Το συγκλονιστικό ταξίδι στο άγνωστο που έκαναν 900 νύφες από την Ελλάδα στην Αυστραλία το 1957 με το ισπανικό πλοίο Begona, για να παντρευτούν κάποιον με μόνο συνδετικό κρίκο μεταξύ τους μια φωτογραφία του εν αναμονή συζύγου τους, ζωντανεύει αύριο στην κοινότητα Ντάντενονγκ της Βικτόριας στην μακρινή ήπειρο
Εξήντα πέντε χρόνια μετά, η πρωτοβουλία ενός συνταξιούχου εκπαιδευτικού που τότε σε ηλικία 8 ετών ταξίδεψε με το Begona για την Αυστραλία, έρχεται να ζωντανέψει την ιστορία: Να φέρει και πάλι, για πρώτη φορά μετά από "μια ζωή ολόκληρη" κοντά όλους τους επιζώντες και τις νύφες εκείνου του ταξιδιού...
Συγκλονιστική ιστορία
Το σχετικό ρεπορτάζ, αναφέρεται και σε ένα σχετικό ντοκιμαντέρ στην Αυστραλιανή τηλεόραση και φιλοξενείται στην ιστοσελίδα greekreporter.com.
Η καταπληκτική ιστορία των 900 Ελληνίδων νυφών που ταξίδεψαν στην Αυστραλία πριν από περισσότερα από εξήντα χρόνια, το 1957, με το πλοίο Begona για να συναντήσουν τους μελλοντικούς τους συζύγους ήταν το θέμα ενός μίνι ντοκιμαντέρ του αυστραλιανού τηλεοπτικού δικτύου SBS.
Η δημοσιογράφος Rhiannon Elston πήρε συνέντευξη από μερικές από τις γυναίκες που ταξίδεψαν με θάρρος χιλιάδες μίλια από τα σπίτια τους για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στην άλλη άκρη του πλανήτη. Πολλοί δεν είχαν καν γνωρίσει ποτέ τους μελλοντικούς συζύγους τους.
Ανεμοδαρμένες γενιές
Η Ελλάδα είχε μόλις περάσει μια σκοτεινή περίοδο της ιστορίας της. Μετά από πολλά χρόνια ναζιστικής κατοχής κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η χώρα ρίχτηκε σε έναν σκληρό εμφύλιο πόλεμο.
Πολλοί Έλληνες έμειναν αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον για τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους στο εξωτερικό, ειδικά στην Αυστραλία και τις ΗΠΑ.
Οι Ελληνίδες νύφες άφησαν την πατρίδα τους για ένα καλύτερο μέλλον στην Αυστραλία. Ανάμεσα στους επιβάτες της Begona ήταν και η Αναστασία Τσιόρβα. Έπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά για να συναντήσει έναν άντρα που είχε επιλέξει να παντρευτεί μόνο κοιτάζοντας μια ασπρόμαυρη φωτογραφία.
Στη συνέντευξή της στο SBS λέει: «Ήμουν λίγο άβολα, αλλά και τόσα πολλά κορίτσια έκαναν ότι κι εγώ».
Η Τσιόρβα ήταν από τις τυχερές. Μετά από σχεδόν έναν ολόκληρο μήνα στη θάλασσα, συνάντησε τον μελλοντικό σύζυγό της αφού το πλοίο έφτασε στον κόλπο Port Philip της Μελβούρνης. Είχε αγκυροβολήσει στο Fremantle της Δυτικής Αυστραλίας τέσσερις ημέρες νωρίτερα.
«Ήμουν στην κορυφή του πλοίου… Είχε μερικά λουλούδια και με φώναξε "Αναστασία! Αναστασία!" Και τον κοιτάζω και σκέφτηκα, "Α, ναι, είναι ωραίος"», θυμάται. «Ήταν πολύ όμορφος και ήταν νέος», πρόσθεσε.
Η Βαλερί Ρεντούλα ήταν μια από τις νεότερες γυναίκες στο πλοίο, μόλις δεκαεπτά ετών. «Ήρθα να βρω σύζυγο αργότερα, αλλά ήρθα για να δουλέψω και να έχω χρήματα, καλύτερα από εκεί που ήμουν», είπε. «Επειδή όλοι… τότε ήθελαν να φύγουν, ξέρετε, κάπου καλύτερα», προσθέτει.
Η Ρεντούλα έγινε μητέρα και επικεφαλής πολυμελούς οικογένειας και λέει ότι ήταν πολύ χαρούμενη που εγκαταστάθηκε και έχτισε μια ζωή στην Αυστραλία. Αλλά αυτό είχε κόστος.
«Αφήσαμε τη μαμά και τον μπαμπά, δεν τους ξαναείδαμε για είκοσι χρόνια, αυτό ήταν το χειρότερο πράγμα, αλλά όλα τα άλλα ήταν καλά», λέει.
Ο Πήτερ Φωτάκης έχει περάσει πολλά χρόνια ερευνώντας το ιστορικό ταξίδι που έκαναν οι νεαρές γυναίκες πριν από τόσα χρόνια, γύρω από τον κόσμο.
«Υπήρχαν τρεις κατηγορίες: αυτοί που αρραβωνιάστηκαν πριν φύγουν, αυτοί που παντρεύτηκαν με φωτογραφία (με πληρεξούσιο, χωρίς το ζευγάρι να είναι παρόν μαζί) και φυσικά οι άλλοι που ήρθαν για οικογενειακούς λόγους και βρήκαν σύζυγο εδώ», είπε για τις γυναίκες στο πλοίο.
«Υπήρξε ένα χρηματικό ποσό, οι φωτογραφίες στάλθηκαν εδώ, ο άντρας διάλεγε από τις δέκα περίπου φωτογραφίες το κορίτσι που ήθελε να παντρευτεί. Τότε μια φωτογραφία του επιστρεφόταν στο κορίτσι. Εκείνη δεχόταν και και παντρεύτηκαν. Πήγε στην εκκλησία και πράγματι ευλογήθηκαν από τον ιερέα, παντρεύοντάς τους με φωτογραφία», εξηγεί ο Φωτάκης.
Αλλά μερικά από τα κορίτσια δεν ήθελαν να φύγουν καθόλου από την Ελλάδα και δεν είχαν λόγο στο τι θα τους συνέβαινε.
«Πουλήθηκαν ουσιαστικά από τις οικογένειές τους για να έρθουν εδώ, να παντρευτούν με φωτογραφία, να μην επιστρέψουν ποτέ», λέει ο Φωτάκης.