν τον Δεκέμβριο. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό το επίδομα ανεργίας θα ανέβει ακόμη πιο ψηλά μετά τη νέα αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού τον Μάιο.
Πέρα από το επίδομα ανεργίας, μικρές αυξήσεις λόγω της μεταβολής των κατώτατων αμοιβών θα προκύψουν και για:
- Το ειδικό βοήθημα λήξης ανεργίας το οποίο ισούται με 13 ημερήσια επιδόματα ανεργίας.
- Το ειδικό βοήθημα μετά από τρίμηνη παραμονή στα μητρώα των ανέργων: Ισούται με 15 ημερήσια επιδόματα ανεργίας.
- Το ειδικό Βοήθημα σε όσους εξέτισαν ποινή στερητική της ελευθερίας: ισούται με 15 ημερήσια επιδόματα ανεργίας.
- Το ειδικό Βοήθημα λόγω Επίσχεσης Εργασίας ή Διακοπής Εργασιών: ισούται με 20 ημερήσια επιδόματα ανεργίας.
- Το ειδικό εποχικό βοήθημα: Το ύψος του προκειμένου για οικοδόμους ορίζεται στο 70% του 37πλασίου του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη, ενώ για τα επαγγέλματα των μουσικών - τραγουδιστών, ηθοποιών κ.λπ. στο 70% του 25πλασίου του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη.
- Το βοήθημα Ανεργίας Αυτοτελώς και Ανεξαρτήτως Απασχολουμένων - Ασφαλισμένων: Το μηνιαίο ποσό της παροχής ισούται με το μηνιαίο επίδομα ανεργίας, το οποίο εξαρτάται από το κατώτατο νομοθετημένο ημερομίσθιο.
Όπως είναι κατανοητό στα επιδόματα θα έρθουν και νέες αναπροσαρμογές τον Μάιο, αλλά και μέσα στο 2023.
Αντίθετα, το ειδικό επίδομα μακροχρόνιας ανεργίας το οποίο ανέρχεται σε 200 ευρώ δεν θα αυξηθεί, καθώς πρόκειται για σταθερό ποσό.
Οι θέσεις των φορέων
«Χάσμα» δέκα ποσοστιαίων μονάδων» εξακολουθεί να χωρίζει τις απόψεις εργοδοτών και εργαζομένων για το ύψος του νέου κατώτατου μισθού. Σε αυξήσεις 3% ή 4% κατ’ ανώτατο όριο, φαίνεται να επιμένουν οι μεγάλες εργοδοτικές οργανώσεις, ΣΕΒ και ΣΕΤΕ, ενώ οι εκπρόσωποι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι…. μαγκωμένοι λόγω των επιπτώσεων του εργατικού κόστους στην βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους.
Την ίδια στιγμή, η ΓΣΕΕ επιμένει στην επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ από τα 663 ευρώ -γεγονός που αντιστοιχεί σε αύξηση περίπου 13%- δηλαδή η «διαφορά» μεταξύ των δύο πλευρών αγγίζει το 10%.
Η Τράπεζα της Ελλάδος διατυπώνει την πλέον συγκρατημένη πρόταση με επιπλέον αυξήσεις από 2,7% έως 3,4%, επικαλούμενη την «αυξημένη αβεβαιότητα λόγω των διεθνών τιμών της ενέργειας, την αύξηση του πληθωρισμού και την πολεμική κρίση στην Ουκρανία».
Το ΚΕΠΕ από την πλευρά του εκτιμά ότι η αύξηση δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά μεγάλη, καθώς κάτι τέτοιο θα επιβαρύνει περισσότερο τις μικρές επιχειρήσεις, όπως και τις επιχειρήσεις συγκεκριμένων κλάδων.
Παγωμένοι οι μισθοί για δέκα χρόνια
Αξίζει να σημειωθεί πως στο σύνολο τους οι μέσες αμοιβές στη χώρα μας έχουν καταρρεύσει, απότοκο και της μνημονιακής οδύσσειας, κατά την τελευταία δεκαετία -με τα επίσημα στοιχεία να δείχνουν ότι το 56% των μισθωτών αμείβονται με ποσά κάτω των 900 ευρώ (μεικτά) και το 63,6% με αμοιβές κάτω των 1.000 ευρώ μηνιαίως. Τα ποσά αυτά είναι στα όρια των κατώτατων αμοιβών συνυπολογιζομένων τριετιών και επιδόματος γάμου.
Η ελεύθερη πτώση των μισθών επισφραγίστηκε το 2012, με το δεύτερο μνημόνιο των δανειστών, το οποίο επέβαλε μειώσεις στον κατώτατο μισθό, ύψους 22% (από 751 σε 583 ευρώ) και κατά 32% του μισθού για τους νέους κάτω των 25 ετών (511 ευρώ).
Ακολούθησε στη συνέχεια η κατάργηση της μετενέργειας με αποτέλεσμα το «γκρέμισμα» του οικοδομήματος των συλλογικών συμβάσεων, πάνω στο οποίο είχε οικοδομηθεί το σύστημα των αμοιβών. Η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων θα συμβάλλει στην βελτίωση των αμοιβών και των συνθηκών εργασίας για τους εργαζόμενους.
Βγαίνουν από τον πάγο και οι μισθοί στο Δημόσιο
Από τον «κατάψυξη» μετά από επτά χρόνια βγαίνουν και οι μισθοί του Δημοσίου. Υπό αυτό το πρίσμα, στα σκαριά βρίσκεται η θέσπιση bonus για συγκεκριμένους φορείς ή τμήματα του δημοσίου που θα πιάνουν συγκεκριμένους στόχους. Το μέτρο δοκιμάζεται στον ΕΦΚΑ και θα επεκταθεί και σε άλλους φορείς. Σχετικό κονδύλι υπάρχει και στο Ταμείο Ανάκαμψης (10 εκατ. ευρώ) αλλά θα χρησιμοποιηθούν και πόροι από το κρατικό προϋπολογισμό για καλύτερη εφαρμογή του μέτρου. Οι στόχοι θα τεθούν φέτος, και τα χρήματα θα δοθούν του χρόνου άρα θα επιβαρυνθεί ο προϋπολογισμός του 2023, συναρτήσει και των στενών δημοσιονομικών περιθωρίων.
Η κατάργηση(;) της εισφοράς αλληλεγγύης φέρνει αυξήσεις
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα, τα οποία μεταβάλλονται συνεχώς, από την 1η Ιανουαρίου του 2023 προγραμματίζεται να υλοποιηθεί η βασική δέσμευση της κυβέρνησης για συνολική και μόνιμη κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης. Αυτό σημαίνει και αύξηση καθαρών αποδοχών ήδη από 01/01/2023 για τον μεγαλύτερο αριθμό των εργαζομένων στο Δημόσιο, καθώς οι περισσότεροι υπερβαίνουν το όριο των 12.000 ευρώ ετησίως και ως εκ τούτου επιβαρύνονται ακόμη και σήμερα με την εισφορά αλληλεγγύης. Ο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος που απαιτείται προκειμένου να γίνει πράξη η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης στους δημοσίους υπαλλήλους ανέρχεται σε περίπου 400 εκατ. ευρώ.
Όσον αφορά τους συνταξιούχους, η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης τους αγγίζει και αυτούς εφόσον το άθροισμα των αποδοχών τους από τις κύριες και τις επικουρικές συντάξεις υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ μηνιαίως (σ.σ.: διότι η εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται σε έχοντες ατομικό εισόδημα άνω των 12.000 ευρώ τον χρόνο). Η αύξηση από την άλλη των ονομαστικών αποδοχών τους θα μπει στην εξίσωση από το 2023, αλλά θα καλύψει μόνο τους συνταξιούχους που δεν έχουν αρνητική προσωπική διαφορά. Η συγκεκριμένη ομάδα συνταξιούχων πρώτα θα μηδενίσει την προσωπική διαφορά και μετά θα δει τις ονομαστικές αποδοχές να αυξάνουν.
Ο κατώτατος στην Ευρώπη
Βάσει στοιχείων της Eurostat, έξι χώρες της ΕΕ είχαν κατώτατο μισθό πάνω από 1.500 ευρώ τον μήνα:
Γαλλία 1. 603
Γερμανία 1. 621
Βέλγιο 1.658
Ολλανδία 1.725
Ιρλανδία 1.775
Λουξεμβούργο 2.257
Δύο χώρες, η Σλοβενία (1.074) και η Ισπανία είχαν πάνω από 1.000 ευρώ.
13 χώρες είχαν κατώτατο μισθό μικρότερο από 1.000 ευρώ, με την Ελλάδα να έχει τον τρίτο υψηλότερο στην κατηγορία αυτή μετά την:
Πορτογαλία (823 ευρώ) και τη Μάλτα (792), ενώ τον χαμηλότερο είχαν οι:
Βουλγαρία 332
Λετονία 500
Ρουμανία 515
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10.04.2022