Είναι κοινό μυστικό κυρίως σ’ εμάς του χώρου πως οτιδήποτε «καλό», εκτός φωτεινών εξαιρέσεων δεν αποτελεί είδηση. Τρανή απόδειξη πώς τα τελευταία χρόνια έχουν ξεφυτρώσει από ειδικά σάιτ μέχρι τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά σποτ που υπόσχονται στο κοινό την «καλή είδηση της ημέρας» κι αυτός ακόμη ο επιθετικός προσδιορισμός δείχνει πώς οι ειδήσεις χωρίζονται σε «καλές» και σε «ειδήσεις». Όμως, δυστυχώς –και- αυτή την εβδομάδα όσο κι αν πάλεψαν οι πιο αισιόδοξοι δεν κατάφεραν να βρουν ούτε ψηγματάκι αισιοδοξίας (ακόμη κι ο φωτεινός Αντετοκούνμπο μας σε καραντίνα λόγω COVID είναι), αλλά αντίθετα μόνο θλίψη, πόνος αλλά και μπόλικη οργή.
Γιατί ενώ η χώρα έχει μετατραπεί σ’ ένα απέραντο νεκροταφείο κι ακόμη, όπως λένε οι ειδικοί, δεν είδαμε τίποτα μιας και η «Όμικρον» είναι ακόμη σε διψήφια, οι αρνητές είναι σε πλήρη παράκρουση και το μέλλον προοιωνίζεται δυσοίωνο, ακόμη και αν καταφέρουμε κάποτε να απαλλαγούμε από την πανδημία.
Αναφέρομαι φυσικά στους απίθανους και πραγματικά επικίνδυνους τύπους που όπως αποδεικνύεται οργανώνονται καιρό τώρα και λειτουργούν σε τάγματα (με όλους τους ανατριχιαστικούς συνειρμούς) κι έχουν αποφασίσει -ενώ δημοκρατικοί πολίτες και πολιτεία κοιμόμασταν όρθιοι- να διαφυλάξουν την φασιστική τρέλα τους και να προχωρήσουν σε ενέργειες που στη μετά Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εποχή, η Δύση τις έχει δει μόνο από τους οπαδούς του Τραμπ, οι οποίοι μπήκαν στη θέση τους μόνο όταν έκαναν το σοκαριστικό σόου της εισβολής στο Καπιτώλιο.
Πήγαν, λοιπόν, οι αυτοαποκαλούμενοι «Θεματοφύλακες» και συνέλαβαν (!) τον γυμνασιάρχη στο Αιγίνιο και ούρλιαζαν για τον «βασανισμό» των παιδιών τους γιατί τόλμησε ο πλανήτης να ζητά σελφ τεστ και μάσκα μπας και μείνει κανένας ζωντανός στη μάχη με τον κορονοϊό. Και δεν έφτανε αυτό, άλλοι ομοϊδεάτες τους -χωρίς αυτοσχέδιες στολές εκείνοι αλλά με τον μανδύα των ανησυχούντων γονέων- συγκεντρώθηκαν στην κεντρική πλατεία της Χαλκίδας κι έκαιγαν βιβλία!
Αυτά τα δύο γεγονότα σε κανονικούς καιρούς θα μας είχαν σοκάρει βαθιά και θα ασχολούμασταν από το πρωί μέχρι το βράδυ να τα αναλύουμε, να μιλάμε για το πώς μπορεί να ένιωσε ένας δάσκαλος όταν μια ορδή αγρίων τον αιφνιδίασε και ήταν τόσο άχρηστοι που δε μπορούσαν ούτε τις χειροπέδες να του βάλουν που τον τραυμάτισαν, για το πώς μπορεί να νιώθουν τα παιδάκια που είδαν τους γονείς τους στα κανάλια να αλαλάζουν μπροστά στη φωτιά που φούντωνε από τις σελίδες του βιβλίου του Τριβιζά. Όμως με τα όσα ζούμε την τελευταία διετία το δόγμα του σοκ έχει εφαρμόσει πάνω μας σαν δεύτερο δέρμα κι όλα αυτά τα συγκλονιστικά περνούν από την επικαιρότητα και από τη σκέψη μας και δεν ακουμπάνε γιατί μετά από πέντε λεπτά μαθαίνουμε πώς έγινε μια ακόμη γυναικοκτονία ή πώς ένας ακόμη «θεματοφύλακας» μπούκαρε στα ΚΕΠ και τραμπούκισε τους υπαλλήλους ζητώντας τους τα πιστοποιητικά τους.
Την ίδια ώρα η πολιτική μας ζωή έχει γίνει αρένα εξαιτίας της πανδημίας και ειλικρινά θέλω να πιστεύω πώς η αντιπαράθεση προκύπτει αβίαστα κι εύλογα από πραγματική ανησυχία για όλο αυτό το θανατικό κι όχι επειδή χρησιμοποιείται ο θάνατος κι ο πόνος ως αφορμή για τις καρέκλες και τις πολιτικές επιδιώξεις ένθεν κακείθεν.
Όπως και να έχει κι όσο κι αν η επήρεια του σοκ δε μας αφήνει να συνειδητοποιήσουμε σε απόλυτο βαθμό αυτό που μας συμβαίνει, η χώρα βιώνει τις χειρότερές της μέρες, το μίσος κι ο αλληλοσπαραγμός ενισχύουν τον σκοταδισμό και χρειάζεται πια απ’ όλους μας εγρήγορση και μια συμφωνία κυρίων πως ο ένας εχθρός κρύβεται στα αερολύματα κι ο άλλος στα σκοτάδια της ιστορίας. Και μ’ όλα αυτά που κάνουμε ή αφήνουμε να συμβούν γιατί είμαστε εξοργισμένοι, πληγωμένοι, έχουμε άλλες ιδεολογίες ή τελοσπάντων μας χωρίζουν πολλά, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να επαναφέρουμε τα σκοτάδια ενισχυμένα από μπόλικο πένθος. Και τότε δε θα μπορέσουμε ποτέ ξανά να σταθούμε στα πόδια μας.