Ένας νεαρός ανώνυμος συγγραφέας μετά την επιτυχία του πρώτο του βιβλίου περιπλανιέται στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του’90 και ψάχνει για έμπνευση. Πέντε γυναίκες κι’ ένας άνδρας ταξιδεύουν παρέα στο καράβι της ζωής. Μας διηγούνται ιστορίες με πόνο και χαρά, με θλίψη και ευτυχία, με γέλιο και κλάμα όπως συμβαίνει πάντα στην ζωή. Όπως συμβαίνει όταν ένα χαμόγελο συναντάει ένα δάκρυ.
Ο Νικόλας Πουρλιάρος -με θητεία στη δημοσιογραφία και τη σκηνοθεσία- στο πρώτο του μυθιστόρημα μας μεταφέρει στους δρόμους της αληθινής ζωής. Εκεί που οι απλές καθημερινές ιστορίες μπορεί να είναι πιο ευφάνταστες και από το ευφάνταστο κινηματογραφικό σενάριο.
Τα καλύτερα σενάρια άλλωστε τα γράφει η ίδια η ζωή, όπως έχει αποδειχτεί. Σ’ αυτήν, όπως και στον τίτλο του βιβλίου που είναι «Το χαμόγελο συνάντησε ένα δάκρυ» οι λύπες εναλλάσσονται με τις χαρές. «Το βιβλίο είναι αισιόδοξο, λυτρωτικό, αγαπησιάρικό. Λειτουργεί σαν μια ζεστή αγκαλιά από δικό μας άνθρωπο. Τουλάχιστον αυτός ήταν ο στόχος μου και θεωρώ ότι σε μεγάλο βαθμό τον έχω πετύχει. Ο τίτλος μου ήρθε εντελώς αναπάντεχα και αβίαστα μόλις τέλειωσα την ιστορία της πρώτης μου ηρωίδας. Ήρθε σας επιστέγασμα για να με κινητοποιήσει να συνεχίσω να γράφω και να μην τα παρατήσω. Ήρθε βέβαια και συμβολικά . Επειδή είναι ένα αισιόδοξο και λυτρωτικό έργο το χαμόγελο έρχεται δυναμικά, ορμητικά και κόβει τον δρόμο στο δάκρυ. Φτάνει με τα δάκρυα. Ώρα για χαμόγελα», λέει ο συγγραφέας στο makthes.gr.
Καθοριστικός ο ρόλος της βιωματικής εμπειρίας
Στο μυθιστόρημα η Σοφία, η Όλγα, η Ρίτσα, η Μπιάνκα, η Ελένη, γυναίκες διαφορετικών ηλικιών, άσημες ή διάσημες, εν ζωή ή όχι, είναι οι ηρωίδες του Πουρλιάρου, που διατρέχουν τις σελίδες και που οι ιστορίες τους έχουν κοινά χαρακτηριστικά με τις ιστορίες πολλών ακόμη γυναικών.
Μέσα από αυτό ο ίδιος ήθελε να τιμήσει, όπως τονίζει, τις γυναίκες γιατί τον ενοχλεί που αντιμετωπίζονται συχνά μέσα σε αυτή την κοινωνία ως πολίτες β΄ κατηγορίας. «Ήθελα επίσης να δημιουργήσω κάτι που θα με φέρει ξανά σε επαφή με το αισιόδοξο, το όμορφο, το χιουμοριστικό, αγαπησιάρικο. Για αρκετά χρόνια ως σκηνοθέτης έσκαβα σε θέματα και ιστορίες που προκαλούσαν φόβο σε άλλους δημιουργούς. Αυτή την περίοδο την έχω αφήσει πίσω μου. Θέλω να αναδείξω όσα με απασχολούν με άλλη ματιά», επισημαίνει.
Γεννημένος και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη, εγκατεστημένος στην Αθήνα εδώ και είκοσι χρόνια, αξιοποίησε στη διάρκεια της συγγραφής τη βιωματική εμπειρία, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο. «Αποφάσισα να κινητοποιήσω το βίωμα χωρίς να το κοπιάρω», λέει.
ΝΙΚΟΣ ΠΟΥΡΛΙΑΡΟΣ
Τολμηρός και ευθύς δεν διστάζει να ομολογήσει πως πέρασε δύσκολα την παιδική του ηλικία μέσα σε μια συντηρητική οικογένεια της πόλης, με μια «εκρηξιγενή και καταθλιπτική» μητέρα, με ξυλοδαρμό ως μέσο σωφρονισμού. «Έχοντας βιώσει πολλών ειδών bullying, έχοντας προδοθεί από έρωτες, από ανέντιμους συνεργάτες γνωρίζω καλά όλες τις πτυχές της μοναξιάς, γνωρίζω καλά τι πάει να πει πονάω. Αυτά τα βιώματα ήθελα να τα αναδείξω αλλά και να τα αφοπλίσω, να τα εξουδετερώσω. Ήθελα να τα φωτίσω αλλά και συνάμα να μεταφέρω στον κάθε έναν που περνάει δύσκολα το μήνυμα ότι δεν είναι μόνος, ότι κανένα σκοτάδι δεν κρατάει για πάντα, ότι υπάρχει υποστηρικτικό σύστημα εκεί έξω το οποίο μπορεί να είναι ένα μέλος της οικογένειας μας ή κάποιος φίλος ή και κάποιος παντελώς άγνωστος. Εγώ πάντα βασιζόμουν στην καλοσύνη των ξένων. Έτσι λοιπόν και το βιβλίο μου θέλω να είναι ένα υποστηρικτικό σύστημα για όποιον περνάει δύσκολα. Θέλω να είναι μια ηλιαχτίδα φωτός. Θέλω επιπροσθέτως να είναι ο δικός μου αισιόδοξος μεταβολισμός της τοξικότητας που έχω συναντήσει αλλά αρνούμαι να χωνέψω», υπογραμμίζει.
«Ένιωθα καλά που κουβαλούσα τη δημοσιογραφία στις αποσκευές μου»
Για εκείνον η δημοσιογραφία είναι ένα εξαιρετικό σχολείο πειθαρχίας στην κειμενογραφία που απαιτεί ακρίβεια και αποτελεσματικότητα σε χρόνο μηδέν. «Χρησιμοποίησα αυτά τα δημοσιογραφικά πειθαρχικά μέτρα όταν έγραφα το βιβλίο βάζοντας στόχους καθημερινά για το πού πρέπει να φτάσω αλλά και ελέγχοντας την ορμή της έμπνευσής μου. Η δημοσιογραφική μου εμπειρία έκανε λιγότερο οδυνηρές τις στιγμές που έπρεπε να πετάξω λέξεις, φράσεις, παραγράφους. Ένιωθα καλά που κουβαλούσα την δημοσιογραφία στις αποσκευές μου. Από την άλλη μετά την ολοκλήρωση του βιβλίου κάθε δημοσιογραφική ανάθεση που μου γίνεται την αντιμετωπίζω χωρίς ιδιαίτερο άγχος. Είναι απλώς ένα κείμενο χιλίων ή δυο χιλιάδων λέξεων», παραδέχεται.
Όταν τελείωσε το βιβλίο το μελέτησε άπειρες φορές, ξανά και ξανά. Αφού έκλεισε τη συμφωνία με τον εκδοτικό οίκο η δημιουργική του ορμή δεν είχε καταλαγιάσει. «Τώρα που είσαι ζεστός κάτσε και γράψε», είπε στον εαυτό του. Έτσι, έπιασε το νήμα για το 2ο μυθιστόρημα, ενώ την ίδια στιγμή ανακαλύπτει εμπνεύσεις από στιγμιότυπα της καθημερινότητας, από τραγούδια και γράφει μικρά διηγήματα. «Νιώθω ευλογημένος που ξεκλείδωσα αυτή την πόρτα της ψυχής μου. Πέρασα αρκετά χρόνια της ζωής μου να είμαι ακροατής, παραχορήγημα, σιωπηλός παρατηρητής. Έχω φωνή, έχω πολλές ωραίες ιστορίες να μοιραστώ μαζί σας. ‘Το χαμόγελο που συνάντησε ένα δάκρυ’ είναι απλώς η αρχή”, αποκαλύπτει. Τις περιμένουμε!
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Υδροπλάνο